Για τρίτο κατά σειρά μήνα οι οι εκροές των ξένων επενδυτών από το Χρηματιστήριο Αθηνών ήταν μεγαλύτερες από τις εισροές.
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία του Αποθετηρίου για το μήνα Μάρτιο, οι ξένοι επενδυτές στο σύνολό τους εμφάνισαν εκροές της τάξης των 169,31 εκατ. ευρώ.
Οι ελληνες επενδυτές εμφανίζονται αγοραστές με εισροές κεφαλαίων 163,52 εκατ. ευρώ.
Συνολικά το πρώτο τρίμηνο του 2015, οι ξένοι επενδυτές ήταν καθαροί πωλητές με ένα ποσό της τάξης των 350 εκατ. ευρώ. Η προσφορά, ικανοποιείται από εγχώριους ιδιώτες επενδυτές και λιγότερο από ελληνικά θεσμικά χαρτοφυλάκια αναφέρει το lykavitos.gr.
H συμμετοχή των ξένων επενδυτών στην κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών στο τέλος Μαρτίου, συνυπολογίζοντας τη συμμετοχή του ΤΧΣ, ανήλθε στο 49,2% από 48,4% στο τέλος Φεβρουαρίου, ενώ χωρίς τη συμμετοχή του ΤΧΣ το ποσοστό αυτό διαμορφώθηκε στο 59% έναντι 60,1% τον Φεβρουάριο.
Η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών στο τέλος Μαρτίου υποχώρησε κατά 13,7% στα 39,38 δις. ευρώ. Επίσης, η αξία των συναλλαγών κατά τον εξεταζόμενο μήνα κατέγραψε βουτιά κατά 36,5% σε σχέση με το Φεβρουάριο στα 1,88 δις. ευρώ.
Με τη θηλιά... στο λαιμό βρίσκονται ξανά, τρία χρόνια μετά, χιλιάδες μεταποιητικές και εισαγωγικές επιχειρήσεις, καθώς οι ξένοι προμηθευτές τους δεν τους εκτελούν τις παραγγελίες τους παρά μόνο αν πληρώσουν με μετρητά.
Όπως και το καλοκαίρι του 2012, τότε που πλανιόταν το φάντασμα... της χρεοκοπίας στη χώρα, κάπως έτσι και τώρα, με την αβεβαιότητα της έκβασης των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους εταίρους της Ε.Ε., η ελληνική αγορά έρχεται αντιμέτωπη με τον «οικονομικό» αποκλεισμό.
«Πρώτα θα πληρώσετε και μετά θα σας στείλουμε τα προϊόντα», είναι μία από τις συνήθεις απαντήσεις των ξένων εξαγωγικών επιχειρήσεων προς τους Έλληνες πελάτες τους, ενώ μία άλλη τακτική που ακολουθούν είναι η καθυστέρηση της εκτέλεσης της παραγγελίας, ώστε να αποφεύγουν τις συναλλαγές με τους «αφερέγγυους» Έλληνες. Δεν λείπουν βέβαια και οι διακοπές της συνεργασίας με έναν «κομψό» ευρωπαϊκό τρόπο, συνήθως μέσα από μία επιστολή: «Αναγκαζόμαστε να διακόψουμε τη συνεργασία με την εταιρεία σας, μέχρι να ξεκαθαριστεί η οικονομική κατάσταση στη χώρα σας...».
Τα παραπάνω συμβαίνουν πια όλο και πιο συχνά στον κόσμο... των περίπου 200.000 μικρών εισαγωγικών επιχειρήσεων, καθώς και των μεγαλύτερων μεταποιητικών που προμηθεύονται τις πρώτες ύλες ή άλλα προϊόντα από εταιρείες κυρίως της Ε.Ε.
