Μια καινούρια μαρτυρία από αυτόπτη μάρτυρα, επιβάτη της λάντζας που βυθίστηκε στο μοιραίο δυστύχημα στην Αίγινα, έρχεται για να αλλάξει τα έως τώρα δεδομένα της υπόθεσης.ο Γιώργος Λαμπρακόπουλος, ένας εκ των πέντε τραυματιών, και περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τα λεπτά πριν από τη μοιραία σύγκρουση.
Ο Γιώργος Λαμπρακόπουλος βρισκόταν στη μοιραία λάντζα με τον 16χρονο αδελφό του Μιχάλη και το φίλο του Τάσο Σιδέρη όταν ξαφνικά έγινε η σύγκρουση.
Ο Γιώργος, στην κατάθεσή του δήλωσε ότι πάνω στο ταχύπλοο ήταν και άλλα δύο άτομα, που δεν του φάνηκαν ηλικιωμένα. Τα συγκεκριμένα στοιχεία περιπλέκουν τα πράγματα και οι αρμόδιοι εξετάζουν εκτενώς τη συγκεκριμένη μαρτυρία.
«Ετσι όπως τον έψαχνα, ρίχνω μια πολύ γρήγορη μάτια και βλέπω έναν άνδρα και μια γυναίκα. Οχι ηλικιωμένους. Επειδή όμως έψαχνα τον αδελφό μου και επειδή ποτέ δεν πίστεψα ότι θα μας παρατήσει και θα γίνει όλο αυτό που γίνεται τώρα -να ψάχνουμε να βρούμε ποιοι ήταν πάνω-, δεν έδωσα σημασία στα χαρακτηριστικά τους και συνέχιζα να ψάχνω τον αδελφό μου, ο οποίος βγήκε στην επιφάνεια περίπου μετά από ένα λεπτό.
Εκεί εγώ ησύχασα, του είπα ότι όλα είναι καλά και να πάει κοντά στο φίλο μου. Εμένα μου είχαν βγει οι ώμοι, δεν μπορούσα να κολυμπήσω με τα χέρια».
Οι τραυματίες αλλά και οι επιβάτες, εκτός από το μεγάλο σοκ που είχαν υποστεί οι ίδιοι, είχαν να αντιμετωπίσουν και σκηνές αποκάλυψης. Τα άψυχα σώματα του καπετάνιου, του πατέρα αλλά και του 5χρονου κοριτσιού ήταν τοποθετημένα και ξεσκέπαστα πάνω στα παγκάκια, στο σημείο που αναμένεις για να ξεκινήσεις για τη νήσο Μονή.
pronews.gr
Τέσσερις καταθέσεις – φωτιά που περιγράφουν λεπτό προς λεπτό το τραγικό δυστύχημα στην Αίγινα αποκαλύπτει σήμερα η εφημερίδα ΕΘΝΟΣ.
Πρόκειται για τις μαρτυρίες δυο καπετάνιων τουριστικών σκαφών που πήγαν πρώτοι απ’ όλους στο σημείο, του υπεύθυνου του καταστήματος «Ναυτικού Ομίλου Αίγινας» και ενός επιβάτη της λάντζας «Αντωνία».
Ο ιδιοκτήτης του σκάφους «Ουρανός» που ήταν το πρώτο που έφτασε στο σημείο συγκλονίζει:
«Ένας από τους ανθρώπους που ανεβάσαμε στο σκάφος δεν είχε τις αισθήσεις του και προσπαθήσαμε να τον επαναφέρουμε με μαλάξεις ενώ έβγαζε αφρούς από το στόμα. Δεν θυμάμαι ακριβώς πόσα άτομα ανέβηκαν στο σκάφος μου αλλά νομίζω ότι περισυλλέξαμε περί στα 5 άτομα. [...] επέστρεψα στο λιμάνι της Πέρδικας και περίμενα ασθενοφόρο κυρίως για τον άνθρωπο που δεν είχε τις αισθήσεις του. Ένας γιατρός του Κέντρου Υγείας διαπίστωσε ότι ο ανωτέρω είχε πεθάνει».
