Συζητήθηκε στη Βουλή η Επίκαιρη Ερώτηση "Ανάγκη αναθεώρησης της πολιτικής για τα hotspots" που κατέθεσε ο Αντιπρόεδρος της Βουλής και Βουλευτής Δωδεκανήσου Δημήτρης Κρεμαστινός προς τον Υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Δημήτρη Βίτσα.
Ο Δημήτρης Κρεμαστινός ζήτησε από τον Υπουργό την επαναδιαπραγμάτευση της τοποθέτησης των κέντρων υποδοχής (hotspots) με τους εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης γιατί αυτά έχουν ουσιαστικά μετατραπεί σε χώρους εγκατάστασης προσφύγων και μεταναστών στα νησιά.
Δημήτρης Βίτσας αποδέχτηκε το ουσιαστικό των αιτημάτων του Δημήτρη Κρεμαστινού και είπε ότι θεωρεί αναγκαία την αποσυμπίεση των νησιών, έχοντας βάλει σαν στόχο την μη υπέρβαση σε αριθμό της δυναμικότητας των κέντρον υποδοχής έως το προσεχή Σεπτέμβριο. Ανέφερε επίσης ότι η Κυβέρνηση έχει κάνει προτάσεις προς την Ε.Ε. χωρίς όμως να πει σαφώς ότι κάποιες από αυτές θα προχωρήσουν.
Ολόκληρη η συζήτηση είχε ως εξής:
«ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ (Ε΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής): Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, όταν άρχισε αυτή η ιστορία με τα hotspots, είχα κάνει επανειλημμένες ερωτήσεις στη Βουλή και είχα αρθρογραφήσει, λέγοντας ότι για τους λόγους που υπάρχουν -να μην τους αναπτύξω τώρα-, θα μετατραπούν σιγά-σιγά από χώροι υποδοχής σε χώρους εγκατάστασης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται όταν είναι χώροι εγκατάστασης. Είχα πει τότε ότι θα πρέπει σε επίπεδο αρχηγών κρατών, να θέσουμε ξανά το θέμα αυτό, όσον αφορά, δηλαδή, το πώς θα γίνεται η υποδοχή, πώς θα μεταφέρονται αμέσως από τα νησιά εις την ενδοχώρα, ούτως ώστε στην ενδοχώρα να γίνεται η επεξεργασία όλων των θεμάτων, καταγραφή ασύλου κ.λπ.
Δυστυχώς, αυτό δεν έγινε πραγματικότητα μέχρι σήμερα και τα προβλήματα είναι ορατά. Φωνάζει, για παράδειγμα, ο Μητροπολίτης της Σάμου ότι αλλοιώνεται η πληθυσμιακή σύνθεση, φωνάζει η Λέσβος για τα γεγονότα τα οποία ξέρετε και τα αντιμετωπίζετε. Βεβαίως, το ερώτημα είναι τι πρέπει να γίνει από εδώ και μπρος.
Γιατί το λέω αυτό; Διότι ανάλογα με την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, μπορεί να συμβεί το οτιδήποτε. Δηλαδή, δεν είναι ανάγκη να γίνει πόλεμος για να καταληφθούν μικρά νησιά. Μπορεί να έλθουν γεμάτες βάρκες με τα τρία εκατομμύρια μετανάστες που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Τουρκία και βεβαίως να υπάρξει ένα μεγάλο πρόβλημα. Δεν μπορεί να το αποκλείσει κανείς αυτό.
Κατά συνέπεια, το ερώτημα που τίθεται -και στη δευτερολογία μου θα μου δοθεί ο χρόνος να το αναπτύξω περισσότερο- είναι πώς σκέφτεστε εσείς προσωπικά και η Κυβέρνηση να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα όχι πυροσβεστικά, αλλά ουσιαστικά.
