Με την καταβολή σχεδόν ενός επιπλέον μισθού –για την ακρίβεια του 85% ενός ολόκληρου μισθού ισοδυναμεί η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5,6% τον χρόνο. Ενώ σήμερα ο εργαζόμενος λαμβάνει 548 ευρώ στην τσέπη του, με την αύξηση του 5,6% θα παίρνει 581 ευρώ ή 470 ευρώ επιπλέον τον χρόνο. Το κέρδος θα είναι διπλό καθώς εκτός από την αύξηση στις μεικτές αποδοχές, θα μειωθεί και ο συντελεστής υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών. Όλες οι αλλαγές, θα φανούν από τον Ιούνιο και μετά.
Ενώ το θερμόμετρο της πολιτικής αντιπαράθεσης για το αν και πότε θα αυξηθεί ο κατώτατος μισθός έχει ήδη γράψει «κόκκινο» το υπουργείο Εργασίας ετοιμάζεται μέσα στην επόμενη εβδομάδα να κηρύξει την έναρξη της διαδικασίας για την αναπροσαρμογή του. Μια διαδικασία η οποία αναμένεται να διαρκέσει μέχρι τον Ιούνιο. Ο κυβερνητικός στόχος είναι –τόσο για οικονομικούς όσο και για πολιτικούς λόγους- να καταλήξει σε μια αύξηση της τάξεως του 5% η οποία όμως θα προκαλέσει και αύξηση του εργοδοτικού κόστους και αύξηση του δημοσιονομικού κόστους.
Στις επιχειρήσεις που θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερα, η κυβέρνηση θα προβάλλει και το όφελος από τη μείωση φόρου –στα φετινά εκκαθαριστικά θα είναι μειωμένο κατά 25%- ενώ για το δημοσιονομικό κόστος θα επιχειρήσει να το αντισταθμίσει με τις καλύτερες επιδόσεις που θα έχουν καταγραφεί μέχρι τότε. Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5,6% θα αυξήσει τις καθαρές αποδοχές όσων αμείβονται με τον κατώτατο μισθό κατά 33 ευρώ τον μήνα ενώ σε ετήσια βάση, η αύξηση θα φτάσει στα 504 ευρώ (μεικτά) ή στα 465 ευρώ καθαρά δεδομένου ότι καταβάλλονται 14 μισθοί σε ετήσια βάση. Για τον εργοδότη, η αύξηση του εργοδοτικού κόστους θα είναι 42 ευρώ τον μήνα ή 586 ευρώ τον χρόνο δεδομένου ότι η αύξηση θα συμπέσει χρονικά και με τη μείωση του συντελεστή υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών. Αν πάλι η αύξηση διαμορφωθεί στο 4,4%, τότε οι μηνιαίες αποδοχές του εργαζόμενου θα αυξηθούν κατά 27 ευρώ και οι ετήσιες κατά 400 ευρώ μεικτά ή 377 ευρώ καθαρά.
Ο πίνακας που δημοσιεύεται, συνοψίζει τις αλλαγές που θα επέλθουν αν επιβεβαιωθεί το σενάριο για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5,6% δηλαδή με ρυθμό διπλάσιο της προσδοκώμενης αύξησης του ΑΕΠ (αν και το ποιο πιθανό είναι να χρησιμοποιηθεί η ανάπτυξη του 2019 δεδομένου ότι μέχρι τον Ιούνιο δεν θα υπάρχει εικόνα για την φετινή χρονιά). Σε κάθε περίπτωση, μια τέτοια κίνηση έχει τις εξής επιπτώσεις:
Ο δεύτερος πίνακας αποτυπώνει τις επιπτώσεις από το σενάριο αύξησης του κατώτατου μισθού με ρυθμό διπλάσιο του ρυθμού ανάπτυξης του 2019 δηλαδή 4,4%. Ιδού οι επιπτώσεις:
Η διαδικασία που αναμένεται να ακολουθηθεί προβλέπει μια σειρά από διαβουλεύσεις, εκθέσεις και επιτροπές. Αναλυτικά, ορίζει ότι εντός του τελευταίου 10ημέρου του Φεβρουαρίου η 3μελής επιτροπή συντονισμού της διαβούλευσης –αποτελείται από τον πρόεδρο του ΟΜΕΔ, έναν εκπρόσωπο του υπουργείου Οικονομικών κι έναν του υπουργείου Εργασίας– πρέπει να αποστείλει πρόσκληση προς εξειδικευμένους φορείς (ΤτΕ, ΕΛΣΤΑΤ, ΟΑΕΔ, ινστιτούτα ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ καθώς και τα ΙΟΒΕ και ΚΕΠΕ) ώστε να συντάξουν έκθεση αξιολόγησης του ισχύοντος κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
Στην έκθεσή τους οι ειδικοί φορείς πρέπει, επίσης, να προβούν σε εκτιμήσεις για την προσαρμογή του μισθού «στις επίκαιρες οικονομικές συνθήκες».
Οι εκθέσεις πρέπει να υποβληθούν έως τις 31 Μαρτίου στην επιτροπή διαβούλευσης, η οποία με τη σειρά της θα αποστείλει τον φάκελο με αυτές στους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, ώστε κι αυτοί να υποβάλουν υπόμνημα με τις θέσεις τους για την αναπροσαρμογή του μισθού. Η επιτροπή, αφού συγκεντρώσει όλες τις εκθέσεις και τα υπομνήματα, θα πρέπει έως τις 15 Απριλίου να τα κοινοποιήσει σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους, προσκαλώντας τους παράλληλα σε προφορική διαβούλευση. Δεκαπέντε ημέρες μετά (στις 30 Απριλίου) το σύνολο των στοιχείων θα αποσταλεί στον Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, το οποίο θα πρέπει να συντάξει το τελικό πόρισμα διαβούλευσης, σε συνεργασία με μια 5μελή επιτροπή σοφών.
Εκεί, θα περιγράφονται τόσο οι δυνατότητες προσαρμογής του κατώτατου μισθού όσο και οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων, παράλληλα με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας αλλά και της εγχώριας αγοράς εργασίας. Μάλιστα, η γνώμη, που θα πρέπει να αποσταλεί έως τις 31 Μαΐου στους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας, μπορεί να αποκλίνει ή και να διαφοροποιείται από τις εκθέσεις των φορέων.
Οπως, βέβαια, διαφοροποιημένη μπορεί να είναι και η εισήγηση του υπουργού Εργασίας, που βάσει της διαδικασίας έχει τον τελικό λόγο. Συγκεκριμένα, εντός του τελευταίου 15νθημέρου του Ιουνίου ο υπουργός Εργασίας θα πρέπει να εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο τον νέο κατώτατο μισθό, «λαμβάνοντας υπόψη το πόρισμα διαβούλευσης». Το πόρισμα δηλαδή δεν είναι δεσμευτικό για την πρόταση του υπουργού αλλά γνωμοδοτικό. Εφόσον η πρόταση εγκριθεί, ο υπουργός Εργασίας θα υπογράψει την υπουργική απόφαση.
Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση του κατώτατου μισθού, θα έχει και δημοσιονομικό αντίκτυπο καθώς θα «παρασύρει» μια σειρά από επιδόματα. Αυτά είναι: