Επανασυζητήθηκε χθες ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου η αγωγή επιχειρηματία της Ρόδου, με την οποία ζητείται η ρευστοποίηση 856 μερίδων της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου, συνολικής αξίας 121.552 ευρώ.
Η αγωγή ασκήθηκε από τον επιχειρηματία, που συγκαταλέγεται μεταξύ των ιδρυτικών μελών της, πριν εκδοθεί η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος με την οποία ανακλήθηκε η άδεια της τράπεζας και τέθηκε σε εκκαθάριση.
Είχε συζητηθεί ενώπιον του ίδιου δικαστηρίου το πρώτον την 12η Μαρτίου 2016 αλλά ο εισηγητής Πρωτοδίκης, που είχε αναλάβει την έκδοση της απόφασης δεν την εξέδωσε στα όρια που τάσσει η κείμενη νομοθεσία, όπως και αρκετές άλλες, με αποτέλεσμα να του αφαιρεθεί η δικογραφία και να επαναληφθεί η διαδικασία χθες.
Εν πάση περιπτώσει η τράπεζα χθες υποστήριξε ότι η δίκη δεν έχει αντικείμενο καθώς η αγωγή στρέφεται κατά των μελών του τελευταίου διοικητικού συμβουλίου πριν την λύση της, αφού βρίσκεται σε διαδικασία εκκαθάρισης και εκπροσωπείται από τον ειδικό εκκαθαριστή.
Η ένσταση δεν έγινε δεκτή από το δικαστήριο, που επανασυζήτησε την αγωγή αφού είχε ασκηθεί και συζητηθεί με ενάγοντες το τελευταίο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας.
Θυμίζουμε ότι ο επιχειρηματίας, διαμαρτυρήθηκε για τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόταν η τράπεζα δανειακές του συμβάσεις.
Όπως εξέθεσε συγκεκριμένα ο επιχειρηματίας στην αγωγή του, αγόρασε το Δεκέμβριο του 2008, 856 συνεταιριστικές μερίδες συμμετέχοντας στην τότε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της τράπεζας. Δηλώνει ότι είναι ιδρυτικό μέλος της τράπεζας από το έτος 1996 και ότι μέλος της ίδιας τράπεζας ήταν και οικογενειακή ανώνυμη εταιρεία στην οποία ήταν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος.
Υποστηρίζει ότι τον Ιανουάριο του 1996 συνήψε με την τράπεζα ανοικτό επαγγελματικό δάνειο, το ύψος του οποίου αυξήθηκε με τρεις συμπληρωματικές συμβάσεις.
Στο δάνειο, συνολικού ύψους 111.000 ευρώ, συνεβλήθησαν ο ίδιος και η σύζυγός του ως εγγυητές υπέρ της εταιρείας, προκειμένου να καλυφθούν επιχειρηματικές της δραστηριότητες.
Περίπου στα τέλη του έτους 2010 η εταιρεία του διέκοψε τις επαγγελματικές της δραστηριότητες, ωστόσο όμως εξυπηρετούσε το αναληφθέν δάνειο, συνέχισε δε να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του έτους 2011.
Το υπόλοιπο του δανείου ανερχόταν κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής στο ποσό των 103.363,32 ευρώ.
Όπως εξέθεσε παραπέρα ο επιχειρηματίας, κατά την πρόοδο των διαδικασιών εκ μέρους του λογιστηρίου, με σκοπό την πλήρη παύση και το οριστικό κλείσιμο των λογιστικών βιβλίων της εταιρείας και την αναγγελία της παύσης των δραστηριοτήτων της στην αρμόδια ΔΟΥ, ετέθη θέμα πλήρους αποπληρωμής των υποχρεώσεών της προς την τράπεζα.
Διατείνεται ότι υπό την πίεση της επιτακτικής αυτής ανάγκης οριστικού κλεισίματος της επιχείρησής του και της πλήρους εξοφλήσεως του επαγγελματικού της δανείου, από τον μήνα Αύγουστο του έτους 2011, προσέφυγε αυτοπροσώπως στη διοίκηση της τράπεζας και ζήτησε να κινήσει τις διαδικασίες αποχώρησής του και ρευστοποίησης των μερίδων του, μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του μηνός Ιανουαρίου 2012, με αποκλειστικό σκοπό να εξοφληθεί πλήρως το δάνειο της εταιρείας του.
Ισχυρίζεται ότι σε χρονικό διάστημα δύο και πλέον μηνών μετά το προφορικό αίτημά του, ουδεμία απάντηση έλαβε, παρά το γεγονός ότι ήλθε, εν τω μεταξύ, σε πλείστες όσες επικοινωνίες, τόσο τηλεφωνικές όσο και αυτοπρόσωπες με την τράπεζα.
Στις 18 Οκτωβρίου 2011, κατέθεσε στην αρμόδια υπηρεσία της τράπεζας σχετική αίτηση – δήλωσή του, απευθυνόμενη προς το διοικητικό της συμβούλιο, με το ίδιο ακριβώς αίτημα και όπως υποστηρίζει δεν έλαβε καμία έγγραφη απάντηση.
Ισχυρίζεται ότι η μοναδική προφορική πληροφόρηση την οποία έλαβε από στελέχη της τράπεζας, μετά από επίμονες και συνεχείς οχλήσεις του, ήταν, ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν χορηγεί την άδεια, για να κινηθούν οι διαδικασίες ρευστοποίησης συνεταιριστικών μερίδων, για λογαριασμό των μελών της, λόγω της επικρατούσας οικονομικής κατάστασης.
Υποστηρίζει ότι σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 8 του καταστατικού της τράπεζας, ο συνεταίρος μπορεί να αποχωρήσει από την Συνεταιριστική Τράπεζα, με γραπτή δήλωσή του, που υποβάλλεται στο διοικητικό συμβούλιο, τρεις τουλάχιστον μήνες πριν από το τέλος της οικονομικής χρήσης. Το καταστατικό ορίζει, σαν ελάχιστο χρόνο παραμονής του συνεταίρου στη Συνεταιριστική Τράπεζα τα 3 χρόνια.
Ισχυρίζεται έτσι ότι με δεδομένο ότι η είσοδός του, ως μέλους – συνεταίρου και η εγγραφή του στο μητρώο μελών της τράπεζας, αφετηριάζεται από της ιδρύσεώς της, δηλαδή από το έτος 1996, προκύπτει ότι είχε προ πολλού συμπληρώσει τον ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο παραμονής του σ’ αυτήν.
Επισημαίνει παραπέρα ότι την 22α Μαΐου 2012 η τράπεζα του επέδωσε εξώδικη επιστολή, με την οποίαν του επισημαίνει και του παραγγέλλει συγχρόνως, ότι θα πρέπει να φροντίσει για την εξόφληση της οφειλής της εταιρείας από τις συμβάσεις ανοικτού επαγγελματικού δανείου, ύψους σήμερα 103.363,32 ευρώ πλέον τόκων.
Επιπρόσθετα η τράπεζα του επεσήμανε, ότι έχει εξαντλήσει κάθε όριο ανοχής και του τάσσει προθεσμία δέκα ημερών πριν την καταγγελία της σύμβασης, το κλείσιμο του λογαριασμού και την προσφυγή στη δικαιοσύνη για την αναγκαστική είσπραξη της απαίτησης. Σε απάντηση ζήτησε εκ νέου την άμεση ρευστοποίηση των 856 συνεταιριστικών του μερίδων, που με βάση την από 23 Μαΐου 2012 βεβαίωση του διοικητικού συμβουλίου, η τρέχουσα αξία της κάθε μιας ορίζεται στο ποσό των 142 ευρώ.
Χαρακτήρισε δε τη συμπεριφορά της τράπεζας αντισυμβατική επισημαίνοντας ότι το δικαίωμα της ρευστοποίησης των μερίδων, προκύπτει από το καταστατικό της τράπεζας.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Σέργιος Αναστασιάδης.
Πηγή:www.dimokratiki.gr