Δηλαδή, να αναφέρει στους Ευρωπαίους συνεταίρους μας -ας το πω έτσι- ότι, «δεν μπορείτε να κλείνετε εσείς τα σύνορά σας κατά βούληση και χωρίς επιπτώσεις…» -και μιλώ για κράτη της Κεντρικής Ευρώπης- «…και εμείς εδώ να κινδυνεύουμε να αλλοιωθεί η πληθυσμιακή σύνθεση των νησιών μας». Είναι ζωτικής σημασίας για την ίδια τη χώρα.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΙΤΣΑΣ (Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής):
Κύριε Κρεμαστινέ, στην ερώτησή σας βάζετε ορισμένα υπαρκτά ζητήματα, τα οποία, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να αποτελέσουν στοιχεία ουσιαστικού διαλόγου και κοινής πρακτικής ανάμεσα στις δημοκρατικές δυνάμεις. Αυτό είναι συγκεκριμένο.
Θα έχουμε μια μεγάλη ευκαιρία από την Τρίτη, όπου θα συζητήσουμε μια νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου κατά την οποία θα ενσωματώσουμε δυο ευρωπαϊκές οδηγίες και θα κάνουμε αλλαγές στη διαδικασία ασύλου και στη διαδικασία ένταξης, να το κουβεντιάσουμε.
Πρέπει να συμφωνήσουμε, όμως, σε ορισμένα πράγματα.
Κατ’ αρχήν να πω ότι είναι θεμιτές οι ανησυχίες. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής και Ταυτοποίησης βρίσκεται στη Μόρια. Ξέρουμε πολύ καλά ποια είναι τα προβλήματα που κατά κύριο λόγο προέρχονται από τις ροές, αλλά δεν γεννούν τις εκρήξεις. Τι εννοώ με αυτό; Θεμιτή η ανησυχία, αναγκαίος ο διάλογος, ατυχής, κατά τη γνώμη μου, η έμπνευση ορισμένων φορέων της Λέσβου να μην συμμετάσχουν στον διάλογο. Θα μπορούσαν να κάνουν και τη διαμαρτυρία και τον διάλογο. Αυτό εννοώ. Σε καμία, όμως, περίπτωση δεν πρόκειται και σε προσωπικό και σε πολιτικό επίπεδο να συνδιαλλαγώ με εκείνες τις φασιστικές ομάδες οι οποίες θέλουν να πατήσουν στο υπαρκτό πρόβλημα και να επηρεάσουν τη συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου, η οποία έχει ανησυχία. Την συντριπτική πλειοψηφία εγώ την κατανοώ. Άρα, υπάρχει μια σαφής διάκριση.
Θα προχωρήσω στην ερώτησή σας. Ξέρετε κι εσείς πολύ καλά ότι ο τρόπος λειτουργίας έχει ως ομπρέλα τη Συνθήκη της Γενεύης και το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, τη διεθνή νομοθεσία, την εσωτερική νομοθεσία, τις διεθνείς συμφωνίες και τις διεθνείς συνεννοήσεις. Νομίζω ότι από κάποιο λάθος μπήκε το θέμα της καταγραφής. Είναι διεθνής πρακτική η καταγραφή να γίνεται στις πύλες εισόδου κάθε χώρας. Αναφέρετε στην ερώτησή σας την καταγραφή του αιτούντος άσυλο στη διαδικασία του ασύλου.
Αυτή τη στιγμή λειτουργούμε με βάση την κοινή δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία. Έχουμε υποβάλει προτάσεις για το πώς μπορούν τα νησιά να αποσυμπιεστούν. Αίφνης -σας λέω τη δική μας πρόταση που έχει υποβληθεί από το Υπουργείο- με έναν τακτικό και συνεννοημένο τρόπο, να υπάρχει μια μεταφορά στην ενδοχώρα υπό μια περιφρούρηση, θα έλεγε κανείς, η οποία δεν θα αμφισβητείται, να γίνονται εδώ οι διαδικασίες του ασύλου και έτσι όσοι είναι να επιστραφούν, να επιστρέφονται κι όσοι είναι να πάρουν άσυλο, να παίρνουν άσυλο. Αυτό δεν έχει γίνει δεκτό προς στιγμήν ούτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε από την Τουρκία.
Είχα, όμως, την ευκαιρία και στη Μυτιλήνη και στη Βουλή να μιλήσω για έναν στόχο, και ένα σχέδιο με το οποίο φτάνουμε στον στόχο, όσον αφορά στα νησιά, γιατί η αποσυμπίεσή τους είναι αναγκαία. Ο στόχος αυτός έχει να κάνει με το γεγονός ότι πρέπει να φτάσουμε στα τέλη Σεπτεμβρίου ώστε ο πληθυσμός των αιτούντων ασύλου που μένουν στα νησιά να είναι αντίστοιχος με τη δυναμικότητα των κέντρων υποδοχής. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι πρέπει να ενδυναμώσουμε και να επιταχύνουμε τις διαδικασίες του ασύλου σε πρώτο βαθμό.
Αφού τις επιταχύνουμε, πρέπει συγχρόνως να μεταφέρουμε και αυτούς που έχουν δικαίωμα και τις ευάλωτες ομάδες, οι οποίες δεν είναι λίγες. Σας λέω ότι το 38% από τους αιτούντες άσυλο είναι ευάλωτες ομάδες και έχουν δικαίωμα και άρσης του γεωγραφικού περιορισμού και να έρθουν στο εσωτερικό της χώρας.
Προσπαθούμε να λύσουμε γρήγορα, αναπτύσσοντας και προσανατολίζοντας συγκεκριμένα τις επιτροπές προσφυγών -δηλαδή λέμε τέσσερις στη Λέσβο, δύο στη Χίο, δύο στη Σάμο, μία στη Λέρο, μία στην Κω- και με αυτόν τον τρόπο να προχωρήσουμε και γρήγορα και καλύτερα τόσο στις επιστροφές με βάση την κοινή δήλωση όσο και στις οικειοθελείς επιστροφές.
Χθες μάλιστα είχα μια συνάντηση που αφορούσε τις οικειοθελείς επιστροφές. Έχουν γίνει οικειοθελείς επιστροφές, δέκα χιλιάδες μέσα στο 2017, αλλά με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνεται το πλαίσιο, το οποίο βέβαια πάλι εξαρτάται από τις ροές.
Και εξαρτάται πάλι από τις ροές γιατί στους τέσσερις πρώτους μήνες του 2018 είχαμε μια αύξηση των ροών που υπερβαίνει το 60%, σε σχέση με το 2017, στα νησιά και οκταπλασιασμό στον Έβρο. Τώρα, τις τελευταίες ημέρες, στον Έβρο είναι πολύ καλύτερη η κατάσταση και στα νησιά έχει επίσης κατέβει. Αυτό έχει να κάνει βέβαια και με τις διεθνείς συνεννοήσεις και με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με την ίδια την Τουρκία.
Άρα, αυτό είναι περίπου το σχέδιο, το έχω ήδη αναπτύξει, αλλά θα έχω την ευκαιρία την Τρίτη να το αναπτύξω περισσότερο, γιατί κατανοούμε την ανάγκη και να αποσυμπιεστούν τα νησιά, αλλά δεν μπορούμε να επαναφέρουμε τα νησιά ως «transition μέρη» όπου θα δημιουργήσουν μια συνεχή ροή από την πλευρά της Τουρκίας, χωρίς πλέον όρους και όρια, και θα ξαναζήσουμε το 2015, όπου θυμόσαστε ότι υπήρχε η Σούδα στη Χίο, υπήρχαν δέκα καταυλισμοί στην Μυτιλήνη, υπήρχε ο κόσμος που ήταν με σκηνές στο λιμάνι στην Κω και θα έλεγε κανείς ότι η μοναδική κάπως ευπρεπής κατάσταση του 2015 ήταν στη Λέρο. Τα υπόλοιπα θα σας τα πω στη δευτερολογία μου.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ (Ε΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής):
Όπως είδατε, κύριε Υπουργέ, δεν αμφισβητώ καθόλου τις προσπάθειες τις δικές σας, αλλά ούτε του προηγούμενου Υπουργού. Επίσης, δεν αμφισβητώ και τις προσπάθειες που ασφαλώς κάνει ο Πρωθυπουργός σε επικοινωνιακό επίπεδο με τους άλλους Πρωθυπουργούς. Όμως, αυτό που λέω είναι ότι, πρέπει σε φανερό επίπεδο, δηλαδή να δημιουργήσουμε θέμα σε επίπεδο αρχηγών κρατών, καθώς πρέπει να υπάρχει κι ένα plan b, σε περίπτωση που συμβούν όλα αυτά που ανέπτυξα στην πρωτολογία μου, όσον αφορά το τι θα κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν μπορεί να μας αφήσει έτσι. Αυτό είναι το ερώτημα. Νομίζω ότι είναι μείζον το θέμα, γιατί έκανα και την αρχική εισαγωγή ότι είχα προβλέψει, δυστυχώς, ότι τα hot spots θα γίνουν όπως είναι σήμερα κι επιβεβαιώθηκα.
