Τέτοια μέρα, 2 Φεβρουαρίου 2006, με κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν οι τότε υπουργοί Επικρατείας, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης – Θ. Ρουσόπουλος, Γ. Βουλγαράκης και Αν. Παπαληγούρας, αντίστοιχα – αποκάλυψαν ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην Ελλάδα με πολιτικές και γεωστρατηγικές προεκτάσεις.
Ένα σκάνδαλο που είχε απ’ όλα: Μυστικές υπηρεσίες, περίεργους πράκτορες, παρακολουθήσεις, εμπλοκή Αμερικανών και Ρώσων και αστυνομική πλοκή που θα ζήλευαν και οι σκηνοθέτες του Χόλιγουντ. Το μέγα πρόβλημα είναι ότι ο ελληνικός λαός δεν έμαθε ποτέ την πλήρη αλήθεια για όλα όσα συνέβησαν εκείνη την περίοδο.
Το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών 2004-05 ήταν ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα. Αφορούσε τηλεφωνικές υποκλοπές σε βάρος σημαντικών δημοσίων και πολιτικών προσώπων κατά την περίοδο 2004-05. Οι υποκλοπές ουσιαστικά αποκαλύφθηκαν στις 4 Μαρτίου 2005, έπειτα από έναν έλεγχο ρουτίνας, που διεξήγαγε η εταιρία Vodafone στο λογισμικό της. Η κυβέρνηση όμως ενημερώθηκε στις 10 Μαρτίου και αποκάλυψε το γεγονός στην κοινή γνώμη στις 2 Φεβρουαρίου 2006, με κοινή συνέντευξή τύπου που έδωσαν οι υπουργοί Επικρατείας, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης (Θ. Ρουσόπουλος, Γ. Βουλγαράκης και Αν. Παπαληγούρας, αντίστοιχα). Αποκαλύφθηκε λοιπόν πως μέσω ειδικού λογισμικού που είχε εγκατασταθεί στην εταιρία, παρακολουθούνταν την περίοδο 2004-05 περίπου 100 τηλέφωνα με τη χρήση 14-16 καρτοκινητών «τηλεφώνων-σκιών», τα οποία κατέγραφαν τις συνομιλίες.
Μετά από δικαστική έρευνα δύο ετών που δεν απέδωσε αποτελέσματα, η υπόθεση μπήκε στο αρχείο τον Αύγουστο του 2008. Δύο χρόνια μετά, το 2010 η υπόθεση ξανάνοιξε με την εμφάνιση νέων στοιχείων που υποδείκνυαν υπόθεση κατασκοπείας με ανάμιξη ξένων μυστικών υπηρεσιών.
Με την υπόθεση των υποκλοπών συνδέθηκε και η υπόθεση του θανάτου του υπαλλήλου της Vodafone Κώστα Τσαλικίδη. Ο Τσαλικίδης που ήταν υπεύθυνος για την ανάπτυξη του δικτύου της εταιρείας Vodafone, βρέθηκε νεκρός στις 9 Μαρτίου 2005 μία μέρα πριν γνωστοποιηθεί στις αρχές η ύπαρξη του ύποπτου λογισμικού. Επίσημα ο θάνατός του, αποδόθηκε αρχικά σε αυτοκτονία, εκδοχή που υποστηρίχτηκε από το πρώτο δικαστικό πόρισμα. Η υπόθεση όμως άνοιξε ξανά το 2010 καθώς νέα στοιχεία έκαναν λόγο για στενή διασύνδεση του θανάτου με την υπόθεση των υποκλοπών και ενίσχυσαν την εκδοχή της δολοφονικής ενέργειας, χωρίς ωστόσο μέχρι σήμερα να έχει ξεκαθαριστεί τι συνέβη εκείνη τη θολή περίοδο.
Όλο το σκάνδαλο των υποκλοπών είχε από την αρχή πολλά κενά τα οποία δυστυχώς δεν φωτίστηκαν ποτέ. Τα τηλέφωνα μέσω των οποίων γινόταν η παρακολούθηση χρησιμοποιούσαν κάποιες κυψέλες (κεραίες) στις περιοχές Λυκαβηττού, κλινικής Λευκού Σταυρού, Πλατείας Μαβίλη και Πύργου Αθηνών. Τα μισά από αυτά ενεργοποιήθηκαν από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο του 2004, δηλαδή το διάστημα που προηγήθηκε των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ποιους παρακολουθούσαν οι κοριοί;
Τα ονόματα των πολιτικών και των δημοσίων προσώπων που παρακολουθούσε το λογισμικό ήταν τα ακόλουθα:
Καραμανλής Κωνσταντίνος, Μολυβιάτης Πέτρος, Σπηλιωτόπουλος Σπήλιος, Βουλγαράκης Γιώργος, Παπαληγούρας Αναστάσιος, Βαλληνάκης Γιάννης, Δήμας Σταύρος, Μπακογιάννη Θεοδώρα, Μαραβέλης Δημήτριος, Ιατροπούλου Αικατερίνη, Μεϊντάνη Μαρίνα, Μαρής Γεώργιος, Κόκα Αικατερίνη, Βαλληνδάς Γεώργιος, Φεργάδης Θεόδωρος, Ψυχογιός Γεώργιος, Αγγελάκης Δημήτριος, Χορευτάκη Γλυκερία, Γιαννόπουλος Νικόλαος, Μακρής Κων/νος, Μουρατίδης Αργύριος, Μπαρμπαρούση Δήμητρα, Βιτούνη Δέσποινα, Ρουμπινίδου Μιλάνα, Βουτσίνος Αλέξανδρος, Κακοταρίτης Ιωάννης, Σηφακάκης Ιωάννης, Κουλίδου Αναστασία, Τσιλιμάντος Γρηγόριος, Νικολίνας Ιωάννης, Νότας Αναστάσιος, Σόντις Θεόδωρος, Παυλίδης Πέτρος, Παπαντωνίου Ιωάννης, Πνευματικάκης Εμμανουήλ, Μοκτάρ Ραμζί, Ισκιάρ Αττίλα, Μαλούμ Μοχαμάτ Ουντίν, Αντουλάχ Τζαμάλ, Χουσεΐν Μοχάμετ Σαντίκ, Μοχαμάτ Μείμ, Χουσείν Μοχάμεν, Ιμπραχήμ Αχμάντ Τάρεκ, Καντίρ Αρης, Ταίρ Χερμίζ και Σαντί Αγιούμπι.
Σημειώνεται ότι οι ΗΠΑ είχαν αρνηθεί κάθε εμπλοκή με την υπόθεση, ενώ η ίδια η Vodafone δια μέσου του τότε αντιπροέδρου και διευθύνοντα συμβούλου της, Γ. Κορωνιά, ανέφερε τότε ότι η Πολιτεία είχε ενημερωθεί από την πρώτη στιγμή. Η Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) που ερεύνησε εκ των υστέρων την υπόθεση κατέθεσε αρχικά το πόρισμά της στη Βουλή σύμφωνα με το οποίο τα κέντρα παρακολούθησης ήταν τρία, ο αριθμός των τηλεφώνων που ήταν παγιδευμένα, απροσδιόριστος, ενώ ανέφερε πως η Vodafone είχε δώσει στην ΑΔΑΕ διαφορετική λίστα τηλεφώνων από αυτή που της είχε προσκομίσει η Ericsson η δεύτερη εταιρία που είχε εμπλακεί στην υπόθεση.
Παρόλα αυτά η Αρχή Διασφάλιση του Απορρήτου των Επικοινωνιών κατέθεσε και δεύτερο της πόρισμα το οποίο κατέληγε στο συμπέρασμα ότι χωρίς φυσικό αυτουργό μέσα από τη Vodafone δεν θα μπορούσαν να γίνονται οι παρεμβάσεις στο παράνομο λογισμικό. Πολλά χρόνια αργότερα, το 2010 από τις έρευνες των αρχών προέκυψε ότι ένα «άτομο – φαντομάς» ονόματι Πέτρος Μάρκου, αγόρασε με τιμολόγιο την 8η Ιουνίου του 2004, τέσσερις τηλεφωνικές συσκευές. Στην τέταρτη από αυτές τις συσκευές κάποιος έβαλε κάρτα SIM που αντιστοιχούσε στην “αμερικάνικη πρεσβεία” και επικοινωνούσε με άλλες γραμμές -κινητές ή σταθερές- της πρεσβείας, έως το Δεκέμβριο του 2004.
Το «σχέδιο Πυθία» κατά του Καραμανλή
Μαζί με την ανάκριση για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών προέκυψε και το αποκαλούμενο «σχέδιο Πυθία» το οποίο τελεσφόρησε τον Ιούνιο του 2015 με την έκθεση του επίκουρου Ανακριτή κατά της Διαφθοράς, Δημήτρη Φούκα. Η ανάκριση του δικαστικού λειτουργού αφορούσε τρεις δικογραφίες που συνενώθηκαν στην πορεία της έρευνας, οι οποίες αφορούσαν: το σχέδιο Πυθία 1, τις υποκλοπές, και υπόθεση παραβίασης μυστικών της Πολιτείας.
Το λεγόμενο «σχέδιο Πυθία» φέρεται να αποσκοπούσε στην άσκηση πίεσης και στον εξαναγκασμό της ελληνικής κυβέρνησης να αλλάξει πολιτική σε θέματα που αφορούσαν τις διεθνείς σχέσεις της χώρας με αποκορύφωμα ακόμη και τη φυσική εξόντωση του τότε πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή. Ο ίδιος ο τότε ανακριτή κατά της Διαφθοράς, Δημήτρης Φούκας έγραφε:
«Σκοπός των δραστών φαίνεται ότι ήταν η διακοπή της πολιτικής και οικονομικής προσέγγισης της Ελλάδας με τη Ρωσία που τότε είχε αρχίσει να διαμορφώνεται σε κρίσιμους τομείς, ειδικότερα της ενέργειας, των εξοπλισμών και των κρατικών προμηθειών». Για την δικογραφία αυτή ασκήθηκε ποινική δίωξη, μετά από εισαγγελική έρευνα με αφορμή καταγγελίες για σχέδιο δολοφονίας του κ. Καραμανλή, κατά αγνώστων δραστών για τα αδικήματα των «προπαρασκευαστικών πράξεων εσχάτης προδοσίας», «διατάραξης ομαλής λειτουργίας του Πολιτεύματος» και «αποστέρησης του πρωθυπουργού από την ενάσκηση της εξουσίας, που του παρέχει το Σύνταγμα».
Παράλληλα για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, στην οποία ήταν κατηγορούμενος για κατασκοπεία και ένας 65χρονος πρώην υπάλληλος της Αμερικανικής Πρεσβείας, ο κ. Φούκας επιβεβαίωνε ότι, από τον Αύγουστο του 2004 μέχρι και το Μάρτιο του 2005, ένας Αμερικανός πράκτορας επιχείρησε με πρόθεση να λάβει σε γνώση του απόρρητες πληροφορίες που αφορούσαν στα συμφέροντα της Ελληνικής Δημοκρατίας μέσω τηλεφωνικών υποκλοπών. Από τα στοιχεία του ανακριτή προέκυψε πως η σύζυγος του συγκεκριμένου προσώπου ήταν εκείνη που είχε αγοράσει τα καρτοκινητά-σκιές από την Ακτή Μιαούλη με το ψευδώνυμο Πέτρος Μάρκου.
Ο πράκτορας αυτός φαίνεται να ήταν γνωστός με το όνομα William Bazil με καταγωγή από την Κάρπαθο, όλοι τον ήξεραν αλλά κανείς δεν τον συνέλαβε ποτέ. Μετά την αποκάλυψη των υποκλοπών ο εν λόγω πράκτορας εξαφανίστηκε από την Ελλάδα και η τύχη του αγνοείται, όπως και η τύχη όλων των παραπάνω δικογραφιών. Ο λαός δεν έμαθε ποτέ την αλήθεια για ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που συγκλόνισαν την Ελλάδα και η ζωή συνεχίζεται…
Πηγή newsbomb.gr