Η κλειδαριά μπλόκαρε και ο πρωταγωνιστής της υπόθεσης προσπαθούσε να μπει για 3 ολόκληρες ώρες. Η λύση δεν ήρθε ούτε από κλειδαρά, ούτε από την αστυνομία, ούτε από την πυροσβεστική..
Πρωταγωνιστής της υπόθεσης ένας επιτυχημένος επαγγελματίας, που το Σαββατόβραδο, λίγο πριν τα μεσάνυχτα, επέστρεφε στο σπίτι του, στο ιδιόκτητο διαμέρισμά του, στο κέντρο της πόλης. Η ατυχία του ξεκίνησε, όταν μπλόκαρε η κλειδαριά της κεντρικής εισόδου της πολυκατοικίας και δεν μπορούσε να ανοίξει. Με το κινητό του, τηλεφώνησε στη γυναίκα του, η οποία κατέβηκε για να του ανοίξει από μέσα, χωρίς όμως να τα καταφέρει. Ο ιδιοκτήτης κατάφυγε στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, ορθά σκεπτόμενος πως οι πυροσβέστες, πανέτοιμοι και πρόθυμοι πάντα, σίγουρα θα είχαν τα μέσα ν’ ανοίξουν την κλειδαριά της κεντρικής εισόδου μιας πολυκατοικίας, όπως σίγουρα θα έκαναν σε περίπτωση πυρκαγιάς. Η Πυροσβεστική Υπηρεσία όμως, του είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο και του έδωσαν τηλέφωνα κάποιων κλειδαράδων.
Κανένας όμως από τους οκτώ, δεν απαντούσε στα τηλεφωνήματά του, προφανώς επειδή ήταν πλέον περασμένα μεσάνυχτα Σαββάτου. Σκέφτηκε λοιπόν ο καταπονημένος Ροδίτης, μετά από τηλεφωνική συνεννόηση με τη γυναίκα του, να ζητήσει δωμάτιο σε κοντινό ξενοδοχείο, να περάσει την προβληματική νύχτα. Και πάλι ατύχησε καθώς δεν υπήρχε δωμάτιο ελεύθερο. Ο νυχτερινός υπεύθυνος του ξενοδοχείου, τον γνώριζε και για να τον εξυπηρετήσει του είπε να δει αν κάποιο από τα δωμάτια του προσωπικού ήταν ελεύθερο. Και πάλι ατύχησε, καθώς απλώς αναστατώθηκαν οι αναπαυόμενοι νυχτερινοί εργαζόμενοι.
Στην αστυνομία, τον άκουσαν με προσοχή και του είπαν ότι δεν μπορούν να τον βοηθήσουν, παρά μόνον να του δώσουν τα τηλέφωνα τριών κλειδαράδων. Ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος, επέστρεψε στην πάντα μπλοκαρισμένη πόρτα της πολυκατοικίας του κι άρχισε να καλεί τους κλειδαράδες που του συνέστησαν από την Αστυνομία. Οι δύο πρώτοι, δεν απάντησαν. Ήδη η ώρα ήταν πλέον 03.30 ξημερώματα Κυριακής...
Ο τρίτος κλειδαράς, απάντησε. Ήταν ένας Αλβανός και έδειξε πρόθυμος να τον βοηθήσει. Όμως, πριν προφτάσει να του δώσει τη διεύθυνση του σπιτιού, άδειασε η μπαταρία του κινητού του κι έκλεισε το τηλέφωνο! Μέσα στην απελπισία του, άρχισε πάλι να σπρώχνει την πόρτα με όση δύναμη είχε, προσπαθώντας να γυρίσει το κλειδί στην κλειδαριά. Μέσα στην απελπισία του, είδε να σταματάει ένα μηχανάκι στο πεζοδρομιο και να κατεβαίνει ο αναβάτης του, που ευγενικά και με ενδιαφέρον τον ρώτησε: «Τι συμβαίνει φίλε; Θες καμιά βοήθεια»; Απελπισμένος ο «συμπολίτης» μας, του εξήγησε την ταλαιπωρία του.
Ο «αναβάτης» του δίκυκλου, τον καθησύχασε λέγοντάς του: «Μην ανησυχείς φίλε. Είμαι διαρρήκτης, έχω τα εργαλεία μου μαζί μου και θα σου ανοίξω την πόρτα, στο ‘άψε σβήσε’». Έμεινε εμβρόντητος ακόμα περισσότερο, όταν τον είδε ν’ ανοίγει μια τσάντα που είχε στο δίκλυκλό του και να βγάζει τα «σύνεργα του επαγγέλματός του»! Σε κλάσματα δευτερολέπτου ξεμπλόκαρε την κλειδαριά και του άνοιξε την πόρτα, παραμερίζοντας μάλιστα ευγενικά για να περάσει ο ιδιοκτήτης.
Πηγή: rodiaki.gr