Όσοι διαβάζετε τα άρθρα μου θα έχετε προσέξει πως μάλλον δε σκάζω και πολύ μην παρεξηγηθώ.
Είμαι Κώος, επέλεξα από τα 27 μου μόνιμος κάτοικος της Κω, από την εφηβεία μου –τότε που ταίριαζε και ηλικιακά η φράση– δήλωνα «υπερήφανο παιδί του τουρισμού» (χρειάζομαι πολύ χώρο για να εξηγήσω πως τη μισή τουλάχιστον από την αξία της δουλειάς μου την οφείλω σ’ αυτή την ξεχωριστή κοινωνική συνθήκη), επίσης δεν έκρυψα, πέρα από την εκτίμηση, και τα αισθήματα φιλίας προς το σημερινό δήμαρχο του νησιού, Γιώργο Κυρίτση.
Εντούτοις, δε θα έγραφα αυτό το άρθρο, αν δεν έβλεπα ολοκάθαρα δύο πράγματα: πρώτον ότι η περίπτωση της Κω σε σχέση με το προσφυγικό είναι η εναργέστερη απόδειξη του πόσο λίγο σε εθνικό επίπεδο αντιλαμβανόμαστε τη συγκυρία της άτυπης χρεωκοπίας που ζούμε, και δεύτερον, όχι άσχετο με το πρώτο, ότι αρνούμαστε να δούμε το μόνο που μας απόμεινε, αν θέλουμε να συμπεριφερόμαστε με λογική και με πραγματισμό, και που είναι ακριβώς η πολιτική αντίληψη και δράση του δημάρχου και της συντριπτικής πλειονότητας των Κώων. Δώστε μου το χρόνο να διατυπώσω το ένα μετά το άλλο.
Η Κως είναι ένα μάλλον μεσαίου μεγέθους νησί με μόνιμο πληθυσμό 35 χιλιάδες κατοίκους (παρεμπιπτόντως, με εποχιακούς εργαζόμενους από την υπόλοιπη Ελλάδα γύρω στα 700 άτομα), με αφίξεις τουριστών περί το ενάμισι εκατομμύριο ετησίως (οι 1.300.000 από αυτούς φτάνουν αεροπορικώς), με συνολικό τζίρο που εκτιμάται συντηρητικά γύρω στο ένα δισεκατομμύριο ευρώ, -τα στοιχεία από το προπέρσινο καλοκαίρι. (Για την τάξη μεγέθους να θυμίσω, ασφαλώς δεν είναι το ίδιο πράγμα: το τέρας που κατασπαράζει και δε θα πάψει να κατασπαράζει την πολιτική τάξη, ο ΕΝΦΙΑ, ανέρχεται μόλις στα δυόμισι δις.) Το νησί της Κω είναι ο τρίτος μεγαλύτερος τουριστικός προορισμός της χώρας.
Από την περασμένη άνοιξη, λοιπόν, αφότου με τη νέα πολιτική των ανοικτών συνόρων ουσιαστικά ενθαρρύναμε τις προσφυγικές - μεταναστευτικές ροές μέσω του Αιγαίου, ίσως υπήρξανε κάποιες φωνές, υπαινιγμοί περισσότερο, για την οφειλόμενη ευαισθησία σχετικά με τη συνοριακή γραμμή και τις γκρίζες ζώνες, αλλά κανένας με τη δέουσα δραματικότητα να πει, σε τούτη την άθλια χειμαζόμενη οικονομία ποιος χαλαλίζει μία Κω σε πέντε ακτιβιστές (η νέα μάστιγα – θα αποδειχτούν, να μου το θυμάστε, εφάμιλλοι των συνδικαλιστών του ’80) και δεκαπέντε ΜΚΟ! Φανταστείτε χώρες με πολύ περισσότερο ανεπτυγμένες οικονομίες, φέρ’ ειπείν την Ισπανία, και όμως να χαλαλίζει την Ίμπιζα, ή την Ιταλία, το Κάπρι ή το Αμάλφι.