Ο καπετάνιος του σκάφους «Άγιος Νικόλαος ΙΙ» περιέγραψε συγκλονιστικές εικόνες:
«Ήταν πολύ δύσκολες οι συνθήκες καθώς υπήρχαν συντρίμμια και κόσμος στην θάλασσα διάσπαρτος. Το Κοριτσάκι που Πέθανε και τον καπετάνιο του «Αντωνία» τους είδα να επιπλέουν ακίνητοι στην θάλασσα σε θέση μπρούμυτα. Το κοριτσάκι το έχασα από το οπτικό μου πεδίο αλλά έμαθα εκ των υστέρων ότι περισυλλέχθηκε από Κάποιο από τα υπόλοιπα σκάφη. Στο σημείο ερχόταν ένα φουσκωτό στο οποίο επέβαιναν δυο άτομα, ένας εκ των οποίων ήταν ο Αντώνης Μαλτέζος. Του είπα να μην περιμένει στο σημείο προκειμένου να μην χαθεί ο νεκρός μέχρι να πάω στο λιμάνι της Πέρδικας και να αφήσω τους διασωθέντες οι οποίοι βρισκόντουσαν σε έξαλλη κατάσταση. Όταν έφτασα εκεί ο Μαλτέζος με το φουσκωτό δεν ήταν εκεί. Άρχισα να ψάχνω την περιοχή προκειμένου να βρω το πτώμα. Την ώρα που προσπαθούσα να το ανασύρω και να το βάλω στο σκάφος μου είδα περί στα 50 μέτρα τον Μαλτέζο με το φουσκωτό και τρεις επιβαίνοντες, δυο κυρίες και έναν ηλικιωμένο να πλέουν προς κάποια κατεύθυνση.
Φώναξα από μακριά στον ηλικιωμένο αν είναι ο υπαίτιος του δυστυχήματος και δεν μου απάντησε αλλά οι δυο κυρίες μου έδειχναν προς το σκάφος χρώματος μπεζ το οποίο απείχε από εκεί που ήμουν περίπου μισό μίλι».
«Έβλεπα νεκρούς να επιπλέουν γύρω μου»
Η μαρτυρία του θύματος που επέβαινε στην λάντζα αναφέρει ότι είδε στο ταχύπλοο την φιγούρα ενός ηλικιωμένου άνδρα. Η περιγραφή του σφίγγει το στομάχι:
«Καθόμουν εμπρός του σκάφους και άκουσα μια κυρία που καθόταν δίπλα μου ότι «ένα σκάφος έρχεται καταπάνω μας». Γύρισα το κεφάλι μου και όντως το είδα με τεράστια ταχύτητα. Μέχρι την τελευταία στιγμή πίστευα ότι θα αλλάξει πορεία το DUENDE, δεν πρόλαβα να σκεφτώ κάτι άλλο. Τελικά το ταχύπλοο εμβόλισε το σκάφος που επέβαινα και εγώ και οι φίλοι μου βρεθήκαμε κατευθείαν στον βυθό ανάμεσα σε συντρίμμια. Όταν βγήκα στην επιφάνεια αντίκρισα τους φίλους μου. Προσπαθούσαμε να σωθούμε, επικρατούσε το απόλυτο χάος. Ανθρωποι ήταν σοβαρά τραυματισμένοι, άκουγα κραυγές τρόμου και αγωνίας, έβλεπα νεκρούς να επιπλέουν. Δεν υπήρχαν σωσίβια στην θάλασσα, κολυμπούσαμε περιμένοντας βοήθεια».
Προσωρινά ελεύθερος αφέθηκε ο 77χρονος χειριστής του ταχύπλοου σε βάρος του οποίου έχουν ασκηθεί ποινικές διώξεις για την πρόκληση του ναυτικού δυστυχήματος ανοιχτά της Αίγινας που στοίχισε τη ζωή σε τέσσερις ανθρώπους.
Μετά τη απολογία του, ανακρίτρια και εισαγγελέας συνεδρίασαν για να αποφασίσουν την προφυλάκισή του αλλά διαφώνησαν. Η ανακρίτρια ήταν υπέρ της προφυλάκισής του ενώ η εισαγγελέας εξέφρασε διαφωνία.
Για την προφυλάκιση του θα αποφασίσει εντός πενθημέρου το συμβούλιο εφετών.
Ο 77χρονος κατηγορούμενος για το φονικό ναυάγιο, βρέθηκε στα δικαστήρια Πειραιά για πάνω από 9 ώρες στα Δικαστήρια Πειραιά και απολογήθηκε μέσω υπομνήματος.
Ωστόσο, δέχθηκε απανωτές ερωτήσεις ώστε να φωτίσει ακόμη περισσότερο τις συνθήκες κάτω από τις οποίες 4 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Τί αναφέρει στο υπόμνημά του
«Απόλυτα συγκλονισμένος και συντετριμμένος από το περιστατικό», δηλώνει στο απολογητικό του υπόμνημα ο Θρασύβουλος Λυκουρέζος, ο άνθρωπος που φέρεται να κυβερνούσε το ταχύπλοο που στοίχισε τη ζωή σε τέσσερις ανθρώπους στο τραγικό ναυτικό δυστύχημα της Αίγινας.
Οπως αναφέρει, στις 16 Αυγούστου 2016 αποφάσισε να μεταβεί με το σκάφος «DUENDE» από το λιμάνι της Αίγινας προς την περιοχή «σπηλιά της φώκιας» στη νησίδα Μονή. Επί του σκάφους ευρίσκοντο και οι φίλοι του Βενετσιάνος Επαμεινώνδας, Βενετσιάνου Ευθυμία και Θεοδότη Καρακάση. Επισημαίνει, μάλιστα, ότι μόνο την 16η Αυγούστου έκανε χρήση του σκάφους και όχι την προηγούμενη ημέρα, ήτοι την 15η Αυγούστου 2016.
Η ταχύτητα με την οποία ταξίδευε το σκάφος «DUENDE», σημειώνει, κατά τη στιγμή προ τηςπροσκρούσεως ήταν 21 ν.κ., ήταν δηλαδή ταχύτητα, με την οποία πραγματοποιείτο ασφαλής πλους, αφού με αυτή το σκάφος «πλάναρε», δηλ. ερχόταν σε οριζόντια θέση σε σχέση με την θάλασσα. Άλλωστε το συγκεκριμένο σκάφος, με βάση τα τεχνικά χαρακτηριστικά του και την ισχύ των εγκατεστημένων σε αυτό προωστηρίων μηχανών, την κατάσταση στην οποία βρισκόταν (γάστρα και έλικες ήταν ήδη καλυμμένες με θαλάσσιους οργανισμούς λόγω της πολυήμερης ακινησίας) και τις συνθήκες φορτώσεως της συγκεκριμένης ημέρας (επιβάτες, συμπληρωμένη δεξαμενή καυσίμων, πλήρεις δεξαμενές πόσιμου νερού, εφόδια, εξοπλισμός κλπ), δεν θα μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα μεγαλύτερη των 28 ν.μ. Σημειώνει δε ότι ούτε ο ίδιος ανέπτυσσε ποτέ ταχύτητα μεγαλύτερη από αυτή που το συγκεκριμένο σκάφος πλάναρε, ήτοι τα 21 ν.κ., διότι, τότε το «DUENDE» πραγματοποιούσε ασφαλείς και άνετους πλόες, τόσο για εκείνον ως κυβερνήτη, όσο και για τους επιβαίνοντες σε αυτό και ήταν η συνήθης ταχύτητα, η οποία προβλέπεται για πλου κρουαζιέρας.
«Η πορεία πλεύσης μου ήταν από βορρά προς νότο και εισερχόμενος στη θαλάσσια ζώνη που παρεμβάλλεται μεταξύ της νησίδας Μονή και των δυτικών ακτών της Αίγινας, στη θέση Πέρδικα αντιλήφθηκα μηχανοκίνητο σκάφος να κινείται από τη θέση Πέρδικα προς τη νήσο Μονή, δηλαδή επί πορείας από Ανατολή προ Δύση. Ποτέ δεν πίστεψα ότι σκάφος κινούμενο αριστερά μου θα περάσει από την πλώρη μου.
Η πορεία μου ήταν σταθερή, χωρίς να έχω τον οποιοδήποτε λόγο να πραγματοποιήσω τον οποιοδήποτε αιφνίδιο ελιγμό, αφού άλλωστε μετέβαινε για λόγους αναψυχής με φίλους σε κόλπο της νησίδας Μονής», επικαλείται στην απολογία του στην ανακρίτρια Πειραιά ο 77χρονος Θρασύβουλος Λυκουρέζος.
Γιατί δεν βοήθησα τους ναυαγούς
Ηθελα να βοηθήσω τους ναυαγούς, αλλά ήταν αδύνατο να το πράξω, αναφέρει επίσης ο 77χρονος, διευκρινίζοντας: «Μετά την σύγκρουση και την προσθαλάσσωση του DUENDE μερικά μέτρα αριστερά του ΑΝΤΩΝΙΑ το πρώτο βρέθηκε με στρεβλωμένες τις έλικες με αιφνίδια διακοπή των μηχανών με πολλά διαμπερή ανοίγματα στον πυθμένα του. Υπό το κράτος του θαλάσσιου ρεύματος επιφανείας που επικρατούσε στην περιοχή το DUENDE παρασύρθηκε μακριά από τη θέση των ναυαγών και συνέχισε παρασυρόμενο προς τα βραχώδη αβαθή των ακτών της νήσου Μονή, στα οποία θα συνετρίβετο εάν δεν επενέβαιναν διασώστες. Ο κίνδυνος βύθισης του DUENDE ήταν επίσης άμεσος ενώ οι επ’αυτού επιβαίνοντες ήσαν όλοι υπερήλικες».
Και συνεχίζει: «Οι προσπάθειες επαναλειτουργίας των μηχανών του DUENDE από εμένα δεν απέδωσαν προφανώς λόγω σοβαρής βλάβης των μηχανών αλλά και του ηλεκτρολογικού δικτύου του σκάφους το οποίο οδήγησε σε κατάσταση black out. Στο θαλάσσιο χώρο που κολυμπούσαν οι ναυαγοί έπλεε μεγάλος αριθμός σωσιβίων που είχαν διαφύγει από το βυθισμένο ΑΝΤΩΝΙΑ και είχε αναδυθεί στην επιφάνεια. Ως γνωστόν τα ατομικά σωσίβια με τα οποία είναι εφοδιασμένα τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής δεν προσφέρονται για μακρινές ρίψεις γιατί είναι εξαιρετικά ελαφριά και δεν μπορούν να εκτοξευθούν. Άλλωστε η εκτόξευση σωσιβίων από το παρασυρόμενο DUENDE αντίθετα προς τη φορά του ανέμου από υπερήλικες σε κατάσταση σοκ και πανικού δεν θα μπορούσε επ’ ουδενί να έχει θετικά αποτελέσματα».
«Η διακοπή λειτουργίας των μηχανών του DUENTE και η παράσυρση του σκάφους λόγω των βορείων ανέμων σε αντίθετη πορεία από τους ναυαγούς κατέστησε αδύνατη τη συνδρομή μου προς τους τους ναυαγούς», αναφέρει