Σήμερα Σάββατο 30η Μαρτίου 2019 στά πλαίσια τετραήμερης Ποιμαντικῆς περιοδείας του στό ἀκριτικό Καστελλόριζο, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μας κ. Χρυσόστομος, δικαιώνοντας ἐμπράκτως πέραν τῶν ἄλλων, τήν ἀπόδοση ἐκ τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς τιμῆς τοῦ τίτλου του ὡς «ὑπερτίμου καί ἐξάρχου νοτίου Αἰγαίου πελάγους», μετέβη μέ ἐπιχειρησιακό φουσκωτό σκάφος στήν Νησίδα τῆς Ρῶ, ὡς Κανονικός αὐτῆς Ποιμενάρχης, ὅπου τέλεσε τήν Θεία Λειτουργία πρός χάριν τῶν στρατευμένων παιδιῶν τῆς Πατρίδας μας μέ συλλειτουργό του τόν Διάκονό του π. Γεώργιο Κακακιό, συνοδευόμενος ἀπό τόν Στρατιωτικό Διοικητῆ ΔΑΝ Μεγίστης καί ἄλλα στελέχη τοῦ ἐκεῖ Σχηματισμοῦ.
Στό ἀπέριττο ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῆς Ρῶ, τελέστηκε μέ τήν τυπική σειρά του ὁ Ὄρθρος καί ὁ λειτουργός Μητροπολίτης μας, εὐλαβικά προσκόμισε τά τίμια Δῶρα στόν Ποιητῆ οὐρανοῦ καί γῆς, ἐνῶ μελωδικώτατα ἔψαλλαν ἀμοιβαδόν οἱ Ἱεροψάλτες κ. Ἐμμανουήλ Κυπριώτης καί κ. Κων/νος Δέδες. Ἡ Θεία Μυσταγωγία ὁλοκληρώθηκε ἥρεμα καί κατανυκτικά στό ταπεινό αὐτό Ναΰδριο τοῦ Τροπαιοφόρου Ἁγίου, ὅπου οἱ συμμετέχοντες προσέγγισαν τίς καρδιές τους προσευχητικά, «εἰκονίζοντες μυστικῶς τά Χερουβίμ καί προσάδοντες τῇ ζωοποιῷ Τριάδι τόν Τρισάγιον Ὕμνον». Πολλοί ἐκ τῶν στρατιωτῶν προσῆλθαν στό Ποτήριο τῆς Ζωῆς, ἐνῶ μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας ὁ Σεβασμιώτατος τέλεσε Τρισάγιο ἐπί τοῦ τάφου, ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ἡρωϊκῆς «Κυρᾶς τῆς Ρῶ», Δέσποινας Ἀχλαδιώτη, πού ἀναπαύεται κάτω ἀπό τόν ἱστό τῆς Ἑλληνικῆς Σημαίας πού ὕψωνε ἐκεῖ ἐπί σαράντα ὁλόκληρα χρόνια.
Κατόπιν οἱ Ἐθνοφύλακες τοῦ Ἐθνικοῦ μας Ἀρχιπελάγους, προσέφεραν εὐγενῶς καφέ στόν Σεβ. Μητροπολίτη μας καί τήν συνοδεία του, ἐνῶ ἐκεῖνος τούς συνεχάρη ἐγκαρδίως, ἐπαινώντας τήν συνέπεια πού ἐπιδεικνύουν καθημερινά στήν ἐπιτέλεση τῆς ἱερῆς ἀποστολῆς τους, ἡ ὁποία στοχεύει στήν ἄμυνα τῆς Χώρας, τήν ὑπεράσπιση τῆς Ἐθνικῆς μας ἀνεξαρτησίας καί τήν ἐδαφική ἀκεραιότητα τῆς Πατρίδας, μεταφέροντας τίς εὐχαριστίες, τήν ἀγάπη καὶ τήν συμπαράσταση ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Τέλος ὡς εὐλογία καί ἐλάχιστο δεῖγμα τῆς πατρικῆς του ἀγάπης, πρόσφερε στόν καθένα ἐπιστήθιο Σταυρό καί κομποσκοίνι προσευχῆς μοναστηριακά χειροποίητα ἐργόχειρα, φυλακτά καί εἰκονίδιο μέ τήν Παναγία, τήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό τοῦ Ἔθνους μας.
Ἐπρόκειτο ἀναμφίβολα γιά μιά εὐλογημένη ποιμαντική πρωτοβουλία, ἡ ὁποία χαροποίησε ὄχι μόνον τόν Σεβασμιώτατο, ἀλλά πρωτίστως τούς ἀκρίτες στρατιῶτες τῆς ἀκρώρειας αὐτῆς τῆς Ἑλλάδας, διότι εἶχαν τήν εὐκαιρία, μεσούσης τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς νά συναντήσουν καί νά δεχτοῦν στόν χῶρο τους τόν Ποιμενάρχη μας, δεχόμενοι μεγάλο ἐπιστηριγμό καί πνευματική ἐνίσχυση. Διαπίστωση ὅλων εἶναι τὸ ἀκμαιότατο ἠθικό, ἡ ἄρτια ὀργάνωση καὶ ἐκπαίδευση, ἡ δυναμικὴ παρουσία τῶν στελεχῶν καί τῶν ἐφέδρων, καθώς καὶ ἡ προθυμία καθενός στήν καθημερινὴ ἐκτέλεση τῆς ἐθνικῆς ἀποστολῆς του.
