Πρωτόγνωρη κρίση και αβεβαιότητα για το πότε θα έρθει η ανάκαμψη προκάλεσε η κρίση του κορωνοϊού στον ευρωπαϊκό τουρισμό, με την πιο πρόσφατη τριμηνιαία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ταξιδίων, ETC, να προβλέπει μείωση 54% στα ευρωπαϊκά ταξίδια το 2020 έναντι του 2019.
Σύμφωνα με την έκθεση «Ευρωπαϊκός Τουρισμός: Τάσεις και Προοπτικές», τα ταξίδια μικρών αποστάσεων είναι κρίσιμης σημασίας για τον ευρωπαϊκό τουρισμό φέτος.
Για να περιοριστούν οι επιπτώσεις της κρίσης, οι ευρωπαϊκές οικονομίες αρχίζουν να ανοίγουν και πάλι δίνοντας κίνητρα για τον τουρισμό ώστε να διασωθεί η θερινή σεζόν και να περιοριστούν οι οικονομικές απώλειες.
Ο ρυθμός ανάκαμψης ποικίλει ανά προορισμό και εξαρτάται από την έκταση στην οποία αυτός εξαρτάται από τις διεθνείς τουριστικές αγορές και από την ανάκαμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Η έκθεση αναφέρει ότι ο αντίκτυπος της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης γίνεται ξεκάθαρος, με τον ευρωπαϊκό τουρισμό να αναμένεται να παραμείνει κάτω από τα επίπεδα του 2019 μέχρι το 2023.
Κατά το πρώτο τετράμηνο της χρονιάς, η Ευρώπη είχε δραματική μείωση διεθνών τουριστικών αφίξεων της τάξης του 44% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2019. Οι απώλειες θέσεων εργασίας στον τουρισμό είναι πρωτοφανείς, και κυμαίνονται από 14,2 εκατ. σε 29,5 εκατ. Η αβεβαιότητα συνεχίζει να κυριαρχεί και η διάρκεια των περιορισμών για την αντιμετώπιση της πανδημίας θα αποτελέσουν το κλειδί για το πού θα σταματήσουν οι απώλειες για τον κλάδο.
Στοιχεία από τους προορισμούς για τους μήνες έως τον Απρίλιο/ Μάιο αντιπροσωπεύουν το βάρος των επιπτώσεων της κρίσης. Η Κροατία (-86%) και η Κύπρος (-78%) είχαν τις μεγαλύτερες απώλειες λόγω απωλειών από τις βασικές αγορές της Ιταλίας και της Βρετανίας οι οποίες χτυπήθηκαν σοβαρά από την πανδημία.
Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν μείωση 96,9% στις κρατήσεις για Ευρώπη την περίοδο Ιανουάριος – Μάιος 2020 έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρυσι.
Ωστόσο, καταγράφεται αύξηση των αεροπορικών κρατήσεων για προορισμούς όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία για ταξίδια τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Οι περισσότερες αγορές εισιτηρίων αφορούν ταξίδια αναψυχής, όμως η ανάκαμψη είναι ισχυρότερη στους ταξιδιώτες που σκοπεύουν να επισκεφθούν συγγενείς και φίλους.
Η ανάκαμψη των ταξιδίων προς όλους τους προορισμούς παγκοσμίως θα εξαρτηθεί από οικονομικούς παράγοντες, από την ταχύτητα με την οποία αίρονται οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί, από την υγεία της βιομηχανίας αερομεταφορών και από την διάθεση των δυνητικών ταξιδιωτών να αποφεύγουν τον κίνδυνο. Η πιθανότητα σταθερής και γρήγορης ανάκαμψης της ζήτησης για ταξίδια είναι πιθανό να είναι μεγαλύτερη για προορισμούς που εξαρτώνται περισσότερο από τον εσωτερικό τουρισμό και τους ταξιδιώτες από κοντινές χώρες.
Τα ταξίδια χαμηλού κόστους, δεδομένων των διεθνών ταξιδιωτών περιορισμών, η αβεβαιότητα σχετικά με τη διαθεσιμότητα των μεταφορών καθώς και η υψηλή αποφυγή κινδύνου πιθανόν να αυξήσει τις προτιμήσεις των καταναλωτών για κοντινότερα ταξίδια.
Το μέσο μερίδιο ταξιδιωτών του εσωτερικού στις ευρωπαϊκές χώρες βρίσκεται στο 44,5%, ενώ οι αφίξεις από κοντινά ταξίδια αντιπροσωπεύουν το 77% του συνόλου των ταξιδιωτών. Ο συνδυασμός των αφίξεων από το εσωτερικό των χωρών και η εξάρτηση από τα σύντομα ταξίδια, καθιστούν τη Γερμανία, τη Νορβηγία και τη Ρουμανία τις πιο ανθεκτικές χώρες τουριστικά και εκείνες που θα ανακάμψουν συντομότερα και σε πιο σταθερές βάσεις.
Στον αντίποδα βρίσκεται η Ισλανδία, το Μαυροβούνιο και η Κροατία που έχουν τη χαμηλότερη βαθμολογία με υψηλότερο κίνδυνο ανάκαμψης. Οι προορισμοί αυτοί έχουν μικρές αγορές εσωτερικού τουρισμού και πολύ μεγαλύτερη εξάρτηση από τη διεθνή ζήτηση, όχι μόνο από την Ευρώπη αλλά και εκτός, από χώρες δηλαδή που ίσως αργήσουν περισσότερο να επανέλθουν στον διεθνή τουρισμό.
Η έκθεση τονίζει ότι ο τουρισμός όπως τον γνωρίζαμε έχει παύσει να υπάρχει, και ότι η επιτυχία εξαρτάται από τη γρήγορη υιοθέτηση της ψηφιοποίησης και την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για την προσαρμογή στη «νέα κανονικότητα» και στις αλλαγές προτιμήσεων των καταναλωτών.
Ένας κλάδος που παραδοσιακά χαρακτηρίζεται από την ανθρώπινη επαφή, χρειάζεται πλέον να προσφέρει τα ίδια πολύτιμα στοιχεία τους μέσα από ανέπαφες μεθόδους σε έναν πιο ψηφιοποιημένο κόσμο. Η αειφορία θα είναι το κλειδί στη δημιουργία ενός ανθεκτικού και ανταγωνιστικού κλάδου μέσα από την εφαρμογή ενός μοντέλου που θα είναι βιώσιμο μακροπόθεσμα σε οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό επίπεδο.