Ο Αντιπρόεδρος της Βουλής και Βουλευτής Δωδεκανήσου Δημήτρης Κρεμαστινός μίλησε στην Ολομέλεια κατά τη συζήτηση του Νομοσχεδίου των νέων μέτρων που φέρνει η Κυβέρνηση, «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση διατάξεων του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις».
Κατά την ομιλία του ο Δημήτρης Κρεμαστινός τόνισε την ανάγκη εθνικής συναίνεσης για ένα σχέδιο ανάπτυξης ενάντια στη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού η οποία επιτείνεται με το τρέχον νομοσχέδιο. Ένα σχέδιο που καμία μεμονωμένη κομματική κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να στηρίξει χωρίς ευρείες συμμαχίες.
Ολόκληρη η ομιλία του ήταν η εξής:
«Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αποφεύγω πάντα να μιλάω με τα «εμείς» και τα «εσείς», γιατί πιστεύω ότι αυτή η λογική είναι λάθος.
Υπάρχει κάτι, όμως, που όλοι το πιστεύουμε, ότι χωρίς ανάπτυξη –το λένε όλοι-, χωρίς επενδύσεις, οι μισθοί και οι συντάξεις θα συρρικνώνονται μέχρι εξαφανίσεως. Δεν νομίζω ότι κανείς στην Αίθουσα έχει αντίθετη άποψη.
Το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, που επικαλείται αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, προειδοποιεί ότι ο νόμος που συζητούμε και ψηφίζουμε –όσοι τον ψηφίσουν- είναι αντισυνταγματικός ή μπορεί να καταστεί αντισυνταγματικός. Μέχρι σήμερα έντεκα αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας καθιστούν νόμους αντισυνταγματικούς, με επικεφαλής την απόφαση για το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο.
Το ερώτημα το δικό μου δεν είναι αυτό. Το ερώτημά μου είναι το εξής: Όσοι Βουλευτές θα ψηφίσουν εν γνώσει τους όλα αυτά τα μέτρα, δεν έχουν ακούσει ότι οι παραγωγικές τάξεις, όπως εκφράστηκαν και εδώ στη Βουλή, είναι όλες αντίθετες;
Δεν ξέρουν ότι τουλάχιστον το 60% του ελληνικού λαού, όπως απεικονίστηκε με το εκλογικό αποτέλεσμα και όχι με τις δημοσκοπήσεις, είναι με τα κόμματα που είναι κατά των μέτρων;
Άρα αναλαμβάνουν μια σοβαρή ευθύνη αυτοί που θα ψηφίσουν.
Το ερώτημα λοιπόν είναι: Να θυσιαστούμε για την πατρίδα; Εγώ θα έλεγα όσοι ψηφίσουν, θα θυσιαστούν για την πατρίδα. Εννοώ, πολιτικά. Τι πιθανότητες υπάρχουν να θυσιαστούν και να επιτύχει το εγχείρημα αυτό; Ελπίζουμε ότι η ποσοτική χαλάρωση που θα έχουμε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Ντράγκι, με άρση των capital controls θα αλλάξει το κλίμα. Εάν δεν συμβεί αυτό, τότε δεν υπάρχει και συζήτηση, γιατί απλούστατα η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει.
Όμως, θα επικαλεστώ μια δήλωση του Πρωθυπουργού η οποία έγινε πριν από λίγους μήνες και συγκεκριμένα λέει: «Κυρίες και κύριοι, είναι απολύτως αδύνατον πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% μετά το 2018 να διατηρηθούν και μάλιστα για αρκετά χρόνια». Η Κυβέρνηση λέει ότι μέχρι το 2022 τουλάχιστον θα υπάρχουν. Και ο Πρωθυπουργός συνεχίζει: «Εκτός εάν θέλουμε να πλήξουμε την ελληνική οικονομία και να έχουμε διαρκώς συνθήκες μακροχρόνιας στασιμότητας».
Ερωτώ, κατά συνέπεια: Εάν εσείς ήσασταν επενδυτές σε μια χώρα και ακούγατε τον Πρωθυπουργό της χώρας να λέει αυτά τα πράγματα, και ξέρατε ότι η χώρα είναι πτωχευμένη, και ξέρατε ότι ζει με καθεστώς capital controls στις τράπεζες, και ξέρατε ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα βγαίνουν από το υστέρημα και όχι από το πλεόνασμα του λαού της -δηλαδή από φορολογίες, εισφορές κλπ-, θα ερχόσασταν ποτέ να κάνετε επένδυση σε αυτήν τη χώρα; Πείτε μου! Κανένας δεν θα ερχόταν. Εύχομαι να διαψευστεί η λογική μου. Όμως, εν πάση περιπτώσει, η λογική πάντα είναι λογική.
Όμως, δεν σταματάω μέχρις εδώ.
Στην Κύπρο, την οποία εγώ θεωρώ το πιο ώριμο σημείο του ελληνισμού, κομμουνιστές, δεξιοί, ακροδεξιοί είπαν από κοινού ότι εφόσον διαλέξαμε αυτόν τον δρόμο, δηλαδή να μείνουμε στο ευρώ και την ευρωζώνη θα εφαρμόσουμε τη συνταγή που μας λένε.
Εμείς εδώ, όλα τα κόμματα που ήρθαν στην εξουσία μετά το 2010, είχαν μια διαφορετική συνταγή. Και η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ. Το αποτέλεσμα ποιο ήταν; Να έχουμε αυτά τα μνημόνια και τώρα αυτό το διαρκές μνημόνιο που είναι άγνωστο πότε θα τελειώσει.
Όμως, η Κύπρος σήμερα πανηγυρίζει, γιατί είχε αύξηση 3,5% του ΑΕΠ. Εμείς πότε θα πανηγυρίσουμε 3,5% αύξηση του ΑΕΠ; Εμείς έχουμε ύφεση και μηδέν ανάπτυξη. Αυτή είναι η πραγματική εικόνα. Και βέβαια, η Κυβέρνηση κυβερνά ήδη για δυόμισι χρόνια.
Το πρόβλημα είναι ότι και στις τηλεοράσεις το βλέπουμε δυστυχώς αυτό. Κοκορομαχίες που συνεχίζονται: «Εμείς, εσείς, αυτοί, ποιος έκανε τα πιο πολλά λάθη, ποιος τα λιγότερα λάθη» κλπ. Κανένας δεν συζητά με ποιες προϋποθέσεις θα γίνει η ανάπτυξη. Μπορεί να γίνει ανάπτυξη για παράδειγμα εάν αύριο έρθει η Νέα Δημοκρατία μόνη της για να εφαρμόσει αυτά τα μέτρα; Σας ρωτώ, μπορεί; Δεν μπορεί!
Άρα, κατά συνέπεια, εκείνο το οποίο προτάσσεται, κατά κάποιον τρόπο, είναι η συναίνεση. Μπορεί, όμως, να υπάρξει συναίνεση εάν τα κόμματα του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου» ή, εάν θέλετε, του «ευρωπαϊκού τόξου» δεν συναινέσουν τουλάχιστον σε μια κυβέρνηση που να έχει ένα ενιαίο φορολογικό σύστημα, που να έχει ενιαία επενδυτικά κίνητρα, που να λέει στους επενδυτές «ελάτε να επενδύσετε, δεν θα αλλάξει το αναπτυξιακό καθεστώς, η φορολογία σας θα είναι αυτή και όχι άλλη»;
Μπορεί να γίνει με οποιαδήποτε κυβέρνηση; Μπορεί ένας επενδυτής να ξέρει ότι θα έρθει η Νέα Δημοκρατία αύριο –το λέω ως παράδειγμα, επειδή προηγείται στις δημοσκοπήσεις- και να πιστέψει ότι θα εξασφαλίσει τα λεφτά του εάν επενδύσει έχοντας αντίθετους όλους τους άλλους; Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό είναι αδιέξοδο.
Κανένας, όμως, δεν βάζει τα ερωτήματα αυτά και πολύ περισσότερο τηλεοπτικά όσοι δημοσιογράφοι κλαυθμηρίζουν κάθε πρωί στις τηλεοράσεις και εκμεταλλεύονται τον πόνο των ανθρώπων των οποίων συρρικνώνονται οι μισθοί και οι συντάξεις, γιατί έχουν τηλεθέαση, ενώ θα έπρεπε κανονικά να συζητούν ευρέως με ποιόν τρόπο θα συναινέσουμε για να έχουμε ανάπτυξη.
Αυτά τα αυτονόητα, δυστυχώς, με απασχολούν προσωπικά. Λυπούμαι που δεν απασχολούν τους περισσότερους από εμάς σε αυτήν την Αίθουσα και διαρκώς συζητάμε για τα γνωστά «εμείς, εσείς» τα οποία δεν οδηγούν δυστυχώς πουθενά.»