Αποκαλυπτική είναι έρευνα του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ σε συνεργασία με την Prorata που παρουσιάζει πώς αξιολογούν οι πολίτες τη διαχείριση της πανδημίας.
Στην έρευνα, μέρος της οποίας παρουσιάζεται στην «Εφημερίδα των Συντακτών», οι πολίτες δίνουν πρώτα «ψήφο εμπιστοσύνης» στο ΕΣΥ και στη συνέχεια στην κυβέρνηση και την Πολιτική Προστασία για τη διαχείριση της πανδημίας.
Παράλληλα, όσον αφορά στις προκλήσεις της επόμενης μέρας, οι πολίτες προτάσσουν τη στήριξη της εργασίας και της απασχόλησης, καθώς και του κοινωνικού κράτους. Ζητούν, όμως, μείωση της φορολογίας και δεν επιθυμούν την αύξησή της για τη στήριξη του ΕΣΥ ή για αμυντικό εξοπλισμό.
«Διχασμός» παρατηρείται όσον αφορά στο lockdown και τα άλλα περιοριστικά μέτρα, καθώς οι μισοί θεωρούν ότι ναι μεν θα ήταν χρήσιμη η εφαρμογή τους σε περίπτωση νέας έξαρσης της πανδημίας, αλλά οι άλλοι μισοί πιστεύουν ότι θέτουν σε κίνδυνο τις ατομικές ελευθερίες.
Αξιολογώντας την οικονομική κατάσταση από τις εκλογές του 2019 έως σήμερα, μόλις το 21% δηλώνει ότι αυτή βελτιώθηκε μετά τις εκλογές του περασμένου Ιουλίου. Το 35% δηλώνει ότι επιδεινώθηκε και το 43% ότι παραμένει η ίδια.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι το 50% των ερωτώμενων δήλωσε ότι είχε εισοδηματικές απώλειες από την κρίση, ενώ για το 97% αυτών η μείωση του εισοδήματός τους επηρέασε, από λίγο έως πολύ, την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, είναι φανερή η εισοδηματική επίπτωση του lockdown.
Το 40% των ερωτώμενων, υπό το φόβο περαιτέρω διεύρυνσης των εισοδηματικών απωλειών, τάσσεται υπέρ της συνέχισης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής σε περίπτωση νέας έξαρσης της πανδημίας. Η πλειοψηφία ωστόσο (56%) προκρίνει την εκ νέου επιβολή lockdown, εφόσον απαιτηθεί, προτάσσοντας την υγειονομική προστασία.
Η απάντηση σε αυτό το δίλημμα αναδεικνύει ένα «διχασμό» στο κοινωνικό σώμα που αποτυπώνει ανταγωνιστικές σταθμίσεις για την υγεία και τη ζωή καθεαυτή, από τη μια, και τη δυνατότητα διασφάλισης των όρων διαβίωσης, από την άλλη.
Σε ό,τι αφορά τις ενδεδειγμένες κυβερνητικές πρωτοβουλίες για την επαύριο της πανδημίας, το 63% εκτιμά ότι η κυβέρνηση οφείλει να λάβει μέτρα ανάσχεσης της ανεργίας, στήριξης των μισθών και βελτίωσης των συνθηκών εργασίας, το 44% δηλώνει ότι είναι αναγκαία η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους. Για το 39% προέχει η μείωση της φορολογίας, για το 18% η εισοδηματική στήριξη των αδυνάμων, για το 9% η ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων και μόλις για το 7% η παροχή δανείων στις επιχειρήσεις.
Φαίνεται, επομένως, ότι η υγειονομική κρίση και οι οικονομικές και κοινωνικές της επιπτώσεις ανέδειξαν τη στήριξη της απασχόλησης και την ενδυνάμωση του κοινωνικού κράτους σε ύψιστης σημασίας προτεραιότητες για την υπέρβασή της.
Παρά ταύτα, για το 39% των πολιτών προέχει η μείωση της φορολογίας, στάση που προϋπήρχε της κρίσης, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτώμενων (ποσοστό 72%) διάκειται αρνητικά απέναντι στο ενδεχόμενο αύξησης της φορολογίας, ακόμη και για την ενίσχυση του ΕΣΥ και του κοινωνικού κράτους, παρότι αξιολογούνται ως τομείς που απαιτούν κατά προτεραιότητα στήριξη.
Ως προς τις αξιολογήσεις των πολιτών σχετικά με τη συμβολή ορισμένων θεσμών στη διαχείριση της πανδημικής κρίσης, στην κορυφή της κατάταξης, με 7,3/10, βρίσκεται το δημόσιο σύστημα υγείας, ενώ στις τελευταίες θέσεις συναντούμε την Εκκλησία και τα ΜΜΕ, που βαθμολογούνται με 3,2 και 3,85 αντίστοιχα.
Η υψηλή αξιολόγηση του συστήματος υγείας συνοδεύεται και από το εύρημα ότι, για τη συντριπτική πλειονότητα των ερωτώμενων (88%), το δημόσιο σύστημα υγείας μπορεί να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά μια πανδημική κρίση, με μόλις το 7% να αποδίδει αυτόν τον ρόλο στον ιδιωτικό τομέα.
Μοιρασμένη εμφανίζεται η κοινή γνώμη ως προς το εάν τα περιοριστικά μέτρα θέτουν σε κίνδυνο τις ατομικές ελευθερίες. Το 51% ήταν αρνητικό, ωστόσο ένα μεγάλο ποσοστό, ύψους 48%, αναγνώρισε την ύπαρξη του κινδύνου. Κατ’ αντιστοιχία, στο ερώτημα εάν θα ήταν διατεθειμένοι να παραχωρήσουν μέρος της προσωπικής τους ελευθερίας για τον έγκαιρο εντοπισμό και την ιχνηλάτηση νέων κρουσμάτων, το 52% των πολιτών αποκρίθηκε θετικά και το 46% αρνητικά.
Από τα παραπάνω προκύπτει ένας ακόμη «διχασμός», καθότι μια ισχυρή μερίδα της κοινής γνώμης ανθίσταται στο ενδεχόμενο εκχώρησης βαθμών ελευθερίας, αξιολογώντας ως υπαρκτό τον κίνδυνο υπέρμετρης περιστολής των ατομικών δικαιωμάτων.
Πηγή: tovima.gr