Καταπέλτης είναι η έκθεση της Κομισιόν για την παιδεία στην Ελλάδα το 2016.
Με την «Εκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης του 2016» η Κομισιόν ασκεί σφοδρή κριτική για τα όσα συμβαίνουν στο χώρο της εκπαίδευσης, κάνει λόγο για οπισθοδρόμηση σε ότι αφορά στο σχέδιο Φίλη για το ολοήμερο σχολείο, σημειώνει ότι «κακώς έχει διακοπεί» η αξιολόγηση σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών, ενώ κάνει λόγο για απογοητευτικές επιδόσεις μαθητών στην ανάγνωση και στα μαθητικά και για ψηφιακό αναλφαβητισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε ότι αφορά στο τελευταίο, η χώρα μας βρίσκεται στην 26η θέση ανάμεσα στις 28 χώρες της ΕΕ στον δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας.
Κωδικοποιημένες οι παρατηρήσεις των συντακτών της έκθεσης, όπως γράφει η Καθημερινή, είναι:
Κακώς έχει σταματήσει η αξιολόγηση σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών. «Δεδομένης της θετικής επίδρασης που μπορούν να έχουν η αυτονομία και η λογοδοσία στις εκπαιδευτικές επιδόσεις, θεωρείται ανησυχητικό ότι έχουν ανασταλεί οι διαδικασίες για την αξιολόγηση (αυτοαξιολόγηση για τα σχολεία και ατομική αξιολόγηση εκπαιδευτικών), ακόμη και στην ιδιωτική εκπαίδευση».
Ο νέος τύπος ολοήμερων σχολείων, που εφαρμόστηκε πρώτη φορά φέτος, αποτελεί υποβάθμιση. «Εφαρμόζεται σε μεγαλύτερο αριθμό σχολείων, στην πραγματικότητα ωστόσο πρόκειται για λιγότερο φιλόδοξη εκδοχή του νέου ολοήμερου σχολείου που προβλεπόταν παλαιότερα. Ο νόμος δεν προβλέπει την οργάνωση ολοκληρωμένων απογευματινών δραστηριοτήτων μετά τη λήξη της πρωινής ζώνης, όπως είχε προβλεφθεί αρχικά».
Οι νέοι πάσχουν σε δεξιότητες όπως ανάγνωση και μαθηματικά. «Οι επιδόσεις τους είναι απογοητευτικές, όπως αποτυπώνονται στους διεθνείς διαγωνισμούς PISA». Επίσης, η Ελλάδα κατατάσσεται 26η στο σύνολο των 28 κρατών-μελών της Ε.Ε. στον δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας για το 2016 και η συμμετοχή των ενηλίκων στην εκπαίδευση ανήλθε σε 5,7% το 2015, απέχοντας πολύ από τον μέσο όρο 10,7% της Ε.Ε.
Οι εκπαιδευτικοί είναι γηρασμένοι και κακοπληρωμένοι. «Οι μισοί (49%) στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι άνω των 50 ετών, ενώ λιγότεροι από το 1% είναι κάτω των 30. Στη δευτεροβάθμια, το 39% έχει ηλικία από 40 έως 49 ετών. Οι μισθοί είναι χαμηλότεροι σε πραγματικούς όρους από ό,τι σε πολλές άλλες χώρες του ΟΟΣΑ και μέχρι το τέλος του 2017 θα παραμείνουν αμετάβλητοι με σκοπό την εξοικονόμηση δαπανών.
Το σχέδιο αναδιάρθρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης απέτυχε, αφού στην πράξη δεν οδήγησε στον αναμενόμενο οικονομικό εξορθολογισμό.
Περιορίστηκε σημαντικά η αυτονομία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ υποβαθμίστηκε ο ρόλος των Συμβουλίων.
Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης για την εκπαίδευση ανήλθαν στο 4,4% του ΑΕΠ το 2014, έναντι 4,9% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Το μόνο θετκό που καταγράφει η έκθεση της Κομισιόν είναι ότι το ποσοστό της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου μειώθηκε από 9% το 2014 σε 7,9% το 2015, πολύ κάτω από τον μέσο όρο του 11% της Ε.Ε. των «28» το 2015, για να υπάρχει μία θετική νότα.
Καταπέλτης είναι, τέλος, η έκθεση της Ε.Ε. και για το σχέδιο «Αθηνά», που ξεκίνησε το 2012 με στόχο την αναδιάταξη του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οπως λέει η έκθεση, «το σχέδιο “Αθηνά” της περιόδου 2012 - 2014 δεν είχε σημαντικό αντίκτυπο. Το σχέδιο συνέβαλε θεωρητικά στη συγχώνευση περισσότερων από 120 πανεπιστημιακών τμημάτων. Στην πράξη όμως, το σχέδιο αυτό δεν οδήγησε στον αναμενόμενο οικονομικό εξορθολογισμό, καθώς πολλά από τα τμήματα που συνενώθηκαν δεν διέθεταν στην πραγματικότητα πανεπιστημιακό προσωπικό και/ή σπουδαστές. Τα τέσσερα πανεπιστήμια που καταργήθηκαν, συγχωνεύθηκαν στην πράξη με άλλα ΑΕΙ/ΤΕΙ». Βέβαια, η έκθεση παρατηρεί ότι το πρόβλημα της ελλιπούς οργανωτικής απόδοσης παρατηρείται εντονότερα στα ΤΕΙ.