Στην τοποθέτησή του στη συζήτηση για τον Κρατικό Προϋπολογισμό 2018, σήμερα 18 Δεκεμβρίου, ο βουλευτής Δωδεκανήσου Δημήτρης Γάκης υπογράμμισε τον κοινωνικό και αναπτυξιακό χαρακτήρα του Προϋπολογισμού, που σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις που υλοποιεί η κυβέρνηση και την επιτυχή ολοκλήρωση της γ’ αξιολόγησης,
δημιουργεί συνθήκες για την ομαλή επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα.
Ιδιαίτερο σημείο της ομιλία του βουλευτή Δωδεκανήσου, αποτέλεσε η αναφορά του στο «νησιωτικό ΦΠΑ», τη διατήρηση του οποίου ζήτησε με τεκμηριωμένο και συναισθηματικά φορτισμένο τρόπο από την Κυβέρνηση, «για να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα και να ξεδιπλωθεί το οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό δυναμικό στα νησιά, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα με αποφασιστικότητα, προς όφελος των νησιωτικών οικονομιών», όπως είπε χαρακτηριστικά ο βουλευτής.
Η ομιλία του βουλευτή Δωδεκανήσου Δημήτρη Γάκη στη συζήτηση για τον Κρατικό Προϋπολογισμό 2018 στην Ολομέλεια της Βουλής, 18.12.17:
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΑΚΗΣ: Από τις μέχρι τώρα τοποθετήσεις και τις κριτικές που ασκήθηκαν στον Προϋπολογισμό, φαίνεται ότι πολλοί ομιλητές ασκούν σήμερα κριτική στην κυβέρνηση – και μάλιστα, από μια σκοπιά αριστερή, ξεχνώντας προφανώς ότι είναι οι ίδιοι άνθρωποι που μέχρι χθες έπαιρναν τις πολιτικές αποφάσεις και είναι επομένως κατεξοχήν υπεύθυνοι για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας σήμερα. Μπορούν μάλιστα με πολύ μεγάλη ευκολία να μιλούν για την ανατροπή της (sic!). Την ανατροπή μιας κατάστασης που αυτοί οι ίδιοι δημιούργησαν!
Σήμερα λοιπόν, διαπιστώνουμε πάλι, ότι για μια ακόμα φορά γίνεται μια μικροπολιτική αντιπαράθεση, καθόλου σύνθεσης και προβληματισμού. Διαδικασίες, που ο τόπος έχει σήμερα ανάγκη και τις οποίες θα πρέπει το ελληνικό Κοινοβούλιο να τις βρει στον βηματισμό του.
Ο Προϋπολογισμός, δεν είναι ένα καθολικό σχέδιο που θα αντιμετωπίσει όλα τα προβλήματα, ούτε λύνει κάθε πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας σήμερα. Είναι οι κατευθυντήριες γραμμές που σηματοδοτούν την πολιτική που κάθε κυβέρνηση θέλει να εφαρμόσει. Μέσα από τα πολλαπλά επίπεδα παρεμβάσεών του οφείλουμε να υπολογίζουμε τόσο τις υποχρεώσεις μας όσο και τις δεσμεύσεις μας: Τις υποχρεώσεις που έχουμε αναλάβει ως κράτος, όπως το ζήτημα του χρέους, αλλά και τα ανταποδοτικά οφέλη που πρέπει να δώσει η πολιτεία στην κοινωνία, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της. Ελαχιστοποιώντας τις κοινωνικές και μικροοικονομικές επιπτώσεις των μνημονίων στην ανισότητα και στον κοινωνικό αποκλεισμό, οι προβλέψεις του Προϋπολογισμού, θα πρέπει, σε συνδυασμό με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, να σηματοδοτήσουν μία διαφορετική πορεία στη διακυβέρνηση της χώρας. Σε αυτό το πολιτικοοικονομικό πλαίσιο, ο Προϋπολογισμός που καταθέτουμε σήμερα είναι ένας Προϋπολογισμός αξιοπιστίας, κοινωνικής πολιτικής και αναπτυξιακής ώθησης.
Μέσα σε μία περίοδο αβεβαιότητας, σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον καταφέρνουμε για τρίτη συνεχή χρονιά καταθέτουμε – και θα εκτελέσουμε – έναν Προϋπολογισμό που δημιουργεί συνθήκες για την ομαλή επιστροφή της χώρας στις αγορές, χωρίς αυτό να αποτελεί θέσφατο, ότι οι αγορές δηλαδή είναι η απόλυτη λύση του προβλήματός μας.
Είναι ένας Προϋπολογισμός που θα οδηγήσει την ελληνική οικονομία δυναμικά μπροστά. Ταυτόχρονα, η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, όπως και οι θετικές προβλέψεις στο Μεσοπρόθεσμο για την ελληνική οικονομία διευρύνουν τις προοπτικές για ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας και σε συνδυασμό με την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο 2018, βγάζουν οριστικά τη χώρα από τα μνημόνια, δρομολογώντας την αναζήτηση νέων προοδευτικών βημάτων για τη χώρα μας.
