Σύμφωνα με το «Εθνος της Κυριακής», υψηλόβαθµος υπάλληλος παρακολουθούσε, χωρίς να έχει εξουσιοδότηση, εγκαταστάσεις, αποβάθρες και αµαξοστάσια
Διάτρητο εµφανίζεται το σύστηµα προστασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα στη ΣΤΑΣΥ (Σταθερές Συγκοινωνίες), δηλαδή την εταιρεία που είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία του µετρό και των υπόλοιπων µέσων σταθερής τροχιάς.
Επί σειρά µηνών, όλο το βιντεοληπτικό υλικό από κάµερες που βρίσκονται παντού στις εγκαταστάσεις του µετρό, δηλαδή από τους σταθµούς, τις αποβάθρες, τους χώρους εργασίας έως και τα αµαξοστάσια, βρισκόταν στη διάθεση µη εξουσιοδοτηµένου γι’ αυτό εργαζοµένου της εταιρείας και συγκεκριµένα υπαλλήλου που κατέχει υψηλόβαθµη θέση στο Τµήµα Ασφαλείας ∆ικτύου και Εγκαταστάσεων. Ο συγκεκριµένος εργαζόµενος όχι µόνο δεν είχε την απαραίτητη εξουσιοδότηση για κάτι τέτοιο, αλλά είχε φροντίσει -µε την ανοχή των ανωτέρων του- να ζητήσει και να µεταφέρει και τον σχετικό εξοπλισµό στο γραφείο του, προκειµένου να παρακολουθεί ανενόχλητος όλες τις κινήσεις στο δίκτυο του µετρό.
Ακολούθησαν καταγγελίες των εργαζοµένων για εκβιασµούς, απειλές, ακόµα και υποβιβασµό υπαλλήλων από θέσεις που κατείχαν, οι οποίες οδήγησαν στη συγκρότηση τριµελούς επιτροπής εξέτασης του περιστατικού. Η επιτροπή, ύστερα από τη διερεύνηση που έκανε, κατέληξε στην έκδοση ενός πορίσµατος-καταπέλτη για όλους τους εµπλεκόµενους.
Οπως επισηµαίνουν στο «Εθνος της Κυριακής» πηγές κοντά στην υπόθεση, όλα ξεκίνησαν προκειµένου ο συγκεκριµένος υψηλόβαθµος υπάλληλος να µπορεί να «παρακολουθεί» τους εργαζοµένους της εταιρείας. Αν και αυτό δεν είναι κάτι που προβλέπεται από κανέναν κανονισµό, το ζήτηµα αποκτά άλλες διαστάσεις αν σκεφθεί κανείς ότι µαζί µε τους εργαζοµένους, υπό... παρακολούθηση βρίσκονταν καθηµερινά και οι περίπου 1 εκατ. επιβάτες που µετακινούνται µε το µετρό στις τρεις γραµµές της λειτουργίας του.
Από τη διερεύνηση της υπόθεσης από την επιτροπή φαίνεται ότι ο υπάλληλος ήδη από τον περασµένο Φεβρουάριο είχε αιτηθεί τη µεταφορά του καταγραφικού των γραµµών 2 και 3 από το γραφείο που ήταν εγκατεστηµένο στο αµαξοστάσιο των Σεπολίων, στο δικό του γραφείο, στο κτίριο της διοίκησης της εταιρείας στο κέντρο. Οµοίως ζητούσε και τη µεταφορά του καταγραφικού της γραµµής 1 στο γραφείο του. Η συγκεκριµένη αίτηση µάλιστα έφερε και την υπογραφή του τότε προϊσταµένου του, ο οποίος πλέον έχει αποχωρήσει από την εταιρεία και είναι αποσπασµένος σε πολιτικό γραφείο. Οπως αναφέρουν πηγές µε γνώση της υπόθεσης, ο υψηλόβαθµος υπάλληλος του Τµήµατος Ασφαλείας από το γραφείο του είχε πλέον τη δυνατότητα όχι µόνο να παρακολουθεί σε πραγµατικό χρόνο την εικόνα από τις κάµερες στο δίκτυο των τριών γραµµών, αλλά και να καταγράφει και να αποθηκεύει βίντεο από την εικόνα αυτών των καµερών.
Ζήτησε νέους υπολογιστές
Ωστόσο η υπόθεση δεν σταµατά εδώ, καθώς η διερεύνηση έδειξε ότι αµέσως µετά τη µεταφορά των δύο καταγραφικών στο γραφείο του, ο υπάλληλος ζήτησε και την αντικατάσταση των ηλεκτρονικών υπολογιστών των καταγραφικών από νέους, οι οποίοι είχαν στο µεταξύ αγοραστεί µαζί µε µία οθόνη.
Τελικώς, όπως προέκυψε, οι υπολογιστές, για την αγορά των οποίων ο εν λόγω εργαζόµενος είχε προτείνει να προχωρήσει µε απευθείας ανάθεση από συγκεκριµένη εταιρεία και µάλιστα µε κατεπείγουσα διαδικασία, κάτι που τελικά δεν έγινε, ήταν ακατάλληλοι. Και αυτό γιατί δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις για την εγκατάσταση και λειτουργία των εφαρµογών επιτήρησης των καµερών και ανάκτησης βίντεο, γεγονός που καταδεικνύει ότι δεν είχε προηγηθεί καν η απαραίτητη συνεργασία µε τις υπηρεσίες Πληροφορικής.
Να σηµειωθεί ότι εξουσιοδότηση για το βιντεοληπτικό υλικό της ΣΤΑΣΥ, ώστε να ανατρέχουν σε αυτό σε περιπτώσεις αιτήµατος της Αστυνοµίας κ.λπ., έχουν µόνο δύο επόπτες ασφαλείας και το δικαίωµα αυτό δεν το είχε ποτέ ο εν λόγω υπάλληλος, ο οποίος όπως προέκυψε από τη διερεύνηση της υπόθεσης είχε και τους κωδικούς των καταγραφικών.
«Από το καλοκαίρι είχαν φτάσει σε µας καταγγελίες εργαζοµένων για το θέµα ότι ο συγκεκριµένος άνθρωπος παρακολουθούσε τα πάντα, έχοντας µάλιστα µεταφέρει παράνοµα το καταγραφικό µηχάνηµα στο γραφείο του και έστελνε αναφορές στη διοίκηση της εταιρείας µε αποτέλεσµα να "ξηλώνονται" εργαζόµενοι για ψύλλου πήδηµα. Είχαµε καταγγελίες για απειλές και τροµοκράτηση εργαζοµένων», επισηµαίνει στο «Εθνος της Κυριακής» ο πρόεδρος του Σωµατείου Λειτουργίας του µετρό (ΣΕΛΜΑ), Σπύρος Ρεβύθης.
Αλλες πηγές της εταιρείας σηµειώνουν µάλιστα ότι αυτή η «παρακολούθηση» είχε ως αποτέλεσµα να υποβιβαστούν σε απλούς υπαλλήλους εργαζόµενοι που κατείχαν έως τότε άλλες θέσεις, µόνο και µόνο γιατί αντέδρασαν σε αυτήν την πρακτική και είχαν ενηµερώσει ότι γνώριζαν τι συµβαίνει και ότι καταγράφονται τα πάντα.
Το θέµα έφερε στο ∆Σ της εταιρείας ο κ. Ρεβύθης και ακολούθησε η σύσταση τριµελούς επιτροπής για τη διερεύνησή του. Το πόρισµα της επιτροπής, στο οποίο καταγράφεται όλη η αλληλογραφία αλλά και κάθε άλλο έγγραφο που σχετίζεται µε την υπόθεση, επιρρίπτει ευθύνες και καταλήγει σε δύο βασικά συµπεράσµατα, σύµφωνα µε τα οποία:
Ο υψηλόβαθµος υπάλληλος του Τµήµατος Ασφαλείας ∆ικτύου και Εγκαταστάσεων δεν κατείχε καµία αρµοδιότητα, ούτε και εξουσιοδότηση να παρακολουθεί µέσω καµερών τους χώρους των γραµµών 1, 2 και 3 του δικτύου της ΣΤΑΣΥ, και πολύ περισσότερο να καταγράφει, αποθηκεύει και ανακτά βίντεο από το σύστηµα κλειστού κυκλώµατος τηλεόρασης και να το διαθέτει ο ίδιος σε τρίτους. Ο ίδιος εξάλλου σε επικοινωνία µε την ιεραρχία του αναφέρει ότι την εξουσιοδότηση για την ανάκτηση αποθηκευµένου βιντεοληπτικού υλικού από το σύστηµα βιντεοεπιτήρησης κατέχουν δύο επόπτες ασφαλείας και µόνο.
Η ιεραρχία του συγκεκριµένου υπαλλήλου αφήνει έκθετη την εταιρεία καθόσον επιδεικνύει µια ανοχή ή αδιαφορία για τις πράξεις του τόσο για τη µεταφορά του εξοπλισµού βιντεοεπιτήρησης στο γραφείο του και την απόκτηση των κωδικών πρόσβασης, κατόπιν προφορικού του αιτήµατος στον εξουσιοδοτηµένο για την κατοχή τους υφιστάµενό του, όσο και για την προµήθεια νέου εξοπλισµού, ο οποίος τελικά κρίθηκε ακατάλληλος προς χρήση.
«Τρύπα» στα προσωπικά δεδοµένα και προµήθεια ακατάλληλου εξοπλισµού
Η επιτροπή προχώρησε και σε διαπιστώσεις για τη λειτουργία της εταιρείας. Συγκεκριµένα κάνει λόγο για «έλλειψη διαδικασιών προς εναρµόνιση µε την κείµενη νοµοθεσία που αφήνουν έκθετη την εταιρεία έναντι της Αρχής Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα σε περίπτωση ελέγχου ή/ και καταγγελιών», ενώ κάνει αναφορά και στη διεξαγωγή προµηθειών ακατάλληλου εξοπλισµού χωρίς καµία τεκµηρίωση µερικές φορές, οι οποίες γίνονται «παρά το άκρως γραφειοκρατικό σύστηµα προµηθειών της εταιρείας».
Επιπλέον, σηµειώνεται ότι κρίνεται απαραίτητη η ιδιαίτερη επιφύλαξη της εταιρείας για την περίπτωση καταγραφής, αποθήκευσης και χρήσης βιντεοληπτικού υλικού από οποιονδήποτε είχε δυνατότητα πρόσβασης στο σχετικό σύστηµα, πέραν των εξουσιοδοτηµένων, µετά τη µεταφορά και εγκατάστασή του στο γραφείο του «αξιωµατούχου» και µέχρι την αποξήλωσή του.
Κατόπιν της παρουσίασης του πορίσµατος στη συνεδρίαση του ∆ιοικητικού Συµβουλίου της εταιρείας πριν από λίγες ηµέρες, ο συγκεκριµένος υπάλληλος κλήθηκε να υποβάλει έγγραφη απολογία, όπως προβλέπει ο κανονισµός, ενώ εντός των προσεχών ηµερών αναµένεται να περάσει και από το Πειθαρχικό Συµβούλιο της εταιρείας.
Σύµφωνα µε πληροφορίες, στην έγγραφη απολογία υπάρχει παραδοχή της υπόθεσης από τον υπάλληλο, ο οποίος υποστηρίζει ότι όλα έγιναν ερήµην των υπολοίπων.
Να σηµειωθεί ότι βάσει παλαιότερης απόφασης της Αρχής Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία δεν σχετίζεται µε τη συγκεκριµένη υπόθεση, καθώς αναφέρεται στη λειτουργία καµερών επιτήρησης εντός των συρµών, τονίζονται χαρακτηριστικά οι κατευθύνσεις ως προς την προστασία των προσωπικών δεδοµένων χωρίς να µένει καµία πιθανότητα παρερµηνείας, αφού υπογραµµίζεται µεταξύ άλλων ότι «ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να λαµβάνει τα κατάλληλα οργανωτικά και τεχνικά µέτρα για το απόρρητο και την ασφάλεια των δεδοµένων, καθώς και για την προστασία τους από κάθε µορφή αθέµιτης επεξεργασίας». Τονίζεται µάλιστα ότι πρόσβαση σε αυτά τα στοιχεία πρέπει να έχουν µόνο εξουσιοδοτηµένα άτοµα.