Γιατί, αφότου δώσαμε το σύνθημα της εύκολης διέλευσης προς τις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες, οι ροές –μόνο όποιος εθελοτυφλεί δε βλέπει πως είναι σε μεγάλο ποσοστό τους μεταναστευτικές– ήταν αναπόφευκτες. Ούτε γινόταν να εξαιρεθεί η Κως. Και τα περιβόητα hotspots, οι ανοικτοί καταυλισμοί προσφύγων - μεταναστών, δίχως την ικανή στελέχωση και οργάνωση για την ταυτοποίηση αλλά και τη δυνατότητα επαναπροώθησης, το πιθανότερο θα αυξήσουν ακόμα περισσότερο τις ροές. Και ο εφιάλτης έχει και άλλο όνομα, αυθεντικά νεοελληνικό: πελατειακό κράτος. Στα λιγότερο τουριστικά νησιά ήδη η προσδοκία διορισμών και αναθέσεων σε τοπικές επιχειρήσεις για τη λειτουργία των hotspots, αν εγγυώνται κάτι, είναι η… διαιώνιση των ροών. Αμφιβάλλει κανείς;
Εδώ να μου επιτραπεί μία παρέκβαση. Η αισθηματολογία όπως και η ηθικολογία ανήκουν στη φλυαρία, στην έλλειψη οικονομίας στην έκφραση. Είναι και προσχηματικές, σχεδόν πάντοτε υποκρύπτουν κάτι άλλο. Ή στην καλύτερη περίπτωση, πολύ σπάνια, είναι προϊόντα αφέλειας. Αμφότερες, αισθηματολογία και ηθικολογία, τις χρησιμοποιεί κατά κόρον κι αφότου διαισθάνθηκε ότι κάτι δεν πάει καλά, περίπου από το 2008, όλο εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας το βολεμένο από τα ίδια τα αίτια της κακοδαιμονίας, το τεράστιο και φαύλο κράτος, προκειμένου να ξορκίσει τον οποιοδήποτε ορθολογικό περιορισμό του. Για το θάνατο ενός εφήβου έπρεπε να καεί η πρωτεύουσα, όμως για το θάνατο μιας εγκύου (της Μαρφίν) ούτε κάδος. Για να σπουδάσει ο έγκλειστος γόνος της γνωστής οικογένειας έπεσε πολυήμερος διαδικτυακός κλαυθμός και κατάρες στους Σαμαροβενιζέλους, για τους εκατοντάδες μαγαζάτορες και τις καμένες περιουσίες τους του κέντρου της Αθήνας, άιντε κάποια γραμμή από φιλελεύθερο -και αν.
Με το αίσθημα δίχως τη λογική πας στο ασυνείδητο, στην επικράτεια της τέχνης, ή της τρέλας, αν δεν είσαι καλλιτέχνης (μα κι όταν είσαι, διόλου σπάνια και στα δυο). Στην πολιτική μόνο με το αίσθημα, το όραμα όπως λέμε, δίχως τη λογική, τον πραγματισμό, πας πάντοτε στην κόλαση. Πάντοτε. Δεν υπήρξε μα ούτε θα υπάρξει εξαίρεση. Ήθελε η κα Χριστοδουλοπούλου και οι λοιποί ακτιβιστές να διευκολύνουν τις ροές των μεταναστών, διότι είναι άνθρωποι και αυτοί και έχουν απολύτως σεβαστά δικαιώματα κ.λπ., ας άνοιγαν το φράχτη στον Έβρο, με παρρησία και με θάρρος ας αιτιολογούσαν την πολιτική τους αναλαμβάνοντας και το κόστος τόσο εντός Ελλάδος όσο και στην Ευρώπη.
Αντ’ αυτού τι έκαναν; Διαμήνυσαν ποικιλοτρόπως την αλλαγή πολιτικής στην υποδοχή αυτού του κόσμου. Και να δεχτούμε πως είναι κακοήθειες ορισμένων εδώ νησιωτών ότι με την αλλαγή της κυβέρνησης και πριν από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες πρώτοι έσκασαν οι ακτιβιστές των ΜΚΟ, τι είδους πολιτική ήταν αυτή; Από το παράλογο και αδικαιολόγητο, από το ντεμί – παράνομο πέρασμα θυσιάστηκαν πόσες ψυχές; Δύο, τρεις χιλιάδες οι νεκροί του Αιγαίου το 2015; Πόσοι περισσότεροι από τα προηγούμενα χρόνια; Θησαύρισαν πόσοι διακινητές; Και για ποιας τάξεως ποσά μιλάμε; Μισό, ένα δισεκατομμύριο δολάρια; Ειλικρινά –και, άραγε, να το αποδώσει κανείς σε πολιτική αβελτηρία; στο θανατερό κοκτέιλ βλακείας και κυνισμού;- ειλικρινά απορώ πώς μερικοί άνθρωποι μπορούν και κοιμούνται με τόσους νεκρούς κάτω από το προσκεφάλι τους.
Και οι Κώοι; Από παράδοση αυτή η τοπική κοινωνία είναι και ανοικτή και ανεκτική. Οι παππούδες μας συμβίωναν, χριστιανοί με μωαμεθανούς και εβραίους. Μεγάλωσα απέναντι απ’ τη συναγωγή. Τα καλοκαίρια έρχονταν από το Ισραήλ τα εγγόνια της κυρά Ζουλιέτας που ήταν γειτόνισσα κι απ’ τις στενές φίλες της γιαγιάς μου. Έφτασε μέχρι τα κρεματόρια και σώθηκε, μαζί και η οικογένειά της, γιατί η ίδια είχε τουρκικό διαβατήριο – καταγόταν από τη Σμύρνη. Όταν τίμησε την εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης ο Γιάννης Μπουτάρης, εκείνες τις μέρες συνάντησα τυχαία στο δρόμο τον Γιώργο Κυρίτση, είχα ζηλέψει τους Θεσσαλονικείς, του το ανέφερα. Μαθαίνω είναι έτοιμη η προεργασία για το μνημείο της εβραϊκής κοινότητας του νησιού και μάλιστα σε κεντρικότατο σημείο της πόλης. Αυτός είναι ο φασίστας ακροδεξιός δήμαρχος;
Θα έπρεπε να γίνει μελέτη για την καλή συμβίωση με τους μωαμεθανούς συντοπίτες μας. Ήταν το λιγότερο συγκινητική η μέριμνα μην και τραυματιστούν οι σχέσεις τόσο το 1974 (κυπριακό) όσο και το 1996 (Ίμια). Μιλώ για τις ανώνυμες δράσεις και συμπεριφορές του ενός προς τον άλλον. Στην κηδεία του τελευταίου εβραίου πριν από μερικά χρόνια, ο ραβίνος από Αθήνα βλέποντας το αδιαχώρητο και την κοσμοσυρροή, φώναξε στο νεκρό, «Για να ’ναι όλη η κοινωνία του νησιού σου σήμερα εδώ, δεν έζησες ανάμεσά τους ξένος». Άλλωστε ο ίδιος ο τουρισμός τόσες δεκαετίες αποτελεί εντατικό σχολείο ανοικτής στον κόσμο και ανεκτικής συνείδησης. Εδώ, επιτρέψτε μου, θα μπορούσα να φέρω ως πειστήριο και το ίδιο το δικό μου συγγραφικό έργο.
Τουριστική οικονομία σημαίνει για επτά μήνες να δουλεύεις ει δυνατόν όλο το εικοσιτετράωρο, όλες ανεξαιρέτως τις μέρες, Κυριακές και αργίες. Σημαίνει να είσαι ο κατεξοχήν παραγωγικός τομέας στην εθνική οικονομία και να μη δικαιούσαι καμιά εξαίρεση στις υποχρεώσεις ή εύνοια. Και όμως αυτή η κοινωνία το περσινό καλοκαίρι συνέτρεξε μετανάστες και πρόσφυγες με αλληλεγγύη, με αυταπάρνηση. Παρόλο που ζημιωνόταν. Και έγιναν πάρα πολλά. Αρκετά ξενοδοχεία ή άλλες επιχειρήσεις έκλεισαν ένα-δύο μήνες νωρίτερα, υπήρξαν ακυρώσεις, επαγγελματίες πολλοί στερήθηκαν έσοδα.
Αλλά εδώ και μήνες η αγορά βοά. Οι τουριστικοί πράκτορες λένε ξεκάθαρα, αν γίνει hotspot, οι μειώσεις ή ακυρώσεις μπορεί να φτάσουν το 60%. Ήδη οι βεβαιωμένες κυμαίνονται ανάλογα με τη χώρα προέλευσης από 23-40%. Ο δήμαρχος και οι υπεύθυνοι του δήμου για τον τουρισμό τρέχουν στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, μόνοι, δίχως καμιά συμπαράσταση από τον ΕΟΤ, να προλάβουν τα πρακτορεία πριν προχωρήσουν στις συμφωνίες για τα αεροπλάνα, που συνήθως υπογράφονται Μάρτιο. Αν προβούν στις μειώσεις που συζητούν, η πτώση της κίνησης μπορεί να φτάσει ή και να ξεπεράσει το 50%.