Το πρόβλημα που είχε καταγραφεί και το καλοκαίρι του 2012 κάνει εκ νέου την εμφάνισή του και τώρα, όπως περιγράφει ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά Β. Κορκίδης και για τον λόγο αυτό έστειλε και σχετικό υπόμνημα προς την κυβέρνηση. «Με τη καθημερινή κλιμάκωση της απαίτησης προπληρωμής των ελληνικών παραγγελιών, οι εισαγωγές πρώτων υλών, μηχανημάτων και γενικότερα των εμπορευμάτων καθίστανται εξαιρετικά δυσχερείς, αφού οι εισαγωγείς θα πρέπει να προεξοφλούν εις ολόκληρο και μάλιστα τοις μετρητοίς, τις παραγγελίες τους. Η εξέλιξη αυτή για το εμπόριο, αλλά και για την εγχώρια βιομηχανία και μεταποίηση είναι εξαιρετικά ανησυχητική», τονίζει ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ, ο οποίος προσδιορίζει και αριθμητικά το πρόβλημα:
«Η αξία των εισαγωγών αγαθών στη χώρα μας το 2013 ήταν 46,2 δισ. και 46,7 δισ. ευρώ το 2014, ενώ με τη διακοπή των πιστώσεων εκτιμάται, πως θα απαιτηθούν περίπου 4-5 δισ. ευρώ ρευστό, για την προμήθεια της ελληνικής αγοράς με πρώτες ύλες και άλλα αγαθά. Εάν μάλιστα συνεχιστεί ένα τετράμηνο αυτή η κατάσταση, τότε αναμένονται αυξήσεις σε βιομηχανικά προϊόντα, καύσιμα, τρόφιμα, φάρμακα, λιπάσματα και πρώτες ύλες, ενώ ο κίνδυνος ελλείψεων στην εγχώρια αγορά, είναι ορατός».
Ούτε εγγυητικές
Οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να πείσουν με τίποτα τους συνεργάτες τους προκειμένου να πάρουν έστω και μία μικρή πίστωση καθώς οι ξένοι δεν δέχονται ούτε τις εγγυητικές των εγχώριων τραπεζών, όταν αυτές δίνουν. Ο κ. Κορκίδης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Δεν θα πρέπει επίσης, να διαφύγει της προσοχής μας, πως το τελευταίο διάστημα έχει περιοριστεί η χορήγηση εγγυητικών επιστολών από τις ελληνικές τράπεζες, ενώ πολλές φορές οι προμηθευτές του εξωτερικού λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης, απαιτούν εγγυητικές ξένων τραπεζών». Κάποιες φορές οι εισαγωγικές επιχειρήσεις προσπαθούν να... τεμαχίσουν τις παραγγελίες τους ώστε αυτές να είναι μικρότερης αξίας αλλά με μεγάλο κόστος μεταφορικών: «Το ερώτημα που καλείται να απαντήσει κάθε εισαγωγέας, είναι για πόσο καιρό θα διενεργούνται με αυτό τον τρόπο πληρωμής οι εισαγωγές», σημειώνει το πρόεδρος του ΕΒΕΠ και συνεχίζει:
«Εκτιμάται ότι, περί τις 200.000 μικροεισαγωγικές επιχειρήσεις αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις νέες οικονομικές απαιτήσεις, εξαιτίας αφενός, λόγω έλλειψης ρευστότητας και αδυναμίας έκδοσης «ακριβών» εγγυητικών επιστολών και αφετέρου εξαιτίας της μείωσης των ορίων ασφάλισης των πιστώσεων από το εξωτερικό. Κάτι τέτοιο θα αναγκάσει τις ελληνικές εταιρίες να 'σπάσουν' τις παραγγελίες τους σε μικρότερης αξίας, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος των εμπορευμάτων από τα μεταφορικά έξοδα». Σ' αυτό το δυσμενές περιβάλλον, έρχεται να προστεθεί η έλλειψη χρηματοδότησης των εγχώριων εμπορικών επιχειρήσεων από τις ελληνικές τράπεζες με την ετήσια μεταβολή της επιχειρηματικής χρηματοδότησης να συνεχίζει μειούμενη για τέταρτο χρόνο, με αδιάλειπτη αρνητική πιστωτική επέκταση επί 50 μήνες.
