"Όταν τελείωσαν οι Σαββατογεννημένες, μας είχε ζητήσει ο Γιώργος Καπουτζίδης και στις τρεις, να..."
Η Ελένη Ράντου γύρισε τον χρόνο πίσω στο Dot και είχε πολλά να θυμηθεί και να αποκαλύψει, από τις συμμετοχές της σε πολύ δημοφιλή και αγαπητά σίριαλ. Ανάμεσα στα όσα είπε, ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η αναφορά της στο Παρά Πέντε και τις Σαββατογεννημένες.
Αχ Ελένη: Η Χρύσα Ρώπα έπαιζε τη γιαγιά. Κανείς δεν αναρωτήθηκε ποτέ πόση διαφορά ηλικίας έχουμε. Ήταν σουρεάλ. Δεν πάταγε πολύ στην πραγματικότητα, αλλά πάταγε σε έναν φανταστικό κόσμο που είχε αυτή η ηρωίδα.
Κωνσταντίνου και Ελένης: Θυμάμαι να πέφτουν άπαντες έξω, πρώτος ο κ. Καλημέρης, ο οποίος μου έλεγε: «Γιατί το έκανες αυτό; Είσαι τρελή»; Η Άλκηστις Μαραγκουδάκη που κάτι παρόμοιο μου έλεγε.
Τι ψυχή θα παραδώσεις μωρή: Υπήρχε μια πολύ κακή διαχείριση του Αλέξανδρου προς το όνειρό του. Έπρεπε να το είχε λίγο προστατεύσει.
Σαββατογεννημένες – Παρά Πέντε: Όταν τελείωσαν οι Σαββατογεννημένες, μας είχε ζητήσει ο Γιώργος Καπουτζίδης και στις τρεις, να κάνουμε και οι τρεις μαζί τον ρόλο της Μακρυπούλια. Ουσιαστικά, ένα πνεύμα… Γιατί μου λέει: «Κάθομαι να γράψω το καινούριο και μου έρχεται απευθείας η δική σας εικόνα». Τον είχα συμβουλεύσει να ξεκολλήσει από τη δική μας εικόνα και στην καινούρια του δουλειά να πάει με καινούρια συστατικά, με καινούρια υλικά.
Μεγάλη η τηλεοπτική πορεία που έχει διαγράψει η Ελένη Ράντου, πολλά και αυτά που έχει να αποκαλύψει…
«Αρχίζεις τώρα το κίτρινο. Μην το κάνεις τώρα».
κριτική που δέχτηκε για τη διαφήμιση της ΔΕΗ ήταν έντονη. Ήταν αναμενόμενο, λοιπόν, όταν οι δημοσιογράφοι συνάντησαν την Ελένη Ράντου να την ρωτήσουν σχετικά. Η δημοφιλής ηθοποιός, όμως, δεν… χάρηκε και πολύ με την ερώτηση.
«Αρχίζεις τώρα το κίτρινο. Μην το κάνεις τώρα», είπε αρχικά η Ελένη Ράντου στη ρεπόρτερ. Στη συνέχεια τόνισε: «Όχι, δεν στεναχωρήθηκα. Όταν κάνουμε πράγματα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και για την κριτική και όταν η κριτική δεν μας αρέσει και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε έτοιμοι. Δεν την έχασα την καλή μου σχέση με τον κόσμο και γι’ αυτό είναι και καλή γιατί λέμε πράγματα που δεν είναι ευχάριστα. Τι να κάνουμε»;
Eν μέσω της εκλογικής ανόδου της Χρυσής Αυγής, ο σκηνοθέτης Νίκος Μαστοράκης ανεβάζει το αντιφασιστικό και βαθιά πολιτικό έργο του Κλάους Μαν και μιλάει για τη δραματική επικαιρότητά του και όχι μόνο
Στην κορύφωση του φασισμού στη Γερμανία, οι Ναζί ζήτησαν από τον διευθυντή του Θεάτρου του Αμβούργου να χωρίσει τη γυναίκα του γιατί ήταν Εβραία. Εκείνος δεν δέχθηκε, κλείστηκαν στο σπίτι, ήπιαν δηλητήριο και άνοιξαν το γκάζι για να σιγουρέψουν την αυτοχειρία τους.
«Θα πεθάνουμε και δεν θα έχουμε κάνει τίποτε» αναφωνεί εκείνος. «Σε κάποια χρόνια ίσως κάποιοι σκεφτούν πώς πεθάναμε, ίσως μας θυμηθούν για λίγο» λέει εκείνη. Η δραματική σκηνή είναι από το «Μεφίστο» του Κλάους Μαν. Και η επιλογή του σκηνοθέτη Νίκου Μαστοράκη να ανεβάσει το έργο σε διασκευή Αριάν Μνουσκίν στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τέμνεται με τη δραματική επικαιρότητα της ανόδου του φασισμού στη χώρα μας.
«Μου το πρότειναν. Δέχθηκα με χαρά γιατί έχει να κάνει με το σήμερα. Θέτει ερωτήματα, είναι ένα πολιτικό έργο. Με απασχολεί τι συμβαίνει στον κόσμο και νιώθω πως έχουμε κρίση της πρακτικής του καπιταλισμού. Ενα από τα συμπτώματα είναι και ο φασισμός σε όλη την Ευρώπη. Πρόσφατα ξήλωσαν τον διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου της Βουδαπέστης γιατί είναι ομοφυλόφιλος» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Νίκος Μαστοράκης στο ρετιρέ της Πλατείας Αμερικής όπου διαμένει, με το «Ολα για τη μητέρα μου» του Αλμοδόβαρ πάνω στο τραπέζι και το «Φιλουμένα Μαρτουράνο» που ανεβάζει τον χειμώνα με την Ελένη Ράντου.
«Το 16% της Χρυσής Αυγής είναι πάρα πολύ, δεν είναι περιθώριο, είναι κυρίαρχο. Οι άνθρωποι που τους ψηφίζουν δεν είναι μόνο αμόρφωτοι. Συχνά είναι και κακοί. Το κακό είναι να επιβουλεύεσαι τον άλλο, να μη θέλεις την ανθρώπινη ύπαρξη. Και είμαστε κακοί όταν αφεθούμε στην εκδικητικότητά και στον θυμό μας. Μόνο ο πολιτισμός μάς έχει ηρεμήσει, τώρα όμως υποχωρεί και ο κόσμος έχει υποστεί πλύση κυρίως από το Ιντερνετ και τις ανεξέλεγκτες πληροφορίες και ομαδοποιήσεις που ευδοκιμούν σε αυτό».
Ο Νίκος Μαστοράκης δεν μασάει τα λόγια του για το φαινόμενο: «Τα κόμματα αυτά πρέπει να απαγορεύονται. Η Χρυσή Αυγή δεν είναι απλώς ένα κόμμα δεξιό ή ακροδεξιό, είναι εγκληματικό, είναι κτήνη».
Το «Μεφίστο» του πιάνει το θέμα μέσω μιας ομάδας ηθοποιών που μετασχηματίζονται στο φόντο της ανόδου του φασισμού στη μεσοπολεμική Γερμανία. Ο ίδιος έστειλε ένα μέιλ στην Μνουσκίν ότι θα ακολουθήσει τη διασκευή της - με μία διαφορά: «Αποκαλύπτω την ομοφυλοφιλία του πρωταγωνιστή, που είναι ο ηθοποιός Γκούσταβ Γκρίντγκενς, ο οποίος για να συνεχίσει την καριέρα του ξεπούλησε την ψυχή του στον ναζισμό. Ο ίδιος ο Κλάους Μαν ήθελε να το κάνει, αλλά του το απαγόρευσε ο εκδότης. Ο Μαν ήταν ο ίδιος ακτιβιστής ομοφυλόφιλος, αλλά όταν πήγε στον εκδότη του αυτός τρόμαξε. Είναι ενδιαφέρον πως και η Μνουσκίν όταν το ανέβασε (ιεραρχώντας την επενέργεια του φασισμού σε μια ομάδα και όχι απλώς στον πρωταγωνιστή, όπως είναι το αρχικό κείμενο) αποσιώπησε το γεγονός της σεξουαλικής ταυτότητας του ηθοποιού, ενώ αντίθετα αποτύπωνε την ομοφυλοφιλία της Ερίκα Μαν με την οποία αυτός είχε παντρευτεί. Σήμερα όμως, βλέποντας και την ομοφοβία σε Ρωσία κι αλλού ας πούμε, θεώρησα πως πρέπει να το αλλάξω» σημειώνει ο Μαστοράκης.
