Τσουχτερά πρόστιμα καλούνται να πληρώσουν στο Δημόσιο πάνω από 1.150.000 φορολογούμενοι που εντοπίστηκαν να κυκλοφορούν με ανασφάλιστα αυτοκίνητα ή απλώς να κατέχουν ανασφάλιστα οχήματα.
Οι εν λόγω φορολογούμενοι έλαβαν προχθές στα e-mail τους ειδοποιητήρια από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, με τα οποία τους γνωστοποιείται ότι στις 6 Ιουνίου οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ διενήργησαν διασταύρωση ανάμεσα στα στοιχεία του αρχείου των κυκλοφορούντων οχημάτων και του αρχείου των κυκλοφορούντων με ασφαλιστική κάλυψη οχημάτων κι ότι κατά τη διασταύρωση αυτή διαπιστώθηκε πως τα οχήματά τους ήταν ανασφάλιστα. Κάθε παραλήπτης του συγκεκριμένου ειδοποιητηρίου καλείται να καταβάλει στο Δημόσιο παράβολο ύψους 250 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο προβλεπόμενο διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται σε κάθε ιδιοκτήτη που εντοπίζεται να κυκλοφορεί με ανασφάλιστο όχημα.
Πώς εντοπίστηκαν
Μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, την Πέμπτη 1 Ιουνίου, μιας νέας απόφασης από την υφυπουργό Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου, με την οποία τροποποιήθηκε σε ορισμένα σημεία της η απόφαση για τον εντοπισμό των ανασφάλιστων οχημάτων που είχε εκδώσει στις αρχές του 2016 ο τότε αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Τρύφων Αλεξιάδης, οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ ζήτησαν από τις ασφαλιστικές εταιρίες τις λίστες των ασφαλισμένων οχημάτων προκειμένου να τις διασταυρώσουν με το αρχείο κυκλοφορούντων οχημάτων που τηρείται στο ΤΑΧΙS. Η διασταύρωση αυτή ανέδειξε τα ανασφάλιστα οχήματα και τους ιδιοκτήτες τους.
Λίγες μέρες μετά, στις 15 Ιουνίου, εστάλησαν στις διευθύνσεις e-mail που έχουν δηλώσει οι ιδιοκτήτες αυτοί στο TAXISnet τα ειδοποιητήρια με τα οποία ενημερώνονται ότι εντοπίστηκαν να μην έχουν ασφαλίσει τα οχήματά τους και ότι για το λόγο αυτόn οφείλουν να εξοφλήσουν μέσω e-παραβόλου το προβλεπόμενο πρόστιμο των 250 ευρώ.
Οι υπόχρεοι
Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα αναφέρονται στα ειδοποιητήρια, υποχρέωση καταβολής του προστίμου των 250 ευρώ, μέσω της πληρωμής του αντίστοιχου ηλεκτρονικού παραβόλου, έχουν όλοι οι φορολογούμενοι οι οποίοι εντοπίστηκαν στις 6 Ιουνίου να κατέχουν ανασφάλιστα οχήματα, ακόμη και όσοι προχώρησαν στην ασφάλιση των οχημάτων τους λίγες… ώρες ή λίγες μέρες μετά τη διασταύρωση αλλά πριν λάβουν ακόμη στα e-mails τους τα συγκεκριμένα ειδοποιητήρια!
Οι ιδιοκτήτες των οποίων τα οχήματα είναι όντως ανασφάλιστα υποχρεούνται να πληρώσουν το παράβολο προκειμένου να μπορέσουν στη συνέχεια να ασφαλίσουν τα οχήματά τους. Τα στοιχεία όσων δεν πληρώσουν το παράβολο εντός διμήνου από την παραλαβή των ειδοποιητηρίων θα σταλούν στις αρμόδιες αστυνομικές αρχές για να προχωρήσουν στην επιβολή των ακόμη πιο αυστηρών μέτρων που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία, δηλαδή στην αφαίρεση των πινακίδων και της άδειας κυκλοφορίας των συγκεκριμένων οχημάτων και στην επιβολή επαυξημένων προστίμων.
Ποιοι τη γλιτώνουν
Στα ειδοποιητήρια αναγράφονται οδηγίες και για τους ιδιοκτήτες οι οποίοι:
α) δεν υποχρεούνται να προβούν σε ασφάλιση των οχημάτων τους για οποιοδήποτε νόμιμο λόγο, όπως σε περίπτωση που έχει τηρηθεί η υποχρέωση ασφάλισης του οχήματος, πριν από την ημερομηνία διασταύρωσης,
β) δεν είναι οι κάτοχοι των οχημάτων στα οποία αναφέρονται τα ειδοποιητήρια ή έχουν πωλήσει ή έχουν αποσύρει τα αναφερόμενα οχήματα,
γ) έχουν θέσει τα οχήματά τους σε ακινησία, καταθέτοντας τις πινακίδες στις αρμόδιες ΔΟΥ, οπότε κακώς κατηγορήθηκαν ότι κυκλοφορούν με ανασφάλιστα οχήματα,
δ) διαπιστώνουν ότι υπάρχει λάθος στα στοιχεία κυκλοφορίας των οχημάτων τους,
ε) απαλλάσσονται νομίμως από την υποχρέωση ασφάλισης των οχημάτων τους.
Οι ιδιοκτήτες των περιπτώσεων αυτών πρέπει, αφού λάβουν τα ειδοποιητήρια, να απευθυνθούν στις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες (ασφαλιστική επιχείρηση, ΔΟΥ, υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών), προκειμένου να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για την ενημέρωση των δεδομένων τους ώστε τα οχήματά τους να εξαιρεθούν από το αρχείο των ανασφάλιστων. Στις ανωτέρω περιπτώσεις δεν υφίσταται υποχρέωση πληρωμής του ηλεκτρονικού παραβόλου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στα ειδοποιητήρια, για τα οχήματα που έχουν περιληφθεί κατά λάθος στον κατάλογο των μη ασφαλισμένων, θα πρέπει, κατά περίπτωση, να ακολουθείται η κατωτέρω διαδικασία:
*Αν το όχημα ήταν ασφαλισμένο κατά την ημερομηνία διασταύρωσης, ο ιδιοκτήτης θα πρέπει να απευθυνθεί στην ασφαλιστική επιχείρηση στην οποία το έχει ασφαλίσει, προκειμένου να γίνουν οι εκ μέρους της αναγκαίες ενέργειες.
*Αν το όχημα δεν ανήκε ποτέ στον φορολογούμενο ή έχει αλλάξει αριθμό κυκλοφορίας ή έχει διαγραφεί ή ήταν σε ακινησία κατά την ημερομηνία της διασταύρωσης, αυτός θα πρέπει να απευθυνθεί στην αρμόδια για τη φορολογία του ΔΟΥ προσκομίζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά (βεβαίωση ακινησίας ή ιστορικό μεταβολών του συγκεκριμένου οχήματος από την αρμόδια Περιφερειακή Υπηρεσία Μεταφορών, στην οποία έχει εκδοθεί η άδεια κυκλοφορίας του κ.λπ.).
*Αν υπάρχει λάθος στα στοιχεία της άδειας κυκλοφορίας ή το όχημα δεν ανήκει πλέον στον φορολογούμενο που παρέλαβε το ειδοποιητήριο, θα πρέπει να απευθυνθεί στην αρμόδια, κατά τα προαναφερθέντα, Περιφερειακή Υπηρεσία Μεταφορών.
*Αν υποβλήθηκε αίτηση μεταβίβασης του οχήματος σε ΚΕΠ και δεν έχει εκδοθεί ακόμα η νέα άδεια κυκλοφορίας, ο φορολογούμενος που έλαβε το ειδοποιητήριο θα πρέπει να απευθυνθεί σε οποιαδήποτε ΔΟΥ προσκομίζοντας σχετική βεβαίωση του ΚΕΠ για την υποβολή του αιτήματος μεταβίβασης.
*Αν υπάρχει εξαίρεση της υποχρεωτικής ασφάλισης κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 3 του Π.Δ. 237/1986 (ΦΕΚ Α’ 331), όπως ισχύει, ο φορολογούμενος που έλαβε το ειδοποιητήριο θα πρέπει να απευθυνθεί σε οποιαδήποτε ΔΟΥ, προσκομίζοντας τα σχετικά δικαιολογητικά.
Σημειώνεται επίσης ότι δεν υφίσταται υποχρέωση πληρωμής του ηλεκτρονικού παραβόλου για την έκδοση ασφαλιστηρίου συμβολαίου, ακόμα και αν το όχημα έχει περιληφθεί στο αρχείο των ανασφάλιστων οχημάτων:
α) σε κάθε περίπτωση που έχουν επιβληθεί οι κυρώσεις και οι ποινές που προβλέπονται στις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 12 του Π.Δ. 237/1998. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, ο φορολογούμενος θα πρέπει όμως, πριν από την έκδοση ασφαλιστηρίου συμβολαίου, να απευθυνθεί σε οποιαδήποτε ΔΥΟ, προσκομίζοντας τη σχετική πράξη της Αστυνομικής Αρχής για τη γνωστοποίηση της εξαίρεσής του από την υποχρέωση πληρωμής του παραβόλου,
β) από τον αγοραστή του οχήματος, σε περίπτωση μεταβίβασής του μετά την ημερομηνία διασταύρωσης. Τυχόν αχρεώστητη καταβολή δύναται να επιστραφεί.
eleftherostypos.com
Ο ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ ΕΝΩ ΥΠΟΣΧΟΤΑΝ 13Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΕΛΙΚΑ ΜΟΙΡΑΖΕΙ... ΕΘΝΙΚΕΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ 384 ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΚΑΤΙ ΨΙΛΑ!
Οι νέοι συνταξιούχοι ανεβαίνουν τον δικό τους Γολγοθά, περιμένοντας κυριολεκτικά στην... ουρά για να πάρουν πενιχρές συντάξεις, μετά από μήνες αναμονής. Δεν ξεχνούν όμως, όσα τούς έταξε ο πρωθυπουργός και αντί για 13η σύνταξη και αυξήσεις, προσφέρει» μόνο «ψαλιδίσματα»!
Έκανε «το άσπρο μαύρο». Μοίρασε φρούδες υποσχέσεις και παροχές που ήξερε εξαρχής ότι δεν είχαν αντίκρισμα. Στα αυτιά των συνταξιούχων ακόμα αντηχούν όσα δήλωνε ο Αλέξης Τσίπρας τον Φεβρουάριο του 2015 -και όχι μόνο-. Ο πρωθυπουργός είχε δεσμευτεί ότι «δεν θα αυξάνονταν τα όρια ηλικίας, δεν θα μειώνονταν οι κύριες συντάξεις, δεν θα έχανε η πλειοψηφία των απόμαχων της δουλειάς από τις επικουρικές τους ούτε ένα ευρώ και θα προστατεύονταν όσοι ελάμβαναν συντάξεις έως 1.300 ευρώ».
Σήμερα, Ιούνιος 2017, και οι μαζικές περικοπές των συντάξεων -κύριων και επικουρικών- είναι γεγονός. Τα περήφανα γηρατειά καλούνται να ζήσουν με αποδοχές που μόνο αξιοπρεπείς δεν χαρακτηρίζονται. Οι παλαιοί συνταξιούχοι έχουν χάσει σχεδόν τα πάντα. Έχουν υποστεί ανεπανόρθωτες περικοπές, από το ΕΚΑΣ, τις έντεκα -τουλάχιστον- μειώσεις στις κύριες συντάξεις (συνυπολογίζοντας βέβαια και τα ψαλιδίσματα που έφεραν οι νόμοι του Λοβέρδου-Κουτρουμάνη), το μεγάλο ποσοστό μειώσεων στις επικουρικές, τα εφάπαξ, τα μερίσματα μέχρι και τα επιδόματα που μέρα με τη μέρα χάνονται.
Οι νέοι συνταξιούχοι αφενός δεν γνωρίζουν ακριβώς το τελικό ποσό της σύνταξης που θα καταλήξει στην τσέπη τους καθώς τα ισχνά ποσοστά αναπλήρωσης δεν αφήνουν πολλά περιθώρια, αφετέρου όσοι υπέβαλαν τις αιτήσεις για την συνταξιοδότησής τους μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου (13/5/2016) περιμένουν κυριολεκτικά στην... ουρά μέχρι να εκκαθαριστούν! Τώρα πώς ζουν αυτοί οι συνταξιούχοι χωρίς εισόδημα είναι ένα άλλο θέμα...
«Ξεπάγωσαν» 2.000 κύριες συντάξεις!
Μετά από ένα χρόνο, έγινε το θαύμα! Από τις 60.000 αιτήσεις που υποβλήθηκαν από τις 13 Μαΐου του 2016 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2016, εκκαθαρίστηκε μόλις το 3,33%! Και το παράδοξο δεν είναι μόνο ότι εκκαθαρίστηκε ένα ελάχιστο ποσοστό από τις αιτήσεις που κατατέθηκαν, αλλά και ότι το αποτέλεσμα αυτών των εκκαθαρίσεων είναι συντάξεις-«πείνας» που δεν ξεπερνούν τα 600 ευρώ. Ο νέος τρόπος υπολογισμού των κύριων συντάξεων και οι μειώσεις του νέου ασφαλιστικού νόμου -με τις προσθήκες- που ενσωματώθηκαν στις αποδοχές της τρίτης ηλικίας φέρνουν πενιχρά εισοδήματα στους νέους συνταξιούχους που δούλευαν μια ζωή για να έχουν αξιοπρεπή γεράματα.
Ιδιαίτερη προσοχή όμως για τους νέους συνταξιούχους. Μην ενθουσιάζονται επειδή «ξεκλείδωσαν» μερικές αιτήσεις οριστικής σύνταξης. Στο τέλος του μήνα θα λάβουν πενιχρές συντάξειςόσοι ελάμβαναν υψηλές προσωρινές, και αυτό γιατί θα αφαιρεθεί από την οριστική τους σύνταξη η προσωρινή που έπαιρναν στο μεσοδιάστημα. Επίσης, οι πρώτες εκκαθαρίσεις που έγιναν αφορούν σε συνταξιούχους που δεν έχουν διαδοχική ασφάλιση, και είναι κυρίως του ΙΚΑ και του Δημοσίου.
Δημοσιεύθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, την οποία υπογράφουν ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης και ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος.
Σύμφωνα με την ΚΥΑ, δικαίωμα υπαγωγής στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, από 01/01/2017, έχουν τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 4 του νέου ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016), καθώς και οι ασφαλισμένοι φορέων, κλάδων και λογαριασμών, που εντάσσονται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), με βάση το άρθρο 53 του ανωτέρω νόμου, ανεξαρτήτως του χρόνου πρώτης υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Η προαιρετική ασφάλιση πραγματοποιείται ή για κύρια σύνταξη ή/και επικουρική ή/και για ασθένεια σε είδος και σε χρήμα.
Προϋποθέσεις για υπαγωγή
Δυνατότητα προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης έχει κάθε πρόσωπο του άρθρου 1 της παρούσας απόφασης, εφόσον συγκεντρώνει αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Έχει πραγματοποιήσει στην υποχρεωτική ασφάλιση τουλάχιστον πέντε έτη ή 1.500 ημέρες, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα έτος ή 300 ημέρες εντός της τελευταίας, πριν από την υποβολή της αίτησης πενταετίας και υποβάλλει τη σχετική αίτησή του μέσα σε προθεσμία 12 μηνών από την τελευταία ασφάλισή του σε φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό κύριας ασφάλισης ή έχει πραγματοποιήσει οποτεδήποτε στην υποχρεωτική ασφάλιση 10 έτη ή 3.000 ημέρες ασφάλισης, ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της αίτησης για προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης.
Οι ανωτέρω χρονικές προϋποθέσεις δύνανται να συμπληρωθούν με συνυπολογισμό χρόνου διαδοχικής ασφάλισης.
Οι ασφαλισμένοι που συμπληρώνουν με διαδοχικό ή μη χρόνο ασφάλισης στους ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς τις ανωτέρω χρονικές προϋποθέσεις για υπαγωγή στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, υποχρεούνται να συνεχίσουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στον ΕΦΚΑ στον τελευταίο ενταχθέντα φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης.
β) Έχει διακόψει ή διακόπτει καθ’ οιονδήποτε τρόπο (π.χ. παραίτηση, λύση σύμβασης, διαγραφή από τη ΔΟΥ, διαγραφή από τον οικείο επαγγελματικό σύλλογο, προκειμένου για δημοσίους υπαλλήλους λύση της υπαλληλικής σχέσης και για στρατιωτικούς αποστρατεία) την υποχρεωτική ασφάλιση στον ΕΦΚΑ.
γ) Κατά την υποβολή της αίτησης, ο ασφαλισμένος δεν είναι ανάπηρος κατά την έννοια του στοιχείου β΄ της παρ. 5 του άρθρου 28 του ν. 1846/1951 (Α΄189).
δ) Ειδικά, οι αυτοαπασχολούμενοι (ασφαλισμένοι του πρώην ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ, καθώς και τα πρόσωπα της ΥΑ με αριθμ. Φ.11321/59554/2170/2016,ΦΕΚ4569/Β) και οι ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ δεν έχουν οφειλή από οποιαδήποτε αιτία προς τον ασφαλιστικό φορέα ή, σε περίπτωση οφειλής, να έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης, της οποίας οι όροι τηρούνται, καθ’ όλη τη διάρκεια της προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης.
Καταβολή εισφορών
Για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης των προσώπων του άρθρου 1 της παρούσας, καταβάλλεται μηνιαία εισφορά, κατ’ αναλογία των προβλεπόμενων στα άρθρα 5, 18, 37, 38, 39, 40 και 41 του ν. 4387/2016.
Ειδικότερα:
α) Οι μισθωτοί καταβάλλουν το σύνολο της ασφαλιστικής εισφοράς εργαζομένου-εργοδότη στο ύψος που έχει διαμορφωθεί και ισχύει κατά το χρόνο υπαγωγής στην προαιρετική ασφάλιση. Το ως άνω ποσοστό υπολογίζεται επί του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, αναπροσαρμοζόμενων κατά τον παρακάτω τρόπο:
Για το διάστημα έως και το 2020 κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) και για το διάστημα από το 2021 και εφεξής με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά.
Ως ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς καθορίζεται το δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά.
Σε περίπτωση που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού ή οι αποδοχές για κάποιους μήνες του δωδεκαμήνου αυτού υπολείπονται του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά, ως μηνιαίες αποδοχές για την εύρεση του μέσου όρου λαμβάνεται υπόψη το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά.
β) Οι αυτοαπασχολούμενοι (ασφαλισμένοι του πρώην ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ, καθώς και τα πρόσωπα της ΥΑ αριθμ. Φ. 11321/59554/2170/2016,ΦΕΚ4569/Β) καταβάλλουν το ποσοστό εισφοράς που προβλέπεται από το άρθρο 39 παρ. 1, 41 παρ. 2 του ν. 4387/2016, όπως αυτό ισχύει για τους ασφαλισμένους που έχουν συμπληρώσει πέντε έτη ασφάλισης. Η μηνιαία εισφορά υπολογίζεται επί του μέσου όρου του εισοδήματος επί του οποίου καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, αναπροσαρμοζόμενων κατά τον παρακάτω τρόπο:
Για το διάστημα έως και το 2020 κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) και για το διάστημα από το 2021 και εφεξής με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Σε περίπτωση που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού, μισθωτού ή ελεύθερου επαγγελματία ή αφορά σε μήνες ασφάλισης, πριν την 01/01/2017, για τους μήνες αυτούς, ως μηνιαίο εισόδημα για την εφαρμογή των ανωτέρω λαμβάνεται η προβλεπόμενη από την παρ. 3 του άρθρου 39 του ν. 4387/2016 μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού για τους ασφαλισμένους που έχουν συμπληρώσει πέντε έτη ασφάλισης.
Σε περίπτωση ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ–ΤΣΜΕΔΕ και ΕΤΑΑ–ΤΣΑΥ που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, παρείχαν εξαρτημένη εργασία, έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα της περίπτωσης α) του παρόντος άρθρου για τους μισθωτούς. Εάν για μέρος του ανωτέρω χρόνου προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης μισθωτού και για τον υπόλοιπο χρόνο υποχρέωση ασφάλισης ελεύθερου επαγγελματία, για τον υπολογισμό του μέσου όρου του εισοδήματος, εφαρμόζονται, αντίστοιχα, τα ως άνω προβλεπόμενα για τους μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και σε δικηγόρους με έμμισθη εντολή ασφαλισμένους του πρώην ΕΤΑΑ–Τομέας Ασφάλισης Νομικών.
Σε περίπτωση ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ που, από 01/01/2017, εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του άρθρου 36 παρ. 2 του ν. 4387/2016, εφαρμόζονται τα ως άνω προβλεπόμενα για τους μισθωτούς, λαμβάνοντας ως μηνιαίες αποδοχές το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών και του μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου υπολογίστηκε η υποχρεωτική μηνιαία εισφορά.
γ) Οι ασφαλισμένοι του ΟΓΑ καταβάλλουν το ποσοστό εισφοράς που προβλέπεται από το άρθρο 40 παρ. 2 και 41 παρ. 3 του ν. 4387/2016, όπως αυτό διαμορφώνεται, από 01/01/2022 και εφεξής. Η μηνιαία εισφορά υπολογίζεται επί του μέσου όρου του εισοδήματος επί του οποίου καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης.
Σε περίπτωση που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού ή αφορά σε μήνες ασφάλισης, πριν την 01/01/2017, για τους μήνες αυτούς, ως μηνιαίο εισόδημα για την εφαρμογή των ανωτέρω λαμβάνεται η προβλεπόμενη από την παρ. 2β του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού.
δ) Για τη συμπλήρωση του ανωτέρω δωδεκαμήνου λαμβάνεται υπόψη και ο διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης.
Ειδικότερα, στην περίπτωση που, κατά τη διάρκεια του δωδεκαμήνου, ο ασφαλισμένος είχε διαδοχικά την ιδιότητα μισθωτού, αυτοαπασχολουμένου, αγρότη, το ύψος της μηνιαίας εισφοράς για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης υπολογίζεται ως ποσοστό επί του μέσου όρου του αθροίσματος των μηνιαίων αποδοχών και εισοδημάτων από κάθε απασχόληση.
Παράλληλη ασφάλιση
Ο ασφαλισμένος που, κατά τη λήξη του τελευταίου δωδεκαμήνου υποχρεωτικής ασφάλισής του υπάγεται σε πλέον του ενός ενταχθέντες φορείς του ΕΦΚΑ, δύναται να επιλέξει τον ενταχθέντα φορέα στον οποίο θα υπαχθεί στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα. Ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης, σύμφωνα με τα ανωτέρω, θεωρείται χρόνος ασφάλισης στον επιλεγέντα ενταχθέντα φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης.
Μη συνυπολογισμός της προαιρετικής ασφάλισης σε ΒΑΕ
Ο χρόνος της προαιρετικής ασφάλισης δεν συνυπολογίζεται ως χρόνος διανυθείς σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, (περιλαμβανομένων και των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3660/2008).
Έναρξη προαιρετικής ασφάλισης
Η προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής αίτησης στον ΕΦΚΑ και ενεργείται για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπολείπεται, πλην του μήνα υποβολής της αίτησης, των 25 ημερών ασφάλισης ανά μήνα (ή τουλάχιστον έναν μήνα) και των 300 ημερών ανά έτος (ή 12 μήνες ανά έτος).
Διακοπή-λήξη προαιρετικής ασφάλισης
Η διακοπή-λήξη της προαιρετικής ασφάλισης επέρχεται:
α) Με αίτηση–δήλωση του ασφαλισμένου από την πρώτη του επομένου μήνα της υποβολής της.
β) Με τη συνταξιοδότηση, λόγω γήρατος ή επ’ αόριστον αναπηρίας του ασφαλισμένου.
γ) Με το θάνατο του ασφαλισμένου.
δ) Με την ανάληψη εργασίας ή δραστηριότητας ή απόκτηση ιδιότητας ασφαλιστέας στον ΕΦΚΑ.
Απώλεια δικαιώματος συνέχισης της προαιρετικής ασφάλισης
Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για περισσότερο από δύο έτη από την ημερομηνία που αυτή κατέστη απαιτητή, επέρχεται απώλεια του δικαιώματος συνέχισης της προαιρετικής ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή, ο ασφαλισμένος μπορεί εκ νέου να υποβάλει αίτημα για υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση, μετά την παρέλευση τριών ετών. Συνολικά, ο ασφαλισμένος μπορεί να υπαχθεί σε καθεστώς προαιρετικής ασφάλισης, μέχρι τρεις φορές.
Αναστολή προαιρετικής ασφάλισης
Η προαιρετική ασφάλιση αναστέλλεται:
α) Με τη συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου, λόγω αναπηρίας ορισμένου χρόνου. Μετά τη λήξη της συνταξιοδότησης, αναβιώνει το δικαίωμα για συνέχιση της προαιρετικής ασφάλισης.
β) Με την επιδότηση για ασθένεια, όπου η αναστολή είναι δυνητική και, επομένως, μετά τη λήξη της επιδότησης, η προαιρετική ασφάλιση συνεχίζεται, χωρίς νέα εξέταση των προϋποθέσεων.
Προθεσμία καταβολής εισφορών
Οι εισφορές για την προαιρετική ασφάλιση καταβάλλονται εντός των προβλεπομένων από την ισχύουσα νομοθεσία και ανά κατηγορία ασφαλισμένων προθεσμιών. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής της ασφαλιστικής εισφοράς, αυτή βαρύνεται με τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα νομοθεσία επιβαρύνσεις για τις ασφαλιστικές εισφορές υποχρεωτικής ασφάλισης.
Επιστροφή εισφορών
Σε περίπτωση που καταβληθούν εισφορές που αντιστοιχούν σε χρονικά διαστήματα, μετά τη διακοπή–λήξη-αναστολή της προαιρετικής ασφάλισης, αυτές επιστρέφονται άτοκα, χωρίς να γεννάται δικαίωμα ασφάλισης από αυτές.
Υπαγωγή σε προαιρετική ασφάλιση, μέχρι 31.12.2016
Οι ασφαλισμένοι που έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν, σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις, σε προαιρετική συνέχιση ασφάλισης, μέχρι 31.12.2016, συνεχίζουν την προαιρετική ασφάλιση με τους ίδιους όρους με τους οποίους υπήχθησαν σε αυτήν.
Προαιρετική συνέχιση επικουρικής ασφάλισης
Οι διατάξεις των άρθρων 2 έως και 12 της παρούσας εφαρμόζονται αναλογικά και στους ασφαλισμένους του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ που θα υπαχθούν σε προαιρετική συνέχιση της επικουρικής τους ασφάλισης από 01.01.2017.
Για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης των ασφαλισμένων του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ καταβάλλεται μηνιαία εισφορά, κατ’ αναλογία των προβλεπόμενων στις διατάξεις του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 (Α΄85), όπως ισχύει
Δημοσιεύθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) την οποία υπογράφουν ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης και ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος, για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης.
Σύμφωνα με την ΚΥΑ, δικαίωμα υπαγωγής στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, από 01/01/2017, έχουν τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 4 του νέου ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016), καθώς και οι ασφαλισμένοι φορέων, κλάδων και λογαριασμών, που εντάσσονται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), με βάση το άρθρο 53 του ανωτέρω νόμου, ανεξαρτήτως του χρόνου πρώτης υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Η προαιρετική ασφάλιση πραγματοποιείται ή για κύρια σύνταξη ή/και επικουρική ή/και για ασθένεια σε είδος και σε χρήμα.
Προϋποθέσεις
Δυνατότητα προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης έχει κάθε πρόσωπο του άρθρου 1 της παρούσας απόφασης, εφόσον συγκεντρώνει αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Έχει πραγματοποιήσει στην υποχρεωτική ασφάλιση τουλάχιστον πέντε έτη ή 1.500 ημέρες, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα έτος ή 300 ημέρες εντός της τελευταίας, πριν από την υποβολή της αίτησης πενταετίας και υποβάλλει τη σχετική αίτησή του μέσα σε προθεσμία 12 μηνών από την τελευταία ασφάλισή του σε φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό κύριας ασφάλισης ή έχει πραγματοποιήσει οποτεδήποτε στην υποχρεωτική ασφάλιση 10 έτη ή 3.000 ημέρες ασφάλισης, ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της αίτησης για προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης.
Οι ανωτέρω χρονικές προϋποθέσεις δύνανται να συμπληρωθούν με συνυπολογισμό χρόνου διαδοχικής ασφάλισης.
Οι ασφαλισμένοι που συμπληρώνουν με διαδοχικό ή μη χρόνο ασφάλισης στους ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς τις ανωτέρω χρονικές προϋποθέσεις για υπαγωγή στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, υποχρεούνται να συνεχίσουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στον ΕΦΚΑ στον τελευταίο ενταχθέντα φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης.
β) Έχει διακόψει ή διακόπτει καθ’ οιονδήποτε τρόπο (π.χ. παραίτηση, λύση σύμβασης, διαγραφή από τη ΔΟΥ, διαγραφή από τον οικείο επαγγελματικό σύλλογο, προκειμένου για δημοσίους υπαλλήλους λύση της υπαλληλικής σχέσης και για στρατιωτικούς αποστρατεία) την υποχρεωτική ασφάλιση στον ΕΦΚΑ.
γ) Κατά την υποβολή της αίτησης, ο ασφαλισμένος δεν είναι ανάπηρος κατά την έννοια του στοιχείου β΄ της παρ. 5 του άρθρου 28 του ν. 1846/1951 (Α΄189).
δ) Ειδικά, οι αυτοαπασχολούμενοι (ασφαλισμένοι του πρώην ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ, καθώς και τα πρόσωπα της ΥΑ με αριθμ. Φ.11321/59554/2170/2016,ΦΕΚ4569/Β) και οι ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ δεν έχουν οφειλή από οποιαδήποτε αιτία προς τον ασφαλιστικό φορέα ή, σε περίπτωση οφειλής, να έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης, της οποίας οι όροι τηρούνται, καθ’ όλη τη διάρκεια της προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης.
Καταβολή εισφορών
Για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης των προσώπων του άρθρου 1 της παρούσας, καταβάλλεται μηνιαία εισφορά, κατ’ αναλογία των προβλεπόμενων στα άρθρα 5, 18, 37, 38, 39, 40 και 41 του ν. 4387/2016.
Ειδικότερα:
α) Οι μισθωτοί καταβάλλουν το σύνολο της ασφαλιστικής εισφοράς εργαζομένου-εργοδότη στο ύψος που έχει διαμορφωθεί και ισχύει κατά το χρόνο υπαγωγής στην προαιρετική ασφάλιση. Το ως άνω ποσοστό υπολογίζεται επί του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, αναπροσαρμοζόμενων κατά τον παρακάτω τρόπο:
Για το διάστημα έως και το 2020 κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) και για το διάστημα από το 2021 και εφεξής με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά.
Ως ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς καθορίζεται το δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά.
Σε περίπτωση που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού ή οι αποδοχές για κάποιους μήνες του δωδεκαμήνου αυτού υπολείπονται του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά, ως μηνιαίες αποδοχές για την εύρεση του μέσου όρου λαμβάνεται υπόψη το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά.
β) Οι αυτοαπασχολούμενοι (ασφαλισμένοι του πρώην ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ, καθώς και τα πρόσωπα της ΥΑ αριθμ. Φ. 11321/59554/2170/2016,ΦΕΚ4569/Β) καταβάλλουν το ποσοστό εισφοράς που προβλέπεται από το άρθρο 39 παρ. 1, 41 παρ. 2 του ν. 4387/2016, όπως αυτό ισχύει για τους ασφαλισμένους που έχουν συμπληρώσει πέντε έτη ασφάλισης. Η μηνιαία εισφορά υπολογίζεται επί του μέσου όρου του εισοδήματος επί του οποίου καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, αναπροσαρμοζόμενων κατά τον παρακάτω τρόπο:
Για το διάστημα έως και το 2020 κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) και για το διάστημα από το 2021 και εφεξής με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Σε περίπτωση που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού, μισθωτού ή ελεύθερου επαγγελματία ή αφορά σε μήνες ασφάλισης, πριν την 01/01/2017, για τους μήνες αυτούς, ως μηνιαίο εισόδημα για την εφαρμογή των ανωτέρω λαμβάνεται η προβλεπόμενη από την παρ. 3 του άρθρου 39 του ν. 4387/2016 μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού για τους ασφαλισμένους που έχουν συμπληρώσει πέντε έτη ασφάλισης.
Σε περίπτωση ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ–ΤΣΜΕΔΕ και ΕΤΑΑ–ΤΣΑΥ που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, παρείχαν εξαρτημένη εργασία, έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα της περίπτωσης α) του παρόντος άρθρου για τους μισθωτούς. Εάν για μέρος του ανωτέρω χρόνου προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης μισθωτού και για τον υπόλοιπο χρόνο υποχρέωση ασφάλισης ελεύθερου επαγγελματία, για τον υπολογισμό του μέσου όρου του εισοδήματος, εφαρμόζονται, αντίστοιχα, τα ως άνω προβλεπόμενα για τους μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και σε δικηγόρους με έμμισθη εντολή ασφαλισμένους του πρώην ΕΤΑΑ–Τομέας Ασφάλισης Νομικών.
Σε περίπτωση ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ που, από 01/01/2017, εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του άρθρου 36 παρ. 2 του ν. 4387/2016, εφαρμόζονται τα ως άνω προβλεπόμενα για τους μισθωτούς, λαμβάνοντας ως μηνιαίες αποδοχές το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών και του μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου υπολογίστηκε η υποχρεωτική μηνιαία εισφορά.
γ) Οι ασφαλισμένοι του ΟΓΑ καταβάλλουν το ποσοστό εισφοράς που προβλέπεται από το άρθρο 40 παρ. 2 και 41 παρ. 3 του ν. 4387/2016, όπως αυτό διαμορφώνεται, από 01/01/2022 και εφεξής. Η μηνιαία εισφορά υπολογίζεται επί του μέσου όρου του εισοδήματος επί του οποίου καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης.
Σε περίπτωση που, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού ή αφορά σε μήνες ασφάλισης, πριν την 01/01/2017, για τους μήνες αυτούς, ως μηνιαίο εισόδημα για την εφαρμογή των ανωτέρω λαμβάνεται η προβλεπόμενη από την παρ. 2β του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού.
δ) Για τη συμπλήρωση του ανωτέρω δωδεκαμήνου λαμβάνεται υπόψη και ο διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης.
Ειδικότερα, στην περίπτωση που, κατά τη διάρκεια του δωδεκαμήνου, ο ασφαλισμένος είχε διαδοχικά την ιδιότητα μισθωτού, αυτοαπασχολουμένου, αγρότη, το ύψος της μηνιαίας εισφοράς για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης υπολογίζεται ως ποσοστό επί του μέσου όρου του αθροίσματος των μηνιαίων αποδοχών και εισοδημάτων από κάθε απασχόληση.
Παράλληλη ασφάλιση
Ο ασφαλισμένος που, κατά τη λήξη του τελευταίου δωδεκαμήνου υποχρεωτικής ασφάλισής του υπάγεται σε πλέον του ενός ενταχθέντες φορείς του ΕΦΚΑ, δύναται να επιλέξει τον ενταχθέντα φορέα στον οποίο θα υπαχθεί στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα. Ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης, σύμφωνα με τα ανωτέρω, θεωρείται χρόνος ασφάλισης στον επιλεγέντα ενταχθέντα φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης.
Μη συνυπολογισμός της προαιρετικής ασφάλισης σε ΒΑΕ
Ο χρόνος της προαιρετικής ασφάλισης δεν συνυπολογίζεται ως χρόνος διανυθείς σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, (περιλαμβανομένων και των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3660/2008).
Έναρξη προαιρετικής ασφάλισης
Η προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής αίτησης στον ΕΦΚΑ και ενεργείται για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπολείπεται, πλην του μήνα υποβολής της αίτησης, των 25 ημερών ασφάλισης ανά μήνα (ή τουλάχιστον έναν μήνα) και των 300 ημερών ανά έτος (ή 12 μήνες ανά έτος).
Διακοπή-λήξη προαιρετικής ασφάλισης
Η διακοπή-λήξη της προαιρετικής ασφάλισης επέρχεται:
α) Με αίτηση–δήλωση του ασφαλισμένου από την πρώτη του επομένου μήνα της υποβολής της.
β) Με τη συνταξιοδότηση, λόγω γήρατος ή επ’ αόριστον αναπηρίας του ασφαλισμένου.
γ) Με το θάνατο του ασφαλισμένου.
δ) Με την ανάληψη εργασίας ή δραστηριότητας ή απόκτηση ιδιότητας ασφαλιστέας στον ΕΦΚΑ.
Απώλεια δικαιώματος συνέχισης της προαιρετικής ασφάλισης
Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για περισσότερο από δύο έτη από την ημερομηνία που αυτή κατέστη απαιτητή, επέρχεται απώλεια του δικαιώματος συνέχισης της προαιρετικής ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή, ο ασφαλισμένος μπορεί εκ νέου να υποβάλει αίτημα για υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση, μετά την παρέλευση τριών ετών. Συνολικά, ο ασφαλισμένος μπορεί να υπαχθεί σε καθεστώς προαιρετικής ασφάλισης, μέχρι τρεις φορές.
Αναστολή προαιρετικής ασφάλισης
Η προαιρετική ασφάλιση αναστέλλεται:
α) Με τη συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου, λόγω αναπηρίας ορισμένου χρόνου. Μετά τη λήξη της συνταξιοδότησης, αναβιώνει το δικαίωμα για συνέχιση της προαιρετικής ασφάλισης.
β) Με την επιδότηση για ασθένεια, όπου η αναστολή είναι δυνητική και, επομένως, μετά τη λήξη της επιδότησης, η προαιρετική ασφάλιση συνεχίζεται, χωρίς νέα εξέταση των προϋποθέσεων.
Προθεσμία καταβολής εισφορών
Οι εισφορές για την προαιρετική ασφάλιση καταβάλλονται εντός των προβλεπομένων από την ισχύουσα νομοθεσία και ανά κατηγορία ασφαλισμένων προθεσμιών. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής της ασφαλιστικής εισφοράς, αυτή βαρύνεται με τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα νομοθεσία επιβαρύνσεις για τις ασφαλιστικές εισφορές υποχρεωτικής ασφάλισης.
Επιστροφή εισφορών
Σε περίπτωση που καταβληθούν εισφορές που αντιστοιχούν σε χρονικά διαστήματα, μετά τη διακοπή–λήξη-αναστολή της προαιρετικής ασφάλισης, αυτές επιστρέφονται άτοκα, χωρίς να γεννάται δικαίωμα ασφάλισης από αυτές.
Υπαγωγή σε προαιρετική ασφάλιση, μέχρι 31.12.2016
Οι ασφαλισμένοι που έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν, σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις, σε προαιρετική συνέχιση ασφάλισης, μέχρι 31.12.2016, συνεχίζουν την προαιρετική ασφάλιση με τους ίδιους όρους με τους οποίους υπήχθησαν σε αυτήν.
Προαιρετική συνέχιση επικουρικής ασφάλισης
Οι διατάξεις των άρθρων 2 έως και 12 της παρούσας εφαρμόζονται αναλογικά και στους ασφαλισμένους του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ που θα υπαχθούν σε προαιρετική συνέχιση της επικουρικής τους ασφάλισης από 01.01.2017.
Για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης των ασφαλισμένων του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ καταβάλλεται μηνιαία εισφορά, κατ’ αναλογία των προβλεπόμενων στις διατάξεις του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 (Α΄85), όπως ισχύει.
Δέκα αλλαγές στη διαδοχική ασφάλιση ανοίγουν το δρόμο για πιο γρήγορη σύνταξη ακόμη και από τα 57,8 για όσους ασφαλίστηκαν στο ΙΚΑ και στη συνέχεια προσλήφθηκαν στο Δημόσιο, ενώ για περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης με πρώτο φορέα το ΙΚΑ και τελευταίο τον ΟΑΕΕ, η έξοδος για σύνταξη καθορίζεται από τα 58,7 σε περιπτώσεις γυναικώ, μητέρων με ανήλικο και ανδρών σε 35ετία.
Οι αλλαγές στη διαδοχική αφορούν περίπου 1,5 εκατ. εργαζόμενους που έχουν ασφαλιστεί σε περισσότερα από ένα Ταμεία κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου.
Κερδισμένοι ως προς τις προϋποθέσεις εξόδου με ευνοϊκότερα όρια ηλικίας είναι δημόσιοι υπάλληλοι και όσοι ξεκίνησαν την ασφάλιση πριν από το 1993, καθώς έχουν την δυνατότητα ανάλογα με τα ένσημα που έχουν σήμερα να κατοχυρώσουν και να θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα με τα μεταβατικά όρια ηλικίας που ισχύουν ως το 2021 και είναι κάτω των 67 ετών για όσους έχουν λιγότερα από 35 έτη και κάτω των 62 ετών για όσους έχουν από 35 έως και 40 χρόνια.
Για την κατηγορία των νέων από 1ης/1/1993 και μετά ασφαλισμένων σε ένα ή διαδοχικά σε περισσότερα Ταμεία τα όρια ηλικίας είναι κλειδωμένα στα 67 και στα 62 με τη διαφορά όμως ότι η σύνταξή τους θα υπολογίζεται βάσει των εισφορών που πλήρωσαν σε κάθε Ταμείο και όχι μόνον από το μισθό ή το ασφαλιστέο εισόδημα που προκύπτει στον τελευταίο φορέα ασφάλισης.
Οι ασφαλισμένοι που υπέβαλαν αιτήσεις συνταξιοδότησης με διαδοχική ασφάλιση πριν από την εφαρμογή του νόμου, δηλαδή πριν από τις 13/5/2016 έχουν το παλιό καθεστώς δηλαδή το αίτημα κρίνεται από τον τελευταίο φορέα εφόσον έχουν σε αυτόν 1.500 ημέρες εκ των οποίων 500 την τελευταία 5ετία πριν από την υποβολή της αίτησης.
Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές τότε αρμόδιος είναι ο προηγούμενος φορέας.
Το κλειδί για τις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης είναι σε ποιο Ταμείο ο ασφαλισμένος θεμελιώνει δικαίωμα πιο γρήγορα.
Για παράδειγμα όσοι είχαν ΙΚΑ και στη συνέχεια ΟΑΕΕ με συνολικό χρόνο 37 έτη, μπορούν να αποχωρήσουν όχι με τα όρια ηλικίας του ΟΑΕΕ που είναι μετά το 60ό έτος αλλά με τα όρια ηλικίας του ΙΚΑ που είναι από τα 58,5 εφόσον συμπλήρωσαν την ηλικία των 58 από 19/8/2015 και μετά.
Η βασική προϋπόθεση είναι να κατοχυρώσουν τις προϋποθέσεις ΙΚΑ, δηάδή να έχουν ως το 2012, 35 έτη, είτε πραγματικά είτε με εξαγορά πλασματικού χρόνου.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος