Μείωση μισθών, επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, de facto κατάργηση του 8ώρου και κίνδυνο φτωχοποίησης για τεράστιο μέρος του ελληνικού πληθυσμού βλέπει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ

Κίνδυνο φτωχοποίησης με πάγιο χαρακτήρα αντιμετωπίζει ένα τεράστιο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, προειδοποιούν οι ερευνητές του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ που έδωσαν στη δημοσιότητα την Ετήσια Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία και την Απασχόληση. Η έκθεση καταγράφει την κατάσταση που διαμορφώνεται στην αγορά εργασίας εν μέσω της πανδημικής κρίσης του κορονοϊού και κάνει λόγο για μείωση μισθών, επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, de facto κατάργηση του 8ώρου και δραματική αύξηση όσων ζουν με μισθούς κάτω από τα όρια της φτώχειας. Αναλύοντας τα στοιχεία, οι μελετητές επισημαίνουν πως πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα, τα οποία να βελτιώνουν το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών, διαφορετικά η φτωχοποίηση ενός τεράστιου μέρους του πληθυσμού θα έχει πάγιο χαρακτήρα και η κοινωνική συνοχή θα διαρραγεί.

 
Περισσότεροι από 100.000 εργαζόμενοι έχουν «εξέλθει» από το εργατικό δυναμικό και ζουν με 534 ευρώ το μήνα για πάνω από 3 μήνες, ενώ ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε κατά 10% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο του 2019. Τρεις στους 10 λαμβάνουν αποδοχές μικρότερες από τον κατώτατο μισθό, το ύψος του οποίου – παρά την αύξηση του 2019 – βρίσκεται κάτω από το όριο φτώχειας. Επτά στους 10 έχουν μισθούς κάτω από 1.000 ευρώ. Όπως τονίζουν οι μελετητές, «ένα πολύ μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού είτε βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας (σε αναστολή που διαρκεί πάνω από 3 μήνες) είτε καταγράφεται ως άνεργο είτε εργάζεται λαμβάνοντας μισθούς οι οποίοι βρίσκονται χαμηλότερα, έως πολύ χαμηλότερα, του ορίου της φτώχειας».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την Ελληνική Οικονομία και την Απασχόληση, το Β’ τρίμηνο του 2020 ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε από 885 ευρώ το β’ τρίμηνο του 2019 σε 802 ευρώ το β’ τρίμηνο του 2020, δηλαδή μειώθηκε περίπου 10%. Στο ίδιο διάστημα το ποσοστό των απασχολουμένων που λάμβανε από 0 έως 200 ευρώ 12πλασιάστηκε, καθώς αυξήθηκε από 1% σε περίπου 12%. Η αύξηση αυτή αγγίζει τις 11,2 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ την ίδια στιγμή, τα άτομα που λάμβαναν αποδοχές μεταξύ 200 και 1.200 ευρώ μειώθηκαν κατά 11,3 ποσοστιαίες μονάδες. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στα άτομα που είχαν καθαρές αποδοχές μεταξύ 400 και 600 ευρώ, αφού από 16,3% το β’ τρίμηνο του 2019 το ποσοστό των ατόμων μειώθηκε σε 12,3% το ίδιο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Το ποσοστό των ατόμων που λάμβαναν από 601 έως 800 ευρώ μειώθηκε από 24,8% σε 23,5%, ενώ αυτών που λάμβαναν από 801 έως 1.000 ευρώ μειώθηκε από 21,8% σε 18,3% αντίστοιχα. Αξιοσημείωτο είναι ότι το β’ τρίμηνο του 2020 το 72,9% των μισθωτών είχε καθαρές αποδοχές μικρότερες των 1.000 ευρώ.

 
gsee1.png

Μπορεί να επηρεάστηκαν αρνητικά σχεδόν όλες οι μισθολογικές κλίμακες, όμως το κύριο βάρος της συμπίεσης των μισθών το επωμίστηκαν οι χαμηλά αμειβόμενοι. Συνυπολογίζοντας και τα υπόλοιπα ευρήματα, διαφαίνεται ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού είτε βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας (σε αναστολή που διαρκεί πάνω από 3 μήνες) είτε καταγράφεται ως άνεργο είτε εργάζεται λαμβάνοντας μισθούς οι οποίοι βρίσκονται χαμηλότερα, έως πολύ χαμηλότερα, του ορίου της φτώχειας. «Ο υψηλός κίνδυνος της μακροχρόνιας ανεργίας σε συνδυασμό με το αναποτελεσματικό δίχτυ κοινωνικής προστασίας οδηγούν στην επισήμανση ότι, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα τα οποία να βελτιώνουν το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών, η φτωχοποίηση ενός τεράστιου μέρους του πληθυσμού θα έχει πάγιο χαρακτήρα, η κοινωνική συνοχή θα διαρραγεί, ενώ το πλήγμα της πανδημικής κρίσης στην οικονομία θα έχει μεγαλύτερη χρονική διάρκεια και δυσμενέστερες συνέπειες», καταλήγουν οι ερευνητές.

 

Το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ εκτιμά πως η ανεργία θα κυμανθεί στο τέλος του 2020 στο 21,2%. «Υποθέτοντας ότι το βάθος της ύφεσης δεν θα ξεπεράσει το 9%, η εκτίμηση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι ότι το επίσημο ποσοστό ανεργίας θα ανέλθει στο 21,2%», λένε οι μελετητές.

gsee2.png
 

Ιδιαίτερα σημαντικό για το πως θα διαμορφωθεί στο άμεσο μέλλον η εικόνα της αγοράς εργασίας είναι η διόγκωση του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού. Όπως αναφέρεται, το 2019 υπήρξε σταθερή μείωση του αριθμού των ανέργων και παράλληλη μείωση των οικονομικά μη ενεργών ατόμων, μικρότερου όμως μεγέθους. Το επίσημο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε 2 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο. Όμως, από τον Δεκέμβριο του 2019 ο αριθμός των οικονομικά μη ενεργών άρχισε να αυξάνεται σταδιακά, με αποτέλεσμα μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 να έχουν αποχωρήσει από το εργατικό δυναμικό περίπου 79.000 άτομα. Η κατάσταση αυτή συνέβαλε σε έναν βαθμό στη μείωση του ποσοστού ανεργίας. Όμως, με την έναρξη του lockdown το δεύτερο 15ήμερο του Μαρτίου και μέχρι τον Ιούνιο παρατηρείται εντυπωσιακή αύξηση του αριθμού των οικονομικά μη ενεργών. Συγκεκριμένα, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου του 2020 η αύξηση των οικονομικά μη ενεργών ξεπερνούσε σταθερά τις 100.000 άτομα σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2019.

Ειδικότερα τον Μάρτιο και τον Μάιο η διαφορά ήταν ίση με 166.000 άτομα και 180.000 άτομα αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει πως μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου αποχώρησαν από το εργατικό δυναμικό πάνω από 100.000 άτομα που δηλώνουν πλέον πως δεν αναζητούν εργασία και ούτε θεωρούν πιθανό να βρουν δουλειά τους επόμενους μήνες. Ο μεγαλύτερος όγκος αυτών των ατόμων αφορά εργαζομένους που βρίσκονται σε αναστολή εργασίας για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών και λαμβάνουν εισόδημα λιγότερο από το 50% του μισθού τους. Συγκρίνοντας τις μεταβολές με τις αντίστοιχες του προηγούμενου έτους, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η συντριπτική πλειονότητα των καταγεγραμμένων οικονομικά μη ενεργών ατόμων στην υπό εξέταση περίοδο πιθανότατα βρίσκεται σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας. «Ο κίνδυνος φτωχοποίησης αυτών των ατόμων είναι ιδιαίτερα υψηλός», παρατηρούν οι μελετητές του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ.

gsee3.png

Την ίδια στιγμή, το κόστος απώλειας εργασίας είναι ιδιαίτερα υψηλό στην Ελλάδα, αφού ύστερα από δύο χρόνια ανεργίας ο άνεργος έχει απωλέσει το 47% του εισοδήματός του. Το αποτέλεσμα αυτό κατατάσσει την Ελλάδα στην τρίτη χειρότερη θέση στην Ευρωζώνη.

gsee4.png

Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, παρά την αύξηση του κατώτατου μισθού τον Φεβρουάριο του 2019, το ύψος του βρίσκεται κάτω από το όριο φτώχειας και απέχει σημαντικά από το ύψος ενός μισθού αξιοπρεπούς διαβίωσης. «Στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός είναι κάτω από το όριο της σχετικής και της απόλυτης φτώχειας», τονίζουν οι ερευνητές, προσθέτοντας πως το στοιχείο αυτό λαμβάνει βαρύνουσα διάσταση αν αναλογιστεί κανείς ότι το 31% των απασχολουμένων το Β’ τρίμηνο του 2020 έλαβαν αποδοχές μικρότερες του κατώτατου μισθού», επισημαίνουν οι ερευνητές, και προτείνουν ο κατώτατος μισθός να προσαρμοστεί «στο 60% του διάμεσου μισθού βάσει ενός προσδιορισμένου χρονοδιαγράμματος το οποίο θα πρέπει να συμφωνηθεί από τους κοινωνικούς εταίρους».

gsse4.png

De facto κατάργηση του 8ώρου

Όπως διαφαίνεται στην έκθεση, το μέγεθος του σοκ που προκάλεσε η πανδημία στην αγορά εργασίας αποτυπώνεται στον δείκτη των συνολικών ωρών απασχόλησης σε βασικές θέσεις εργασίας, ο οποίος στη χώρα μας διαμορφώθηκε το β’ τρίμηνο του 2020 στις 62 μονάδες, έναντι 85,1 μονάδων το δ’ τρίμηνο του 2019.

Πριν από το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης, το 73% των απασχολουμένων σε όλους τους κλάδους εργαζόταν υπερωριακά, ενώ σε ορισμένους κλάδους, όπως η μεταποίηση και οι μεταφορές, το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνούσε το 80%. Η πανδημική κρίση έχει μεταβάλει αυτή την εικόνα, αν και διαφαίνεται ότι αυτό, δεδομένων των εξελίξεων στην αγορά εργασίας στη διάρκεια της πανδημίας, είναι μια προσωρινή εξαίρεση από τον κανόνα της υπερεργασίας. Το Β’ τρίμηνο του 2020 το ποσοστό των ατόμων που εργαζόταν υπερωριακά μειώθηκε σε 55%, ενώ το 19% εργαζόταν πάνω από 48 ώρες την εβδομάδα.

gsee5.png

«Η κατάσταση αυτή αποκαλύπτει την εικόνα μιας αγοράς εργασίας όπου έχουν ανατραπεί θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα και έχει επιβληθεί de facto κατάργηση του οκταώρου και ρευστοποίηση του χρόνου έναρξης και λήξης της εργασίας», τονίζει ο Γιώργος Αργείτης, Επιστημονικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ. «Η επικράτηση κλίματος επισφάλειας και αβεβαιότητας δεν είναι ένδειξη οικονομικής και κοινωνικής προόδου. Υπάρχει σαφής και άμεση ανάγκη ενίσχυσης του θεσμικού πλαισίου ρύθμισης της αγοράς εργασίας με στόχο την προστασία της εργασίας και του εισοδήματος των εργαζομένων ύστερα από ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο”, επισημαίνει το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ και προσθέτει πως “η θεσμοθέτηση αυτής της de facto κατάργησης του οκταώρου, και μάλιστα σε βάρος της αμοιβής του εργαζομένου και σε όφελος της περαιτέρω ελαστικοποίησης του χρόνου εργασίας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, θα είναι μια πολύ σοβαρή εξέλιξη κοινωνικής οπισθοδρόμησης. Μια τέτοια παρέμβαση, η οποία θα καταργήσει θεμελιακά εργασιακά δικαιώματα και θα επιδεινώσει τις συνθήκες εργασίας και την ποιότητα ζωής των εργαζομένων, αποκαλύπτει την πολιτική κενότητα της ρητορικής περί μετάβασης της χώρας σε ένα δίκαιο υπόδειγμα βιώσιμης μεγέθυνσης».

Την ίδια ώρα, εκτιμάται ότι παρά την αναστολή των δημοσιονομικών περιορισμών το 2020 και το 2021, η συνέχιση της υγειονομικής κρίσης και του υφεσιακού της αντίκτυπου ‒σε συνδυασμό με την αυξανόμενη αστάθεια στο ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον της χώρας‒ δημιουργεί σημαντικούς περιορισμούς και προκλήσεις στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής.

Το συνολικό έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να διαμορφωθεί φέτος στο 8,6% του ΑΕΠ (έναντι πλεονάσματος 1,5% του ΑΕΠ το 2019), ενώ το πρωτογενές έλλειμμα στο 5,7% του ΑΕΠ (έναντι πλεονάσματος 4,4% του ΑΕΠ το 2019). Όπως αναφέρουν, η εξέλιξη αυτή θα έχει σοβαρό αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική συνοχή του ελληνικού Δημοσίου, τερματίζοντας μια περίοδο τεσσάρων ετών διατήρησης της χώρας σε κατάσταση δημοσιονομικής φερεγγυότητας.

Το β’ τρίμηνο του 2020 το πραγματικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 15,2%. Τη μεγαλύτερη μείωση υπέστησαν η κατανάλωση και οι εξαγωγές, ενώ μικρότερη ήταν η μείωση των επενδύσεων, οι οποίες εξακολουθούν να αποτελούν την «αχίλλειο πτέρνα» της ελληνικής οικονομίας.

Τα νοικοκυριά, που ουσιαστικά στηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα, καθώς διατηρούν σημαντικό έλλειμμα στο ισοζύγιό τους, βρίσκονται σε δεινή χρηματοοικονομική θέση με σημαντικές επιπτώσεις στις καταναλωτικές και χρηματοοικονομικές αποφάσεις τους.

 

Ενδεικτικό είναι ότι το β’ τρίμηνο του 2020 η ιδιωτική κατανάλωση ήταν ίση με 28,8 δισ. ευρώ όταν το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019 ήταν ίση με 32,6 δισ. ευρώ. Εκτιμάται επίσης ότι η διαχείριση της πανδημικής κρίσης με παρεμβάσεις που μειώνουν την απασχόληση και τις αμοιβές αναμένεται να επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη εύθραυστη κατάσταση και το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών.

Γι΄αυτό και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων τονίζουν ότι οι όποιες αναπτυξιακές παρεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις λάβουν χώρα στο πλαίσιο της εξόδου της χώρας από την τρέχουσα κρίση οφείλουν να διασφαλίσουν τη συνοχή μεταξύ οικονομίας και κοινωνίας, η οποία εξαρτάται σε καθοριστικό βαθμό από την υποστήριξη του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, των ανέργων και των αδύναμων νοικοκυριών.

Πηγή: ethnos.gr



Τη διαβεβαίωση ότι δεν μεταβάλλονται ούτε η σύμβαση εργασίας ούτε ο μισθός για όσους εργαστούν με τηλεργασία έδωσε ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης, μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή του ΣΚΑΙ.