Δηλωμένος ομοφυλόφιλος ο ίδιος στην πιο δύσκολη εποχή του '70, έφαγε το κόστος των επιλογών του πριν να φτάσει στο σήμερα της σκηνοθετικής του δράσης. Ηταν τότε που εκδιώχθηκε από το Θέατρο Τέχνης γι' αυτό ακριβώς το θέμα: «Ο Κάρολος Κουν και οι πέριξ στο Θέατρο Τέχνης ήταν ομοφοβικοί. Δεν σου επιτρεπόταν να το δείξεις. Ο Τσαρούχης που το δήλωνε με διάφορους τρόπους έκανε έξαλλο τον Κουν. Το έχω ζήσει αυτό». Χαμογελά και χαϊδεύει τον γάτο του Μήτσο. Δεν μιλάει συχνά, αποδρά για μήνες στην Ασία («ιδιόρρυθμη ψυχανάλυση» το λέει) και σκέφτεται πολύ τώρα που αγγίζει τα εξήντα. Ενα είδος ασκητή που διαμένει στο κέντρο της πόλης, περιζήτητος, αν και δείχνει απόμακρος από το σινάφι του, παρά τα πολλά χρόνια ως ηθοποιός και σκηνοθέτης.
Εζησε δέκα χρόνια στη Βιέννη, συνέπραξε με τον Λευτέρη Βογιατζή, ταξίδεψε και έκανε τη θητεία του σε σκυλάδικα της «κάτω νύχτας» όπως ομολογεί (δεν χρησιμοποίησε τυχαία ψαγμένο λαϊκό τραγούδι πέρυσι στο έργο «Γύρος του θανάτου» στο ΚΒΘΕ πάνω στο ομώνυμο βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη που αφορούσε την υπόθεση Παγκρατίδη). Αν πέρυσι δημιούργησε αίσθηση με την «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων» του Μπρεχτ, φέτος επιμένει πολιτικά.
«Σήμερα γίνεται ελάχιστο πολιτικό θέατρο. Νομίζω ότι οι άνθρωποι που είναι στα πράγματα μπάφιασαν από την πολιτικοποίηση της Μεταπολίτευσης και του στρατευμένου θεάτρου και τo θεωρούν πασέ. Κι όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Σήμερα στην Ευρώπη η τάση είναι όσο πιο γυμνά και πιο πολιτικά τα έργα».
Καυστικός, δεν αφήνει απ' τα βέλη του ευρύτερα θέματα: «Σε κανέναν φορέα πολιτισμού σήμερα δεν υπάρχει πολιτική κατεύθυνση. Φοβάται ο καθένας να μιλήσει εναντίον εκείνου που τον διόρισε. Εδώ έχουμε έναν υποτιθέμενο υπουργό Πολιτισμού που δεν έχει αρθρώσει λέξη περί τέχνης. Είναι σαν να ανοίξει κάποιος ένα μπακάλικο και να πουλάει όπλα ή ποντικοφάρμακα. Σαν να το κάνουν επίτηδες και βάζουν τον πιο άσχετο» συμπληρώνει.
Τώρα ετοιμάζεται να υποδεχθεί το κοινό για το «Μεφίστο». Μοιάζει ήρεμος. Βρίσκεται στην τελική ευθεία, μένουν λίγες ημέρες για το ανέβασμα της παράστασης. Απέναντι από το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά λειτουργούν γραφεία της Χρυσής Αυγής. «Δεν φοβάστε» τον ρωτώ. «Δεν φοβάμαι. Μήπως ξέρουν, μωρέ, οι φασίστες τι σημαίνει "Μεφίστο";».
Για το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών
Ο Νίκος Μαστοράκης έχει τις αντιρρήσεις του και για το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών: «Ο Γιώργος Λούκος είναι υπέροχος και καλός οργανωτής. Οταν του έδιναν λεφτά έκανε σημαντικά φεστιβάλ. Φέτος όμως επικρατεί το μότο "κάνε κι εσύ θέατρο, μπορείς". Το Φεστιβάλ πρέπει να είναι το έκτακτο που μέσα στη ροή σού δίνει το παραπάνω, ενώ τώρα θα δούμε ό,τι βλέπουμε όλο τον χρόνο σε σύνοψη. Θα έπρεπε να δοθούν περισσότερα λεφτά σε λιγότερους».
Πηγή: tanea.gr