Η «Κατερίνα» πέρασε είκοσι χρόνια με τον κακοποιητή της. Τα δύο παιδιά της έγιναν σε πολλές περιπτώσεις μάρτυρες των βίαιων επεισοδίων και η κόρη της έφτασε σε σημείο να νοσηλευτεί σε παιδοψυχιατρική κλινική. Αποφάσισε να αφηγηθεί την αληθινή ιστορία της για να παρακινήσει και άλλα θύματα να αναζητήσουν το δρόμο προς την ελευθερία.
Με την «Κατερίνα»* μάς έφερε σε επαφή το Συμβουλευτικό Κέντρο Ρόδου. Παρόλο που έχει περάσει μόλις ένας χρόνος από την ημέρα που έφυγε ο σύζυγος και κακοποιητής της από το σπίτι, επομένως οι μνήμες είναι ακόμα νωπές, δέχτηκε να ανατρέξει στο τραυματικό παρελθόν της και να το μοιραστεί με το marieclaire.gr ελπίζοντας να παρακινήσει και άλλα θύματα να αναζητήσουν το δρόμο τους προς την ελευθερία και την αγάπη του εαυτού τους.
«Με λένε Κατερίνα. Είμαι 36 χρονών. Έχω δύο παιδιά, τον Παναγιώτη, 16 χρονών, και τη Νίκη, 13 χρονών. Με τον Γιώργο γνωριστήκαμε όταν εγώ ήμουν 15. Ήμασταν 20 χρόνια μαζί. Ανατρέχοντας στο παρελθόν – γιατί όταν το ζούσα ήμουν μικρή και μες στην τρέλα – συνειδητοποιώ ότι τα πρώτα σημάδια παρουσιάστηκαν μέσα στα πρώτα τρία χρόνια, όταν άρχισε να μου λέει: “Δεν θα πηγαίνεις για καφέ με τις φίλες σου”, “Θα είμαι κι εγώ μαζί σου αν θέλεις να πηγαίνουμε για καφέ”.
»Παντρευτήκαμε στα 18 μου, χωρίς πίεση από τους γονείς μου, γιατί “ήμουν η γυναίκα της ζωής του, τα πάντα γι’ αυτόν”. Αυτός ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερός μου, ήμασταν πιτσιρίκια και οι δύο. Στα 19 μου, έμεινα έγκυος. Τότε ήταν η πρώτη φορά που με χτύπησε άσχημα. Είχαμε ένα μαγαζί, ήμασταν μέσα στην αποθήκη και με είχε ρίξει πάνω σε ένα τσουβάλι με πατάτες και με βάραγε. Χωρίς αφορμή. Οι γονείς του ήταν παραδίπλα.
«Στα 19 μου, έμεινα έγκυος. Τότε ήταν η πρώτη φορά που με χτύπησε άσχημα. Είχαμε ένα μαγαζί, ήμασταν μέσα στην αποθήκη και με είχε ρίξει πάνω σε ένα τσουβάλι με πατάτες και με βάραγε. Χωρίς αφορμή. Οι γονείς του ήταν παραδίπλα».
»Τρία χρόνια μετά τον γιο μου ήρθε και η κόρη μου, την οποία δεν είχα προγραμματίσει. Εκείνος όμως πίστευε ότι αν κάναμε παιδιά θα με κρατούσε δίπλα του, δεν θα μπορούσα να φύγω.
»Άρχισα να ζω και τη σωματική και τη λεκτική βία. Έλεγα από μέσα μου, θα αλλάξει, με αγαπάει. Ήμουν άλλωστε μαζί του από μικρή. Προσπαθούσε να μου περάσει το μήνυμα ότι όλοι οι άλλοι έχουν το πρόβλημα, όχι εκείνος. Το μυαλό μου μπήκε σε έναν άλλο τρόπο λειτουργίας. Προσπάθησα να δω πού φταίω και γιατί. Και πώς θα μπορούσα να αλλάξω εγώ, για να είναι εντάξει η οικογένειά μου. Ήμουν και πεισματάρα, δεν ήθελα να ακούσω από τον κόσμο να μου λέει: “Να, είδες; Και τι κατάλαβες που παντρεύτηκες μικρή;”. Φυσικά, δεν είχα μιλήσει σε κανέναν για την κακοποίηση, γιατί μπροστά σε όλους ο Γιώργος ήταν το “καλύτερο παιδί”. Έδειχνε σεβασμό, ήταν ευγενικός, έκανε τα πάντα για τους άλλους.
Απομονωμένη με τον κακοποιητή της
»Κάποια στιγμή ήρθαμε στη Ρόδο και ο Γιώργος έγινε ακόμα πιο βίαιος. Εγώ ήμουν 24 ετών, ο γιος μου, πέντε, η κόρη μου, δύο. Βρέθηκα σε ένα ξένο μέρος, όπου ο μόνος δικός μου άνθρωπος ήταν ο κακοποιητής μου. Τότε, κάνει τον εγκέφαλό σου ό,τι θέλει. Σε λέει ζώο; Σκέφτεσαι, ναι, είμαι ζώο. Σου λέει ότι δεν είσαι καλή μάνα; Σκέφτεσαι, ναι, δεν είμαι καλή μάνα. Το μόνο που με άφηνε να κάνω ήταν να δουλεύω για να έχει αυτός την οικονομική άνεση να αγοράζει ό,τι ήθελε. Δούλευα σαν το σκυλί στα ξενοδοχεία για να παίρνει υπολογιστές και αυτοκίνητα.
»Στο σπίτι μαγείρευα μόνο ό,τι ήθελε να τρώει εκείνος. Η πρώτη έντονη ανάμνηση της κόρης μου είναι να έρχεται ο μπαμπάς από τη δουλειά και να ανοίγει τη μύτη της μαμάς γιατί είχα μαγειρέψει φακές και δεν του άρεσαν. Ο γιος μου, μου είπε μια μέρα: Μαμά, θυμάσαι τότε που καθάριζες ψάρια και επειδή δεν του άρεσε η μυρωδιά σε έβγαλε από το σπίτι χειμώνα ξυπόλυτη, χωρίς πανωφόρι, και σε κλείδωσε έξω; Εγώ δεν το θυμόμουν, έχω διαγράψει πάρα πολλά πράγματα για να προστατεύσω τον εγκέφαλό μου. Και το πιο ακραίο ήταν όταν παραλίγο να με πετάξει από το παράθυρο. Είχα γαντζωθεί από το καλοριφέρ και του έλεγα, σε παρακαλώ, μόνο άφησέ με να ζήσω και ό,τι θέλεις εσύ.
«Ο γιος μου, μου είπε μια μέρα: Μαμά, θυμάσαι τότε που καθάριζες ψάρια και επειδή δεν του άρεσε η μυρωδιά σε έβγαλε από το σπίτι χειμώνα ξυπόλυτη, χωρίς πανωφόρι, και σε κλείδωσε έξω;»
»Τον Νοέμβριο του 2014 με χτυπούσε επί έξι ώρες. Με είχε καθισμένη σε έναν τριθέσιο καναπέ και με χτυπούσε στο κεφάλι. Δεν ήμουν από τις γυναίκες που θα ούρλιαζαν, που θα ζητούσαν βοήθεια. Ήμουν βουβός παρατηρητής, έλεγα είναι όνειρο, δεν το ζω εγώ αυτό. Ήταν σαν να είχε βγει η Κατερίνα από το σώμα της και απλά παρακολουθούσε μια ταινία. Κάποια στιγμή τα παιδιά ξύπνησαν – τότε ο γιος μου πήγαινε τετάρτη δημοτικού και η κόρη μου, πρώτη. Ο Παναγιώτης είπε, μπαμπά, σε παρακαλώ, άφησε τη μαμά. Εκείνος δεν με άφησε καν να πάω να τα ηρεμήσω. Το μόνο που τους έλεγα ήταν, πηγαίνετε στο δωμάτιό σας. Με άφησε να πάω να ξαπλώσω στις 6.30 το πρωί. Κοιμήθηκα περίπου μία ώρα, δεν μπορούσα περισσότερο από τον πόνο, και όταν ξύπνησα είδα στον καθρέφτη μια Κατερίνα με παραμορφωμένο πρόσωπο. Ακόμα και τώρα όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη μού έρχεται εκείνη η εικόνα. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, δεν ξεχνιέται.
Η πρώτη απόδραση
»Μετά από αυτό δεν έβγαινα από το σπίτι, δεν ήθελα να με δει έτσι η γειτονιά. Τα αδέρφια μου, που ζουν στην Πάτρα, μου έλεγαν, έλα να σε δούμε μέσω Skype. Τους απαντούσα ότι δεν έχω Ίντερνετ. Έβρισκα δικαιολογίες για να μη με δουν. Μέχρι που, μια Κυριακή, μου λέει, δεν μπορώ να ακούω τη φωνή σου. Με χτύπησε και μου λέει, φύγε. Δεν περίμενε ότι θα φύγω. Μου πήρε ό,τι λεφτά είχα και το κινητό μου. Μου άφησε μόνο την κάρτα SIM και μου είπε, το κινητό σού το έχω πάρει δώρο εγώ, δεν αξίζει να το έχεις. Πήρα τα παιδιά, πήγα στην Πάτρα. Πέρασα από ιατροδικαστή, που είδε τα σημάδια στο σώμα μου, και έκανα μήνυση στον Γιώργο. Κάναμε ένα ιδιωτικό συμφωνητικό, αλλά δεν έβγαλα διαζύγιο.
»Στην Πάτρα είχα δίπλα μου τους γονείς και τα αδέρφια μου. Τους είπα ότι με είχε χτυπήσει, αλλά όχι όλες τις λεπτομέρειες. Τα παιδιά μου ήταν “δασκαλεμένα” να μη μιλήσουν. Είναι το στερεότυπο της ελληνικής οικογένειας: ό,τι συμβαίνει μέσα στο σπίτι, να μη βγαίνει παραέξω. Και ξαφνικά ο Γιώργος άρχισε να κάνει ταξιδάκια στην Πάτρα για να βλέπει τα παιδιά. Ήδη από την ώρα που έφυγα από το νησί ήξερα μέσα μου ότι θα ξαναγυρίσω σε αυτόν. Φαντάσου εκείνος να σου έχει κάνει τα πάνδεινα αλλά να σε έχει πείσει ότι είναι το κέντρο της ζωής σου.
«Δεν περίμενε ότι θα φύγω. Μου πήρε ό,τι λεφτά είχα και το κινητό μου. Μου άφησε μόνο την κάρτα SIM και μου είπε, το κινητό σού το έχω πάρει δώρο εγώ, δεν αξίζει να το έχεις».
»Άρχισε να μου λέει, πήγα σε ψυχολόγο και πήρα χάπια. Μου τηλεφωνούσαν οι γονείς του. Άρχισε να “πιπιλάει” και το κεφάλι της κόρης μου και να της λέει: “Δεν θα ξαναπειράξω τη μαμά”. Όταν έχεις τα παιδιά, πιο πολύ τη μικρή, που δεν είχε αντιληφθεί ακριβώς τι είχε συμβεί, να σου λένε, γιατί δεν πάμε σπίτι μας, εσύ φταις που είμαστε μακριά από τον μπαμπά, σκέφτεσαι, ναι, εγώ φταίω, τα παιδιά χρειάζονται τον πατέρα τους, δεν μπορώ να τους τον στερήσω.