Γι’ αυτό, λοιπόν, επανέρχομαι σήμερα, ανησυχώντας πραγματικά και ως Βουλευτής -αν θέλετε- του Αιγαίου. Ανησυχώ όχι μόνο για το Αιγαίο, αλλά και για την ύπαρξη της χώρας, διότι βλέπετε ότι αγοράζουν όπλα, εξοπλισμούς εκατέρωθεν και όλα αυτά και δεν μπορεί αυτό το πράγμα η Ευρωπαϊκή Ένωση να το αντιμετωπίζει όπως το αντιμετωπίζει, δηλαδή να λέει «είναι δικό σας το πρόβλημα -της Ελλάδας και της Ιταλίας-, εμείς εδώ θέλουμε την ησυχία μας». Τότε τι Ευρωπαϊκή Ένωση έχουμε;
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο κάνω αυτήν την ερώτηση. Βεβαίως, μπορεί να μου πείτε «έπρεπε να την κάνετε στον Πρωθυπουργό». Εντάξει, αλλά την κάνω σε σας, εμμέσως προς τον Πρωθυπουργό, διότι θεωρώ ότι το θέμα αυτό είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα και κατά τη γνώμη μου, δεν έχει κλείσει καθόλου.
Χωρίς, λοιπόν, να αμφισβητώ τα πάντα, προτείνω κάτι το οποίο αυτήν τη στιγμή νομίζω ότι είναι πάρα πολύ ουσιαστικό για όλους μας.
Μια άλλη σκέψη που θα μπορούσα να κάνω -την εκφράζω σε εσάς αυτήν- είναι η εξής: όπως είναι οι καταυλισμοί των προσφύγων στην Τουρκία, ας φροντίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο ενδεχόμενο που συμβούν γεγονότα, να μας εξασφαλίσει τη δυνατότητα τέτοιων καταυλισμών. Διότι εάν συμβούν τέτοια γεγονότα -εύχομαι να μη συμβούν-, πρέπει να υπάρχει το plan b. Εάν δεν υπάρχει το plan b τότε θα έχουμε μεγάλα προβλήματα.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΙΤΣΑΣ (Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής): Νομίζω, κύριε Κρεμαστινέ, ότι αν συζητάμε τα πράγματα ψύχραιμα όπως κάνουμε οι δυο μας αυτήν τη στιγμή, αν δεν μπορούμε να βρούμε λύσεις, που θα ήταν το ευκταίο, τουλάχιστον μπορούμε να διαμορφώνουμε συνεννοήσεις στην κατεύθυνση και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας.
Εγώ θα σας πω τι προσπάθειες και τι προτάσεις έχουμε κάνει, ανοιχτά. Σας ανέφερα μία προηγουμένως. Εμείς έχουμε κάνει πολύ συγκεκριμένες προτάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση για ένα κοινό σύστημα εξέτασης του ασύλου. Δεύτερον, ένα κοινό σύστημα επιστροφών. Τρίτον, ένα σύστημα διαδικασιών εξέτασης όπου όταν είναι παραπάνω από έναν αριθμό αμέσως θα μπορούν να πηγαίνουν σε άλλες χώρες της Ευρώπης και να εξετάζεται εκεί η αίτηση ασύλου. Είναι τρεις πολύ συγκεκριμένες προτάσεις.
Το τέταρτο που έχουμε κάνει είναι ότι οι πέντε χώρες πρώτης υποδοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή η Ισπανία, η Ιταλία, η Μάλτα, η Ελλάδα και η Κύπρος, έχουμε καταθέσει δεκατρείς κοινές θέσεις στη συζήτηση για το Δουβλίνο IV. Και υπάρχει και συγχρόνως μια ολοκληρωμένη πίεση, γιατί εσείς σωστά το είπατε, ώστε να υπάρχει η ουσία της κοινής δήλωσης. Η ουσία της κοινής δήλωσης, η καρδιά της κοινής δήλωσης είναι η συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Τουρκία, να διατηρεί η Τουρκία τους προσφυγικούς και μεταναστευτικούς πληθυσμούς και να κάνει άλλα πράγματα που κάνει στο έδαφός της και να δίνονται χρήματα προς τούτο στη Τουρκία -γι’ αυτό δίνονται- και ως διορθωτικός μηχανισμός είναι οι επιστροφές.
Υπάρχουν και άλλα δύο ζητήματα. Το ένα ζήτημα είναι η κοινή προσπάθεια να χτυπηθούν οι διακινητές, δηλαδή αυτοί οι εγκληματίες ανθρώπων, που είναι το βασικό. Και το δεύτερο είναι η Τουρκία να έχει μια μεγαλύτερη ευθύνη για την προάσπιση, τη θωράκιση -και μιλάω για τις μεταναστευτικές ροές- των χερσαίων συνόρων της.
Βρισκόμαστε -και το επαναλαμβάνω- σε συνεννόηση τόσο με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με τους αντίστοιχους επιτρόπους όσο και με την τουρκική πλευρά. Έχουμε ανοίξει έναν δίαυλο. Αυτό φαίνεται ότι ως τώρα έχει κάποια αποτελέσματα.
Να πω το εξής συγκεκριμένο: Στις 24 Απριλίου του 2018 στα κρατητήρια του Έβρου υπήρχαν χίλιοι διακόσιοι εβδομήντα. Εχθές ήταν εκατόν δεκαεννέα. Αυτό έχει να κάνει με τις ίδιες τις ροές. Έχουν πέσει οι ροές στον Έβρο. Αν με ρωτήσει κανείς «είστε σίγουρος ότι αυτό θα διατηρηθεί;» εγώ θα πω ότι πρέπει να προσέχουμε, να παρακολουθούμε και να συνεχίσουμε και να μη χαλαρώνουμε.
Υπάρχει το μεγάλο πρόβλημα της Λέσβου, που είναι κύριο. Εγώ αν θα μου λέγατε να κάνω μια κατηγοριοποίηση, θα έλεγα: Λέσβος, Σάμος, Χίος. Σε αυτήν την κατεύθυνση εργαζόμαστε, αλλά όχι με τον τρόπο που θα προκαλούμε καινούριες ροές προς την Ελλάδα, γιατί αν, ας πούμε, παίρνεις εκατό ανθρώπους, γιατί είναι ευάλωτοι, από τη Λέσβο και την επόμενη μέρα το πρωί έρχονται εκατό από την πλευρά της Τουρκίας, αυτό θα σημαίνει μηδέν.
Αυτό έχει και διαδικασίες συνεννόησης και διαδικασίες επιστροφών και συγχρόνως χρειάζεται μια ισορροπία που να αφορά και τα δικαιώματα και τη βελτίωση της ζωής των κατοίκων στη Μόρια, στα Πάμφιλα, στην Παναγιούδα κ.λπ. Και γι’ αυτό λέω ότι όταν μπαίνεις σε ένα τέτοιο αναπτυξιακό συνέδριο και συζητάς βρίσκεις λύσεις.
Σε αυτήν την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε, χωρίς να αφήνουμε πίσω μας τη βασική μας κατεύθυνση και τη βασική μας πολιτική. Η βασική μας πολιτική είναι οι νόμιμες οδοί μετανάστευσης και ο αλληλέγγυος καταμερισμός του προσφυγικού ζητήματος σε όλη την Ευρώπη, κάτι στο οποίο μια σειρά από χώρες δεν συμμετέχουν, έχουν μηδενική συμμετοχή. Αυτό είναι το βασικό και είναι από τα ζητήματα που φαντάζομαι ότι κι ο Υπουργός Εξωτερικών, αλλά και εγώ ο ίδιος συζητάμε και στα ευρωπαϊκά fora και στις ευρωπαϊκές διαδικασίες κι ελπίζω ότι θα είναι και ένα από τα κύρια ζητήματα συζήτησης και στη συνάντηση που γίνεται ανάμεσα στα Βαλκάνια και στις χώρες του Βίσεγκραντ.»