Υπάρχουν, όμως, τρεις προτεραιότητες όλο αυτό το διάστημα, δύο άμεσες και μία στρατηγικού χαρακτήρα. Η πρώτη είναι η ψήφιση των προαπαιτούμενων για την ολοκλήρωση του Προγράμματος τον Αύγουστο. Η δεύτερη αφορά τη συζήτηση για το χρέος και την κατάλληλη προετοιμασία για την ασφαλή και συμφέρουσα έξοδο στις αγορές για τον δανεισμό της χώρας.
Η στρατηγική προτεραιότητα είναι η δημιουργία ενός «οδικού χάρτη» πάνω στον οποίο θα πρέπει να «βαδίσει» η χώρα μας αμέσως μετά την έξοδο των μνημονίων.
Σε αυτό το πλαίσιο αναφοράς κινείται ο Προϋπολογισμός μας. Είναι ένας Προϋπολογισμός αναπτυξιακός; Ναι, με μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 2,5% και ένα πρωτογενές προβλεπόμενο πλεόνασμα 3,82%, χωρίς νέα μέτρα, όπως διατείνεται η Αξιωματική Αντιπολίτευση, ισοπεδώνοντας κάθε λογική συνέχεια των συμφωνηθέντων με τους Θεσμούς.
Είναι Προϋπολογισμός αξιοπιστίας; Ναι, εφόσον υλοποιείται σωστά και δημιουργεί προϋποθέσεις προσέλκυσης επενδύσεων, τονώνει την παραγωγική δραστηριότητα.
Είναι Προϋπολογισμός κοινωνικά δίκαιος; Μετά από τρία χρόνια με τις γνωστές δημοσιονομικές δυσκολίες και τις ισχυρές πιέσεις, καταφέραμε με κόστος – αυτό είναι αλήθεια – μία ήπια προσαρμογή με κοινωνικό όμως πρόσημο, όπως είναι το κοινωνικό μέρισμα, η πρόσβαση όλων των πολιτών στο δημόσιο σύστημα Υγείας, οι λύσεις που δίνουμε μέρα με τη μέρα στα θέματα της Υγείας, αλλά και στα κρίσιμα θέματα της Παιδείας, όπως αυτές που ανακοίνωσε σήμερα ο Υπουργός Παιδείας. Το κοινωνικό πρόσημο στον προϋπολογισμό φαίνεται ξεκάθαρα από την ενίσχυση των κοινωνικών δράσεων και του «χαρακτήρα» του σε όλα τα επίπεδα. Οι προβλέψεις του στοχεύουν στην αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας και στη στήριξη των πιο ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων. Αυτή είναι η δική μας αλήθεια!
Είναι, όμως, αυτή, η Αριστερή προοπτική που θέλουμε εμείς να δώσουμε; Νομίζω πως όχι ακόμα. Ένας Προϋπολογισμός δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να ανακατανέμει τα έσοδα και να τα κάνει έξοδα. Τι είναι, όμως, τα έσοδα, από πού προέρχονται και πού δίνονται αυτά; Αυτός – είναι ο ταξικός χαρακτήρας του Προϋπολογισμού. Οι Προϋπολογισμοί των προηγούμενων χρόνων συγκέντρωναν έσοδα από τους φτωχούς, και τα μετέφεραν στους οικονομικά ισχυρούς.
Να προσθέσουμε, δε, ότι στα έσοδα υπήρχε και ένας υπερδανεισμός και ταυτόχρονα μια υπερκατανάλωση. Φτάσαμε, λοιπόν, στο σημείο σήμερα να έχουμε μια κοινωνία που είναι υπερχρεωμένη και με τάσεις υπερκατανάλωσης. Θα πρέπει, λοιπόν, η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να βρει μια άλλη στρατηγική αντιμετώπιση όλου αυτού του προβλήματος.
Για το νησιωτικό ΦΠΑ
Θέλω με βάση αυτό, να πω δύο πράγματα για τους συντελεστές ΦΠΑ στα νησιά, με συνείδηση και με καρδιά.
Ο μειωμένος ΦΠΑ στα νησιά είναι ένας θεσμός που διατρέχει όλη την οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου. Δημιουργεί ανταγωνιστικότητα, επενδυτικό κλίμα, δημιουργεί ενίσχυση της απασχόλησης, οδηγεί σε αύξηση των δημοσίων εσόδων και δεν το κάνει αυτό γιατί έτσι πρέπει να το κάνει ως μέτρο, αλλά γιατί υπάρχει ένα οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό δυναμικό στα νησιά που μπορεί αυτά τα πράγματα να τα υλοποιήσει. Πρέπει να πούμε ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες θα ανατραπούν από την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στη νησιωτική χώρα. Κάνω μια έκκληση, λοιπόν, στον υπουργό – και είναι οι υπουργοί Οικονομίας και Οικονομικών εδώ – μια ύστατη, τελευταία έκκληση ώστε να αντιμετωπίσουμε κατάλληλα αυτήν την κατάργηση που μας επιβάλλουν.
Δεν μπορεί αυτό το μέτρο να αντικατασταθεί από ισοδύναμα ανταποδοτικά μέτρα. Παραδείγματος χάριν, το φορολογικό ισοδύναμο είναι έτσι κι αλλιώς υποχρέωση της Πολιτείας και δεν πρέπει να δοθεί έτσι, απλά, ως «έναντι».