Το νέο πρόβλημα που δημιουργείται επίσης έχει να κάνει με την ασφαλιστική κάλυψη των βραχυχρόνιων εξαγωγικών πιστώσεων από τη Γερμανία προς την Ελλάδα.
Από την 1η Ιανουαρίου 2015 μόνο ιδιωτικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν πλέον αναλάβει την πλήρη κάλυψη της ασφάλισης βραχυπρόθεσμων εξαγωγικών πιστώσεων από τη Γερμανία προς την Ελλάδα. Το ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας, κατόπιν πρωτοβουλίας του ιδιωτικού τομέα, ανακοίνωσε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2014 την πρόθεσή του καταργήσει από 1ης Ιανουαρίου 2015 την ειδική ρύθμιση, που ίσχυε για την Ελλάδα έως τις 31.12.2014 (ισχύς από τον Απρίλιο του 2012) και η οποία προέβλεπε την παροχή πλήρους κάλυψης της ασφάλισης βραχυπρόθεσμων εξαγωγικών πιστώσεων με κρατικές εγγυήσεις του γερμανικού δημοσίου.
Ιδιωτικές ασφαλιστικές
Πιο συγκεκριμένα, οι ιδιωτικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις δήλωσαν έτοιμες να αναλάβουν πέραν των βραχυπρόθεσμων εγγυήσεων και με περίοδο αναφοράς την 1η Ιανουαρίου 2015, επί πλέον και τις εκκρεμούσες βραχυπρόθεσμες κρατικές εγγυήσεις. Σύμφωνα με Γερμανούς αξιωματούχους, οι κρατικές εγγυήσεις HERMES αποδείχθηκαν ιδιαίτερα σημαντικές για τους Γερμανούς εξαγωγείς, ενώ εξίσου θετική ένδειξη αποτελεί και η πρόθεση των ιδιωτικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων να καλύπτουν εφεξής τον κίνδυνο των γερμανικών εξαγωγών που κατευθύνονται στην Ελλάδα. Παράλληλα, διευκρινίστηκε πως ο λόγος διακοπής χορήγησης κρατικών εγγυήσεων δεν οφείλεται σε πολιτικούς λόγους αλλά αποκλειστικά και μόνο σε καθαρά τεχνοκρατικής φύσεως κριτήρια.
«Όλη αυτή η κατάσταση σαφώς και ευνοεί τις θυγατρικές πολυεθνικών και τα παραρτήματά τους στην Ελλάδα, δημιουργώντας άνισους όρους ανταγωνισμού», σχολιάζει στο υπόμνημά του ο κ. Κορκίδης.
Θα απαιτηθούν 4-5 δισ.
Σύμφωνα με τον Β. Κορκίδη, η αξία των εισαγωγών αγαθών στη χώρα μας το 2013 ήταν 46,2 δισ. και 46,7 δισ. ευρώ το 2014, ενώ με τη διακοπή των πιστώσεων εκτιμάται πως θα απαιτηθούν περίπου 4-5 δισ. ευρώ ρευστό, για την προμήθεια της ελληνικής αγοράς με πρώτες ύλες και άλλα αγαθά. Εάν μάλιστα συνεχιστεί ένα τετράμηνο αυτή η κατάσταση, τότε αναμένονται αυξήσεις σε βιομηχανικά προϊόντα, καύσιμα, τρόφιμα, φάρμακα, λιπάσματα και πρώτες ύλες.
Ο κ. Κορκίδης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Δεν θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας, πως το τελευταίο διάστημα έχει περιοριστεί η χορήγηση εγγυητικών επιστολών από τις ελληνικές τράπεζες, ενώ πολλές φορές οι προμηθευτές του εξωτερικού λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης, απαιτούν εγγυητικές ξένων τραπεζών».