Στο ιλιγγιώδες ποσό των 10,9 δισ. ευρώ (6,1% του ΑΕΠ) έφτασαν τα «αχρείαστα» μέτρα της τριετίας 2015 -2017 με βάση και τις χθεσινές ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017, το οποίο έσπασε ξανά ρεκόρ φτάνοντας το 4,2% του ΑΕΠ.
Η λογική που επιβάλλει πολλαπλάσια των αναγκαίων μέτρα για να διασφαλιστούν οι στόχοι του προγράμματος αδιαφορώντας για την ανάπτυξη ακολουθήθηκε και το 2017. Το υπερπλεόνασμα έφτασε για το 2017 στα 4,33 δισ. από 5,69 δισ. ευρώ το 2016 και 880 εκατ. ευρώ το 2015.
Παρά το πλεόνασμα-ρεκόρ του 4,2% του ΑΕΠ που ανακοίνωσε πρώτος από τις Βρυξέλλες ο επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί, η ανάπτυξη ακολούθησε αντίθετη πορεία. Η σχετική πρόβλεψη από το 2,7% του ΑΕΠ που αναμενόταν στο τέλος του 2016 αναθεωρήθηκε σχεδόν στο μισό. Αρχικά στο 2,2% του ΑΕΠ στις αρχές του 2017 και στη συνέχεια στο 1,8% του ΑΕΠ στο ΜΠΔΣ 2018-2021, την άνοιξη στο 1,6% του ΑΕΠ στον Προϋπολογισμό και στο 1,4% του ΑΕΠ που έδωσε ως πρώτο αποτέλεσμα η ΕΛ.ΣΤΑΤ. πριν από λίγες εβδομάδες.
Σε απόλυτους αριθμούς το πλεόνασμα του περασμένου χρόνου έφτασε στα 7,5 δισ. ευρώ (4,2% του ΑΕΠ) έναντι του στόχου του προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,171 δισ. (1,75% του ΑΕΠ).
Είχαμε δηλαδή «υπερπλεόνασμα» που μεταφράζεται σε αχρείαστη αφαίμαξη των νοικοκυριών και της πραγματικής οικονομίας κατά 4,33 δισ. ευρώ μόνο σε ένα χρόνο. Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών προσπάθησαν να δικαιολογήσουν την αφαίμαξη αυτή με «βελτίωση της εισπραξιμότητας» χωρίς μεγάλη πειστικότητα.
Τα επιχειρήματα ήταν ότι τα επιπλέον έσοδα ήρθαν από την οικειοθελή αποκάλυψη αδήλωτων εισοδημάτων (από την οποία μέχρι και το τέλος του χρόνου είχαν εισπραχθεί μόνο 650 εκατ. ευρώ από τα 900 εκατ. ευρώ που είχαν βεβαιωθεί), αλλά και από την καλύτερη πορεία των εσόδων του ασφαλιστικού, λες και τις υπερβολικές εισφορές και τις περικοπές του νόμου Κατρούγκαλου δεν τις πληρώνουν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Σε αντιπαροχή των 4,3 δισ. ευρώ είχαμε τη διανομή κοινωνικού μερίσματος 1,4 δισ. ευρώ, με την κοινωνική πολιτική να περιορίζεται στα 720 εκατ. ευρώ που δόθηκαν τον Δεκέμβριο σε χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους, αφού τα υπόλοιπα (η πληρωμή για τις ΥΚΩ και η επιστροφή παρανόμως παρακρατηθέντων εισφορών υγείας σε συνταξιούχους) ήταν υποχρέωση που θα έπρεπε έτσι κι αλλιώς να εκπληρωθεί.
Το ρεκόρ του 2016
Η αφαίμαξη για το 2017 ήρθε σε συνέχεια του «ρεκόρ» του 2016 όταν έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 871 εκατ. ευρώ (0,5% του ΑΕΠ) το υπουργείο Οικονομικών «κατάφερε» με πρόσθετα μέτρα 5,4 δισ. ευρώ που ψηφίστηκαν τον Μάιο του 2016 να φτάσει στο πρωτογενές πλεόνασμα-ρεκόρ του 3,9% του ΑΕΠ, που μεταφράζεται σε 6,56 δισ. ευρώ δημιουργώντας «υπερπλεόνασμα» 5,69 δισ. ευρώ.
Ακόμη όμως και το 2015 μέσα σε ένα μόλις εξάμηνο από την υπογραφή του Μνημονίου μέχρι και το τέλος του χρόνου η κυβέρνηση κατάφερε να εκπλήξει θετικά μόνο στο μέγεθος του πρωτογενούς πλεονάσματος, αφού αντί για πρωτογενές έλλειμμα 439 εκατ. ευρώ (0,25% του ΑΕΠ) κατάφερε να διαμορφώσει πρωτογενές πλεόνασμα 441 εκατ. ευρώ (0,2% του ΑΕΠ), διαμορφώνοντας ένα έμμεσο υπερπλεόνασμα 0,45% του ΑΕΠ ή 880 εκατ. ευρώ, ενώ οι καταθέσεις είχαν κλειδώσει στις τράπεζες με την επιβολή των capital controls.
Υπόσχονται παροχές
Μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος το υπουργείο Oικονομικών βγήκε επιθετικά υποσχόμενο παροχές στο αόριστο μέλλον, τονίζοντας ότι όχι μόνο θα επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι, αλλά θα δημιουργηθεί και δημοσιονομικός χώρος για ελαφρύνσεις παραπέμποντας στην πρόβλεψη του Mεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Σχεδίου 2018 -2021 για υπερπλεόνασμα 3,5 δισ. ευρώ πέραν των αντίμετρων που προβλέπεται να δοθούν για φορολογικές ελαφρύνσεις.
Στην ανακοίνωση του ΥΠΟΙΚ μετά την ΕΛ.ΣΤΑΤ. και τη Eurostat τονίζεται μεταξύ άλλων: «Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 4% του ΑΕΠ για το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, αποδεικνύει για μια ακόμα χρονιά την αξιοπιστία της δημοσιονομικής διαχείρισης».
Ερχεται κύμα νέων μέτρων
Την ίδια ώρα μετά τις συναντήσεις που έγιναν τις προηγούμενες μέρες στην Ουάσιγκτον στο πλαίσιο της Εαρινής Συνόδου του ΔΝΤ είναι βέβαιο ότι το επόμενο διάστημα θα δοθεί μάχη για να ξεκαθαριστεί αν ικανοποιηθούν τελικά οι απαιτήσεις του ΔΝΤ, που θέλει την ταυτόχρονη περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις παλιές συντάξεις μαζί με το χαράτσι των 650 ευρώ σε μισθωτούς συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες μέσα στο 2019.
Η εναλλακτική είναι η ευρωπαϊκή έκδοση των μέτρων της διετίας 2019 -2020. Δηλαδή η περικοπή για το 2019 της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις για τον επόμενο χρόνο με ταυτόχρονη εφαρμογή κάποιων μέτρων κοινωνικής πολιτικής για ευάλωτα κοινωνικά στρώματα και το 2020 η περικοπή του αφορολογήτου με αντάλλαγμα κάποιες μικρές φορολογικές ελαφρύνσεις. Το μόνο που δεν μπορεί να ισχύσει είναι το σενάριο της κυβέρνησης για αναβολή των μέτρων μετά το 2020 με όπλο τις ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις.