Την αποκάλυψη που είχε κάνει στις 24 Μαΐου ο «Ελεύθερος Τύπος» ότι η κυβέρνηση έστησε ύπουλη φορολογική παγίδα σε περισσότερους από 350.000 φορολογούμενους με εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες επιβεβαιώνει εγκύκλιος που εξέδωσε ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλής.
Από την εγκύκλιο, με την οποία παρέχονται αναλυτικές οδηγίες προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για τις αλλαγές που επήλθαν πρόσφατα στη φορολογία των αγροτικών εισοδημάτων, προκύπτει ότι με 2 διατάξεις που περιελήφθησαν στο ν. 4389/2016, ο οποίος ψηφίστηκε από τη Βουλή τον περασμένο Μάιο, εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες θα φορολογηθούν το 2017 για τα φετινά εισοδήματά τους από αγροτικές δραστηριότητες με συντελεστή φόρου αυξημένο από το 13% στο 22%!
Σ’ αυτούς περιλαμβάνονται ακόμη και άτομα τα οποία μέχρι σήμερα θεωρούνταν κατά κύριο επάγγελμα αγρότες! Ο λόγος είναι ότι για τους φορολογούμενους αυτούς δεν θα ισχύσουν οι μειώσεις φόρων, που κυμαίνονται από 1.900-2.100 ευρώ, οπότε τα αγροτικά τους εισοδήματα θα φορολογηθούν από το πρώτο ευρώ με 22%.
Τι ισχύει
Από την εγκύκλιο του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων επιβεβαιώνονται, συγκεκριμένα, τα εξής:
1 Με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 65 του ν. 4389/2016, κατά κύριο επάγγελμα αγρότης θεωρείται πλέον ο φορολογούμενος ο οποίος αποκτά τουλάχιστον το 50% του ετησίου εισοδήματός του από την άσκηση αγροτικών δραστηριοτήτων και τηρεί λογιστικά βιβλία για τις δραστηριότητες αυτές. Το καθεστώς που ίσχυε πριν από τη διάταξη αυτή (παράγραφος 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010) προέβλεπε ότι κατά κύριο επάγγελμα αγρότης θεωρείται αυτός ο οποίος αποκτά τουλάχιστον το 35% του συνολικού εισοδήματός του από την άσκηση αγροτικών δραστηριοτήτων και δεν έθετε ως πρόσθετη προϋπόθεση την τήρηση λογιστικών βιβλίων.
Συνεπώς, με βάση τα νέα αυστηρότερα κριτήρια που θέτει η παράγραφος 1 του άρθρου 65 του ν. 4389/2016, παύει να θεωρείται κατά κύριο επάγγελμα αγρότης όποιος αποκτά εισόδημα από αγροτικές δραστηριότητες το οποίο αντιστοιχεί σε ποσοστά από 35% έως και 49% του συνολικού ετησίου εισοδήματός του, καθώς επίσης και όποιος δεν τηρεί λογιστικά βιβλία, ανεξαρτήτως του εάν ασκεί κυρίως αγροτικές δραστηριότητες!
Σημειώνεται ότι οι λοιπές προϋποθέσεις χαρακτηρισμού ενός ατόμου ως κατά κύριο επάγγελμα αγρότη παραμένουν. Δηλαδή για να θεωρηθεί κάποιος κατά κύριο επάγγελμα αγρότης θα πρέπει, πέραν των δύο προαναφερθεισών προϋποθέσεων (τουλάχιστον 50% του συνολικού εισοδήματος προερχόμενο από αγροτικές δραστηριότητες και τήρηση λογιστικών βιβλίων):
* να είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης
* να ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευσή του τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του
* να είναι ασφαλισμένος ο ίδιος και η αγροτική του εκμετάλλευση.
2 Πέραν των παραπάνω αλλαγών, με τη διάταξη της παραγράφου 3β του άρθρου 44 του ν. 4389/2016 προβλέπεται πλέον ότι οι φορολογούμενοι που δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, καθώς και, γενικότερα, όλοι όσοι αποκτούν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα σε ποσοστό μικρότερο από το 50% του συνολικού εισοδήματός τους δεν δικαιούνται την έκπτωση φόρου εισοδήματος που κυμαίνεται από 1.900 ευρώ έως 2.100 ευρώ ανάλογα με τον αριθμό των προστατευόμενων τέκνων, η οποία θεσπίστηκε με τον ασφαλιστικό και φορολογικό νόμο 4387/2016!
Δηλαδή οι φορολογούμενοι που εξαιρούνται από το χαρακτηρισμό του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη, αλλά και γενικότερα όλοι όσοι δεν αποκτούν αγροτικό εισόδημα σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με το 50% του συνολικού τους εισοδήματος δεν δικαιούνται το αφορολόγητο όριο εισοδήματος το οποίο προκύπτει από την έκπτωση φόρου των 1.900 – 2.100 ευρώ και το οποίο κλιμακώνεται από 8.636 έως 9.545 ευρώ, με αποτέλεσμα να υποχρεούνται πλέον να καταβάλουν φόρο 22% από το πρώτο ευρώ του συνολικού αγροτικού τους εισοδήματος! Με το καθεστώς που ίσχυε μέχρι και το φορολογικό έτος 2015, το αγροτικό εισόδημα φορολογείτο αυτοτελώς με 13% από το πρώτο ευρώ.