"Δεν μπορώ να κρύψω ότι ένιωσα μεγάλο τρόμο για όλο αυτό".
Η Ντόρα Μακρυγιάννη περίμενε πώς και πώς για την επανένωση του καστ της «Γυναίκας χωρίς όνομα» μετά την καραντίνα. Το ίδιο πρωί είχε κάνει και το τεστ για τον κορονοϊό μαζί με τους άλλους συναδέλφους της κι έτσι ήταν έτοιμη να μπει στην τελική ευθεία για το μεγάλο φινάλε της σειράς. Η ηθοποιός απαντά στις ερωτήσεις της Αθηνάς Ζαχαράκη, σε συνέντευξη που δίνει στο περιοδικό Τηλέραμα.
Ξεκινούν λοιπόν τα γυρίσματα. Πώς αισθάνεστε που τους ξανασυναντάτε όλους;
«Δεν αγκαλιαστήκαμε και δεν φιληθήκαμε με κανέναν στη συνάντηση για το τεστ! Χαιρετηθήκαμε μόνο… αγκώνα με αγκώνα, όπως επιβάλλεται πλέον, αλλά η χαρά ήταν διάχυτη και ολοφάνερη. Βέβαια στα γυρίσματα δεν πιστεύω πως θα υπάρχουν πια τόσα φιλιά και αγκαλιές, αλλά πώς να κρατηθεί το μέτρο σε μια τέτοια δουλειά όπως η δική μας; Θα δούμε όμως πώς θα προσαρμοστούμε σε αυτές τις αναπάντεχες συνθήκες της πανδημίας».
Τις ημέρες της καραντίνας πώς νιώθατε;
«Ήμουν “περιορισμένη” από τις 13 Μαρτίου, γιατί δεν μπορώ να κρύψω ότι ένιωσα μεγάλο τρόμο για όλο αυτό. Με τα μικρόβια είχα ανέκαθεν φόβο, γι’ αυτό από μικρή ήμουν πολύ προσεκτική και απολύμαινα συνεχώς. Φανταστείτε λοιπόν τι έγινε όταν έσκασε και μια αρρώστια με… μικρόβια! “Σφίχτηκα” ακόμα περισσότερο, γιατί ήταν σαν να συναντούσα τους χειρότερούς μου φόβους. Μετά το πρώτο σοκ, ωστόσο, άρχισα να το δουλεύω και να σκέφτομαι πως δεν γίνεται να μείνω για πάντα στο σπίτι κλειδαμπαρωμένη, οπότε χρειάστηκε τον φόβο που συνάντησα να τον αντιμετωπίσω και να σταθώ απέναντί του. Οπότε, κατά κάποιον τρόπο, τελικά βοηθήθηκα με αυτή μου τη φοβία».
Αυτή η φοβία πώς ξεκίνησε;
«Θυμάμαι από παιδάκι να είμαι υπέρ της καθαριότητας. Δεν θα με έβλεπες δηλαδή ποτέ με λερωμένα χέρια ή με λάσπες στο πρόσωπο. Θα λερωνόμουν βέβαια, αλλά κι αυτό θα πρόσεχα πώς θα το έκανα (γελάει). Ακόμα και σήμερα στο σπίτι μου λιγότερο μαγειρεύω, περισσότερο καθαρίζω. Μου αρέσουν η τάξη και η καθαριότητα».
Να υποθέσω λοιπόν ότι περάσατε όλη την καραντίνα… καθαρίζοντας σχολαστικά;
«Εγώ την καραντίνα την ένιωσα για τα καλά μετά τις πρώτες 2,5 εβδομάδες! Γιατί τον πρώτο καιρό ήμουν τόσο κουρασμένη από τη δουλειά, που η καθημερινότητά μου είχε μόνο ύπνο και φαγητό. Έτσι, ξεκουράστηκα, αλλά και τήρησα τους όρους ακριβώς: κανένας δεν μπήκε σπίτι μου, δεν είδα ούτε τη μαμά μου ούτε τους πιο στενούς μου φίλους. Μετά το Μεγάλο Σάββατο όμως άρχισα να μην είμαι και πολύ καλά. Ήθελα να τελειώσει όλο αυτό. Γιατί πόσο πια να καθαρίσεις, να δεις ταινίες και να μαγειρέψεις; Μέχρι και ψωμί έφτιαξα! Είμαι σπιτόγατα, αλλά και party animal… Με την ίδια άνεση μπορώ και το ένα και το άλλο, αλλά πόσο σπιτόγατα πια; Από την άλλη, δεν θέλω να είμαι και βλάσφημη. Εδώ κάποιοι έχασαν τους ανθρώπους τους, οπότε είναι και λίγο “κάπως” το να γκρινιάζουμε που εμείς δεν είχαμε απλώς κάτι να κάνουμε. Τώρα λοιπόν χαίρομαι που ξαναρχίζουμε γυρίσματα…»