Η υποτροπή
»Ο Γιώργος έδειχνε αλλαγμένος. Μου έδινε όρκους αγάπης. Αποφασίσαμε να κάνουμε μια προσπάθεια να ξαναγίνουμε οικογένεια και τον Αύγουστο του 2015, ούτε έναν χρόνο μετά, επιστρέψαμε στη Ρόδο. Προσπάθησε να καταπίνει τα συναισθήματά του. Με άφησε να πηγαίνω για έναν καφέ στο εξάμηνο, στο οκτάμηνο, με φίλες – όχι μία φορά την εβδομάδα, ας πούμε. Είχα φτάσει σε σημείο να λέω στις φίλες μου ότι δεν μου αρέσει να βγαίνω έξω το βράδυ, γιατί δεν ήθελα να έχω φασαρίες στο σπίτι. Αλλά οι κακοποιητές θα βρουν ούτως ή άλλως μια αφορμή.
»Πλέον η βία είχε γίνει κυρίως λεκτική, γιατί έμπαινε ανάμεσά μας ο γιος μου να με προστατεύσει. Είναι ένα αγόρι δυνατό, γεροδεμένο, που ξέρει τζούντο. Έμπαινε μπροστά του και του έλεγε: “Αν την ακουμπήσεις, θα σε πνίξω”. Όταν όμως έφευγαν τα παιδιά έστω και για ένα δίωρο προπόνησης, εκείνος μπορεί να πετούσε όλα τα ρούχα μου στον διάδρομο, να με έδιωχνε, να μου έλεγε, πάρε τα κ***παιδά σου και φύγετε. Μου έλεγε, δεν υπάρχει περίπτωση να σε ξαναβαρέσω για να με πας πάλι στα δικαστήρια και να πάρεις ευχαρίστηση, τώρα θα σε παιδεύω αλλιώς. Βέβαια, μπορεί να έριχνε και δυο σπρωξιές, δυο σφαλιάρες, που δεν είναι βία γι’ αυτούς.
«Μου έλεγε, δεν υπάρχει περίπτωση να σε ξαναβαρέσω για να με πας πάλι στα δικαστήρια και να πάρεις ευχαρίστηση, τώρα θα σε παιδεύω αλλιώς. Βέβαια, μπορεί να έριχνε και δυο σπρωξιές, δυο σφαλιάρες, που δεν είναι βία γι’ αυτούς».
»Καθώς περνούσαν τα χρόνια, δεν ήθελα ούτε να με αγγίζει. Ακόμα και όταν πήγαινε να με χαϊδέψει έλεγα, τώρα θα με χτυπήσει. Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, που δεν μπορούσα ούτε να ακούω τη φωνή του ούτε να τον βλέπω να γυρνάει μέσα στα πόδια μου. Μπορεί να μιλούσαμε και να γελούσαμε με τα παιδιά και να έμπαινε εκείνος στο δωμάτιο και να φώναζε:”Τι φασαρία είναι αυτή; Σκάστε!”. Έτσι, τα παιδιά μου δεν έβγαιναν καθόλου από το δωμάτιό τους. Ή μπορεί να με κατηγορούσε μπροστά τους: “Η μάνα σας είναι λεσβία”, “Η μάνα σας έχει γκόμενους”. Τα παιδιά δεν μπορούσαν να το διαχειριστούν όλο αυτό. Σκέφτονταν: “Μα, τι λέει ο μπαμπάς; Η μαμά είναι σπίτι-δουλειά”.
