Καρότο και μαστίγιο» επιφυλάσσει η Δικαιοσύνη σε υπερχρεωμένα νοικοκυριά, λειτουργώντας ακόμα και υπερπροστατευτικά απέναντι σε καλόπιστους δανειολήπτες που επλήγησαν ανεπανόρθωτα από την οικονομική κρίση, αλλά και αφήνοντας απροστάτευτους όσους βρέθηκαν δολίως σε αδυναμία πληρωμής των χρεών τους υπερδανειζόμενοι, διάγοντας πολυτελή ζωή ή εντελώς εκτός ορίων του επιπέδου των εισοδημάτων και της περιουσίας τους.

Η υπαγωγή των υπερχρεωμένων νοικοκυριών στις προστατευτικές διατάξεις του «Νόμου Κατσέλη» έχει πολλές φορές διχάσει τη νομολογία των δικαστηρίων, καθώς συχνά αντιμετωπίζουν υποθέσεις που εμφανίζουν και χαοτικές διαφορές μεταξύ τους όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά που καλούνται να συνεκτιμήσουν, προκειμένου να παράσχουν στους δανειολήπτες την αξιούμενη προστασία.

Καταβολή ποσών

Από τη μία μεριά με αποφάσεις-ανάσα η Δικαιοσύνη περιορίζει σημαντικά την υποχρέωση καταβολής ποσών, φτάνοντας ακόμα και σε μηδενικές καταβολές για υπερχρεωμένα νοικοκυριά που έχουν περιέλθει χωρίς δική τους ευθύνη σε τραγική οικονομική κατάσταση, εξαιτίας των γνωστών περικοπών που έφερε η οικονομική κρίση, ενώ παράλληλα προφυλάσσει την κύρια κατοικία τους από τον κίνδυνο να βγει αμέσως «στο σφυρί», διασώζοντάς την έναντι περιορισμένου τιμήματος, που προσδιορίζεται συνήθως με μικρές δόσεις, σε βάθος χρόνου και έπειτα από κάποια περίοδο χάριτος.

Από την άλλη επιφυλάσσει όμως και αποφάσεις-θηλιά για πολλούς, εφόσον φέρουν ευθύνη για την αδυναμία πληρωμής στην οποία περιήλθαν και στους οποίους αρνείται την υπαγωγή στον «Νόμο Κατσέλη» όχι μόνο γιατί λειτούργησαν δολίως (π.χ. παραπλανώντας με πλαστά και ψευδή στοιχεία ή αποκρύπτοντας άλλα για να πετύχουν τον δανεισμό) αλλά και γιατί υπερδανείστηκαν σε βαθμό αλόγιστο, κατασπαταλώντας περιουσιακά στοιχεία, ζώντας πολύ πέραν των ορίων που τους επέτρεπε η περιουσιακή τους κατάσταση.

Κρίθηκε δηλαδή ότι η προστασία τέτοιων περιπτώσεων, με πιθανώς χαριστική άφεση του χρέους, θα οδηγούσε σε σημαντικές αδικίες σε βάρος όσων έχουν δανειστεί και αγωνίζονται για να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, ενώ μια γενικευμένη πρακτική αθέτησης των συμβατικών υποχρεώσεων -τονίζουν οι αποφάσεις αυτές- θα είχε δραματικές επιπτώσεις στην οικονομία, την ανάπτυξη και την απασχόληση.

Στο ζήτημα της δόλιας αδυναμίας πληρωμής υπάρχει μάλιστα τον τελευταίο καιρό μια μεταστροφή της νομολογίας προς το αυστηρότερο, αφού έχει μπει «στο μικροσκόπιο» των δικαστηρίων και το ζήτημα του «ενδεχόμενου δόλου», που μπορεί να αποκλείει την προστασία του «Νόμου Κατσέλη» σε όσους είχαν προβλέψει από την αρχή ότι ήταν αδύνατο να ξεπληρώσουν τις οφειλές τους, αλλά παρ’ όλα αυτά συνέχισαν απτόητοι τον υπερδανεισμό (με στεγαστικά, καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες) ακόμα και σε περίοδο οικονομικής κρίσης, χωρίς να φροντίσουν να διατηρήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, αλλά κάνοντας σπατάλες.

Ευθύνη
Παράλληλα οι δικαστικές αποφάσεις δεν αφήνουν στο απυρόβλητο και τους δανειστές, αφού συχνά καταλογίζουν ευθύνη στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εξαιτίας της επιθετικής πολιτικής τους και των υψηλών επιτοκίων δανεισμού, ενώ άλλοτε ζητούν άσκηση δίωξης επειδή δεν φρόντισαν να ελέγξουν προηγουμένως την αφερεγγυότητα κάποιων δανειζομένων, την αδυναμία τους να καλύψουν με επαρκείς εμπράγματες ασφάλειες (υποθήκες κ.λπ.) το χρέος.

Ταυτόχρονα εκκρεμούν σε Ειρηνοδικεία και Πρωτοδικεία της χώρας δεκάδες χιλιάδες αιτήσεις υπαγωγής στον Ν. 3869/10 ύστερα από επανυποβολή των σχετικών στοιχείων και δικαιολογητικών επικαιροποιημένων και πάρα πολλές οικογένειες ζουν με την αγωνία μιας δικαστικής κρίσης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας και άλλων περιουσιακών στοιχείων, για την ευνοϊκή ή μη ρύθμιση των χρεών τους με μακρόπνοες δόσεις, εν όψει και των αμφιταλαντεύσεων της νομολογίας.

Στην πλειονότητά τους οι αποφάσεις έχουν προστατεύσει χιλιάδες υπερχρεωμένα νοικοκυριά, αποδεχόμενα αιτήματα για υπαγωγή τους στον «Νόμο Κατσέλη» και στη ρύθμιση των χρεών με ευνοϊκό τρόπο, εμποδίζοντας ταυτόχρονα την εκποίηση της πρώτης κατοικίας και άλλων περιουσιακών στοιχείων.

Σε πολλές δικαστικές αποφάσεις γίνεται δεκτό ότι για την αυξανόμενη υπερχρέωση των νοικοκυριών και την περιέλευσή τους σε αδυναμία πληρωμής ευθύνονται η εισοδηματική στενότητα, οι επιθετικές πρακτικές στην προώθηση των πιστώσεων, τα υψηλά επιτόκια καταναλωτικής πίστης, οι ατυχείς προγραμματισμοί, απρόβλεπτα γεγονότα στη ζωή των δανειοληπτών, όπως οι μεγάλες μισθολογικές-συνταξιοδοτικές περικοπές, η απώλεια εργασίας, κ.λπ., που οδήγησαν σε αλυσιδωτά καταστροφικές συνέπειες.

Με την ίδια νομολογία απορρίφθηκαν πολλές φορές οι ενστάσεις τραπεζών και άλλων φορέων που επιχείρησαν να μετακυλήσουν στους υπερχρεωμένους δανειολήπτες την υπαιτιότητα για την περιέλευσή τους σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής.

Σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται δεκτό ότι η υπαιτιότητα (και συνακόλουθα η απόρριψη υπαγωγής τους στον Ν. 3869) μπορεί να θεμελιωθεί μόνο εάν αποδειχθεί ότι ενήργησαν δολίως εξαπατώντας τα τραπεζικά όργανα με ψευδή, πλαστά ή παραπλανητικά στοιχεία για την κατάστασή τους, τις αμοιβές, την περιουσία τους.

Σωρεία τέτοιων αποφάσεων έχει επίσης δεχθεί ότι στη διάσωση της κύριας κατοικίας από τον κίνδυνο εκποίησης μπορεί να συμπεριληφθεί και το οικόπεδο επί του οποίου ανεγείρεται, καθώς και η αποθήκη και το γκαράζ που τη συνοδεύουν.

Παράλληλα έχει δεχθεί ότι, προς ικανοποίηση των δανειστών, δεν χρειάζεται να «βγουν στο σφυρί» και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εάν έχουν μικρή αγοραστική αξία (π.χ. μικρά ή υποβαθμισμένα οικόπεδα-διαμερίσματα) ή θεωρούνται απολύτως αναγκαία για τον οφειλέτη, όπως π.χ. το περιορισμένης αξίας αυτοκίνητο-εργαλείο για την εργασία του ή που του είναι απολύτως απαραίτητο για τη μετάβαση στην εργασία, ανάλογα με τον τόπο διαμονής του. Αντίστοιχες αποφάσεις προστάτευσαν αποτελεσματικά ανέργους και όσους περιήλθαν σε κατάσταση απελπιστική από οικονομικής πλευράς, δίνοντας εντολή για μηδενικές καταβολές για μεγάλο χρονικό διάστημα, όσο βρίσκονται σε καθεστώς ανεργίας ή εξαθλίωσης.

Επίσης η νομολογία δέχθηκε ότι η ρύθμιση δόσεων για τον υπαγόμενο στον Ν. 3869 μπορεί να γίνει ευνοϊκότερη εάν περιέλθει αιφνιδίως σε δυσμενέστερη περιουσιακή κατάσταση, π.χ. νέες περικοπές αποδοχών. 

Η τιμωρία του υπερδανεισμού

Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι άλλες αποφάσεις Ειρηνοδικείων που άφησαν απροστάτευτους υπερχρεωμένους δανειολήπτες γιατί έκριναν ότι ενήργησαν με αλόγιστο και δόλιο τρόπο υπερδανειζόμενοι, γνωρίζοντας ότι αδυνατούσαν να ξεχρεώσουν.

Η νομολογία αυτή αφήνει εκτός προστασίας τον δανειολήπτη που καρπώνεται οφέλη από την υπερχρέωσή του αποκτώντας κινητά ή ακίνητα, ενώ γνωρίζει κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους λόγω των περιορισμένων εισοδημάτων και των αναγκών του ή όταν με ευθύνη του οδηγείται σε αδυναμία πληρωμής μετά την ανάληψη του δανείου, γιατί δεν φροντίζει τη σωστή διαχείριση ή διατήρηση της περιουσίας του, γιατί την κατασπαταλά για είδη πολυτελή, σε τυχερά παιχνίδια, χαρτοπαιξία, σε άσωτη ζωή κ.λπ. Οι αποφάσεις ξεκαθαρίζουν ότι δεν μπορεί να επιβραβεύεται ο απερίσκεπτος υπερδανεισμός με περιορισμένο εισόδημα που συνεχίζεται και εν μέσω κρίσης, με την ελπίδα ότι, όταν έλθουν τα δύσκολα, κάποιος τρίτος θα βρεθεί να πληρώσει και να τον σώσει. Σε μία περίπτωση δικαστήριο στη Βόρεια Ελλάδα αρνήθηκε να εντάξει στον Ν. 3869 ζευγάρι που ανέλαβε συνολικά 84 δανειακά προϊόντα (στεγαστικά, καταναλωτικά, πιστωτικές κάρτες, ακόμα και ως εγγυητές) από εννέα τραπεζικούς φορείς, φτάνοντας σε δυσθεώρητα χρέη 1,8 εκατ. ευρώ! Το δικαστήριο έκρινε ότι υπερέβησαν το μέτρο και τη σύνεση του μέσου καταναλωτή, διαπιστώνοντας ότι παρά τα τεράστια «ανοίγματά» τους συνέχιζαν να αναζητούν είδη πολυτελείας ακόμα και σε μακρινά ταξίδια.

Πηγή: Εθνος

Με την υπ’ αριθμ. 63/2016 προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδικείου Ρόδου έγινε για πρώτη φορά δεκτό το αίτημα Ροδίτη δανειολήπτη για την υπαγωγή του στο νόμο Κατσέλη περί υπερχρεωμένων νοικοκυριών και οφειλών του προς ασφαλιστικούς οργανισμούς και την εφορία.

Με την απόφαση του δικαστηρίου διατάσσεται συγκεκριμένα η αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων εις βάρος της περιουσίας του δανειολήπτη, ενώ εντάσσονται στην ρύθμιση και την προστασία του νόμου και οφειλές του, προς το Ελληνικό Δημόσιο, το ΙΚΑ, την ΔΟΥ και τον ΟΑΕΕ, με την υποχρέωση καταβολής κάθε μήνα συγκεντρωτικώς 30 ευρώ για την οφειλές του συνολικού ύψους 156.507,41 ευρώ.

Ο αιτών, είναι ηλικίας 40 ετών, έγγαμος πατέρας δύο ανήλικων τέκνων και εργάζεται εποχιακά ως ξενοδοϋπάλληλος.

Το ετήσιο εισόδημά του, ανέρχεται ετησίως κατά μέσο όρο στο συνολικό ποσό των 6.297,97 ευρώ και άρα μηνιαίως στο ποσό των 524,75 ευρώ ενώ της συζύγου του, που εργάζεται ως εποχιακή υπάλληλος στο συνολικό ποσό των 4.764 ευρώ, ήτοι μηνιαίως στο συνολικό ποσό των 397 ευρώ περίπου.

Το ποσό που απαιτείται, κατά μέσο όρο, κάθε μήνα για την κάλυψη, αποκλειστικά και μόνο, των απαραιτήτων βιοτικών αναγκών της οικογένειας του ανέρχεται, στο συνολικό ποσό των 1.320 ευρώ.

Στην υπερχρέωση και στην καθυστέρηση εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων και έναντι του Δημοσίου οδηγήθηκε από πιεστικές οικονομικές-οικογενειακές υποχρεώσεις και από απρόβλεπτες και μη αναμενόμενες οικονομικές, κοινωνικές και προσωπικές συνθήκες, όπως η αύξηση του κόστους ζωής, τα νέα κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα, η γενικότερη οικονομική κρίση, η δραματική μείωση των εισοδημάτων του, η βαριά φορολογία, εσφαλμένες εκτιμήσεις ως προς τις δυνατότητες αποπληρωμής των δανειακών του υποχρεώσεων καθώς και απρόοπτα γεγονότα στη ζωή του, τα οποία αθροιστικά τον οδήγησαν σε δυσμενή οικονομική κατάσταση.

Οι συνεχείς αναχρηματοδοτήσεις με δυσμενείς όρους στις οποίες υποχρεώθηκε προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις οφειλές του, τα υψηλά επιτόκια των δανείων, η συρρίκνωση-εκμηδένιση των εισοδημάτων του, επιδείνωσαν περαιτέρω την οικονομική του κατάσταση και κατέστησαν εν τέλει αδύνατη την εξυπηρέτηση των οφειλών του, με αποτέλεσμα να μην επαρκεί το μηνιαίο εισόδημα του για την εξόφληση των δανειακών του υποχρεώσεων με αποτέλεσμα να περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Την υπόθεση χειρίστηκε η δικηγόρος κ. Εύη Αρνιθενού.

Πηγή: dimokratiki.gr

Εκτός «νόμου Κατσέλη» βγάζουν τα δικαστήρια οφειλές ιδιωτών προς ιδιώτες παρότι έχουν περιέλθει σε αδυναμία πληρωμής, κρίνοντας αντισυνταγματική τροπολογία που ψηφίστηκε πέρυσι το καλοκαίρι και δίνει τη δυνατότητα να συμπεριληφθούν στα υπό ρύθμιση χρέη και αυτά προς ασφαλιστικά ταμεία.

Με βασικό επιχείρημα ότι μια πιθανή διαγραφή χρεών ή έστω ρύθμιση σε βάθος χρόνου και σε πολλές δόσεις στερεί από τον οφειλέτη ασφαλιστικό χρόνο και κατά συνέπεια του κλείνει την πόρτα προς τη συνταξιοδότηση, τα δικαστήρια απορρίπτουν αιτήματα ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010 που έμεινε γνωστός ως νόμος Κατσέλη.

Η «Κ» έχει στη διάθεσή της σχετικές αποφάσεις στις οποίες αναφέρεται ρητά πως «η ένταξη δημοσίων υποχρεώσεων προς τους Οργανισμούς Κοινωνικών Ασφαλίσεων ελέγχεται ως ευθέως αντισυνταγματική». Σύμφωνα με το σκεπτικό που αναπτύσσεται «η είσπραξη των εισφορών, όπως έχουν νομοθετικά θεσπιστεί, και από της θεσπίσεώς τους, παράγουν κοινωνικό δικαίωμα ασφαλιστικών παροχών» και κατά συνέπεια μια πιθανή διαγραφή τους διαγράφει χρόνο ασφάλισης. Νομικοί επισημαίνουν ότι στην πράξη, μια πιθανή ένταξη των ασφαλιστικών οφειλών σε ρύθμιση με βάση τον νόμο Κατσέλη θα μπορούσε να οδηγήσει, και μάλιστα ερήμην των ασφαλισμένων, σε διαγραφή ετών ασφάλισης, με συνέπεια να στερούν από τον οφειλέτη το δικαίωμα συνταξιοδότησης.

Ακόμη κι αν τα χρέη ενταχθούν σε ρύθμιση, οι νομικοί επισημαίνουν ότι όσα χρόνια αυτή θα διαρκεί (και συνήθως είναι πολυετής), οι οφειλέτες δεν θα δικαιούνται σύνταξη. Παράλληλα, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, υπογραμμίζοντας ότι σύμφωνα με τον νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, με βάση το σύνολο του ασφαλιστικού βίου κατά τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές, οι συνέπειες θα είναι μεγάλες και στο τελικό ύψος της σύνταξης.

Κύκλοι του υπουργείου Εργασίας εκτιμούν ότι το αμέσως επόμενο διάστημα, οι αποφάσεις αυτές θα χαράσσουν την κατευθυντήρια γραμμή σε σημαντικό αριθμό υποθέσεων που θα εκδικαστούν, μετά και τη λήξη της πολύμηνης αποχής των δικηγόρων.

Υπογραμμίζουν, δε, ότι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο και στην επικείμενη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, καθώς όπως τονίζουν, οι δανειστές ήταν αυτοί που επέμεναν τον Αύγουστο του 2015 να εντάξουν στον νόμο Κατσέλη και τα χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία, εκτός από αυτά προς τους ιδιώτες (Ν. 4336/2015).

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, στο υπουργείο Εργασίας έχουν πλέον καταλήξει ότι λόγω ουσιαστικών κωλυμάτων που έχουν να κάνουν με την ασφαλιστική νομοθεσία της χώρας, δεν πρέπει να υπάρχει ενιαία αντιμετώπιση των οφειλών προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης με αυτές προς το υπόλοιπο Δημόσιο ή τους ιδιώτες.

Σε αυτή τη λογική αναμένεται να κινηθεί η όποια προσπάθεια της ηγεσίας του υπουργείου να διαπραγματευτεί με τους δανειστές το φθινόπωρο ένα νέο σύστημα δόσεων και εξυπηρέτησης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Μάλιστα, αν και γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται για εύκολη προσπάθεια, αφού οι εκπρόσωποι των πιστωτών έχουν εκφράσει ξεκάθαρα ενστάσεις για οποιαδήποτε νέα ρύθμιση, στο υπουργείο Εργασίας αναζητούν τρόπο θεσμοθέτησης της δυνατότητας «παγώματος» των ληξιπρόθεσμων οφειλών και παροχής ασφαλιστικής ενημερότητας εφόσον καταβάλλονται εμπρόθεσμα οι τρέχουσες υποχρεώσεις.

Ενα τέτοιο ενδεχόμενο «εισφοροδοτικής αμνηστίας» βέβαια, όσο κι αν αποτελεί αίτημα των εν λειτουργία υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων, θα δημιουργήσει νέα προβλήματα. Αφενός δεν είναι εύκολο να αποτραπεί ένα νέο κύμα φυγής από αυτούς που έχουν ενταχθεί και παραμένουν σε κάποια από τις ρυθμίσεις οφειλών που «τρέχουν». Αφετέρου ενδέχεται να υπερβεί τα συνταγματικά όρια, έναντι των συνεπώς ασφαλισμένων.

Καθημερινή

Είχε ενταχθεί στο νόμο πριν εκλεγεί βουλευτής- Εξακολουθεί όμως να ζητά προστασία, επικαλούμενος συνθήκες πενίας και αφού εξελέγη βουλευτής και το εισοδημά του τριπλαστιάστηκε - 1.500€ θα έπρεπε να καταβάλει κανονικά στην Τράπεζα για τη δόση, ενω θα πληρώνει 750€- Τι υποστηρίζει ο ίδιος στην ανακοίνωση του και η ανταπάντηση του ΘΕΜΑΤΟΣ
Ενα σοβαρό ζήτημα ηθικής τάξης και μόνο για έναν βουλευτή φέρνει σήμερα το «ΘΕΜΑ» στο φως της δημοσιότητας. Ο εν λόγω βουλευτής της συμπολίτευσης Νεκτάριος Σαντορινιός (δεν θα είχε καμία διαφορά αν ανήκε σε οποιοδήποτε κόμμα, ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., Ποτάμι κ.λπ.) είχε υπαχθεί στον νόμο Κατσέλη για να πληρώνει μικρή δόση στα δάνειά του όταν δεν ήταν βουλευτής και είχε όντως πολύ χαμηλές μηνιαίες  αποδοχές, περί τα 1.200 ευρώ. Τώρα όμως που έγινε βουλευτής και εισπράττει ως εθνοπατέρας πάνω από 5.500 ευρώ τον μήνα καθαρά ζητά τη συνέχιση της υπαγωγής του στον ευεργετικό νόμο Κατσέλη για «πραγματικά μη έχοντες», προκειμένου να μην πληρώνει τις κανονικές δόσεις του, αλλά αρκετά λιγότερα, επικαλούμενος ότι πλέον ως βουλευτής έχει μεγαλύτερα έξοδα, όπως για παράδειγμα την εισφορά στο κόμμα.

Η αίτηση αυτή που κατέθεσε ώστε να συνεχιστεί η προστασία του, αν και είναι βουλευτής των 5.500 ευρώ περίπου μηνιαίως, από τον νόμο Κατσέλη τον καθιστά ενδεχομένως ηθικά υπόλογο ενώπιον των ψηφοφόρων αλλά και του ίδιου του του κόμματος. Καθώς ναι μεν δεν έχει παραβεί κάποιον νομικό κανόνα, αλλά σίγουρα τον άγραφο -όμως ισχυρό- κανόνα της ηθικής και της ευπρέπειας που ειδικά την εποχή αυτή της απόλυτης πτώχευσης εκατομμυρίων Ελλήνων καθίσταται πανίσχυρος για όλους.

Η αίτηση Σαντορινιού

Αίτηση για παραμονή στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου Κατσέλη υπέβαλε ο βουλευτής Δωδεκανήσων του ΣΥΡΙΖΑ Νεκτάριος Σαντορινιός. Ο βουλευτής και η σύζυγός του είχαν ενταχθεί αρχικά το 2014 στον νόμο Κατσέλη καθώς αντιμετώπιζαν δυσκολίες πληρωμής των δόσεών τους την εποχή που ο πρώτος ήταν δημοτικός υπάλληλος με εισόδημα το 2012 15.550,81 ευρώ και η σύζυγός του, επίσης δημοτική υπάλληλος αλλά σε διαθεσιμότητα, με έσοδα 12.146,55 ευρώ - συνολικά 27.697,36 ευρώ και για τους δύο το συγκεκριμένο έτος. Το 2014 το Ειρηνοδικείο Ρόδου είχε κάνει δεκτή την προσωρινή αίτηση του ζεύγους, με αριθμό 3869/2010/7-8-2014, ορίζοντας το ποσό των 137 ευρώ ως μηνιαία δόση για το σύνολο του δανεισμού τους, ύψους 253.308,95 ευρώ, με δάνεια σε Εθνική και Alpha Bank (164.843,92 ευρώ) και Alpha Bank (88.465,03 ευρώ). Και αυτό διότι αναγνώρισε ότι η οικογένεια με δύο παιδιά είχε κόστος επιβίωσης τουλάχιστον 1.975 ευρώ τον μήνα, με μηνιαία εισοδήματα τότε 2.100 ευρώ.


Από τον Φεβρουάριο του 2015, όμως, ο κ. Σαντορινιός εξελέγη βουλευτής και η σύζυγός του επανήλθε σε αναβαθμισμένη (και οικονομικά) θέση στο Δημόσιο, καθώς της αναγνωρίστηκε ο τίτλος σπουδών της. 
Σήμερα, και ενώ τα έσοδα του βουλευτή έχουν ανέλθει -κατά δήλωσή του στο αίτημά του προς το Ειρηνοδικείο- στα 30.176,58 ευρώ ετησίως (το 2015, αλλά όχι για το σύνολο του έτους), αφού τα μηνιαία έσοδά του ανέρχονται στα 5.998,20 ευρώ από τη βουλευτική αποζημίωση, και ο μισθός της συζύγου του 1.130,26 ευρώ (άρα 14.613,22 ευρώ ετησίως για την ίδια), το ζεύγος συμμορφούμενο προς τις διατάξεις του νόμου Κατσέλη καταθέτει νέο αίτημα παραμονής στον νόμο που αφορά νοικοκυριά ευρισκόμενα σε δυσχέρεια. Ο ίδιος ο βουλευτής αναφέρει πως η καθαρή αμοιβή του φτάνει τα 4.848,20 ευρώ λόγω παρακρατήσεων από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ και το Ταμείο Αλληλεγγύης. 

Ωστόσο αυτές οι εισφορές δεν είναι θεσμοθετημένες, αλλά εσωτερικό ζήτημα του κόμματος, άρα το καθαρό ποσό είναι 5.998,20 ευρώ και αθροιζόμενο με τα 14.613,22 ευρώ της συζύγου του συνολικά κερδίζουν κατ’ έτος 44.789,80 ευρώ. Βέβαια, υπό τις ομαλότερες συνθήκες του 2016 και δίχως, όπως προμηνύεται, πολιτικές ανατροπές, ο κ. Σαντορινιός με τη σύζυγό του για το τρέχον έτος λογικά θα ξεπεράσουν σε εισόδημα ακόμα και τα 95.000 ευρώ, καθώς δεν διαφαίνονται πρόωρες εκλογές που ίσως να τον οδηγούσαν εκτός Βουλής. 

Δύσκολη ζωή για τον βουλευτή με αύξηση δαπανών


Το αίτημα παραμονής του στον νόμο Κατσέλη ο βουλευτής το στηρίζει στο ότι «ναι μεν αυξήθηκαν τα έσοδά μου, πλην όμως αυξήθηκε και το κόστος διαβίωσης της οικογένειάς μου λόγω των νέων μου καθηκόντων». Ετσι ενώ πλήρωνε δόση 137 ευρώ/μήνα, τώρα προτείνει να γίνει αυτή 600 ευρώ/μήνα για τα 35ετή του δάνεια των 253.308,95 ευρώ. Ποσό όμως που φαίνεται να είναι δυσανάλογο με την αύξηση των εισοδημάτων του ίδιου και της συζύγου του τα οποία υπερβαίνουν τις μηνιαίες δαπάνες που ο νόμος Κατσέλη ορίζει αποδεκτές ως όριο διαβίωσης και για ζευγάρι με 2 παιδιά έως 16 ετών (έφταναν αρχικά τα 2.096,12 ευρώ, ενώ με την πρόσφατη τροποποίησή του έπεσαν στις 1.347 έως 1.720 ευρώ μηνιαίως). 

Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ με τη σύζυγό του υπερβαίνουν κατά πολύ αυτό το όριο εξαιτίας των δύο μισθών που λαμβάνουν και, κυρίως, της βουλευτικής αποζημίωσης, η οποία, αν και το 2015 δεν ήταν 12μηνη λόγω των πρόωρων εκλογών, εξακολούθησε να είναι σε υψηλά επίπεδα. 
Πιο συγκεκριμένα, το ζεύγος Σαντορινιού, όπως δείχνει και ο σχετικός πίνακας ο οποίος βασίζεται στην αίτηση της οικογένειας στο Ειρηνοδικείο, το 2014, οπότε και έγινε η αίτηση υπαγωγής στον νόμο Κατσέλη, ως εκτιμώμενο μηνιαίο κόστος βιοτικών αναγκών είχε τα 1.975 ευρώ. Η ανάλυση των εξόδων είναι περίπου όσα μιας μεσοαστικής οικογένειας και περιλαμβάνει είδη διατροφής ύψους 480 ευρώ, ΔΕΗ 100 ευρώ, πετρέλαιο θέρμανσης 35 ευρώ τον μήνα, κοινόχρηστα 20 ευρώ, τηλέφωνα 100 ευρώ, αυξημένες λόγω προβλημάτων υγείας δαπάνες, δόση Εφορίας 90 ευρώ, ένδυση και υπόδηση 120 ευρώ κ.λπ. 

Εβαλε στην αίτησή του δαπάνες που καλύπτει η Βουλή

Η εικόνα αλλάζει άρδην όμως με την έναρξη της βουλευτικής δραστηριότητας του κ. Σαντορινιού. Τα έξοδα, κατά δήλωσή του, πολλαπλασιάζονται και φτάνουν από τα 1.975 ευρώ τον μήνα στα 5.094,75 ευρώ. Μιλάμε δηλαδή για αύξηση της τάξης του 150%. Μεταξύ των εξόδων παρακολουθούμε όμως και δαπάνες που λογικά και βάσει της νομοθεσίας καλύπτονται από τις κοινοβουλευτικές παροχές. Για παράδειγμα, στην αίτησή του ο κ. Σαντορινιός επικαλείται τα έξοδα των δύο γραφείων του σε Ρόδο (100 ευρώ τον μήνα) και Μητροπόλεως 1 στην Αθήνα (200 ευρώ τον μήνα), όταν η Βουλή μεριμνά για την παροχή εξόδων οργάνωσης γραφείων. Επίσης, είναι γνωστό ότι στο κτίριο της οδού Μητροπόλεως οι βουλευτές της Περιφέρειας στεγάζονται δωρεάν, όπως και το ότι οι βουλευτές των νησιωτικών περιοχών έχουν δωρεάν ακτοπλοϊκές μετακινήσεις. Παρά ταύτα, ο βουλευτής Δωδεκανήσων, επικαλείται οδοιπορικά (περίπου τρία ταξίδια τον μήνα σε νησιά της περιφέρειάς του όπως η Κως, η Λέρος, η Πάτμος) της τάξης των 250 ευρώ κάθε ταξίδι, δηλαδή 750 ευρώ τον μήνα. Εδώ ανακύπτει το ερώτημα για τον βουλευτή για το κατά πόσο αξιοποιεί τις μέριμνες που του δίνει το κράτος ή βάζει αυτά τα χρήματα από την τσέπη του. 

Πληρώνει το κόμμα, όχι όμως το δάνειό του

Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι στα μηνιαία έξοδά του και ως ανελαστική δαπάνη για να λάβει ελάφρυνση από το δάνειό του ο κ. Σαντορινιός επικαλείται και τη μηνιαία συνδρομή του, ύψους 200 ευρώ, για τη λειτουργία των κομματικών γραφείων του ΣΥΡΙΖΑ (όχι το δικό του, προσωπικό βουλευτικό) στη Ρόδο. Δηλαδή μια προσωπική του επιλογή, την οικειοθελή παροχή προς το κόμμα του, ο κ. Σαντορινιός την παρουσιάζει ως κάτι πάγιο και ανελαστικό, ως κάτι απόλυτα αναγκαίο, όταν γνωρίζουμε ότι κανένας νόμος δεν υποχρεώνει τους βουλευτές να αποδίδουν μέρος των χρημάτων τους στα κόμματά τους. 

Πρόκειται για εθελοντικές προσφορές που δεν αφορούν τις τράπεζες ή τους πολίτες που χρηματοδότησαν τις ανακεφαλαιοποιήσεις τους. Ταυτόχρονα με τη δεύτερη αίτησή του, όπως αναφέραμε και πιο πάνω, ο βουλευτής παραδέχεται πως πέραν της πληρωμής ενοικίου των γραφείων του ΣΥΡΙΖΑ στη Ρόδο, δεν λαμβάνει το σύνολο του μισθού του, αλλά μηνιαίως αποδίδει επίσης στο κόμμα του 1.150 ευρώ όπως έχει συμφωνηθεί στο καταστατικό του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι επιτρεπτό όμως ένας βουλευτής να μην αποδίδει τις υποχρεώσεις του προς τις τράπεζες για να είναι κομματικά συνεπής; 

 Και εν τοιαύτη περιπτώσει, αν ούτε τώρα που έχει αυτά τα εισοδήματα δεν μπορεί να πληρώσει κανονικά τη δόση του, τι θα γίνει σε περίπτωση  που στις επόμενες  εκλογές δεν εκλεγεί και επιστρέψει στην παλιά του θέση εργασίας; Πότε οι τράπεζες θα πάρουν πίσω τα λεφτά που του δάνεισαν ή τέλος πάντων μέρος αυτών, αν όχι την περίοδο που το ζεύγος Σαντορινιού έχει  εισοδήματα;

Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η προσφυγή στον νόμο Κατσέλη είναι καθ’ όλα νόμιμη και μπορεί να αφορά ακόμη και έναν καλά αμειβόμενο Ελληνα βουλευτή. Ορισμένοι όμως θέτουν ερωτήματα για το κατά πόσο είναι ηθικό ένας βουλευτής να χρησιμοποιεί τον νόμο προστασίας που δημιουργήθηκε για τους χρεοκοπημένους και σε αδιέξοδο πολίτες. Εναν νόμο που οι δανειστές έχουν ποικιλοτρόπως πολεμήσει, όμως αποτελεί πραγματικά το τελευταίο αποκούμπι για χιλιάδες απελπισμένους Ελληνες. Αραγε είναι οικονομικά αδύναμος ένας εκπρόσωπος του Κοινοβουλίου με μηνιαίες αμοιβές 5.998,20 και αυτές της συζύγου του 1.130,26 ευρώ; Και κατά πόσο τέτοιου είδους συμπεριφορές μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους σκληρούς μας δανειστές ως όπλο στη φαρέτρα τους για την ανατροπή ενός σαφώς φιλολαϊκού νόμου;



Η απάντηση του Νεκτάριου Σαντορινιού

Απαντώντας στο Πρώτο Θέμα, ο βουλευτής Νεκτάριος Σαντορινιός έκανε την παρακάτω δήλωση:  

 «Η Αίτηση υπαγωγής στο Νόμο Κατσέλη έγινε το 2014, πριν γίνω βουλευτής και με αίτημά μου ΥΠΕΡΠΕΝΤΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ η δόση που θα πληρώνω στις τράπεζες»

Σχετικά με το δημοσίευμα της εφημερίδας Πρώτο Θέμα, που ενημερώνει για τις αιτήσεις που έχω κάνει στο νόμο Κατσέλη, θα ήθελα να ενημερώσω τους πολίτες ότι η εν λόγω αίτηση δεν αφορά το αίτημα ένταξης στον εν λόγω νόμο που έγινε στις 7/8/2014. Αποτελεί δεύτερο αίτημα με το οποίο ζητώ την αύξηση των δόσεων που καταβάλλω στις τράπεζες δεδομένης της αύξησης των εισοδημάτων μου. Ταυτόχρονα τον Μάιο του 2016 έκανα αίτημα νέας ρύθμισης εκτός του νόμου Κατσέλη προς την ALPHA BANK.

Ως ένας από τους πολίτες που βίωσαν τις πολιτικές φτωχοποίησης τα χρόνια του μνημονίου αναγκάστηκα στις 7/8/2014, πολύ πριν γίνω βουλευτής, να κάνω αίτημα υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη. Η συζήτηση για προσωρινή διαταγή μέχρι την εκδίκαση του αίτηματός μου έγινε στις 8-12-2014, επίσης προ της ανάδειξης μου στο αξίωμα του βουλευτή.

Μετά την ανάδειξη μου ως βουλευτής έδωσα εντολή στον δικηγόρο μου να εκκινήσει τις διαδικασίες για την αίτηση μεταρρύθμισης της προσωρινής διαταγής, προκειμένου να αυξηθεί η δόση που θα πληρώνω στις τράπεζες, δεδομένου ότι αυξήθηκαν τα εισοδήματα μου. Η αρχική συζήτηση της υπόθεσης είχε οριστεί για τις 31/3/2016, όμως λόγω της γνωστής απεργίας των δικηγόρων η υπόθεση συζητήθηκε την Πέμπτη 28/7/2016. Το δικαστήριο αποφάσισε τον υπερπενταπλασιασμό της δόσης που πληρώνω στις τράπεζες και συγκεκριμένα αποφάσισε να πληρώνω 750 €/μήνα. Είναι προφανές ότι το δικαστήριο συνυπολόγισε το σύνολο των δαπανών και εσόδων μου και έκρινε ότι αυτό είναι ένα εύλογο ποσό σε σχέση και με τα δάνεια που έχω.

Κατόπιν των ανωτέρω:

1. Όπως είναι προφανές μόνος μου ζήτησα την αύξηση του μηνιαίου ποσού που θα πληρώνω στις τράπεζες, δεδομένης της αύξησης των εσόδων μου.

2. Αναζήτησα και αναζητώ ρύθμιση των δανείων εκτός των προστατευτικών διατάξεων του νόμου Κατσέλη με αίτημα μου προς την ALPHA BANK.

3. Ως μέλος της εξεταστικής επιτροπής για τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ, δεν πρόκειται να σταματήσω να αναζητώ την αλήθεια για το τρίγωνο της διαπλοκής που έχει στηθεί μεταξύ των κομμάτων, των ΜΜΕ και των τραπεζών.

4. Κατανοώ απόλυτα την ευαισθησία της εφημερίδας ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, απέναντι στα δάνεια που έχουν οι πολιτικοί και ειδικά την ευαισθησία για το δάνειο μου.

5. Δεν κατανοώ την επιλεκτική ευαισθησία της ίδιας εφημερίδας, που δεν είπε λέξη για δάνεια 300.000 € που δεν αποπληρώθηκε καμία δόση για περισσότερο από 10 χρόνια και συγκεκριμένα για το δάνειο του ΚΗΡΥΚΑ Χανίων.

6. Δεν προέρχομαι από κανένα πολιτικό τζάκι και γι’ αυτό το λόγο όπως εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μου βρέθηκα στη δυσχερή θέση να κάνω αίτηση στο νόμο Κατσέλη όταν δεν ήμουν βουλευτής.

7. Θεωρώ ότι για λόγους δημοσιογραφικής δεοντολογίας τα μέσα που ανέδειξαν το θέμα οφείλουν να δημοσιεύσουν την απάντηση μου σε θέση ανάλογη της πρώτης δημοσίευσης.

Η ανταπάντηση απο το «Πρώτο Θέμα»

Κάθε καλόπιστος πολίτης μπορεί να διαπιστώσει οτι ο κ. Σαντορινιός δεν απαντά σε πολλά και ουσιώδη ζητήματα που προκύπτουν απο την ένταξη του στον Νόμο Κατσέλη:

Ο νόμος δημιουργήθηκε το 2010 για να προστατεύσει αδύναμους και φτωχοποιημένους πολίτες που επλήγησαν απο την κρίση. Δεν έγινε για να προστατεύει εισοδήματα βουλευτών ύψους 5.500 ευρώ (7.128 ευρώ μαζί με την σύζυγο). Αν δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις  υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα ο βουλευτής τότε ποιος μπορεί;

Ο κ. Σαντορινιός δικαιολογημένα έκανε αίτηση και εντάχθηκε στον Νόμο όταν ήταν δημοτικός υπάλληλος με χαμηλά εισοδήματα και υψηλά χρέη. Μόλις όμως εξελέγη βουλευτής αντι να ζητήσει τον... πενταπλασιασμό του ποσού που διέθετε για πληρωμές (απο 137 € το μήνα, 600 € το μήνα) θα έπρεπε να ζητήσει την άρση της προστασίας που παρέχει ο νόμος και να αναλάβει τις υποχρεώσεις του εξ ολοκλήρου. Άλλωσε η μηνιαία δόση για τα δάνεια που πήρε υπολογίζεται με τις σημερινές συνθήκες στα 1.500 €, ποσό που σαφώς μπορεί να καταβάλει 

Ο  νόμος προβλέπει ως αποδεκτό όριο διαβίωσης για οικογένεια με δύο ανήλικα παιδιά  τις 1.347 έως 1.720 ευρώ μηνιαίο εισόδημα κι όχι τα 7.128 ευρώ που ο ίδιος δηλώνει ως οικογενεικό εοσόδημα. Η «εκτόξευση» των εξόδων του απο τα 1.975 € στα 5.094 € δεν μπορεί να αποτελεί ισχυρό αντεπιχείρημα του βουλευτή κατά τη γνώμη μας. Αν ο νομοθέτης ήθελε να προφυλάξει κάποιους με τόσο μεγάλα έσοδα και αντίστοιχα έξοδα σίγουρα θα είχε μεριμνήσει.

