Παρά τις χθεσινές πανηγυρικές δηλώσεις της κυβέρνησης περί «δημοσιονομικά ουδέτερου» πακέτου μεταρρυθμίσεων, είναι σαφές ότι η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς για όλα τα κρίσιμα ανοικτά θέματα μόλις τώρα αρχίζει.
Από τη χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup προέκυψαν μόνο δύο δεδομένα: πρώτον ότι η ελληνική κυβέρνηση θα νομοθετήσει μέτρα με ημερομηνία ενεργοποίησης την 1η Ιανουαρίου 2019. Και δεύτερον ότι το «κουαρτέτο» θα επιστρέψει στην Αθήνα πιθανότατα την επόμενη εβδομάδα προκειμένου να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξη της τεχνικής συμφωνίας.
Όλα τα υπόλοιπα θέματα παραμένουν αυτή τη στιγμή «ανοικτά». Έτσι:
1. Δεν είναι σαφές ποια θέση έχει πάρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσον αφορά στην αναγκαιότητα λήψης πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων. Υπενθυμίζεται ότι το ΔΝΤ «έβλεπε» κενό της τάξεως του 2% του ΑΕΠ (ή περίπου 3,6 δις. ευρώ) το οποίο θα έπρεπε να καλυφθεί με πρόσθετα μέτρα προκειμένου η Ελλάδα να επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ. Στις διαπραγματεύσεις που θα ξεκινήσουν, θα πρέπει να πειστεί το ΔΝΤ ότι η «τρύπα» που έβλεπε έχει… εξαφανιστεί. Διαφορετικά πώς θα προκύψει η «δημοσιονομικά ουδέτερη» μεταρρύθμιση στην οποία αναφέρεται η ελληνική κυβέρνηση;
2. Δεν έχει συμφωνηθεί για πόσα χρόνια η Ελλάδα θα πρέπει να παραγάγει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018 οπότε και λήγει το 3ο μνημόνιο.
3. Παραμένει ανοικτό το θέμα του δημοσιονομικού κενού για το 2018. Τον Δεκέμβριο, οι δύο πλευρές –ελληνική κυβέρνηση και θεσμοί- μιλούσαν για μια τρύπα της τάξεως των 700 εκατ. ευρώ η οποία θα πρέπει να καλυφθεί με πρόσθετα μέτρα. Μένει να φανεί αν θα επιβεβαιωθεί το μέγεθος αυτής της τρύπας αλλά και το πώς ακριβώς θα καλυφθεί. Αν οι θεσμοί επιμείνουν ότι χρειάζονται νέα μέτρα για να καλυφθεί το κενό του 2018, τότε θα δούμε παρεμβάσεις στο σκέλος των φορολογικών απαλλαγών αλλά και των κοινωνικών επιδομάτων. Αυτά τα μέτρα μόνο «ουδέτερα» δεν θα είναι
4. Στα εργασιακά, το non paper του Μεγάρου Μαξίμου μιλάει για «δυνατότητα επιστροφής της εργασιακής κανονικότητας των συλλογικών διαπραγματεύσεων νωρίτερα, δηλαδή πριν από το τέλος του προγράμματος». Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή στο θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων μέσα στο 2017 και οι ελπίδες για τις όποιες παρεμβάσεις ειδικά στο θέμα των κλαδικών συμβάσεων, μετατίθενται τουλάχιστον για το 2018.
5. Από τις δηλώσεις Νταϊσενμπλουμ προκύπτει ότι ανοίγει και πάλι θέμα ασφαλιστικού. Η κυβέρνηση δεν αρνείται ότι παραμένει στο τραπέζι το θέμα της περικοπής των υφιστάμενων συντάξεων. Εκτιμά όμως ότι θα μπορέσει να μεταθέσει τις όποιες περικοπές για το 2020 (σ.σ οι αναφορές κυβερνητικών στελεχών παραπέμπουν σε οριστική κατάργηση της προσωπικής διαφοράς από το 2020 έως το 2025) και να εξασφαλίσει ως αντιστάθμισμα την αύξηση των κοινωνικών δαπανών.
6. Το θέμα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για τη διευθέτηση του χρέους, παραπέμπεται να συζητηθεί σε επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup χωρίς να προκύπτει από κάπου ότι οι Ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε περαιτέρω «εξειδίκευση». Έτσι, παραμένει ασαφές σε αυτή τη φάση το αν θα εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Τα «αντίμετρα»
Η μείωση του αφορολογήτου, θα πρέπει πλέον να θεωρείται δεδομένη καθώς επισήμως πλέον, τα κυβερνητικά στελέχη δεν επιδιώκουν να διαψεύσουν αλλά να προβάλουν τα «αντίμετρα» που θα νομοθετηθούν. Χωρίς να είναι δεδομένο ότι τα αντίμετρα θα φέρουν το ίδιο δημοσιονομικό όφελος με τη ζημιά που θα προκληθεί από τη μείωση του αφορολογήτου –αυτό λέει η κυβέρνηση αλλά δεν επιβεβαιώνεται από τους Ευρωπαίους και δεν θα μπορούσε δεδομένου ότι δεν έχει καν ανοίξει η συζήτηση για το δημοσιονομικό κενό του 2019- η κυβέρνηση σπεύδει να «διαρρεύσει» από τώρα μέτρα με θετικό πρόσημο όπως τα ακόλουθα:
1. Μείωση του ΕΝΦΙΑ και συνολικό επανασχεδιασμό του φόρου ώστε ωφεληθούν οι έχοντες μικρή περιουσία και χαμηλά εισοδήματα και ο φόρος να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας. Ήδη, συζητούνται ποσοστά μείωσης του ΕΝΦΙΑ κατά 35-40% ποσοστό όμως που οδηγεί σε δημοσιονομικό κόστος της τάξεως του ενός δις. ευρώ.
2. Συγκεκριμένες μειώσεις στον ΦΠΑ με έμφαση στα προϊόντα και στις υπηρεσίες ευρείας κατανάλωσης. Μεταξύ αυτών, το ελληνικό «στρατόπεδο» θέλει να προωθήσει μειώσεις στον ΦΠΑ της ενέργειας (σ.σ σήμερα επιβάλλεται συντελεστής 13% και ο μόνος τρόπος μείωσης είναι η μετάταξη στον χαμηλό συντελεστή του 6%)
3. Μεταφορά των μεταφορικών υπηρεσιών από τον κανονικό συντελεστή που βρίσκονται σήμερα (24%) στο 13%
4. Επαναφορά βασικών ειδών διατροφής από το 24% επίσης στο 13%
5. Επανεξέταση των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών
thetoc.gr