Όπως διευκρίνισε, το μέτρο θα λειτουργήσει από τις 21 Σεπτεμβρίου έως και τις 4 Οκτωβρίου και θα αφορά το 40% των εργαζομένων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις και στο Δημόσιο. Ο κ. Βρούτσης τόνισε ότι στη μεγάλη μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας, που θα γίνει τον Οκτώβριο, υπάρχει ένα ειδικό κεφάλαιο για την εξ αποστάσεως εργασία, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα θα αποκτήσει ένα υγιές και σαφές περιβάλλον για την εξ αποστάσεως εργασία.

Ο υπουργός Εργασίας υπογράμμισε επίσης τη σημασία του προγράμματος για τη δημιουργία 100.000 νέων θέσεων εργασίας και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών.

Όπως είπε, το εν λόγω πρόγραμμα ξεκινάει από την 1η Οκτωβρίου και θα καλύπτονται πλήρως από το κράτος οι ασφαλιστικές εισφορές και εργοδότη και εργαζομένου. Το πρόγραμμα, προϋπολογισμού 350 εκατ. ευρώ, θα έχει διάρκεια έξι μήνες.

Σύμφωνα με τον κ. Βρούτση, οι επιχειρήσεις πρέπει να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό εργαζομένων με αυτόν που έχουν σήμερα επιπρόσθετα με όσους προσλάβουν, ενώ οι επιχειρήσεις που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα, πρέπει να είναι ασφαλιστικά και φορολογικά ενήμερες και, αν χρωστούν, πρέπει να έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους.

Μεταξύ άλλων, ο υπουργός Εργασίας δήλωσε ότι το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου θα πληρωθούν τα αναδρομικά των συνταξιούχων και συμπλήρωσε ότι, σε λίγες ημέρες, δεν θα υπάρχει καμία εκκρεμής σύνταξη για τις περιπτώσεις χηρείας και αγροτών. «Για όλες τις άλλες περιπτώσεις θα γίνουν ανακοινώσεις στο επόμενο χρονικό διάστημα» αποσαφήνισε ο κ. Βρούτσης, προσθέτοντας ότι έρχεται η ψηφιακή σύνταξη και για τις αναπηρικές συντάξεις.

https://eleftherostypos.gr/politiki/629622-tilergasia-ti-isxyei-me-ti-symbasi-ergasias-kai-toys-misthoys/

Μισθούς για μειωμένη απασχόληση, που όμως θα επιδοτούνται από έναν νέο μηχανισμό αναπλήρωσης των απωλειών, θα έχουν από 15 Ιουνίου μέχρι και 15 Οκτωβρίου εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, που λόγω της κρίσης και των νέων υγειονομικών κανόνων λειτουργίας της αγοράς εκτιμάται ότι μπορεί να εργαστούν για λιγότερες ώρες.

Σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπου η σχετική διάταξη του υπουργείου Εργασίας προβλέπει ότι οι μισθωτοί θα παίρνουν επιδότηση ως 60% για τις απώλειες που θα έχουν εξαιτίας της μειωμένης απασχόλησης.

Η μείωση της απασχόλησης θα αποφασίζεται από την επιχείρηση και δεν θα υπερβαίνει το 50%, δηλαδή το συμβατικό 8ωρο θα μειώνεται μέχρι 4ωρο. Με μείωση απασχόλησης 50%, ο εργαζόμενος θα έχει αντίστοιχη μείωση μισθού, αλλά από τη μείωση αυτή το 60% θα το αναπληρώνει ο μηχανισμός.

Στην… τσέπη
Ουσιαστικά αν από τα 1.000 ευρώ χάσουν μισό μισθό με μείωση απασχόλησης 50%, ο μηχανισμός θα τους πληρώσει το 60% της ζημιάς και το νέο μηνιάτικο θα είναι 800 αντί 1.000 ευρώ. Αν η μείωση απασχόλησης είναι 25%, δηλαδή αν το 8ωρο γίνει 6ωρο, η επιδότηση θα είναι 30%, οπότε ο εργοδότης θα καταβάλλει μισθό μειωμένο κατά 25%, ήτοι 750 αντί για 1.000 ευρώ, και η απώλεια των 250 ευρώ θα αναπληρωθεί κατά 30% από το μηχανισμό με ποσό 75 ευρώ. Το νέο μηνιάτικο θα είναι για τον εργαζόμενο 825 ευρώ.

Τροπολογία
Η τροπολογία για τον νέο μηχανισμό με την ονομασία «Συν-εργασία» κατατέθηκε χθες από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Γιάννη Βρούτση, ενώ οι κρίσιμες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του μέτρου, όπως ο τρόπος πληρωμής των μισθών για εργαζομένους με μείωση απασχόλησης, θα καθοριστούν με Υπουργική Απόφαση. Πάντως εξετάζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, είτε να αποδίδεται απευθείας στο λογαριασμό των εργαζομένων το ποσό της επιδότησης ή να καταβάλλει όλο το μισθό ο εργοδότης και να εισπράττει αυτός στη συνέχεια την επιδότηση αντί ο εργαζόμενος. Σε κάθε περίπτωση, αναζητείται ο τρόπος για να αποφευχθούν καθυστερήσεις.

Η τροπολογία προβλέπει τα εξής:
* Θεσπίζεται για το χρονικό διάστημα από 15.6.2020 έως 15.10.2020 μηχανισμός ενίσχυσης της απασχόλησης με τη μορφή οικονομικής ενίσχυσης βραχυχρόνιας εργασίας, που καλείται «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ», με σκοπό τη διατήρηση των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα.

* Οι επιχειρήσεις-εργοδότες που εντάσσονται στο μηχανισμό δύνανται να προβαίνουν σε μείωση του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας μέχρι και 50%, είτε για μέρος είτε για το σύνολο των εργαζομένων τους, ανάλογα με τις λειτουργικές τους ανάγκες. Η μείωση του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας δεν επιφέρει μετατροπή της σύμβασης εργασίας των εργαζομένων που εντάσσονται στο μηχανισμό, ούτε επιτρέπεται μείωση επί των ονομαστικών τους αποδοχών βάσει της σύμβασης πλήρους απασχόλησης. Οι απολύσεις εργαζομένων που είναι εντός του μηχανισμού απαγορεύονται.

* Ο μηχανισμός εφαρμόζεται αποκλειστικά σε εργαζομένους που έχουν εξαρτημένη σχέση εργασίας, πλήρους απασχόλησης, κατά την ισχύ του νόμου.

* Οι επιχειρήσεις-εργοδότες μπορούν να κάνουν χρήση του μηχανισμού για έναν ή περισσότερους μήνες από 15 Ιουνίου ως 15 Οκτωβρίου για το σύνολο ή μέρος του προσωπικού τους.

* Στους εργαζομένους που εντάσσονται στο μηχανισμό, καταβάλλεται οικονομική ενίσχυση σε ποσοστό 60% επί των καθαρών αποδοχών που αντιστοιχούν στο χρόνο κατά τον οποίο δεν εργάζονται.

* Στο πλαίσιο του μηχανισμού, επιδοτείται ως 60% και η απώλεια που θα έχουν οι εργαζόμενοι στο επίδομα αδείας, όπως και στο επίδομα Χριστουγέννων έτους 2020, λόγω της μειωμένης απασχόλησής τους.

* Σε περίπτωση που οι καθαρές αποδοχές, μετά την επιδότηση 60%, υπολείπονται του καθαρού νομοθετημένου κατώτατου μισθού (650 ευρώ) ή ημερομισθίου (29,04 ευρώ), η διαφορά αναπληρώνεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Με την έξτρα αυτή ενίσχυση η συνολική επιδότηση της απώλειας μισθού ως τα 650 ευρώ θα είναι στο 100%, ενώ για μισθούς των 700 ευρώ, η επιδότηση θα καλύπτει το 93% της απώλειας.

* Οι ασφαλιστικές εισφορές επί του μισθού καλύπτονται από τους εργοδότες με βάση τον αρχικό ονομαστικό μισθό των εργαζομένων.

* Κατά παρέκκλιση, στις αεροπορικές επιχειρήσεις θα επιδοτούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό και οι εισφορές των εργαζομένων, ενώ το χρονικό διάστημα ισχύος του μηχανισμού εκτείνεται έως και τις 31/12/2020.

Προϋποθέσεις
Για την ένταξη στο μηχανισμό οι επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν:

* Για τον Ιούνιο, πτώση τζίρου τουλάχιστον 20% αθροιστικά για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο.

* Για τον Ιούλιο, πτώση τζίρου τουλάχιστον 20% αθροιστικά για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο.

* Για τον Αύγουστο, πτώση τζίρου τουλάχιστον 20% αθροιστικά για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο.

* Για τον Σεπτέμβριο, πτώση τζίρου τουλάχιστον 20% αθροιστικά για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο, Ιούνιο και Ιούλιο.

Η σύγκριση τζίρου για να βγει το 20% θα γίνεται με τους αντίστοιχους μήνες των προηγούμενων τριών ετών (με αυξημένη βαρύτητα στα στοιχεία του 2019).

Οι πληρωμές
Κάθε μήνα, οι επιχειρήσεις θα δηλώνουν τους εργαζομένους που θέτουν σε καθεστώς μειωμένης απασχόλησης και τα στοιχεία τζίρου των προηγούμενων μηνών, ώστε να επιβεβαιωθεί η δυνατότητα συμμετοχής τους.

Η πληρωμή των μισθών θα γίνεται από τις επιχειρήσεις όπως προβλέπεται κάθε μήνα, ενώ για την επιδότηση μισθού εξετάζονται δύο σενάρια. Το πρώτο προβλέπει πληρωμή απευθείας στον εργαζόμενο αφού πρώτα δηλωθούν από τον εργοδότη η μειωμένη απασχόλησή του στην «ΕΡΓΑΝΗ», ο ονομαστικός του μισθός και οι αποδοχές που κατέβαλε ο εργοδότης για τη μειωμένη απασχόληση.

Στη δεύτερη εκδοχή, εξετάζεται να πληρώνει ο εργοδότης το σύνολο του ονομαστικού μισθού και να εισπράττει ο ίδιος την επιδότηση που αντιστοιχεί στη μειωμένη απασχόληση του εργαζομένου.

Είναι κρίσιμο τα στοιχεία αυτά να καταχωρίζονται στην αρχή κάθε μήνα και όχι στο τέλος, ώστε να μην καθυστερεί η καταβολή της επιδότησης στους εργαζομένους.

Πηγή: Ελεύθερος Τύπος

Διευκρινίσεις ως προς την εφαρμογή του προγράμματος «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» έδωσε την Πέμπτη ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, καταλογίζοντας υπερβολές στην αντιπολίτευση και τις αναφορές της για μείωση μισθών κατά 20% σε εργαζόμενους που απασχολούνται σε πληττόμενες επιχειρήσεις από τον κοροναϊό και εισέρχονται σε καθεστώς ευέλικτης εργασίας.
«Για παράδειγμα, εργαζόμενος με μισθό προ πανδημίας 1.000 ευρώ, αν ο εργοδότης επιλέξει να τον απασχολεί στο 50% του ωραρίου του, θα λαμβάνει 500 ευρώ από τον εργοδότη και από την πολιτεία, η οποία επιδοτεί το 60% του νέου μισθού, άλλα 300 ευρώ», δήλωσε ο κ. Βρούτσης, μιλώντας στον ραδιοσταθμό «Θέμα 104,6».

«Εμείς είμαστε σταθερά στην κάλυψη του 60%», σημείωσε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι ο εργαζόμενος θα λαμβάνει τις ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στο 100% του μισθού που λάμβανε προ πανδημίας.

Ωστόσο, αν και χαρακτήρισε «ακραία περίπτωση» το 20% που παραθέτει η αντιπολίτευση ως ποσοστό μείωσης μισθού, ο ίδιος ανέφερε πως «η οροφή της απώλειας (σ.σ. στους μισθούς) είναι 16% και απέχει πολύ από τους πηχυαίους τίτλους των εφημερίδων της αντιπολίτευσης».

Κατά τα λοιπά, ο υπουργός Εργασίας τόνισε πως η διάρκεια του προγράμματος αυτού προσδιορίζεται από την 1η Ιουνίου μέχρι τις 31 Σεπτεμβρίου 2020, ενώ όσες επιχειρήσεις θα παραμείνουν και το επόμενο διάστημα κλειστές λόγω κρατικής εντολής διατηρούν το προστατευτικό καθεστώς τους, όπως και οι εργαζόμενοί τους, στους οποίους καταβάλλεται το επίδομα 539 ευρώ.

«Εξάλλου, το όφελος για τις επιχειρήσεις από την εφαρμογή του προγράμματος ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ φτάνει το 33% αναφορικά με το μισθολογικό κόστος, ενώ απαγορεύεται η απόλυση», ανέφερε ο Γιάννης Βρούτσης.

Πηγή: protothema.gr

 

 

Για το τέλος Οκτωβρίου παραπέμπει η κυβέρνηση τις επόμενες κινήσεις στο φορολογικό καθεστώς, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της πανδημίας, αλλά και τα δημοσιονομικά μεγέθη και το ύψος των ταμειακών διαθεσίμων σύμφωνα με όσα είπε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.

 

Ο κ. Σταϊκούρας δήλωσε χαρακτηριστικά στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ, ότι «όταν κλείσει η παρένθεση, θα πάμε από εκεί που ξεκινήσαμε πριν από την κρίση, με μειώσεις φόρων, ανάλογα με τα δημοσιονομικά μεγέθη και τα ταμειακά διαθέσιμα. Θα δούμε τη συγκυρία τον Οκτώβριο». Ο ίδιος, όπως είπε, προτιμά τις παρεμβάσεις στο σκέλος των ασφαλιστικών εισφορών: «Επιμένω στην αξία και στην έννοια των ασφαλιστικών εισφορών, που έχουν πολύ μεγαλύτερη αξία σε μια ‘καινούργια’ οικονομία» επεσήμανε.

Σύμφωνα με τον υπουργό, για τη μείωση της προκαταβολής φόρου για τις επιχειρήσεις, εξετάζονται διάφορα σενάρια που θα λαμβάνουν υπόψη τη μείωση του τζίρου κατά το τρίμηνο της πανδημίας και τα ταμειακά διαθέσιμα.

powered by Rubicon Project
Ανέφερε, παράλληλα, ότι από την α’ φάση της «επιστρεπτέας προκαταβολής», έμειναν αδιάθετα περίπου 400 εκατ. ευρώ, που θα προστεθούν στο 1 δισ. ευρώ της β’ φάσης τον Ιούνιο. Δήλωσε ότι στην α’ φάση μπήκαν περίπου 55.000 επιχειρήσεις, αντί των περίπου 72.000 των αρχικών εκτιμήσεων, και απέδωσε το γεγονός αυτό σε τρεις λόγους: στην ύπαρξη κερδοφορίας τον Μάρτιο, στην επιλογή χρηματοδότησης με άλλους τρόπους, και στην αναμονή ορισμένων για τη β’ φάση του προγράμματος.

Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση εάν υπάρχει ενδεχόμενο μείωσης μισθών και συντάξεων στο Δημόσιο, δήλωσε ότι «κανένα τέτοιο σενάριο και καμία τέτοια σκέψη δεν υπάρχει στο τραπέζι του υπουργείου Οικονομικών»

.https://www.dikaiologitika.gr/

kalimnos

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot