Το κύριο συστατικό στο έλαιο μέντας είναι η μενθόλη, η οποία παρέχει την αίσθηση δροσιάς και το άρωμα μέντας, αλλά περιέχει επίσης και πολλά σημαντικά για την υγεία σας συστατικά, όπως βιταμίνες Α και C, μέταλλα και λιπαρά οξέα.
Τα οφέλη από την κατανάλωση του ελαίου μέντας ειδικά για τον καθαρισμό του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος και των πνευμόνων είναι μοναδικά.
Εισπνοές με έλαιο μέντας ως μέσο αντιμετώπισης για ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος
Χρησιμοποιώντας το έλαιο μέντας, μπορείτε να βοηθήσετε στην εξάλειψη των συμπτωμάτων συμφόρησης του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, τα οποία εμφανίζονται ως αποτέλεσμα αλλεργιών, άσθματος, γρίπης, βρογχίτιδας, κρυολογήματος κλπ. Γι 'αυτό και χρησιμοποιείται συχνά ως συστατικό σε θεραπευτικά σκευάσματα που εφαρμόζονται με επάλειψη στο στήθος και σε άλλα που σκοπεύουν στον καθαρισμό των πνευμόνων.
Αυτός είναι και ο καλύτερος τρόπος για την σχεδόν άμεση εισπνοή των ατμών του ελαίου μέντας μέσω των ρινικών διόδων. Δεν προκαλεί παρενέργειες, όπως υπνηλία ή άλλες, σε αντίθεση με ορισμένα φαρμακευτικά σκευάσματα με ή και χωρίς συνταγογράφηση.
Η μέντα είναι πλούσια σε πολλά θρεπτικά συστατικά όπως φώσφορο, ασβέστιο, κάλιο και μαγνήσιο. Η μεγαλύτερή της θετική επίδραση, ωστόσο, προκύπτει από την εισπνοή της, ειδικά όταν η μέντα είναι σε συγκεντρωμένη μορφή, όπως το αιθέριο έλαιο.
Πολλές ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος συχνά προκύπτουν από την εισβολή μικροβίων, τοξινών και άλλων βλαβερών ουσιών στο σώμα και τους πνεύμονες.
Επιστημονικές έρευνες για την επίδραση του ελαίου μέντας
Μια μελέτη για τον προσδιορισμό των επιπτώσεων της εισπνοής στη ρινική απόφραξη που διεξήχθη από το Τμήμα Ωτορινολαρυγγολογίας του πανεπιστημίου Ulm της Γερμανίας, έδειξε ότι δεν υπάρχει κάποια αλλαγή στην ρινική θερμοκρασία μετά την εισπνοή της μενθόλης, αλλά η εισπνοή της παράγει όντως μια αίσθηση ψύξης. Διαπιστώθηκε ότι η μενθόλη διεγείρει τους υποδοχείς κρύου και έτσι δίνει απλά την αίσθηση του κρύου στον χρήστη. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, μετά την εισπνοή μενθόλης, οι 16 από τους 18 συμμετέχοντες στη μελέτη ανέφεραν βελτιωμένη ρινική αναπνοή.
Μια άλλη έρευνα επί των κλινικών επιδράσεων διαφόρων αρωματικών αιθέριων ελαίων σε ασθενείς με λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος έγινε από την Μονάδα Συμπληρωματικής και Παραδοσιακής Ιατρικής στο Τμήμα Οικογενειακής Ιατρικής του πανεπιστημίου Technion-Israel Institute of Technology στο Ισραήλ. Ένα διάλυμα ψεκασμού με αρωματικά αιθέρια έλαια, συμπεριλαμβανομένου του ελαίου μέντας χορηγήθηκε σε 60 συμμετέχοντες στην μελέτη. Το συμπέρασμα από την έρευνα ήταν ότι το έλαιο μέντας έφερε σημαντική και άμεση βελτίωση στα συμπτώματα λοιμώξεων και άλλων προβλημάτων σε ασθενείς με δυσκολίες στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα.
http://www.dailynutritionnews.com
Η βιταμίνη D είναι μια από τις λιποδιαλυτές βιταμίνες που χρειάζεται το σώμα μας. Αποτελεί, ωστόσο, έναν γενικό όρο που χρησιμοποιείται για να περιγράψει όλες τις στερόλες (Βιταμίνη D1, D2, D3 κα) που παρουσιάζουν παρόμοια δραστηριότητα με εκείνη της Βιταμίνης D3 (χοληκαλσιφερόλη).
Η σπουδαιότητα της οφείλεται στο ότι ρυθμίζει το μεταβολισμό του ασβεστίου και του φωσφόρου.
Η μοναδικότητα της βιταμίνης αυτής είναι στο ότι υπάρχει σε φυσική μορφή μόνο σε μερικές τροφές, αλλά κατά βάσει μπορεί να συντεθεί στο σώμα μετά την έκθεση του δέρματος στις υπεριώδεις ακτίνες του ηλιακού φωτός.
Οι ημερήσιες ανάγκες στην βιταμίνη αυτή είναι 200 IU (διεθνείς μονάδες) για βρέφη και ενήλικες έως 50 χρονών, σε ενήλικες από 51-70 ετών 400 IU, ενώ στους ακόμα μεγαλύτερους οι ημερήσιες ανάγκες φτάνουν έως 600 IU. Οι ανάγκες για αυξημένη πρόσληψη της βιταμίνης D, ωστόσο, μπορούν να αυξηθούν σε διάφορες καταστάσεις, όπως κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, σε ηλικιωμένους και γενικότερα σε άτομα που έχουν περιορισμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, σε άτομα με σκούρο δέρμα καθότι η μελανίνη εμποδίζει την σύνθεση της, καθώς και σε αυστηρά χορτοφάγους.
Η έκθεση του δέρματος στις υπεριώδεις ακτίνες έχουν ως αποτέλεσμα τη σύνθεση της Βιταμίνης D3, η οποία αποτελεί και την κύρια πηγή της βιταμίνης D. Το ποσό της βιταμίνης που δημιουργείται εξαρτάται από το χρόνο της έκθεσης, την περιοχή του εκτεθειμένου δέρματος, το χρώμα του δέρματος και άλλους παράγοντες. Έχει βρεθεί ότι 15-20 λεπτά έκθεσης στον ήλιο καθημερινά, των άνω άκρων και του προσώπου μας, είναι αρκετά για να συνθέσουμε το 90% της ποσότητας της βιταμίνης που χρειαζόμαστε. Το υπόλοιπο 10% της ποσότητας που χρειαζόμαστε το καλύπτουμε διατροφικά, επιλέγοντας τρόφιμα που είναι πλούσια σε βιταμίνη D, όπως είναι τα λιπαρά ψάρια (σαρδέλες, σολομός, ρέγκα, σκουμπρί), το μουρουνέλαιο, τα γαλακτοκομικά και το αυγό. Ωστόσο, επειδή οι φυσικές πηγές της βιταμίνης είναι περιορισμένες, τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, όπως συμβαίνει εδώ και αρκετά χρόνια στις Η.Π.Α και σε Σκανδιναβικές χώρες, έχουν κυκλοφορήσει και προϊόντα εμπλουτισμένα (γαλακτοκομικά, χυμοί, δημητριακά πρωινού, μαργαρίνες) με βιταμίνη D, συμβάλλοντας έτσι στην αύξηση της πρόσληψης της συγκεκριμένης βιταμίνης.
Τί κάνει η βιταμίνη D
Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την προαγωγή της απορρόφησης και της χρησιμοποίησης του ασβεστίου και του φωσφόρου από τον οργανισμό. Σε συνεργασία με παραθυρεοειδείς ορμόνες και την καλσιτονίνη, ρυθμίζει την συγκέντρωση του ασβεστίου στο αίμα ανάλογα με τις ανάγκες του οργανισμού, καθώς και εναποθετόντας ή απομακρύνοντας το ασβέστιο από τα οστά.
Η βιταμίνη D μπορεί να καταστεί χρήσιμη στην πρόληψη της οστεοπόρωσης, καθώς υπάρχουν αρκετά στοιχεία ερευνών που συνηγορούν υπέρ του ότι τα συμπληρώματα της βιταμίνης αυτής, μπορούν να βοηθήσουν στην μείωση της απώλειας οστικής μάζας και του κινδύνου καταγμάτων. Όσο αφορά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, έχει βρεθεί και τεκμηριωθεί από αρκετές μελέτες ότι τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης στο σώμα συνδέονται με διάφορα είδη καρκίνου, όπως στον κόλον, στον προστάτη και στο στήθος. Η βιταμίνη D μεταξύ άλλων φαίνεται να έχει ισχυρή επίδραση στους μηχανισμούς του συστήματος άμυνας του οργανισμού (ανοσολογικό σύστημα), καθώς σε έρευνες τις τελευταίες δεκαετίες βρέθηκε ότι πιθανόν να έχει προστατευτική δράση εναντίον ασθενειών που οφείλονται σε διαταραχές του ανοσολογικού συστήματος (αυτοάνοσες νόσοι), όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας. Επιπλέον, η βιταμίνη D φαίνεται να διαδραματίζει και ρόλο ρυθμιστή της πίεσης στο αίμα, καθώς συμμετέχει στο μεταβολισμό του ασβεστίου.
Τί κάνει η έλλειψή της
Η ανεπάρκεια της έχει διάφορες ανεπιθύμητες ενέργειες, με πιο σημαντική την μειωμένη εντερική απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου. Επίσης, υπάρχουν έρευνες που συσχετίζουν τα μειωμένα επίπεδα της βιταμίνης με την αποτιτάνωση των μαλακών ιστών που οδηγεί σε ραχίτιδα στα παιδιά (κακή ανάπτυξη και αδυναμία των οστών) και οστεομαλακία στους ενήλικες (αδύναμα και εύθραυστα οστά). Επιπλέον, η έλλειψη της βιταμίνης D έχει συσχετιστεί και με την εμφάνιση υπερπαραθυρεοειδισμού και οστεοαρθρίτιδας.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Όσον αφορά τις ανεπιθύμητες ενέργειες της συγκεκριμένης βιταμίνης, είναι γνωστό ότι η βιταμίνη αυτή είναι από τις πλέον τοξικές. Τα βρέφη και τα παιδιά είναι περισσότερο ευάλωτα σε σχέση με τους ενήλικες. Η πρόσληψη μεγάλων δόσεων μπορεί να οδηγήσει σε υπερκαλιαιμία με όλα τα επακόλουθα συμπτώματα αυτής (διάρροια, κούραση, ναυτία, αδυναμία κα).
Να σημειωθεί, όμως, ότι όλα είναι ζήτημα σωστής δοσολογίας και περισσότερο σε ό,τι αφορά μια βιταμίνη όπως η βιταμίνη D, η οποία εμφανίζει τοξικότητα. Νέα μεγάλη μελέτη, η National Health and Nutrition Examination Survey, μια επιδημιολογική μελέτη που διεξήχθη στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 2001 έως το 2006 παρακολουθώντας περισσότερους από 15.000 ενηλίκους εθελοντές, ανακαλύπτει ότι η πρόσληψη της βιταμίνης σε υψηλά επίπεδα μπορεί να οδηγήσει σε καρδιαγγειακές φλεγμονές. Και να σημειωθεί ότι τα υψηλά επίπεδα δεν μπορούν φυσικά να προέλθουν ούτε από τη διατροφή, καθώς πολύ λίγα τρόφιμα όπως έχουμε ήδη αναφέρει αποτελούν πολύ καλή πηγή της βιταμίνης ούτε από την έκθεση στον ήλιο. Οι ειδικοί εφιστούν την προσοχή μας ως προς τα συμπληρώματα, συνιστώντας ότι πρέπει να τα παίρνουμε μόνον όταν χρειάζεται και –φυσικά– με μέτρο .
Στα αποτελέσματα της έρευνας που αναρτήθηκαν στο «American Journal of Cardiology», οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσοι είχαν φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D εμφάνιζαν μικρότερα επίπεδα πρωτεΐνης CRP (C-Reactive Protein), η οποία αποτελεί δείκτη για τις φλεγμονές του καρδιακού ιστού και των αιμοφόρων αγγείων. Όταν όμως τα επίπεδα της βιταμίνης D βρίσκονταν επάνω από τα ανώτατα φυσιολογικά, τα επίπεδα της CRP αυξάνονταν και αυτά οδηγώντας σε μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων.
Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας και Διατροφής
Οι άνθρωποι που είναι γενετικά επιρρεπείς σε χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας (ΣΚΠ), σύμφωνα με μια νέα μεγάλη μελέτη.
Τα ευρήματα, που βασίστηκαν στο προφίλ DNA από δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους ευρωπαϊκής καταγωγής, έρχονται να προσθέσουν στους ήδη υπάρχοντες επιστημονικούς ισχυρισμούς ότι η συγκεκριμένη βιταμίνη παίζει ρόλο στην ΣΚΠ.
Η “ταυτότητα” της βιταμίνης D
-Είναι σημαντική για υγιή οστά
-Ο οργανισμός μας την παράγει όταν είμαστε εκτεθειμένοι στον ήλιο, αλλά ορισμένες μορφές βιταμίνης D προέρχονται από τη διατροφή μας
-Καλές διατροφικές πηγές της βιταμίνης D είναι τα λιπαρά ψάρια, τα αυγά, τα εμπλουτισμένα δημητριακά (για το πρωινό) και οι εμπλουτισμένα λιπαρές ουσίες για επάλειψη (βούτυρα, τυριά κλπ)
-Μερικοί άνθρωποι, όπως οι ηλικιωμένοι, οι έγκυες και θηλάζουσες γυναίκες, τα μωρά, τα παιδιά ηλικίας κάτω των πέντε ετών και εκείνοι που δεν εκτίθενται αρκετά στον ήλιο, έχουν μειωμένη βιταμίνη D στον οργανισμό τους και χρειάζονται συμπληρώματα.
Τι έδειξαν οι έρευνες
Έρευνες σε όλο τον κόσμο δείχνουν ότι η ΣΚΠ εμφανίζεται συχνότερα σε ανθρώπους που κατοικούν σε κράτη με λιγότερη ηλιοφάνεια . Αλλά δεν είναι σαφές εάν η σχέση αυτή είναι αιτιώδης, ή υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες στην εξήγηση του φαινομένου.
Για να κατανοήσουν καλύτερα αυτήν τη σύνδεση, ερευνητές στο πανεπιστήμιο McGill στον Καναδά συνέκριναν την συχνότητα εμφάνισης της ΣΚΠ σε μια μεγάλη ομάδα Ευρωπαίων πολιτών με και χωρίς γενετική προδιάθεση για χαμηλή βιταμίνη D.
Αυτό το είδος γενετικής ποικιλομορφίας είναι αρκετά τυχαίο και έτσι η υπόθεση είναι ότι η κάθε επιστημονική σύνδεση που βρέθηκε, πρέπει να είναι και αρκετά αξιόπιστη.
Τα ευρήματα της έρευνας, η οποία δημοσιεύθηκε στην έγκυρση επιστημονική επιθεώρηση PLoS Medicine, έδειξε ότι τα άτομα με χαμηλότερα επίπεδα στο αίμα τους από έναν δείκτη της βιταμίνης D, λόγω γενετικής προδιάθεσης, είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να έχουν ΣΚΠ από ό,τι τα άτομα χωρίς αυτά τα γονίδια.
Η δρ Susan Kohlhaas, από την MS Society, είπε: “Υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα γύρω από το τι προκαλεί την ΣΚΠ, και έτσι αυτή η μεγάλης κλίμακας μελέτη κλίμακα είναι ένα συναρπαστικό βήμα για την καλύτερη κατανόηση σχετικά με την πολύπλοκη φύση των γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων που συμβάλλουν στην ΣΚΠ”.
http://www.bbc.com
Το λεμόνι έχει ένα μεγάλο αριθμό οφελών για τον ανθρώπινο οργανισμό. Περιέχει Βιταμίνη C, Κάλιο, Ασβέστιο και πολλά άλλα χρήσιμα συστατικά για όλους μας. Σας παρουσιάζουμε τους λόγους για τους οποίους πρέπει όλοι μας να υιοθετήσουμε το λεμόνι στην καθημερινότητα μας.
Διεργετικό ένζυμο λεμονιού. Το λεμόνι βοηθάει το συκώτι να απορρίπτει τις τοξίνες και βοηθάει στην τόνωση των φυσικών ενζύμων, τα οποία μας κρατούν υγιείς.
Ιδανικό pH. Το λεμόνι βοηθάει στην εξισορρόπηση του pH σας, το οποίο ιδανικά θα πρέπει να βρίσκεται γύρω στο 7,30 με 7,45. Έτσι, αν το σύστημα σας «αισθάνεται» λίγο όξινο, λίγο λεμόνι θα σας βοηθήσει να ανεβάσετε το επίπεδο του pH σας.
Εξαφανίστε την πιτυρίδα. Ο χυμός από λεμόνι και πιο συγκεκριμένα από τα λάιμ εάν εφαρμοστεί πάνω στο τριχωτό της κεφαλής σας μαζί με το κανονικό σας λάδι για τα μαλλιά, θα εμποδίσει την εμφάνιση της πιτυρίδας καθώς καθαρίζει όλο το κρανίο και τα μαλλιά.
Ο χυμός από το λάιμ περιέχει κιτρικό οξύ, το οποίο εξαλείφει εναποθέσεις ασβεστίου στις αρτηρίες. Εμποδίζει επίσης τον σχηματισμό πετρών σε πάγκρεας και νεφρά.
Ώθηση στο ανοσοποιητικό σύστημα. Ο χυμός από λεμόνι περιέχει βιταμίνη C η οποία «εμπλουτίζει» με δύναμη την ασπίδα του ανθρώπινου οργανισμού. Σιγουρευτείτε πως καθημερινά στύβετε λεμόνια σε ένα ποτήρι με ζεστό νερό και αρχίστε να το πίνετε σαν τονωτικό κάθε πρωί.
Μαχητής του καρκίνου. Μελέτες έχουν δείξει πως το λεμόνι περιέχει πηκτίνη εσπεριδοειδών και λιμονοειδή τα οποία εμποδίζουν την εξάπλωση των καρκινικών κυττάρων. Εμποδίζει επίσης την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων αλλά και το θάνατο των «καλών» κυττάρων.
Κυκλοφορία του αίματος. Το λεμόνι περιέχει φλαβονοειδή που ενισχύουν τη Βιταμίνη C, η οποία τελικά συντελλεί στην καλύτερη κυκλοφορία του αίματος. Τα φλαβονοειδή βοηθούν επίσης στον έλεγχο της πίεσης του αίματος και της φλεγμονής.
Ελιξίριο του δέρματος. Ο χυμός του λεμονιού και των λάιμ περιέχει ισχυρά αντιοξειδωτικά όπως η Βιταμίνη C που κάνει τον τόνο του δέρματος φρέσκο και χωρίς ρυτίδες. Προσθέστε χυμό λεμονιού στη σπιτική μάσκα ομορφιάς που χρησιμοποιείτε καθημερινά για να απολαύσετε τα οφέλη. Θα εντυπωσιαστείτε!
Ενυδάτωση. Τα λεμόνια είναι μία πλούσια πηγή καλίου, ασβεστίου και μαγνησίου. Οι συγκεκριμένοι ηλεκτρολύτες βοηθούν στη συντήρηση ενός ενυδατωμένου σώματος.
boro.gr
Σχεδόν 10 εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες πάσχουν από ηπατίτιδα B ή C, καθώς η ασθένεια αυτή επεκτείνεται στην Ευρώπη, ανέφερε σήμερα το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης Ασθενειών (ECDC) με την ευκαιρία της σημερινής παγκόσμιας ημέρας καταπολέμησης της ηπατίτιδας.
«Στην Ευρώπη εκτιμούμε ότι 10 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από χρόνια ηπατίτιδα B ή C αλλά οι περισσότεροι από αυτούς το αγνοούν» καθώς δεν έχουν κανένα σύμπτωμα, ανέφερε σε ανακοίνωσή της η διευθύντρια του ECDC Αντρέα Άμον.
Συνολικά, στο κέντρο αναφέρονται 50.000 νέα κρούσματα ηπατίτιδας B και C κάθε χρόνο στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (οι χώρες της ΕΕ, η Ισλανδία, η Νορβηγία και το Λιχτενστάιν). Η ηπατίτιδα Β μεταδίδεται μέσω του αίματος και των σωματικών υγρών, ενώ η C κατά κύριο λόγο μέσω του αίματος. Από το 2014 θεωρείται ως απειλή για τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη και η ηπατίτιδα Α, που μεταδίδεται από μολυσμένα τρόφιμα και νερό.
Το ποσοστό της ηπατίτιδας Β έχει επίσης αυξηθεί: το 2012 υπολογίζονταν 3,6 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους ενώ έναν χρόνο αργότερα η αναλογία έφτασε τα 4,4 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους. Οι άνθρωποι που πάσχουν από ηπατίτιδα C είναι διπλάσιοι: 9,6 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους το 2013 από 8,1 που ήταν το 2012.
Το ECDC τόνισε ότι είναι πολύ σημαντικό να εντοπίζονται οι φορείς ώστε να τους χορηγείται θεραπεία. «Μια εξέταση αίματος βοηθά να καθοριστεί αν έχετε προσβληθεί ή όχι. Όσοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο (...) θα πρέπει να έχουν ευκολότερα πρόσβαση στην εξέταση αυτή — για παράδειγμα, οι άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες ή όσοι κάνουν ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών ουσιών», ανέφερε η Άμον.
Χωρίς θεραπεία, οι ηπατίτιδες Β και C μπορεί να οδηγήσουν σε ανίατες ηπατικές παθήσεις.
«Ο εμβολιασμός είναι το αποτελεσματικότερο μέσο για την προστασία από την ηπατίτιδα Α και Β», συνέχισε η Άμον. Χάρη στις εκστρατείες εμβολιασμού, το ποσοστό των ασθενών με οξεία ηπατίτιδα Β μειώνεται σταθερά από το 2006. Το 2013 καταγραφόταν κάτω από ένα κρούσμα (0,7) ανά 100.000 κατοίκους.
Δεν υπάρχουν εμβόλια που να προστατεύουν από την ηπατίτιδα C.