Ερευνητές της ESET ενημερώνουν για το malware που μολύνει το router και κλέβει μη κρυπτογραφημένα δεδομένα κίνησης δικτύου
Το Linux/Moose είναι μία οικογένεια malware που αρχικά στόχευε router για καταναλωτές που στηρίζονται σε Linux, αλλά θεωρείται επίσης υπεύθυνο και για τη μόλυνση άλλων ενσωματωμένων συστημάτων που βασίζονται σε Linux.
Μόλις μολυνθούν, οι παραβιασμένες συσκευές είναι έτοιμες να κλέψουν μη κρυπτογραφημένα δεδομένα κίνησης δικτύου και να προσφέρουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης στο χειριστή του botnet.
Πρακτικά, χρησιμοποιούνται για την κλοπή cookies HTTP ώστε να πραγματοποιηθούν ενέργειες εξαπάτησης σε Facebook, Twitter, Instagram, YouTube και άλλα web-sites, που περιλαμβάνουν την παραγωγή follows, views και likes.
Σύμφωνα με τους ερευνητές της ESET, αυτού του είδους το malware έχει δυνατότητες να επαναδρομολογήσει το DNS traffic, γεγονός που επιτρέπει επιθέσεις «man-in-the-middle» στο Internet.
Επίσης, η απειλή φαίνεται να έχει δυνατότητες για διείσδυση στο δίκτυο, πέρα από τις συνηθισμένες συγκριτικά με άλλα malware που επιτίθενται σε router.
newsit.gr
Μπορεί να χρειάστηκαν αρκετά χρόνια μέχρι η χώρα μας να... προσαρμοστεί στις νέες «διαδικτυακές επιταγές» της εποχής, ωστόσο κάτι έχει αρχίσει να φαίνεται στον ορίζοντα καθώς, το τελευταίο χρονικό διάστημα βρίσκεται σε εξέλιξη η υλοποίηση του έργου ανάπτυξης ευρυζωνικών υποδομών στις απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας.
Το έργο αποσκοπεί στη μείωση του «ευρυζωνικού χάσματος» μεταξύ των μειονεκτικών περιοχών της Ελλάδας
Σύμφωνα με την Κοινωνία της Πληροφορίας, το έργο, το οποίο ξεκίνησε το 2015 και έχει διετή ορίζοντα ολοκλήρωσης, αποσκοπεί στη μείωση του «ευρυζωνικού χάσματος» μεταξύ των πλέον μειονεκτικών περιοχών της Ελλάδας οι οποίες χαρακτηρίζονται ως λευκές αγροτικές περιοχές και των περιοχών της υπόλοιπης χώρας όπου ήδη προσφέρονται ευρυζωνικές υπηρεσίες.
Με την ολοκλήρωση του θα προσφέρεται γρήγορη σύνδεση στο διαδίκτυο στους κατοίκους 5.493 αγροτικών και νησιωτικών περιοχών, όπου μέχρι σήμερα δεν υπήρχε οικονομικό ενδιαφέρον για επένδυση από τους παρόχους τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, στερώντας έτσι από τους κατοίκους τους τη δυνατότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο.
Το έργο κατά την υλοποίηση του παρουσιάζει αρκετές ιδιαιτερότητες εξαιτίας ορισμένων τεχνικών, γεωγραφικών και κοινωνικοοικονομικών λόγων που σχετίζονται άμεσα με το προφίλ των λεγομένων λευκών αγροτικών περιοχών.
Έχει διαπιστωθεί η αποτυχία της αγοράς να παράσχει αξιόπιστα ευρυζωνικές υπηρεσίες στις περιοχές αυτές. Οι κυριότεροι λόγοι που οδηγούν στην έλλειψη προσφοράς τέτοιων υπηρεσιών είναι η σημαντική έλλειψη υποδομής που θα απαιτούνταν για την υποστήριξη της παροχής ευρυζωνικών υπηρεσιών καθώς και το σημαντικό κόστος που απαιτείται για την ανάπτυξη μίας τέτοιας υποδομής σε αυτές τις περιοχές. Λαμβάνοντας υπόψη τη χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα, αυτό το κόστος είναι σημαντικά υψηλότερο σε ό,τι αφορά τις τιμές μονάδας (πχ. κόστος ανά σύνδεση) σε σύγκριση με τις πιο πυκνοκατοικημένες και τις αστικές περιοχές.
Παράλληλα, η αναλογικά χαμηλότερη αγοραστική ισχύ της δυνητικής πελατειακής βάσης, λόγω διαφόρων κοινωνικοοικονομικών αιτίων και η διστακτικότητα των ιδιωτών παρόχων ευρυζωνικών υπηρεσιών να επενδύσουν σε αυτές τις περιοχές αποτέλεσαν ανασταλτικούς παράγοντες επένδυσης μέχρι σήμερα, δεδομένου ότι δεν τις θεωρούν οικονομικά βιώσιμες.