Χρειάζομαι πολύ χώρο για να ιστορήσω τι συνέβη τα τελευταία 40 χρόνια στο νησί της Κω. Από ένα συγκεντρωτικό τεράστιο δήμο, ένα πελατειακό δημοτικό καθεστώς –κατήγαγε τα υψηλότερα ποσοστά πανελληνίως–, πώς η ίδια η κοινωνία ωρίμασε, στο τέλος επέλεξε όχι αυτόν που συνέχιζε να τις υπόσχεται διορισμούς, αλλά εκείνον που είναι ικανός να παράγει έργο. Δεν είναι δίχως λόγο που ετούτος ο δήμαρχος με τόσο μένος υπερασπίζεται την οικονομία του νησιού. Όταν δε σιτίζεις πελατεία, είσαι υποχρεωμένος να υπερασπίζεσαι όσους δημιουργούν τον πλούτο, τις συνθήκες που ευνοούν την ευημερία στην κοινωνία σου. Θες-δε θες γίνεσαι πολιτικός∙ όχι πολιτικάντης. Και για να το κάνω πιο λιανά, συζητούσα με έναν από τους ισχυρότερους ξενοδόχους του νησιού. Μου έλεγε, «Αν έχουμε τις μειώσεις που ετοιμάζουν λόγω του hotspot οι πράκτορες, θα αναγκαστώ να ανοίξω μόνο το ένα από τα (δυο) ξενοδοχεία», πρόκειται για πολύ μεγάλες μονάδες. Τον ρώτησα τι σημαίνει αυτό για την απασχόληση, πόσους λιγότερους εργαζόμενους θα προσλάβει. «200 με 300 άτομα» μου απάντησε.
Τα hotspots γίνανε. Ήρθε και το ΝΑΤΟ, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε διάφορα, που όπως και στην οικονομία και όπου αλλού, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι τα κατανοεί, δυστυχώς δεν έχει ούτε τους ανθρώπους ούτε την ιδεολογική προεργασία για να τα εφαρμόσει. Μακάρι να αποδειχτεί μικρή η απόσταση ανάμεσα στην παιδική χαρά των ηλικιωμένων αριστεριστών και τα σύγχρονα, αριστερά έστω, κυβερνητικά στελέχη. Να σημειωθεί και η υποδειγματική στάση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πάντως, ως εθνική κοινωνία, και στο προσφυγικό καταφέραμε και πάλι να κάνουμε όλα τα λάθη μαζί. Και το δραματικότερο όλων, παρακολουθούμε επιπλέον τους Ευρωπαίους σ’ ένα ρεσιτάλ μικροπολιτικής, σωστό γαϊτανάκι, καθόλου καλό οιωνό για το αν και ποιες μακροπρόθεσμες πολιτικές θα σχεδιαστούν, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του καιρού και του μέλλοντός μας, η αθρόα μετακίνηση πληθυσμών.
Έγραψα αυτό το κείμενο και για να υπερασπιστώ τους συντοπίτες μου, το δήμαρχο, εμένα τον ίδιο, μα πιο πολύ την καλή φήμη αυτού του ευλογημένου νησιού, που μπορεί να ποτίζει και να λούζει από τον υδροφόρο του ενάμισι εκατομμύριο επισκέπτες κάθε χρόνο, επτά με δέκα μέρες κατά μέσο όρο τον καθένα, να έχει τις υποδομές, τους φιλόξενους και εργατικούς ανθρώπους να τους προσφέρουν υψηλές υπηρεσίες σε οικονομικές τιμές, ένα νησάκι μαγικό, πιστέψτε με, πενήντα έξι χρόνια να το φέρνεις πάνω κάτω δεν το χορταίνεις.
Επίσης –μισή ντροπή δική μου, μισή δική σας– να πω και για ποιο λόγο διατηρώ παρ’ όλ’ αυτά κάποια νηφαλιότητα, εκείνο δηλαδή που ψιθυρίζουμε με αισιοδοξία εδώ κάτω, οι μειώσεις κρατήσεων απέναντι, στο Μπόντρουμ, είναι ακόμα δραματικότερες (βλέπετε το σύμβολο της πολιτικής των ανοικτών συνόρων, το κορμάκι του Αϊλάν, το ξέβρασαν τα νερά του Κεραμεικού στις τουρκικές ακτές), ότι οι ίδιοι οι Τούρκοι θα αποτρέψουν τις ροές στην περιοχή μας, καθώς το Μπόντρουμ αποτελεί τη δική τους τουριστική ναυαρχίδα, μαζί με την όποια, ευελπιστούμε όχι μικρή, επιρροή της Fraport, της εταιρείας που αγόρασε τα ελληνικά αεροδρόμια, 14 μεν, αλλά της Κω ανάμεσα σ’ εκείνα με τη μεγαλύτερη κίνηση. Λίγο οι Τούρκοι, λοιπόν, λίγο οι Γερμανοί της Fraport, και το μαγικό νησάκι μας μπορεί ίσως να μην απολέσει την ικμάδα του.