Η ελληνική πραγματικότητα γίνεται όλο και περισσότερο καταθλιπτική και αδιέξοδη σε διάφορα επίπεδα. Οι άνθρωποι μοιάζουν μουδιασμένοι, απορημένοι και ήσυχοι περιμένοντας με αγωνία την ελπίδα, την καλή είδηση, την εξέλιξη. Όμως δεν έρχονται.
Το ενδιαφέρον μας εστιάζεται στους νέους ανθρώπους, οι οποίοι προσπαθούν να διαχειριστούν τη ζωή τους με ό,τι τρόπο έχουν διαθέσιμο, να στραφούν όπου μπορούν για να γλυτώσουν από την ασφυκτική καθημερινότητα, να εξελιχθούν και να βελτιώσουν τις συνθήκες τους.
Μέσα σε αυτή την αναζήτηση φαίνεται να κυριαρχούν διάφορα τηλεπαιχνίδια (reality shows/talent shows), στα οποία οι συμμετέχοντες θα παρουσιάσουν σε «ειδικούς κριτές» και στο τηλεοπτικό κοινό τις ικανότητες και τα ταλέντα τους αναζητώντας την πολυπόθητη διασημότητα και διεκδικώντας χρηματικά έπαθλα ή επαγγελματικά συμβόλαια.
Μέχρι εδώ κανένα ή μικρά τα προβλήματα. Όσο και αν ενοχλούν, δεν βλάπτουν ανεπανόρθωτα ούτε αλλοιώνουν τη ψυχή και την αισθητική του κοινού οι προσπάθειες που καταβάλλουν νέοι, συνήθως, άνθρωποι τραγουδώντας, χορεύοντας ή «επιβιώνοντας» από διάφορες δοκιμασίες.
Μάλιστα, θα λέγαμε, ότι μπορεί και να μας διασκεδάζουν ή να βελτιώνουν τη διάθεσή μας έπειτα από μια δύσκολη και απαιτητική ημέρα, καθώς αργά το βράδυ δεν χαλαρώνουμε όλοι μελετώντας φιλοσοφία ή παρακολουθώντας σαιξπηρικές ερμηνείες. Αντίθετα, όσοι θέλουν μπορούν να απολαμβάνουν τα πολύχρωμα και χαρούμενα(;) τηλεοπτικά προϊόντα, αφού η δύναμη βρίσκεται πάντοτε στο τηλεχειριστήριο που κρατούν οι ίδιοι στα χέρια τους.
Ωστόσο, τα πραγματικά προβλήματα είναι, κατά τη γνώμη μας, η ασυνείδητη καλλιέργεια ψευδαισθήσεων και η υποβόσκουσα εξοικείωση με την ασχήμια. Αναρωτιόμαστε, είναι δυνατόν στη σημερινή Ελλάδα με τις ιδιαιτερότητες, τις αδυναμίες και τα αδιέξοδά της να γίνεται αποδεκτό ένα παιχνίδι που προσομοιάζει συνθήκες πείνας;
Είναι δυνατόν η συντριπτική πλειονότητα του λεγόμενου δυναμικού κοινού ‒και όχι μόνο‒ να παρακολουθεί ανελλιπώς, να παθιάζεται και να εκδηλώνει πολεμοχαρή διάθεση απέναντι σε νέους ανθρώπους, οι οποίοι οικειοθελώς, αντί βέβαια παχυλής αμοιβής, επιλέγουν να λιμοκτονούν σε μια εξωτική παραλία, τη στιγμή που στην Ελλάδα το 2017 μαθητές δημοτικών και γυμνασίων λιποθυμάνε στο σχολείο από την πείνα; Όχι από επιλογή για να κερδίσουν χιλιάδες ευρώ ή να αποκατασταθούν επαγγελματικά, αλλά επειδή δεν έχουν να φάνε, καθώς οι οικογένειές τους δεν είναι σε θέση να τους παρέχουν τα απαραίτητα.
Αυτό είναι το πρόβλημα: Η εξοικείωση με την ασχήμια και η καλλιέργεια ψευδαισθήσεων που επιβάλλουν η καθημερινή συντροφιά με το τέρας, η αγωνία να το συναντήσεις, το νόημα ή η χαρά που δίνει στη ζωή σου κάθε βράδυ. Σιγά σιγά συνηθίζεις και δεν σε νοιάζει η πείνα, δεν σε τρομάζει. Πολύ πιθανό να σκέφτεσαι ότι αν πεινάσεις κι εσύ μπορεί να κερδίσεις χρήματα ή να αποκτήσεις δουλειά. Όμως όχι, η πείνα του διπλανού σου είναι σιωπηλή, μαύρη, αληθινή και επικίνδυνη. Δεν τρώει όχι για να κερδίσει κάτι, αλλά επειδή δεν κερδίζει τίποτα.
Οι λέξεις και οι καταστάσεις έχουν νόημα και ουσία. Η πείνα είναι πείνα και η προσπάθεια προϋποθέτει αληθινό κόπο. Η πείνα δεν είναι αστεία και το κέρδος δεν έρχεται άκοπα. Αυτό ακριβώς δεν πρέπει να συνηθίσουμε ποτέ και για κανένα σοβαρό ή γελοίο λόγο. Αυτές τις ψευδαισθήσεις να τις διώξουμε μακριά από τα παιδιά μας.
Αυτό εννοούσε ο μεγάλος Μάνος Χατζιδάκις, όταν έλεγε: «Το μυστικό είναι να μη συνηθίσεις την ασχήμια. Από την ώρα που τη συνηθίζεις και μειώνεις τη σημασία της, θα πει ότι αρχίζεις και της μοιάζεις. Όλη η αντίστασή μας θα πρέπει να είναι αυτή. Να μη μοιάσουμε στα τέρατα που μας περιβάλλουν. Να μη γίνουμε ήρωες ταινιών φρίκης».
Οι μουδιασμένοι Έλληνες δεν θα νιώσουν καλύτερα, όταν πιστέψουν ότι θα σωθούν διασχίζοντας τον «στίβο μάχης» ως ήρωες με άδειο στομάχι.
Υ.Γ. Στη Ρωσία σχεδιάζεται αντίστοιχο «παιχνίδι». Θα διεξάγεται στη Σιβηρία και οι «παίκτες» θα γνωρίζουν ότι μπορεί να σκοτωθούν ή να τους κατασπαράξουν τα άγρια θηρία. Πράγματι μια καλή και ενδιαφέρουσα ιδέα για «παιχνίδι».
*Ο Μιχάλης Μαριόρας είναι Επίκουρος Καθηγητής Ιστορίας Θρησκευμάτων στο Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ.