Διάλλειμα 15 λεπτών ανά δίωρο δικαιούνται οι εργαζόμενοι σε Δημόσιο και ΟΤΑ που βρίσκονται μπροστά σε Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές. Αυτό αναφέρει απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Διαφορετικά, όπως γράφει το «Πρώτο Θέμα» σε σημερινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα του «εάν δεν τηρείται το μέτρο θα παίρνουν αποζημίωση».
Υπενθυμίζεται ότι το 2013 με απόφαση του εργατικού τμήματος του Αρείου Πάγου (85/2013) ορίστηκε ότι κάτι αντίστοιχο, ότι, δηλαδή, δικαιούνται διάλειμμα 15 λεπτών ανά δίωρο εργασίας όσοι εργάζονται μπροστά σε ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Ωστόσο, όπως προέβλεπε εκείνη η απόφαση, το διάλειμμα θα προγραμματίζεται μετά από συμφωνία εργαζόμενου και εργοδοσίας.
Η απόφαση μνημονεύει την Ευρωπαϊκή οδηγία 90/270/ΕΟΚ, σύμφωνα με την οποία οι εργοδότες πρέπει να σχεδιάζουν κατά τέτοιο τρόπο τη δραστηριότητα των εργαζομένων τους, έτσι ώστε όσοι απασχολούνται, σε καθημερινή βάση, μπροστά από οθόνες οπτικής απεικόνισης, ή πρέπει να διακόπτουν την εργασία τους περιοδικά με διάλειμμα, ή να αλλάζουν επαγγελματική δραστηριότητα (π.χ. να απασχολούνται σε άλλες εργασίες που δεν θα χρησιμοποιούν οθόνες).
Σε περίπτωση κατά την οποία οι εργαζόμενοι που απασχολούνται μπροστά από οθόνες οπτικής απεικόνισης δεν μπορούν να εναλλάσσονται σε άλλες μορφές εργασίας (εκτός οθόνης), τότε πρέπει να τους χορηγείται διάλειμμα έως 15 λεπτά ανά δίωρο, χωρίς, όμως, να μπορούν να λαμβάνουν το χρόνο των διαλειμμάτων συσωρευτικά.
Δηλαδή, δεν μπορούν να μαζεύουν τα 15λέπτα διαλείμματα όλα μαζί, έτσι ώστε να φεύγουν το μεσημέρι νωρίτερα, ή να πιάνουν δουλειά αργότερα από το προβλεπόμενο ωράριο.
Η επίμαχη αυτή Ευρωπαϊκή οδηγία στη συνέχεια επικυρώθηκε από την Ελλάδα με το Προεδρικό Διάταγμα 398/1994 που αφορά τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας κατά την εργασία με οθόνες οπτικής απεικόνισης.
Οι αρεοπαγίτες ερμηνεύοντας την ισχύουσα νομοθεσία, έκριναν ότι η χορήγηση του επίμαχου διαλείμματος «υλοποιείται μετά από διαβουλεύσεις μεταξύ της εργοδοσίας και των εργαζομένων, δεδομένου ότι η οδηγία 90/270/ΕΟΚ δεν περιέχει διατάξεις δεκτικής άμεσης εφαρμογής, παρέχει μόνο γενικές κατευθύνσεις προς τα κράτη-μέλη, υποχρεούμενα να συμμορφωθούν και να εξειδικεύσουν το περιεχόμενο της».
Στο πλαίσιο αυτό, συνεχίζει η απόφαση, ακολούθησε το ΠΔ 398/1994 που περιέχει κατευθυντήριες οδηγίες εφαρμογής της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αφήνοντας σχετική ελευθερία για τον τρόπο επιλογής της συμμόρφωσης (διάλειμμα ή αλλαγή δραστηριότητας) το χρόνο του διαλείμματος, καθώς προβλέπεται μόνο ο ανώτερος χρόνος του και όχι ο ελάχιστος, κ.λπ.
Συγκεκριμένα, στον ‘Αρειο Πάγο είχε προσφύγει εκδότης εισιτηρίων του ΚΤΕΛ Μαγνησίας ο οποίος εργαζόταν με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου και ο οποίος χρησιμοποιούσε ηλεκτρονικό υπολογιστή από το 1990. Από τα δικαστήρια ζητούσε με βάση το επίμαχο ΠΔ 398/1994 και την διαιτητική απόφαση 9/1997 η οποία καθορίζει τις τους όρους αμοιβής και εργασίας των απασχολουμένων στα ΚΤΕΛ, να του καταβληθεί: 1) αποζημίωση για τις ώρες των διαλειμμάτων που δεν έλαβε, παρά τη νομοθετική πρόβλεψη, σε συνδυασμό με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού του εργοδότη (ΚΤΕΛ) και 2) χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο (απόφαση 85/2013) απέρριψε την αίτηση αναίρεσης του εργαζόμενου, καθώς στην επίμαχη διαιτητική απόφαση δεν αναφέρεται εάν έχει γίνει αποδοχή της υποχρέωσης του ΚΤΕΛ για τη χορήγηση του διαλείμματος, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγησή του.