Η δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η ΔΕΗ, αλλά και η εντυπωσιακή αύξηση που παρουσιάζεται στις τιμές των ρύπων, αναγκάζει την διοίκηση της επιχείρησης, αλλά και την κυβέρνηση να εξετάζουν και εναλλακτικά σενάρια προκειμένου η μεγαλύτερη ελληνική βιομηχανία να πάει στα βράχια. Στα πλάνα αυτά περιλαμβάνονται και αυξήσεις στα τιμολόγια, όπως άλλωστε έχει αφήσει πολλές φορές ορθάνοιχτο ο αρμόδιος υπουργός Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης.
Μεταξύ των σεναρίων περιλαμβάνεται ακόμη και «πέναλτι» σε όσους επιλέγουν να λαμβάνουν σε χαρτί και όχι ηλεκτρονικά τον λογαριασμό του ρεύματος, όπως επίσης και η μείωση της έκπτωσης του 15% για την εμπρόθεσμη εξόφληση του λογαριασμού.
Στο εσωτερικό της ΔΕΗ, έχει εκπονηθεί συγκεκριμένο σχέδιο, το οποίο μπορεί μεν να είναι ως υπόθεση εργασίας, ωστόσο δεν αποκλείεται να μπει σε εφαρμογή εφόσον, η κατάσταση δυσχεράνει ακόμη περισσότερο ή δεν υπάρξουν άμεσα αποτελέσματα στην προσπάθεια ελέγχου το κόστους λειτουργίας της εταιρίας.
Στο επιχειρησιακό πλάνο της δημόσιας εταιρίας, που εκπόνησε η McKinsey & Company και ο πρόεδρος Μανόλης Παναγιωτάκης, έχουν γίνει συγκεκριμένες υποδείξεις προκειμένου η εταιρία να μειώσει την έκθεσή της στους κινδύνους της αγοράς προμήθειας, αλλά και για να κρατήσει τους «καλούς πελάτες». Και κυρίως στη χαμηλή και μέση τάση.
Οι προτάσεις αυτές, λόγω του ανοίγματος της αγοράς ηλεκτρισμού και της αλίευσης καταναλωτών από τους εναλλακτικούς προμηθευτές, αποσκοπούν ουσιαστικά στην οικονομική προστασία της ΔEΗ, ώστε να μην καταλήξει να έχει ένα χαρτοφυλάκιο με οικονομικά ευάλωτους ή τους κακοπληρωτές. Επίσης οι συστάσεις στοχεύουν στη θωράκισή της και από τις έντονες διακυμάνσεις της Οριακής Τιμής του Συστήματος. Πέραν της αναμόρφωσης του brand name, της παροχής εναλλακτικών ενεργειακών προϊόντων και υπηρεσιών αλλά και της διαμόρφωσης μιας πιο πελατοκεντρικής πολιτικής, το επιχειρησιακό πλάνο προτείνει:
1. Την επιβολής χρέωσης σε όσους πελάτες επιθυμούν την αποστολή των λογαριασμών τους σε έντυπη μορφή.
2. Τη μείωση του ποσοστού έκπτωσης σε όσους πελάτες πληρώνουν εντός προθεσμίας τους λογαριασμούς ρεύματος.
3. Τη συγχώνευση κλιμακίων κατανάλωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως προκύπτουν αυξήσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών.
4. Την αύξηση του παγίου που πληρώνουν οι πελάτες της ή την καθιέρωση ρήτρας Οριακής Τιμής Συστήματος. Τον τελευταίο όρο τον έχουν συμπεριλάβει οι εναλλακτικοί προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στις συμβάσεις τους με τους καταναλωτές. Οπότε, όταν η ΟΤΣ υπερβαίνει συγκεκριμένα όρια, το κόστος μετακυλίεται στους καταναλωτές.
Οι ρύποι και τα ΥΚΩ
Τα νοικοκυριά, όμως, και οι επιχειρήσεις που ηλεκτροδοτούνται από τη ΔEΗ είναι αντιμέτωποι με έναν πραγματικό κι έναν πιθανό κίνδυνο αύξησης των τιμολογίων ρεύματος.
Ο πρώτος έχει να κάνει με το κόστος των δικαιωμάτων CO2. Ως γνωστόν, οι ενεργοβόρες εταιρίες και περισσότερο οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας με ρυπογόνες μονάδες αγοράζουν από το ευρωπαϊκό χρηματιστήριο δικαιώματα CO2. Η πολιτική της Ε.Ε. για καθαρότερες μορφές ενέργειας έχει εκτοξεύσει τις τιμές διοξειδίου του άνθρακα. Είναι ενδεικτικό ότι τις τελευταίες μέρες κινούνται στα επίπεδα των 19 ευρώ ανά τόνο, όταν πέρυσι ήταν μόλις στα 7 ευρώ ανά τόνο. Οι προβλέψεις μιλούν για ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των τιμών.
Η ΔEΗ στο πρώτο εξάμηνο του έτους δαπάνησε συνολικά 107,2 εκατ. ευρώ, όταν πέρυσι την ίδια περίοδο διέθεσε 60,9 εκατ. ευρώ. Ο ίδιος ο υπουργός ΠΕΝ αναγνωρίζει αυτό το κόστος, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο μετακύλισης του κόστους στα τιμολόγια, σημειώνοντας την αντίστοιχη πρακτική που ακολουθούν οι ιδιωτικές εταιρίες προμήθειας και παραγωγής ρεύματος. Μάλιστα υπάρχει στα συμβόλαια με τους πελάτες τους σχετική ρήτρα CO2.
Οι αποφάσεις της εταιρίας θα ληφθούν αφού συνυπολογιστούν οι επιπτώσεις σε βάθος εξαμήνου. Το πιο πιθανό είναι και η ΔEΗ να καθιερώσει τέτοια ρήτρα.
Ο δεύτερος κίνδυνος έχει να κάνει με τις χρεώσεις Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ). Η δημόσια επιχείρηση διεκδικεί για ΥΚΩ (ηλεκτροδότηση νησιών, ΚΟΤ κ.λπ.) που παρείχε μετά το 2011 και δεν της είχαν δοθεί ποσό άνω των 700 εκατ. ευρώ.
Με απόφασή της πέρυσι η ΡΑΕ είχε απορρίψει το μισό ποσό και η κυβέρνηση χορήγησε στην εταιρία μέσω του κοινωνικού μερίσματος τα 375 εκατ. ευρώ. Η ΔEΗ συνέχισε όμως να διεκδικεί τα υπόλοιπα 360 εκατ. ευρώ δικαστικά, προσφεύγοντας στο ΣτΕ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΣτΕ δεν απέρριψε την προσφυγή της ΔEΗ αλλά παρέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο, αναγνωρίζοντας ουσιαστικά τα επιχειρήματά της περί λανθασμένης απόφασης της ΡΑΕ. Στην περίπτωση που η δημόσια εταιρία δικαιωθεί, τότε τα 360 εκατ. ευρώ η εταιρία είτε θα πρέπει να τα ανακτήσει με αυξήσεις από τα τιμολόγια, είτε να της τα χορηγήσει και πάλι το κράτος.