Μια «γκάφα», που άφησε ορθάνοιχτο παράθυρο να ισχύσουν αναδρομικά από τα εισοδήματα του 2015 οι αυξήσεις των συντελεστών φορολόγησης των ενοικίων τις οποίες προβλέπει το Μνημόνιο ΙΙΙ,
είναι η μία από τις βασικές αιτίες για τις οποίες καθυστερεί η έναρξη της περιόδου ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, σύμφωνα με δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου.
Επίσης, οι δανειστές έχουν διατυπώσει ενστάσεις στις προτεινόμενες ρυθμίσεις για την επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης των φόρων και για την απαλλαγή των περιστασιακά απασχολουμένων από την υπέρμετρη φορολόγηση βάσει τεκμηρίων διαβίωσης.
Πρόβλεψη - φωτιά
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών έκανε το τραγικό λάθος να συμπεριλάβει στο φετινό Προϋπολογισμό πρόβλεψη για είσπραξη πρόσθετων φορολογικών εσόδων ύψους 142,2 εκατ. ευρώ από την αύξηση της φορολογίας των ενοικίων και των λοιπών εισοδημάτων από ακίνητα. Αυτή η «γκάφα» είναι και η αιτία για την οποία η τρόικα ζητά να ισχύσει για τα ενοίκια και τα λοιπά εισοδήματα από ακίνητα που εισπράχθηκαν εντός του 2015 η δέσμευση που έχει αναληφθεί από το υπουργείο Οικονομικών για την αύξηση των συντελεστών φορολόγησης των μισθωμάτων από το 11% στο 15% για τα πρώτα 12.000 ευρώ και από το 33% στο 35% για τα υψηλότερα ποσά.
Aπό την πλευρά της ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών έχει προταθεί η αύξηση των εσόδων από τη φορολογία των ενοικίων να προκύψει κυρίως από την επιβολή νέου συντελεστή αυξημένου από το 33% στο 40% - 45% σε όσους έχουν εισοδήματα από ενοίκια πάνω από 40.000 ευρώ.
Δόσεις και τεκμήρια
Την ίδια ώρα οι νομοθετικές ρυθμίσεις που έχει ήδη καταρτίσει το υπουργείο Οικονομικών για την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των φόρων που θα προκύψουν από την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και για την απαλλαγή των περιστασιακά απασχολούμενων από την υπερφορολόγηση βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης έχουν σκοντάψει στις εντάσεις και τις αντιρρήσεις των εκπροσώπων των δανειστών.
Συγκεκριμένα:
Eνώ με βάση την ισχύουσα νομοθεσία οι φόροι που προκύπτουν από τη φετινή εκκαθάριση πρέπει να εξοφληθούν σε τρεις διμηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης από το μήνα που έπεται της εκκαθάρισης των φόρων, το υπουργείο Οικονομικών έχει σχεδιάσει νέες διατάξεις για αποπληρωμή σε μηνιαίες δόσεις μέχρι και το τέλος του τρέχοντος έτους. Βάσει του σχεδίου οι μηνιαίες δόσεις μπορούν να ανέλθουν στις 8, εφόσον η εκκαθάριση των φόρων γίνει εντός του μηνός Απριλίου ή στις 9, εάν η εκκαθάριση γίνει εντός Μαρτίου.
Όμως οι ελεγκτές των δανειστών έχουν εκφράσει επιφυλάξεις για το κατά πόσο δεν διαταράσσεται η εισπραξιμότητα των φόρων, με δεδομένο ότι η πληρωμή θα γίνεται κάθε μήνα. Επιπλέον, σύμφωνα με πληροφορίες, οι δανειστές θεωρούν καίριας σημασίας να τηρηθεί ο προγραμματισμός των επιστροφών φόρου, έτσι ώστε να μην επαναληφθεί το πρόβλημα της διόγκωσης των οφειλών του Δημοσίου προς τους φορολογούμενους.
Η άλλη διάταξη που έχει κοινοποιηθεί στους ελεγκτές των δανειστών αφορά στην προστασία των φορολογουμένων με πολύ χαμηλά εισοδήματα, κυρίως των περιστασιακά απασχολούμενων, από την υπερφορολόγηση με βάση τα τεκμήρια. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, όσοι φορολογούμενοι απέκτησαν το 2015 εισοδήματα έως 6.000 ευρώ τα οποία δεν προέρχονται από μισθούς ή συντάξεις ή από ακίνητα ή από τόκους θα φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών που προβλέπει έμμεσο αφορολόγητο όριο 9.545 ευρώ και όχι με την κλίμακα των ελεύθερων επαγγελματιών, εφόσον το συνολικό τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει τα 9.500 ευρώ και εφόσον δεν έχουν κάνει έναρξη επιτηδεύματος και δεν τηρούν βιβλία ούτε εκδίδουν φορολογικά στοιχεία.
Με βάση τη διάταξη αυτή, χιλιάδες φορολογούμενοι οι οποίοι απέκτησαν πέρυσι πολύ μικρά εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση (άνεργοι, φοιτητές, νοικοκυρές κ.λπ), ακόμη κι αν υποχρεωθούν να εμφανίσουν τεκμαρτά εισοδήματα υψηλότερα των δηλωθέντων δεν θα κληθούν να πληρώσουν φόρο 26% από το πρώτο ευρώ του ετήσιου δηλωθέντος ή τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος τους ούτε προκαταβολή φόρου 75% επί του κυρίου φόρου εισοδήματος, όπως προβλέπει κανονικά γι΄ αυτούς ο ισχύων αυτή τη στιγμή Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος.
Η ευνοϊκή αυτή διάταξη ίσχυσε πέρυσι, και το υπουργείο Οικονομικών θέλει απλώς να παρατείνει την ισχύ της και για τις φετινές δηλώσεις.
Ωστόσο, οι ελεγκτές των δανειστών φαίνεται ότι περνούν από «κόσκινο» κι αυτή τη διάταξη και υπάρχει πιθανότητα να μην την εγκρίνουν.
Πηγή: Eλεύθερος Τύπος
Θολό τοπίο παραμένει αναφορικά με τις φορολογικές δηλώσεις του 2016, οι οποίες σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες θα έπρεπε να αρχίσουν να υποβάλλονται από την 1η Μαρτίου.
Το υπουργείο Οικονομικών υπολόγιζε το TAXISnet να ανοίξει και να αρχίσει να δέχεται δηλώσεις φορολογουμένων από την 1η Μαρτίου ώστε η υποβολή να έχει ολοκληρωθεί τον Απρίλιο, με τις εν λόγω τροπολογίες να αναμένεται να κατατεθούν εντός του επομένου περιορισμένου χρονικά διαστήματος.
Οι τροπολογίες του Υπουργείου Οικονομικών θα περιλαμβάνουν την αλλαγή των ημερομηνιών καταβολής του φόρου εισοδήματος για το 2016, την παράταση(;) της απόσυρσης των αυτοκινήτων μέχρι το τέλος Ιουνίου, την περίπτωση των ανέργων σε σχέση με την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων και τέλος το καθεστώς φορολόγησης των ενοικίων.
Ωστόσο, όπως φαίνεται υπάρχει εμπλοκή στο πεδίο του κουαρτέτου το οποίο δεν έχει δώσει το «οκ» σε μια σειρά τεχνικών εκκρεμοτήτων.
Στο ήδη ασαφές πεδίο προστέθηκε όψιμα και το θέμα της απόσυρσης των αυτοκινήτων για το οποίο το κουαρτέτο ήγειρε ενστάσεις και περιμένει τροποποιήσεις.
Όσον αφορά το μέτρο της απόσυρσης η ελληνική πρόταση περιλαμβάνει την απαλλαγή 50% έως 100% από το τέλος ταξινόμησης βάσει του κυβισμού του νέου προς ταξινόμηση αυτοκινήτου.
-Μέχρι 300 ευρώ, αν αποκτηθεί αυτοκίνητο μέχρι 900 κυβικά εκατοστά και φορολογητέα αξία έως 6.000 ευρώ.
-Μέχρι 960 ευρώ, αν αποκτηθεί αυτοκίνητο από 901 μέχρι 1.400 κυβικά εκατοστά και φορολογητέα αξία έως και 8.000 ευρώ.
-Μέχρι 1.430 ευρώ, αν αποκτηθεί αυτοκίνητο από 1.401 μέχρι 1.600 κυβικά εκατοστά και φορολογητέα αξία έως και 11.000 ευρώ
-Μέχρι 2.800 ευρώ αν αγοράσετε αυτοκίνητο από 1.601 μέχρι και 2.000 κυβικά εκατοστά και φορολογητέα αξία μέχρι 14.000 ευρώ.
Ακόμη μια εκκρεμότητα αφορά τη δήλωση των αδήλωτων εισοδημάτων παρελθόντων ετών στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, όσον αφορά τα κίνητρα με συνέπεια να καθυστερούν τα προσδοκώμενα έσοδα από το ΥΠΟΙΚ μέσα από τη νομιμοποίησή τους.
Η τρίτη πιο υπερφορολογούμενη χώρα της ΕΕ είναι η Ελλάδα.
Για κάθε 100 ευρώ εισοδήματος, τα 39,9 ευρώ πηγαίνουν απευθείας στο ταμείο του Δημοσίου, για φόρο εισοδήματος, ασφαλιστικές εισφορές και έμμεσους φόρους.
Σύμφωνα με μελέτη του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, την οποία δημοσιεύουν «Τα Νέα», το εν λόγω ποσό αφορά μόνο όσα παίρνει το Δημόσιο με απευθείας παρακράτηση από τον μισθό υπό μορφή άμεσου φόρου και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, αθροιστικά με τους έμμεσους φόρους στην κατανάλωση.
Δεν περιλαμβάνονται ο ΕΝΦΙΑ, τα τέλη κυκλοφορίας, οι έκτακτες εισφορές, τα δημοτικά τέλη και ότι άλλο επωμίζεται υπό μορφή τέλους ή φόρου ένας μισθωτός στην χώρα μας.
Στην Ελλάδα η συνολική φορολογική επιβάρυνση για ένα νοικοκυριό με έναν εργαζόμενο και δύο παιδιά και εισοδήματα της τάξης των 35.000 είναι η τρίτη υψηλότερη ανάμεσα σε 21 χώρες της ΕΕ, με τις Δανία και Σουηδία να είναι η μόνες χώρες που βρίσκονται υψηλότερα από την χώρα μας, με συνολική φορολογική επιβάρυνση να βρίσκονται αντίστοιχα στο 41,6% και στο 40,0%.
Σύμφωνα με την μελέτη, τα περιθώρια για περαιτέρω αύξηση είτε της άμεσης είτε της έμμεσης φορολογίας, έχουν εξαντληθεί.
Στον αντίποδα, την χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση έχουν η Τσεχία (17,8%), η Σλοβακία (17,5%) και η Ιρλανδία (16,1%). Η Γερμανία βρίσκεται στην 11η θέση ανάμεσα στις 21 χώρες, με συνολική φορολογική επιβάρυνση που ανέρχεται στο 31,2%.
Παράνοια με τους φόρους, κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα η οποία είναι «πρωταθλήτρια» στον συγκεκριμένο τομέα. Ερευνα – σοκ που δημοσιεύουν τα Νέα και η οποία εκπονήθηκε από το τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου επιβεβαιώνει το γεγονός ότι οι Ελληνες δίνουν δυσανάλογους φόρους σε σχέση με τα εισοδήματά τους.
Στη χώρα μας η συνολική φορολογική επιβάρυνση για μια οικογένεια που διαθέτει έναν εργαζόμενο και δύο παιδιά και εισοδήματα της τάξης των 35.000 είναι η τρίτη υψηλότερη ανάμεσα σε 21 χώρες της ΕΕ, με τις Δανία και Σουηδία να είναι η μόνες χώρες που βρίσκονται υψηλότερα από την χώρα μας, με συνολική φορολογική επιβάρυνση να βρίσκονται αντίστοιχα στο 41,6% και στο 40,0%.
Για κάθε 100 ευρώ εισοδήματος, τα 39,9 ευρώ πηγαίνουν απευθείας στο ταμείο του Δημοσίου, για φόρο εισοδήματος, ασφαλιστικές εισφορές (κατά το σκέλος που αφορούν τους εργαζομένους) και έμμεσους φόρους. Το ποσό αυτό αφορά μόνο όσα παίρνει το Δημόσιο με απευθείας παρακράτηση από τον μισθό υπό μορφή άμεσου φόρου και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, αθροιστικά με τους έμμεσους φόρους στην κατανάλωση. Δηλαδή δεν υπολογίζονται οι άλλοι φόροι, όπως π.χ. οι έκτακτες εισφορές, τα δημοτικά τέλη, ο ΕΝΦΙΑ και ό,τι άλλο επιβαρύνει το εισόδημα.
Την χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση έχουν η Τσεχία (17,8%), η Σλοβακία (17,5%) και η Ιρλανδία (16,1%). Η Γερμανία βρίσκεται στην 11ηθέση ανάμεσα στις 21 χώρες, με συνολική φορολογική επιβάρυνση που ανέρχεται στο 31,2%.Στην Ελλάδα η συνολική φορολογική επιβάρυνση για ένα νοικοκυριό με έναν εργαζόμενο και δύο παιδιά και εισοδήματα της τάξης των 35.000 είναι η τρίτη υψηλότερη ανάμεσα σε 21 χώρες της ΕΕ, με τις Δανία και Σουηδία να είναι η μόνες χώρες που βρίσκονται υψηλότερα από την χώρα μας, με συνολική φορολογική επιβάρυνση να βρίσκονται αντίστοιχα στο 41,6% και στο 40,0%.
imerisia.gr