Το κομβικό γεγονός
»Ήμουν μονίμως σε υπερένταση, δεν άφηνα τον εαυτό μου να χαλαρώσει για να καλύπτω τις ανάγκες του 24 ώρες το 24ωρο. Ξέρεις τι είναι να πέφτεις για ύπνο με τα παιδιά, και στις δύο ή ώρα τη νύχτα, επειδή δεν βρίσκει κάτι στο σπίτι να βαράει ντουλάπια, πόρτες, να φωνάζει; Να σηκώνεσαι το πρωί, να έχει βγάλει τις πετσέτες από τα συρτάρια της κουζίνας και να τις έχει πετάξει κάτω; Και να λες, εγώ φταίω, γιατί το είχα βάλει εκεί; Οι τρεις-τέσσερις μέρες του μήνα που έλειπε από το σπίτι λόγω δουλειάς ήταν μέρες χαράς για τα παιδιά και εμένα. Περιμέναμε πότε θα έρθουν, για να πάμε μια βόλτα, να φτιάξουμε ένα φαγητό που θέλαμε εμείς.
»Τον Νοέμβριο του 2020 – σημαδιακός αυτός ο μήνας!- ο γιος μου φώναξε εμένα και τον πατέρα του να μας δείξει ένα παιχνίδι που είχε κατεβάσει στον υπολογιστή. Ο υπολογιστής υποτίθεται ότι ήταν του μπαμπά και τον είχε δώσει στον Παναγιώτη να παίζει, αλλά όλο αυτό προκαλούσε διαμάχες μεταξύ τους. Ξαφνικά, ο Γιώργος άρχισε να ωρύεται και πήγε στον Παναγιώτη να τον χτυπήσει. Με τον γιο μου δεν χρειάζεται να μιλήσουμε, μπορούμε να συνεννοηθούμε μόνο με τα μάτια. Τον κοίταξα, και το παιδί ήταν έτοιμο να έρθει σε κόντρα με τον πατέρα του, να χτυπηθούν άσχημα. Και επειδή το παιδί ξέρει τζούντο και με μία κίνηση θα μπορούσε να σκοτώσει τον Γιώργο, μέσα σε δευτερόλεπτα σκέφτηκα, όχι, έχεις καταστρέψει τη δική μου ζωή, δεν θα καταστρέψεις και τη ζωή του γιου μου. Γύρισε ένας διακόπτης μέσα μου.
«Επειδή το παιδί ξέρει τζούντο και με μία κίνηση θα μπορούσε να σκοτώσει τον Γιώργο, μέσα σε δευτερόλεπτα σκέφτηκα, όχι, έχεις καταστρέψει τη δική μου ζωή, δεν θα καταστρέψεις και τη ζωή του γιου μου».
»Είπα στον γιο μου, αν δεν φύγει αυτός από το σπίτι, θα φύγουμε εμείς. Δεν θα σας πάρω πάλι να φύγουμε για την Πάτρα, έχουμε στήσει μια ζωή εδώ. Είχα βρει, επιτέλους, μια καλή δουλειά για να μπορέσω να πω ότι θα ζήσω τα παιδιά μου με αξιοπρέπεια. Οι επόμενες δέκα μέρες μού φάνηκαν αιώνας. Κάθε βράδυ τσακωνόμασταν. Αυτός είχε συνειδητοποιήσει ότι εγώ το έλεγα σοβαρά ότι θέλω να φύγει, γιατί έκανα ό,τι χρειαζόταν για να του το αποδείξω: για παράδειγμα, άλλαξα το σπίτι και τη ΔΕΗ στο όνομά μου. Δεν με χτύπησε γιατί, το τρίτο βράδυ, πάνω σε μια συζήτηση, η κόρη μου είπε, μπαμπά, έλεος, με όλα αυτά που κάνεις, εγώ θέλω να αυτοκτονήσω. Μόλις άκουσα το κοριτσάκι μου να λέει αυτό το πράγμα, έπαθα ακόμα πιο μεγάλο σοκ. Ενώ είχα καλή σχέση με τα παιδιά μου, δεν ήξερα ότι είναι τόσο πληγωμένα. Και να της λέει ο πατέρας της, δεν με νοιάζει, πήγαινε και κάνε το. Εκείνη την ώρα ο γιος μου πήγε και έφερε την αστυνομία. Στο μεταξύ, τα παιδιά ηχογραφούσαν τις συζητήσεις μας για να έχουν αποδεικτικά στοιχεία. Δίναμε τις ηχογραφήσεις και στον αδερφό μου, για να τις έχει και κάποιος άλλος. Εκεί ο Γιώργος κατάλαβε ότι πλέον δεν τον παίρνει και άρχισε να ψάχνει σπίτι. Έτσι, στις 26 Νοεμβρίου έφυγε οριστικά.
Το δύσκολο μετά
»Δεν μπορώ να σου πω ότι ο τελευταίος χρόνος ήταν εύκολος. Τώρα η κόρη μου νοσηλεύεται στην Παιδοψυχιατρική Κλινική της Πεντέλης. Αλλά είναι καλά, αυτό έχει σημασία, και σε λίγες μέρες γυρίζει σπίτι. Όλα αυτά τα χρόνια η ψυχούλα της σήκωνε όλο το βάρος το δικό μου. Οι γονείς δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια μας στα προβλήματα των παιδιών μας. Γιατί αν εγώ είχα αφήσει το παιδί μου και δεν το είχα πάει στο νοσοκομείο, αυτή τη στιγμή μπορεί να μην ήταν στη ζωή.
«Η κόρη μου νοσηλεύεται στην Παιδοψυχιατρική Κλινική της Πεντέλης. Αλλά είναι καλά, αυτό έχει σημασία, και σε λίγες μέρες γυρίζει σπίτι. Όλα αυτά τα χρόνια η ψυχούλα της σήκωνε όλο το βάρος το δικό μου».
»Ο Γιώργος ήταν ακόμα στο σπίτι όταν τηλεφώνησα στο Συμβουλευτικό Κέντρο Ρόδου, κλαίγοντας και προσπαθώντας να εξηγήσω τι είχε γίνει. Το σήκωσε η Θεανώ και με ηρέμησε. Στην αρχή, λόγω COVID, τα ραντεβού ήταν τηλεφωνικά. Μετά, εξαφανίστηκα για ένα διάστημα. Προσπαθώντας να διαχειριστώ αυτό που συνέβαινε με την κόρη μου δεν έδινα την απαραίτητη σημασία στον εαυτό μου. Μεγάλο λάθος: αν δεν κοιτάξουμε πρώτα τον εαυτό μας, τα παιδιά μάς βλέπουν καταρρακωμένους και δεν μπορούν να ορθοποδήσουν ούτε αυτά. Σιγά σιγά όμως επικοινώνησα ξανά με το Συμβουλευτικό Κέντρο γιατί το χρειαζόμουν, δεν μπορούσα να διαχειριστώ ούτε τη νοσηλεία της Νίκης, γιατί ένιωθα τρομερές ενοχές.
»Η οικογένειά μου ήταν, είναι και θα είναι το στήριγμά μου – έχω τρία αδέρφια με τα οπιία μπορώ να μιλήσω. Αλλά το πιο σημαντικό είναι το Συμβουλευτικό Κέντρο. Οι ψυχολόγοι του, τα κορίτσια μου, όπως τα αποκαλώ.
Πρωτόγνωρη ελευθερία
»Πέρα από αυτές τις δυσκολίες, τον τελευταίο χρόνο μπορώ να βγω να περπατήσω με τον σκύλο μου και να μη μου πει κανένας: “Γιατί άργησες”; Να πιω έναν καφέ με μια φίλη και να απολαύσω αυτή τη μία ώρα που θα είμαι έξω, χωρίς το άγχος μήπως εκείνος με βρίσει εκείνος, μήπως φάω ξύλο όταν γυρίσω σπίτι. Είναι ωραία η ελευθερία.
»Όταν συνέβη η γυναικοκτονία στη Ρόδο, με την κοπέλα που σκότωσε ο πρώην της, επειδή το έγκλημα έγινε πολύ κοντά στο σπίτι μας ο γιος μου ταράχτηκε, μέχρι να μάθει όλα τα στοιχεία νόμιζε ότι ήμουν εγώ το θύμα. Αλλά δεν πρέπει να φοβόμαστε. Αν είναι να γίνει, να γίνει τουλάχιστον με το κεφάλι μας ψηλά! Να προσπαθήσουμε. Να πατάμε στα πόδια μας και να πιστεύουμε στον εαυτό μας. Ότι δεν είμαστε άχρηστες, ότι δεν είμαστε όπως μάς χαρακτηρίζει ο καθένας από όλους αυτούς τους μάγκες, που έχουν μεγαλώσει πιστεύοντας ότι ένας άντρας δεν κλαίει, ότι θα βαρέσει το χέρι στο τραπέζι και θα γίνει χαμός.
»Αν έβαζα έναν τίτλο στη ζωή μου, θα ήταν ότι επέζησα από όλη αυτή την αρρώστια. Είναι πολλά τα χρόνια. Δεν έχω μάθει πώς είναι να σε αγαπάει ένας σύντροφος, να σε φροντίζει, να σε περιποιείται. Θα το μάθω όμως κι αυτό. Πρώτα θα μάθω να αγαπάω την Κατερίνα.
«Είναι πολλά τα χρόνια. Δεν έχω μάθει πώς είναι να σε αγαπάει ένας σύντροφος, να σε φροντίζει, να σε περιποιείται. Θα το μάθω όμως κι αυτό. Πρώτα θα μάθω να αγαπάω την Κατερίνα».
»Όποια το έχει ζήσει και έχει βγει από αυτό, πρέπει να φωνάξει: Ξυπνήστε, μπορείτε να τα καταφέρετε! Η δικιά μας γενιά θα το κάνει αυτό, είμαι σίγουρη. Έχει χυθεί πάρα πολύ γυναικείο αίμα, και δεν το άξιζε καμία από αυτές τις γυναίκες. Και ελπίζω η δική μας γενιά να μεγαλώσει άντρες όμορφους, υγιείς, όχι βίαιους, άντρες που κλαίνε. Φτάνει πια να κρύβουμε τα προβλήματα κάτω από το χαλί. Φτάνει πια η σιωπή».
*Τα ονόματα έχουν αλλαχθεί για την προστασία των προσωπικών στοιχείων όλων των εμπλεκόμενων.
Περισσότερες αληθινές ιστορίες κακοποίησης από το marieclaire.gr:
Η «Μαρία», μητέρα τριών κοριτσιών, σχεδόν εξαναγκάστηκε από τον κακοποιητικό σύντροφό της να κάνει έκτρωση στους 6,5 μήνες της εγκυμοσύνης της, με κίνδυνο ακόμα και τη ζωή της, επειδή θα έκανε ξανά κορίτσι, διαψεύδοντας την προσδοκία του για έναν «αρσενικό διάδοχο». Σύζυγος ενός «επιφανού και αξιοθαύμαστου στους τρίτους άντρα» όπως τον περιγράφει, κατάφερε μετά από πάνω από μία δεκαετία να δραπετεύσει με τα παιδιά της και, ουσιαστικά, να αναγεννηθεί. Διαβάστε την ιστορία της εδώ.
Η «Ελένη» ένιωθε ότι ο κακοποιητικός σύντροφός της ήταν όλη της η ζωή, μέχρι που εκείνος παραλίγο να την πνίξει, ένα βράδυ, σε ένα ξενοδοχείο στη μέση του πουθενά. Τότε έγινε το «κλικ» μέσα της που την κινητοποίησε να δραπετεύσει. Σήμερα προσπαθεί να επουλώσει τις ψυχικές πληγές της και έχει ξεκινήσει μια νέα, υγιή σχέση – μάλιστα για πρώτη φορά στη ζωή της πήρε την απόφαση να συγκατοικήσει με το σύντροφό της. Διαβάστε την αληθινή ιστορία της εδώ.
Πηγή marieclaire.gr