Εκρηκτική αύξηση σημείωσε πέρυσι το συνολικό πλεόνασμα του εμπορικού ισοζυγίου της Γερμανίας (συμπεριλαμβάνονται αγαθά, υπηρεσίες κ.λπ.).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ινστιτούτου Ifo τους οποίους δημοσίευσε στην ιστοσελίδα της η εφημερίδα Die Welt, το πλεόνασμα άγγιξε πέρυσι τα 220 δισ. ευρώ (κάπου 285 δισ. δολάρια), ήταν δηλαδή μεγαλύτερο κατά σχεδόν 30 δισ. σε σχέση με το 2013 και, ούτε λίγο ούτε πολύ, έφτασε να αντιστοιχεί στο 7,5% του ΑΕΠ της ισχυρότερης οικονομίας της Ευρώπης.
Οι επιδόσεις της Γερμανίας προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση εάν συγκριθούν με εκείνες άλλων εξαγωγικών χωρών του πλανήτη που καταγράφουν θετικό ισοζύγιο. Κι αυτό διότι το περυσινό πλεόνασμά της είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των αντίστοιχων της Κίνας (150 δισ. δολάρια) και της Σαουδικής Αραβίας (100 δισ. δολάρια), δηλαδή των χωρών που βρίσκονται στη δεύτερη και τρίτη θέση του σχετικού πίνακα!
Αξίζει, μάλιστα, να σημειώσουμε ότι οι αναλυτές του Ifo εκτιμούν ότι το πλεόνασμα θα αυξηθεί περαιτέρω φέτος και πιθανότατα να ξεπεράσει το 8% του ΑΕΠ, βοηθούσης και της χαμηλής τιμής του πετρελαίου και της περαιτέρω υποχώρησης της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου. Έτσι, εκτός των άλλων, επιβεβαιώνονται οι πολύ καλές προοπτικές για τη γερμανική οικονομία, η οποία ούτως ή άλλως βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των υπόλοιπων χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
Αποδεικνύοντας, για μια ακόμη φορά, ποια είναι η χώρα που έχει ωφεληθεί τα μέγιστα από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση των προηγούμενων ετών -δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η Γερμανία κατέθεσε και ενέκρινε για το 2015 τον πρώτο απολύτως ισοσκελισμένο προϋπολογισμό της, ο οποίος τελικά δεν αποκλείεται να βγει και πλεονασματικός.
Αντιδράσεις
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η εικόνα αυτή αναμένεται να εντείνει τις αντιδράσεις των εταίρων του Βερολίνου. Άλλωστε, επί της ουσίας, η περυσινή επίδοση της Γερμανίας μπορεί να είναι καλό νέο για την ίδια, συνιστά όμως μεγάλο κίνδυνο για τους υπόλοιπους και συνολικά για τη σταθερότητα της Ευρωζώνης. Όπως έχει αναφερθεί επανειλημμένως, η ύπαρξη χωρών με μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα προϋποθέτει ότι ταυτόχρονα υπάρχουν άλλες που απορροφούν τις εξαγωγές τους μέσω ολοένα μεγαλύτερου δανεισμού.
Είναι χαρακτηριστικό, εξάλλου, ότι η Κομισιόν (όπως επίσης ΔΝΤ, ΟΟΣΑ και ΗΠΑ...) θεωρεί τα υπερβολικά μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών -πρακτικά, αυτά που υπερβαίνουν το 6% του ΑΕΠ μιας χώρας- εξίσου επικίνδυνα με τα γιγαντιαία ελλείμματα.
Μάλιστα, τον Μάρτιο του 2014 η κυβέρνηση Μέρκελ δέχθηκε επίσημη παρατήρηση από τις Βρυξέλλες, που απαίτησαν να τονωθούν επειγόντως τόσο οι δημόσιες επενδύσεις όσο και η εσωτερική ζήτηση, απειλώντας μάλιστα ότι σε αντίθετη περίπτωση ενδέχεται να επιβληθούν κυρώσεις.
Το Βερολίνο αντιτείνει ότι από το 2007 το πλεόνασμα στο ισοζυγιο τρεχουσών συναλλαγών με τους εταίρους του στην Ευρωζώνη ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει μειωθεί πάνω από 50% και ότι στην παρούσα φάση η ανάπτυξη της γερμανικής «ατμομηχανής» στηρίζεται περισσότερο στην εγχώρια ζήτηση παρά στις εξαγωγές...
imerisia.gr