Κύριος στόχος του έργου είναι η επαρκής ευρυζωνική κάλυψη των περιοχών αυτών, προκειμένου να εκπληρωθεί σταδιακά ο στόχος της «συνολικής ευρυζωνικής κάλυψης» που θέτει η Ψηφιακή Ατζέντα 2020, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής της ΕΕ για το «Ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη», όπου η υψηλή πληθυσμιακή κάλυψη θα πρέπει να θεωρείται ως βασική προτεραιότητα, αλλά και η ευρεία γεωγραφική κάλυψη είναι επίσης κρίσιμη, προκειμένου να επιτευχθεί η δυνατότητα πρόσβασης σε ευρυζωνικές υπηρεσίες στο σύνολο του πληθυσμού μέχρι το 2020. Επίσης η δυνατότητα παροχής οικονομικών και ταυτόχρονα αξιόπιστων υπηρεσιών ευρυζωνικότητας σε αυτές τις περιοχές σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχονται ήδη στις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές, ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο δημιουργίας ενός νέου «ευρυζωνικού χάσματος» στο μέλλον.
Επιμέρους στόχοι του έργου είναι η ανάπτυξη μιας ισχυρής και ανθεκτικής στο χρόνο δικτυακής υποδομής που θα μπορεί να υποστηρίξει τους μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους διείσδυσης, σύμφωνα με την Ψηφιακή Ατζέντα 2020, καθώς επίσης και την προσδοκώμενη βαθμιαία αύξηση των ταχυτήτων εξυπηρέτησης, χωρίς όμως να απαξιώνεται η αρχική επένδυση έχοντας τη δυνατότητα αναβάθμισης με την πάροδο του χρόνου.
Το έργο αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ενθάρρυνση του ανταγωνισμού, την αποτροπή οποιουδήποτε μεμονωμένου παρόχου από το να αποκτήσει ειδικά πλεονεκτήματα έναντι των υπολοίπων καθώς και τον επαρκή κρατικό έλεγχο των αρχών λειτουργίας του δικτύου.
Η δημιουργία ενός τέτοιου δικτύου ουσιαστικά συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη των συνήθως υποβαθμισμένων αυτών περιοχών και συμβάλλει στην μείωση του φαινομένου της αστυφιλίας καθώς και στην παροχή ίσων ευκαιριών όσον αφορά στην πρόσβαση σε ηλεκτρονικές δημόσιες και μη υπηρεσίες, υπηρεσίες τηλεϊατρικής, e-learning και γενικότερα πρόσβαση σε ψηφιακό περιεχόμενο για το οποίο απαιτούνται υψηλές ταχύτητες πρόσβασης.
zougla.gr
Το δικό της δίκτυο Wi-Fi, με την ονομασία Project Fi, παρουσιάζει η Google. Η υπηρεσία αρχικά θα είναι διαθέσιμη στις ΗΠΑ και μόνο σε κατόχους του smartphone του αμερικανικού κολοσσού, του Nexus 6 της Motorola.
Η Google πρόκειται να συνεργαστεί με τις Sprint και T-Mobile, νοικιάζοντας χωρητικότητα φωνής και δεδομένων από τα υπάρχοντα hotspots ασύρματου δικτύου των δύο εταιριών.
Οι συνδρομητές θα μπορούν να απολαμβάνουν ταχύτητες 4G, αλλάζοντας αυτόματα δίκτυο, ανάλογα με το ποια από τις δύο εταιρίες έχει το ισχυρότερο σήμα σε κάθε περιοχή. Παράλληλα, θα έχουν τη δυνατότητα τηλεφωνικών κλήσεων και μηνυμάτων μέσω Wi-Fi, χωρίς να είναι απαραίτητη κάποια ειδική εφαρμογή.
Οσον αφορά την τιμή της συνδρομής στο δίκτυο της Google, το κόστος της ανέρχεται σε 20 δολάρια μηνιαίως και σε αυτά περιλαμβάνονται απεριόριστες κλήσεις και SMS, ενώ τα δεδομένα θα έχουν επιπλέον κόστος 10 δολάρια/GB, με την εταιρία, ωστόσο να αποζημιώνει τον συνδρομητή αν δεν το χρησιμοποιήσει.
Καθημερινή
Τεχνολογία που προσφέρει ταχύτητα ασύρματης σύνδεσης 125GB το δευτερόλεπτο, ανέπτυξαν για πρώτη φορά οι ερευνητές του Κέντρου Καινοτομίας 5G (5GIC) του πανεπιστημίου του Σάρει στην Βρετανία.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το πέμπτης γενιάς ασύρματο δίκτυο είναι 65.000 φορές πιο γρήγορο από το μέχρι στιγμής ταχύτερο 4G, γεγονός που θα επιτρέπει στους χρήστες να «κατεβάσουν» 30 ταινίες σε μόλις ένα λεπτό!
Μέχρι πρότινος, ανάλογες αποστολές δεδομένων στο ίδιο χρονικό διάστημα, επιτυγχάνονταν μόνο μέσω οπτικών ινών.
Η μεγαλύτερη ασύρματη μεταφορά ψηφιακού περιεχομένου με σύνδεση 5G άνηκε στην Samsung, η οποία το 2014 είχε καταφέρει να στείλει μέσω ασύρματου δικτύου 7,5GB (περίπου 940 Megabytes) το δευτερόλεπτο.
Η νέα τεχνολογία θα τεθεί υπό δοκιμή σε δημόσια δίκτυα το 2018 στην Βρετανία, με την επίσημη λειτουργία της πρώτης επίσημης ασύρματης σύνδεσης 5G το 2020 από την εταιρία τηλεπικοινωνιών Ofcom.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τις εκτιμήσεις της τελευταίας, τα δίκτυα 5G θα επιτρέψουν σύντομα στους χρήστες την μεταφορά δεδομένων από 10 έως 50 GB το δευτερόλεπτο.