Δραττόμενοι τῆς εὐκαιρίας ἀναφέρουμε ὁρισμένα στοιχεῖα γιά τήν ἡρωϊκή Δέσποινα Ἀχλαδιώτη (1890-1982) γνωστότερη ὡς «Κυρὰ τῆς Ρῶ», ἡ ὁποία ὑπῆρξε μέλος τῆς Ἀντίστασης κατὰ τὴν περίοδο τῆς ξένης κατοχῆς τῶν Δωδεκανήσων καὶ ἐπὶ 40 χρόνια (ἀπὸ τὸ 1943 ὡς τὸ θάνατό της) ὕψωνε τὴν Ἑλληνικὴ σημαία στήν ἀκριτικὴ νησίδα τῆς Ρῶ κάθε πρωὶ καὶ τήν κατέβαζε μὲ τήν δύση τοῦ ἡλίου. Στήν Ρῶ εἶχε ἐγκατασταθεῖ μὲ τὸν σύζυγό της καὶ τὴν τυφλὴ μητέρα της ἀπὸ τὸ 1924.
Βραβεύτηκε ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν (1975), τὸ Πολεμικὸ Ναυτικό, τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τὸν Δῆμο Ρόδου, τὴν Ἐθνικὴ Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος καὶ ἄλλους φορεῖς. Τὸ Ὑπουργεῖο Ἐθνικῆς Ἀμύνης ἔστειλε ναυτικὸ ἄγημα καὶ ἀντιπροσωπεία τοῦ ΓΕΝ στό Καστελλόριζο ὅπου, στίς 23 Νοεμβρίου 1975, τῆς ἀπένειμε τὸ μετάλλιο γιά τὴν πολεμικὴ περίοδο 1941-1944, για τὶς «προσφερθεῖσες ἐθνικὲς ὑπηρεσίες της», ὅπως ἀνέφερε ἡ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθνικῆς Ἀμύνης.
Ἀπεβίωσε σὲ ἡλικία 92 ἐτῶν, στό νοσοκομεῖο τῆς Ρόδου, στίς 13 Μαΐου τοῦ 1982. Ἡ κηδεία της ἔγινε δημοσίᾳ δαπάνῃ στό Καστελλόριζο, παρουσίᾳ τοῦ τότε Ὑφυπουργοῦ Ἐθνικῆς Ἀμύνης Ἀντωνίου Δροσογιάννη καὶ ἡ σορὸς της μεταφέρθηκε στήν ἀγαπημένη της Ρῷ, ὅπου καὶ ἐτάφη κάτω ἀπὸ τὸν ἱστὸ τῆς σημαίας πού ὕψωνε, ἀκυρώνοντας στήν πράξη ἐπ΄ ἐσχάτων ἀπαιτήσεις γιά ὑποτιθέμενες «γκρίζες ζῶνες» καί διατρανώνοντας μέ τόν πλέον εὐγλωττότερο τρόπο τήν ἑλληνικότητα τοῦ Αἰγαίου καί τῆς συστάδων τῶν Νήσων τῆς Μεγίστης.
ΕΨΗΦΙΣΜΕΝΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΥΜΗΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
(κατά κόσμον Νικόλαος Πίτσης τοῦ Δημοσθένους)
Ἐγεννήθη ἐν Κῷ Δωδεκανήσου τό ἔτος 1967. Διήκουσε τά ἐγκύκλια μαθήματα ἐν αὐτῇ. Τό δέ ἔτος 1981 ἐνεγγράφη εἰς τήν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἀθωνιάδα Σχολή ἐκ τῆς ὁποίας ἔλαβε τό Ἀπολυτήριον τοῦ Λυκείου. Ἐν συνεχείᾳ ἐφοίτησεν εἰς τήν Θεολογικήν Σχολήν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί κατά τήν ἑορτήν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τό ἔτος 1985 ἐκάρη μοναχός ὑπό τοῦ τότε Καθηγουμένου (καί νῦν Προηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῶν Ἰβήρων) τῆς Ἱερᾶς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Σταυρονικήτα Πανοσ. Ἀρχιμ. Βασιλείου Γοντικάκη. Διάκονος ἐχειροτονήθη ὑπό τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ροδοστόλου κ. Χρυσοστόμου, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε καί μαθητής τῇ 8ῃ Ἀπριλίου 1991. Πρεσβύτερος ἐχειροτονήθη ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σεβαστείας κ. Δημητρίου τῇ 25ῃ Σεπτεμβρίου 1995 ἐν τῷ Καθολικῷ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς μετανοίας του. Τό ἔτος 1998 ἐπέστρεψε εἰς τήν γενέτειράν του καί τοποθετήθηκε ἱερατικῶς προϊστάμενος ἐν τῇ Ἐνορίᾳ Ἁγίου Παύλου Λινοποτίου, τήν ὁποίαν ἀνεκαίνισε ἐκ βάθρων, οἰκοδομήσας διά τάς ἀνάγκας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἰδίᾳ μερίμνῃ καί φροντίδι, Ἱερόν Ναόν-Βαπτιστήριον ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Τό 2004 διορίστηκε ἱερατικῶς προϊστάμενος ἐν τῇ Ἐνορίᾳ Ἁγίας Παρασκευῆς πόλεως Κῶ καί τοποθετήθηκε ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κώου καί Νισύρου κυροῦ Αἰμιλιανοῦ Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κώου καί Νισύρου, θέση εἰς τήν ὁποίαν ἐπανετοποθετήθη τό ἔτος 2009 ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κώου καί Νισύρου κ. Ναθαναήλ ἥν διετήρησε μέχρι τῆς ἐκλογῆς του εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Σύμης.