Στα έξοδα περιλαμβάνει εθελοντικές και όχι υποχρεωτικές εκ του νόμου πληρωμές και συνδρομές. Δεν θα έπρεπε να προηγούνται οι υοχρεώσεις προς τους πιστωτές;

Έχει προσθέσει δαπάνες οι οποίες καλύπτονται από τον προϋπολογισμό τη Βουλής (έξοδα ενοικίασης γραφείων και  μετακινήσεων)για τις οποίες λαμβάνει πρόσθετες ενισχύσεις – όπως φυσικά κι όλοι οι βουλευτές της περιφέρειας. Γιατί τις περιλαμβάνει στα μηνιαία ατομικά εξοδα;

Επικαλείται το ρόλο του ως μέλους της εξεταστικής επιτροπής για τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ. Στο βαθμό που αυτό αποτελεί υπαινιγμό κατα του ΘΕΜΑΤΟΣ θα πρέπει να επισημάνουμε ότι πράγματι το ΘΕΜΑ έχει δάνεια τα οποία όμως αποπληρώνει κανονικά προς τις Τράπεζες παρά την κρίση. Μιας όμως που ο κ. Σαντορινιός ασχολείται με τα δάνεια των ΜΜΕ γενικα και όχι με το ΘΕΜΑ ειδικώς, μήπως μπορεί να μας ενημερώσει πως συμβαίνει διάφοροι «όψιμοι φίλο» του ΣΥΡΙΖΑ και μιντιάρχες να μην πληρώνουν ούτε τις δόσεις των δανείων ούτε τους εργαζομενους; Από εργολάβους δεν ξέρει τίποτα;

Σε μια περίοδο που οι δανειστές επιδιώκουν την αναθεώρηση αυτού του ανακουφιστικού νόμου και την πλήρη ανατροπή του, σε μια χρονική συγκυρία όπου ετοιμάζονται τεκτονικές αλλαγές στη διαχείριση των κόκκινων δανείων και χιλιάδες πολίτες ανησυχούν, το να επικαλείται τον πτωχευτικό ουσιαστικά νόμο Κατσέλη ένας βουλευτής με εισόδημα 7.128 ευρώ μηνιαίως δίνει «όπλα» σε όσους τον αμφισβητούν. 

Κατά τα θα θέλαμε να επαναλάβουμε ότι το «Πρώτο Θέμα» δεν κρύβει ειδήσεις, ούτε μεροληπτεί υπέρ βουλευτών άλλων κομμάτων και αυτό το γνωρίζουν οι πάντες 12 χρόνια τώρα. Έχουμε γράψει πρώτοι απο όλους για όλους. Και για την οικογένεια Μητσοτάκη. Μια μικρή αναδρομή στο αρχείο μας θα πείσει και τον  συμπαθή βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ
protothema.gr

Διευκρινίσεις για την ένταξη των ασφαλιστικών οφειλών στη διαδικασία ρύθμισης των υπερχρεωμένων πολιτών (νόμος 3869/2010 γνωστός ως νόμος Κατσέλη) δίνει με εγκύκλιό του το ΙΚΑ.

Συγκεκριμένα ξεκαθαρίζοντας ότι στη διαδικασία μπορούν να ενταχθούν οι οφειλές φυσικών προσώπων προς τους ιδιώτες καθώς επίσης και οι βεβαιωμένες οφειλές στην Φορολογική Διοίκηση, οι βεβαιωμένες οφειλές προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού καθώς και οι ασφαλιστικές οφειλές προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.

Απαραίτητη προϋπόθεση για τη ρύθμιση των οφειλών προς το δημόσιο, τα ταμεία και τους ΟΤΑ είναι η υποβολή σε ρύθμιση των οφειλών παράλληλα και προς τους ιδιώτες πιστωτές.
 Στη ρύθμιση δύναται να ενταχθούν οφειλές που έχουν γεννηθεί ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης στο αρμόδιο δικαστήριο.

Επίσης εντάσσονται οφειλές, οι οποίες κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης του οφειλέτη για την υπαγωγή στη διαδικασία τελούν σε αναστολή διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης έχει ήδη ρυθμίσει τις οφειλές που έχουν ενταχθεί στο Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) με τις ισχύουσες διατάξεις πρέπει να επιλέξει εάν θα διατηρήσει τη ρύθμιση αυτή ή θα υπαχθεί στις νέες διατάξεις, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατή η παράλληλη χρήση άλλου θεσμικού πλαισίου διευθέτησης οφειλών.


Δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου Κατσέλη, οφειλές που έχουν δημιουργηθεί κατά το τελευταίο έτος κατά το οποίο υποβλήθηκε η αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις αυτές.
 Επίσης δεν συμπεριλαμβάνονται οι οφειλές που δημιουργήθηκαν από αδίκημα οφειλόμενο σε δόλο, βαριά αμέλεια ή σε διοικητικά πρόστιμα-χρηματικές ποινές, καθώς και αυτές που αφορούν υποχρεώσεις διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου.
Διαδικασία υποβολής αίτησης στο Ειρηνοδικείο.


Η σχετική αίτηση συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά πρέπει να κατατεθεί στη Γραμματεία του αρμόδιου Ειρηνοδικείου για έλεγχο, προκειμένου στη συνέχεια, εφόσον ο φάκελος της υπόθεσης κριθεί από τη Γραμματεία, ως προς το περιεχόμενο της αίτησης και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, πλήρης, να προσδιοριστεί:



• η ημερομηνία επικύρωσης τυχόν επιτευχθέντος προδικαστικού συμβιβασμού
μεταξύ του αιτούντα οφειλέτη και των πιστωτών αυτού, η οποία ορίζεται το αργότερο εντός 2 μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της κατάθεσης της αίτησης, καθώς και


• η ημερομηνία δικασίμου για τη συζήτηση της κύριας αίτησης, η οποία ορίζεται, αντίστοιχα, το αργότερο εντός 6 μηνών, όσον αφορά αιτήσεις της κάτωθι κατηγορίας Α, ενώ όσον αφορά αιτήσεις της κάτωθι κατηγορίας Β, η δικάσιμος ορίζεται το αργότερο εντός 2 μηνών.


Η αίτηση του οφειλέτη πρέπει να περιλαμβάνει:


Α. σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τόσο προς ιδιώτες πιστωτές όσο και προς πιστωτές φορέων του δημοσίου, με καταβολές σε σταθερές δόσεις, σε ευέλικτες δόσεις ή εφάπαξ καταβολές ή


Β. αίτημα για διαγραφή οφειλών, εφόσον ο οφειλέτης πληροί τις προϋποθέσεις της παρ.5α του Ν.3869/2010 όπ. ισχ. (η οποία προστέθηκε με την παρ. 13 του εν λόγω άρθρου.) μέσω της προβλεπόμενης διαδικασίας "ταχείας διευθέτησης οφειλών".

ΠΗΓΗ: Euro2day

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot