Για όλους τους φορολογούμενους και όχι μόνο για τους μισθωτούς και συνταξιούχους εφαρμόζονται φέτος οι φοροαπαλλαγές για τις ιατρικές δαπάνες, τα νοσήλια, τα φάρμακα και τις δωρεές ενώ έχει μειωθεί η αξία των αποδείξεων για τους μισθωτούς και συνταξιούχους.
Όπως αντιμέτωποι για μία ακόμη φορά με το πέναλτι της μη ανγνώρισης των δαπανών με αποδείξεις για αγορά αγαθών και παροχή υπηρεσιών (κωδικός 049 του εντύπου της δήλωσης) θα βρεθούν οι φορολογούμενοι στην περίπτωση που υποβάλλουν εκπρόθεσμα τη δήλωση φορολογία εισοδήματος του φορολογικού έτους 2014. Σε μια τέτοια περίπτωση θα κληθούν να πληρώσουν φόρο μέχρι 2.100 ευρώ.
Και αυτό γιατί ο νόμος προβλέπει ότι το ποσό των αποδείξεων που προσκομίζονται γίνεται αποδεκτό μόνο εφόσον έχει περιληφθεί στην εμπρόθεσμη δήλωση, λογίζεται συνολικά και για τους δυο συζύγους, και σε περίπτωση που και οι δυο δηλώνουν εισόδημα που φορολογείται με την κλίμακα των μισθωτών ατομικού εισοδήματος τους. Εάν ο ένας από τους δυο δεν έχει εισόδημα που φορολογείται με την κλίμακα των μισθωτών, όλο το ποσό των αποδείξεων χρησιμοποιείται από τον άλλο σύζυγο.
Έκπτωση 10%
Ειδικότερα παρέχεται έκπτωση φόρου 10% των δαπανών ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης που δεν καλύπτονται από ασφαλιστικά ταμεία ή/και ασφαλιστικές εταιρίες και υπερβαίνουν το 5% του φορολογούμενου εισοδήματος.
Επίσης υπάρχει μείωση φόρου για δωρεές προς συγκεκριμένους φορείς εφόσον αυτές υπερβαίνουν στη διάρκεια του φορολογικού έτους τα 100 ευρώ.
Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι για να εξασφαλίσουν την έκπτωση φόρου άνω των 2.100 ευρώ θα πρέπει να έχουν αποδείξεις που αντιστοιχούν σε ποσοστό 10% του δηλούμενου και φορολογούμενου ατομικού εισοδήματος και μέχρι του ποσού των 10.500 ευρώ.
Αντίθετα, αν το ποσοστό των προσκομιζόμενων αποδείξεων είναι μικρότερο από το ποσό που απαιτείται, επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 22% επί της διαφοράς. Για παράδειγμα για εισόδημα 40.000 ευρώ απαιτούνται αποδείξεις 4.000 ευρώ αποδείξεις. Αν ο φορολογούμενος καταθέσει 2.000 αποδείξεις, δηλαδή 2.000 ευρώ λιγότερες, τότε πέρα από τον φόρο που θα πληρώσει, θα επιβαρυνθεί με πρόσθετο φόρο 2.000χ22%= 440 ευρώ επιπλέον.
Πηγή: Έθνος της Κυριακής
Πώς πολύτεκνοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, μικροφειλέτες και άλλα θύματα της κρίσης «βαπτίζονται» προνομιούχοι για να θυσιαστούν στο βωμό των πλεονασμάτων
Τον πόλεμο και επισήμως κήρυξε ο πρωθυπουργός στην μεσαία τάξη (ή ό,τι απέμεινε από αυτήν!) λέγοντας ξεκάθαρα πως η κυβέρνηση στοχοποιεί όσους δηλώνουν 30.000 ευρώ και άνω το χρόνο, αδιακρίτως κοινωνικών ή άλλων αναγκών, αν αναγκάζονται να εργάζονται με δεύτερη ή τρίτη δουλειά για να τα φέρουν πέρα κλπ.
«Εκεί θέλουμε να αυξήσουμε τα βάρη, όχι στους φτωχούς» ανέφερε μιλώντας στη Βουλή ο πρωθυπουργός, επιχειρώντας να δικαιολογήσει γιατί η κυβέρνηση αυξάνει, αντί να καταργήσει την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης.
Με τη λογική του πρωθυπουργού, όποιος βγάζει 2.500 ευρώ (ή 2.000 ευρώ καθαρά το μήνα) ανήκει στους προνομιούχους μαζί με εκείνους που δηλώνουν (ασχέτως πόσων βγάζουν) 500.000 ή πάνω από 1 εκατομμύριο το χρόνο.
Μιλώντας σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση και με την άνεση πολιτικών που προκαλούν κρίνοντας από άμβωνος τους ανθρώπους του μόχθου (και την κοινωνία ολόκληρη ακόμα), απέφυγε να αναφέρει πως ανάμεσα στα περίπου 250.000 νοικοκυριά που δηλώνουν τα 30.000-50.000 ευρώ που καταφέρνουν να βγάζουν, υπάρχουν και πολλές χιλιάδες πολύτεκνοι μεροκαματιάρηδες και άνθρωποι που αγωνίζονται σκληρά και δημιουργικά για να σώσουν τα σπίτια τους που χρωστούν στις τράπεζες, αναγκαζόμενοι να δουλεύουν με απάνθρωπα ωράρια, για όσο τουλάχιστον βρίσκουν ακόμη δουλειά στον ιδιωτικό τομέα.
Διόλου τυχαία μάλιστα φαίνεται πως επέλεξε το όριο αυτό των 30.000 ευρώ, για να στιγματίσει όσους θεωρεί προνομιούχους η κυβέρνηση. Με το ισχύον μισθολόγιο και δεδομένης της υποχρεωτικής μονοθεσίας που ισχύει στο δημόσιο, κανένας δημόσιος υπάλληλος δεν επιτρέπεται να δηλώνει πάνω από 20.000 - 25.000 το χρόνο από μισθούς (ακόμα και αν τα βγάζει με δεύτερη δουλειά ή πλάγια μέσα) εκτός αν έχει και εισοδήματα από ενοίκια, αγροτικές εργασίες κλπ.
Ακόμα χειρότερα, βάζει στο ίδιο σακί όσους ιδιωτικούς υπαλλήλους ή ελεύθερους επαγγελματίες δηλώνουν με ειλικρίνεια πως βγάζουν πάνω από 2.000 ευρώ καθαρά το μήνα (χωρίς να ξέρουν αν θα μπορούν να τα έχουν και τον επόμενο) μαζί με άλλους του ιδιωτικού τομέα που φοροδιαφεύγουν συστηματικά, αλλά πιάνονται στα τεκμήρια (σπίτια, πολυτελή ΙΧ, πισίνες κλπ) και για αυτό δεν μπορούν να κρύψουν πως έχουν εισόδημα τουλάχιστον 30.000 ή 50.000 ευρώ το χρόνο.
Αν και θέλησε πάντως να καθαγιάσει λεκτικά τους μισθούς των 1000-1500 ευρώ που προσφέρει το δημόσιο, δεν δικαιολόγησε γιατί δεν τους απαλλάσσει από την έκτακτη εισφορά, μεταθέτοντας και αυτών τα βάρη στους «προνομιούχους».
Επιπλέον, στην ίδια ομιλία του, ο κύριος Τσίπρα εξομοίωσε και τους πλούσιους μεγαλοφειλέτες με τους εκατομμύρια μικρομεσαίους και μισθοσυντήρητους που έπεσαν θύματα του Μνημονίου, βάζοντας και τους μεν και τους δε «στο ίδιο τσουβάλι» των 774.000 οφειλετών που πλήρωσαν 368.000.000 ευρώ με τις ρυθμίσεις χρεών.
Όπως είπε, όλοι αυτοί μαζί ρύθμισαν 5,65 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, ο καθένας τους πρέπει να χρωστούσε κατά μέσο όρο από 7.300 ευρώ στην εφορία. Η διαφορά όμως είναι πως 3 εκατομμύρια μικροφειλέτες χρωστούν στην εφορία από 1,00 έως 3.000 ευρώ και όλοι αυτοί δεν μπήκαν στην ρύθμιση –ή μπήκαν και ταλαιπωρούνται για να πληρώνουν 20ευρα και 30ευρω κάθε μήνα κόβοντας και από το γάλα των παιδιών τους!
Αντιθέτως στη ρύθμιση μπήκαν μαζικά όσοι είχαν και δεν πλήρωναν εκατομμύρια ευρώ ο καθένας, δίνοντας ό,τι θέλουν και με δώρο από την κυβέρνηση έως και 70% των οφειλών τους, για να αφήσουν πίσω το αμαρτωλό φορολογικό παρελθόν τους. Για το λόγο αυτό και μόνον, ο μέσος όρος οφειλής είναι υπερδιπλάσιος των φτωχών μικροφειλετών χάριν των οποίων –υποτίθεται- στήθηκε η περιβόητη ρύθμιση χρεών στην εφορία.
Συγκεκριμένα, στην δευτερολογία του χθες στη Βουλή ο κ.Τσίπρας ανέφερε:
«Βεβαίως, σας άκουσα να λέτε ότι ερχόμαστε να φέρουμε βάρη και στη μεσαία τάξη. Κύριε Σαμαρά, καλό είναι να μην κυκλοφορείτε μονάχα στην Κηφισιά, διότι αν κυκλοφορήσετε στην υπόλοιπη Ελλάδα των μνημονίων, θα καταλάβετε ότι 30.000 ατομικό εισόδημα δεν χαρακτηρίζει σήμερα τη μεσαία τάξη. Δυστυχώς!
Και γι’ αυτό εμείς καταθέσαμε αυτή την πρόταση. Διότι πράγματι χρειάζεται να πιάσουμε στόχους, να ισοσκελίσουμε προϋπολογισμούς, να έχουμε αυτά τα χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Όμως, για να τα πιάσουμε αυτά, δεν θέλουμε να ρίξουμε τα βάρη στους φτωχούς, στους μεροκαματιάρηδες, στους ανθρώπους που υπομένουν και παίρνουν όλα τα βάρη στις πλάτες τους.
Έχουμε μια αναδιανεμητική λογική. Αναδιανέμουμε τα βάρη. Γι’ αυτό και είπαμε αύξηση 0,6% από 30.000 έως 50.000, αύξηση 1,9% από 50.000 έως 100.000 εισόδημα και 3,2% από 100.000 έως 500.000»...
Είναι ξεκάθαρο από τα παραπάνω πως, και όσες προσπάθειες αν ήθελε να κάνει η κυβέρνηση για να εξαιρέσει όσους βγάζουν κάτω από 50.000 ευρώ το χρόνο, θα της έλειπαν πάνω από 200.000 "βαστάζοι" της οικονομικής πολιτικής της.
Όσο για τους μικρομεσαίους οφειλέτες, ο κύριος Τσίπρας είχε να πει:
...«Δεν μιλάτε για τις εισπράξεις που έχουμε, σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Μέχρι τις 5 Ιουνίου, μέχρι σήμερα, έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση 774.000 οφειλέτες, με συνολικό ρυθμιζόμενο ποσό της τάξης των 5,65 δισεκατομμυρίων. Έχουν ήδη εισπραχθεί 368 εκατομμύρια».
Αυτό σημαίνει ότι, κατά μέσο όρο, κάθε οφειλέτης πλήρωσε 475 ευρώ για τα χρέη των 7.300 ευρώ που τους αναλογούσαν. Αν αφαιρέσουμε όμως τις περιπτώσεις μεγαλοφειλετών που γνωστές (επειδή το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών τις διαφημίζει με ανακοινώσεις και δελτία Τύπου) επειδή βρήκαν μέσα σε λίγες μέρες ή βδομάδες να πληρώσουν εκατομμύρια "ακατέβατα" που τα χρωστούσαν εδώ και δεκαετίες αλλά δεν πλήρωναν ποτέ τίποτε, προκύπτει ότι οι υπόλοιποι "έσπασαν τον κουμπαρά" για να πληρώσουν πολύ λιγότερα από τα 475 ευρώ που υποτίθεται πως έδωσε ο καθένας τους -κατά μέσο όρο πάντα...
Στην ίδια ισοπεδωτική λογική, ο πρωθυπουργός έθεσε εμβληματικά ως ευγενή στόχο της κυβέρνησης την διάσωση (μόνον) των χαμηλοσυνταξιούχων από την κατάργηση του ΕΚΑΣ, παραβλέποντας πως:
- το συγκεκριμένο προνοιακό βοήθημα λαμβάνουν μόνον 250.000 από τα 2.500.000 χαμηλοσυνταξιούχων με σύνταξη κάτω των 600 ευρώ το μήνα
- μαζί με το ΕΚΑΣ και την δια νόμου κατώτατη σύνταξη, οι ΕΚΑΣιούχοι λαμβάνουν έως και τα διπλάσια έναντι όσων λαμβάνουν προνοιακή σύνταξη ΟΓΑ.
- δεν λαμβάνουν ΕΚΑΣ οι χαμηλοσυνταξιούχοι του ΝΑΤ, όσοι δεν έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας
- 1 εκατομμύριο εργάτες που έχουν πληρώσει έως 35 χρόνια ένσημα παίρνουν συνολική σύνταξη (κύρια και επικουρική) 600-700 ευρώ, αλλά χάνουν το ΕΚΑΣ και πληρώνουν μεγαλύτερη συμμετοχή σε φάρμακα και γιατρούς που έχουν ανάγκη, εν σχέσει με τους 250.000 επιδοματούχους που θέλει να διασώσει η κυβέρνηση.
Δεν είναι τυχαίο όμως και ότι, αν και "για πρώτη φορά" θα περίμενε κανείς από κυβέρνηση της Αριστεράς ότι τα μέτρα που λαμβάνει θα αφήνουν στην ησυχία τους (αν δεν ανακουφίζουν κιόλας) όσους έχουν ανάγκη, βρίσκοντας τρόπους να πληρώσουν οι πλούσιοι που δεν πλήρωναν περισσότερα, μόλις εχθές η αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κυρία Νάντια Βαλαβάνη περιέγραψε περίπου ως ... συνταγματικό πρόβλημα γιατί δεν μπορεί να αγγίξει η κυβέρνηση το εφοπλιστικό κεφάλαιο.
Σε δήλωσή της τονίζει η αρμόδια για την φορολογική πολιτική της κυβέρνησης, Αναπληρώτρια Υπουργός Οικονομικών κ. Νάντια Βαλαβάνη τόνισε πως "τα προνόμια του εφοπλιστικού κεφαλαίου ρυθμίζονται από ένα εκτενές θεσμικό πλαίσιο, όπως το ν.δ. 3415/1955, ο ν. 27/1975, ο ν.814/1978, ο ν. 4110/2013, ο ν.4223/2013 κλπ. Ο πυρήνας των σημαντικότερων από αυτούς τους νόμους προστατεύεται συνταγματικά (άρθρο 107 του Συντάγματος), πράγμα που σημαίνει ότι για την αλλαγή τους απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση".
Επιβεβαιώνει ουσιαστικά έτσι γιατί, για διάφορους λόγους (τυπικούς ή ουσιαστικούς), η κυβέρνηση θεωρεί μονόδρομο την φορολόγηση των συνήθων υποζυγίων, δηλαδή οικογενειαρχών που καταφέρνουν να έχουν ακόμα δουλειά για να ζουν την οικογένειά τους και να πληρώνουν και ... για τους φόρους όλων των άλλων.
protothema.gr
Έκκληση προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Γιάνη Βαρουφάκη και συνολικά στην κυβέρνηση να στηρίξει την νησιωτικότητα και να μην επιτρέψει να επικρατήσουν μέτρα και πολιτικές που θα επιφέρουν καίριο πλήγμα ειδικά στα ευαίσθητα στρώματα της κοινωνίας, απηύθυνε ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου κ. Γιάννης Πάππου, στη διάρκεια την σύσκεψης φορέων, με τον Υπουργό Οικονομικών το βράδυ της Πέμπτης στην Αθήνα.
Η σύσκεψη, την οποίαν ζήτησε και πέτυχε το σύνολο των αυτοδιοικητικών και παραγωγικών φορέων του Αιγαίου, είχε σκοπό να παρουσιαστούν στον Υπουργό Οικονομικών τα επιχειρήματα των νησιωτών, σύμφωνα με τα οποία, η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου, που έχει τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων κυβέρνησης και δανειστών, θα προκαλέσει αμετάκλητη βλάβη στην οικονομία των νησιών και συνολικά στην οικονομία της χώρας.
Την αντίδραση των συμμετεχόντων στην συνάντηση, προκάλεσε η δήλωση του Υπουργού Οικονομικών, στο ξεκίνημα της συζήτησης, ότι το ειδικό φορολογικό καθεστώς των νησιών θα αποτελέσει παρελθόν, από την ώρα που θα υπάρξει συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών.
Η συντονισμένη αντίδραση και τα επιχειρήματα των εκπροσώπων του Αιγαίου προς τον Υπουργό Οικονομικών, είχε ως αποτέλεσμα να αποδεχτεί την πρόταση για κατάθεση από πλευράς των φορέων εναλλακτικής πρότασης προς την κυβέρνηση, η οποία θα έχει στο επίκεντρο τρόπους ενίσχυσης της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ στα νησιά και όχι την αύξηση των συντελεστών, που αποτελεί κατ’ εξοχήν υφεσιακό μέτρο. Παράλληλα ο κ. Βαρουφάκης δεσμεύτηκε να φέρει στο κυβερνητικό συμβούλιο πρόταση, οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ στο Αιγαίο να συμπεριληφθούν στις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης. Προκειμένου δε η κυβέρνηση να έχει και ισχυρά πολιτικά επιχειρήματα, αποφασίστηκε επίσης να γίνει δημοψήφισμα σε όλο το Αιγαίο για την προάσπιση του ειδικού φορολογικού καθεστώτος.
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου κ. Γιάννης Πάππου από την πλευρά του επικαλέστηκε ισχυρά επιχειρήματα για να αντικρούσει το μέτρο της κατάργησης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στο Αιγαίο.
Ανέφερε, ειδικότερα, ότι αύξηση της φορολόγησης , άμεσης ή έμμεσης , συνεπάγεται αυτόματα μεγάλη αύξηση της παραβατικότητας, όπως η φοροδιαφυγή.
Τόνισε πως η μοναδική υγιής βιομηχανία η οποία μπορεί να φέρει άμεσα βοήθεια στα ταμεία της χώρας είναι ο τουρισμός και πως όποια αύξηση ΦΠΑ στην τουριστική βιομηχανία θα αποτελέσει καίριο πλήγμα και θα καταστήσει το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας μη ανταγωνιστικό.
Ο κ. Πάππου υπογράμμισε ότι, πέραν της «ποινικοποίησης» της επιχειρηματικότητας και των επιχειρηματιών, η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ θα οδηγήσει και στην «ποινικοποίηση» του να είσαι κάτοικος της νησιωτικής Ελλάδος. Θα αποτελέσει δε ισχυρό πλήγμα ειδικά στα ευαίσθητα κοινωνικά στρώματα , όπως οι χαμηλόμισθοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι.
Καταλήγοντας, ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου απηύθυνε έκκληση προς τον κ. Βαρουφάκη και την κυβέρνηση συνολικά, να στηρίξουν και να προστατεύσουν με όλες τις δυνάμεις τους την νησιωτική Ελλάδα και την νησιωτικότητα.
Μεγάλες ανατροπές στο εργασιακό καθεστώς χιλιάδων ασφαλισμένων, φέρνουν οι αποφάσεις για τις πρόωρες συντάξεις. Προβλέπεται άύξηση όλων των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης κατά 3 έως 12 μήνες ανά έτος για όσους δεν έχουν θεμελιωμένο δικαίωμα για έξοδο πριν από το 62ο ή το 67ο έτος.
Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό που αποκαλύπτει ο «Ελεύθερος Τύπος», τα όρια ηλικίας για όσους έχουν συμπληρώσει ως το 2012 τα απαιτούμενα έτη ασφάλισης και έχουν κατοχυρώσει δικαίωμα ώστε να συνταξιοδοτηθούν στα 55 ή στα 58 ή ακόμη και στα 52, αν πρόκειται για γονείς με ανήλικο παιδί στο Δημόσιο, θα αυξηθούν σταδιακά ώστε εντός μιας πενταετίας να προσαρμοστούν στα γενικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που ισχύουν από 2013 και μετά και είναι το 62ο έτος για μειωμένη σύνταξη και το 67ο έτος για πλήρη σύνταξη, εφόσον οι ασφαλισμένοι συμπληρώνουν 15, 25, ή 35 έτη ασφάλισης από την 1η/1/2013 και μετά. Αμετάβλητο από αλλαγές θα μείνει μόνο το όριο ηλικίας για σύνταξη με 40 έτη ασφάλισης που είναι το 62ο έτος.
Μεταβατικό διάστημα
Σύμφωνα με την εφημερίδα, το υπουργείο Εργασίας και η κυβέρνηση επιδιώκουν να κερδίσουν μια ήπια μετάβαση από τα χαμηλά στα υψηλότερα όρια ηλικίας ώστε να μην έρθουν απότομα τα 62 ή τα 67 για περισσότερους από 450.000 ασφαλισμένους οι οποίοι θίγονται από την κατάργηση των πρόωρων συντάξεων. Οι επιδιώξεις αυτές όμως δεν γίνονται αποδεκτές από τους εκπροσώπους των δανειστών.
Η πρόταση του υπουργείου πάνω στην οποία «χτίζονται» τα σενάρια για το μεταβατικό διάστημα και τη σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συντάξεων προβλέπει αύξηση των ορίων ηλικίας κατά 12 μήνες ανά έτος από το 2020. Με την πρόταση αυτή, ένας ασφαλισμένος που θα συμπληρώνει το 58ο έτος της ηλικίας του το 2020 θα βγει στη σύνταξη στα 59, αν συμπληρώνει τα 58 το 2021 θα συνταξιοδοτηθεί στα 60, αν κλείνει τα 58 το 2022 θα βγει στα 61 και αν κλείνει τα 58 το 2023 θα συνταξιοδοτηθεί στα 62.
Τα κοινά σημεία με το mail Χαρδούβελη
Η πρόταση που επεξεργάζεται το υπουργείο προσιδιάζει σε αυτήν που είχε υποβληθεί στην τρόικα με το περίφημο e-mail Χαρδούβελη. Σε αυτό το e-mail προτεινόταν στους δανειστές να αυξηθούν κατά 2 έτη τα όρια ηλικίας από το 2019, κατά 2 έτη από το 2020 και από την 1η/1/2021 ο γενικός κανόνας συνταξιοδότησης να ήταν 62 για μειωμένη και 67 για πλήρη σύνταξη.
Η σημερινή ηγεσία λέει να ξεκινήσουν οι αυξήσεις από το 2020, δηλαδή ένα έτος μετά το ορόσημο που έβαζε το e-mail Χαρδούβελη, και σταδιακή προσαρμογή εντός το πολύ 5 ετών, δηλαδή ως το 2025, αντί 3 ετών που ήταν στην πρόταση Χαρδούβελη.
Ανένδοτοι οι δανειστές: Θέλουν την κατάργηση εδώ και τώρα
Οι δανειστές όμως είχαν διαφωνήσει με τις προτάσεις Χαρδούβελη, ενώ διαφωνούν και τώρα στο σχέδιο του υπουργείου για τόσο μεγάλη μεταβατική περίοδο, καθώς στην ουσία ως το 2019 το καθεστώς των πρόωρων συντάξεων θα συνεχίσει να υπάρχει χωρίς καμία αλλαγή.
Για το λόγο αυτό ζητούν, χωρίς να διαφαίνεται διάθεση υποχώρησης, να κλείσουν άμεσα τα παράθυρα εξόδου και από το 2016 τα όρια ηλικίας να πάνε για όλους στα 62 και στα 67.
Η απαίτηση των δανειστών αν δεν έχει μεταβατική περίοδο θα σημάνει την απότομη αύξηση των ορίων ηλικίας ως και 17 χρόνια, αφού για παράδειγμα μια ασφαλισμένη που είχε τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης το 2010 για να βγεi στα 50 με σύνταξη λόγω ανήλικου τέκνου, θα οδηγηθεί στα 67 αν συμπληρώνει το 50ό έτος μετά το 2016.
Σε αυτή την περίπτωση το υπουργείο αντιπροτείνει η αύξηση των ορίων ηλικίας να ξεκινήσει μεν από το 2016, αλλά και πάλι να προβλέπεται μια μεταβατική περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας οι ηλικίες εξόδου να αυξάνονται είτε κατά 3 μήνες είτε κατά 6 μήνες ανά έτος.
Αν λοιπόν έρθουν οι αλλαγές νωρίτερα, δηλαδή από το 2016, όπως έχει σχεδόν συμφωνηθεί με τους δανειστές, τότε τα όρια ηλικίας -σύμφωνα με την πρόταση που έχει επεξεργαστεί το υπουργείο Εργασίας- θα αυξάνονται κατά ένα τρίμηνο ή ένα εξάμηνο κάθε έτος, που σημαίνει ότι ένας ασφαλισμένος που γίνεται 58 το 2016, θα βγει είτε στα 58 και 3 μήνες είτε στα 58 και 6 μήνες. Οποιος γίνεται 58 το 2017, θα βγει είτε στα 58 και έξι μήνες είτε στα 59, ανάλογα με το αν θα δεχτούν οι δανειστές τρίμηνη ή εξάμηνη αύξηση ορίων ηλικίας.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος
«Περιπλέκεται» το θέμα της επαναχορήγησης της 13ης σύνταξης στους χαμηλοσυνταξιούχους, τουλάχιστον από κοινωνικοασφαλιστική και δημοσιονομική άποψη, μετά την απόφαση του ΣτΕ που έκρινε ότι η περικοπή των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αδείας που έγινε με βάση το Μνημονιακό νόμο 3845/10 στους συνταξιούχους ηλικίας κάτω των 60 ετών,
με δεδομένα τα δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας, δεν αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 5 του Συντάγματος, ούτε στην αρχή της ισότητας την οποία προβλέπει το συγκεκριμένο άρθρο.
Σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ (που ελήφθη κατά πλειοψηφία στις 23 Μαρτίου του ‘15 ύστερα από προσφυγή συνταξιούχων ηλικίας κάτω των 60 ετών και κοινοποιήθηκε σε όλους τους φορείς) «η περικοπή των επιδομάτων αυτών συνιστά ένα γενικό μέτρο δημοσιονομικής εξυγίανσης στο κανονιστικό πλαίσιο του γενικότερου πλέγματος μέτρων οικονομικής πολιτικής και όχι ζήτημα συνολικής μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης». Παράλληλα, όπως σημειώνεται, «το μέτρο εντάσσεται στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας μέσω του οποίου επιδιώκεται η αύξηση των εσόδων και η μείωση των δαπανών για να καταστεί δυνατή η εξοικονόμηση των πόρων που είναι απαραίτητοι για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των κοινωνικοασφαλιστικών οργανισμών, καθώς και η επίτευξη των καθορισθέντων δημοσιονομικών στόχων και, ιδίως, της μείωσης του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης, στο οποίο περιλαμβάνονται και τα ελλείμματα των κοινωνικοασφαλιστικών ταμείων».
Μολονότι ο δικηγόρος και εκδότης του περιοδικού «νομοθεσία ΙΚΑ» Δημ. Μπούρλος υπογραμμίζει στην «Η» ότι «η απόφαση αυτή δεν προδικάζει αντίστοιχη κρίση για τις λοιπές περικοπές που έγιναν στις συντάξεις και για τις οποίες αναμένεται η έκδοση αποφάσεων», στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης θεωρούν ότι η συγκεκριμένη απόφαση, επειδή αποσυνδέει τις παραπάνω παροχές από τις καταβολές εισφορών που έχουν γίνει, «νομιμοποιεί» τις περικοπές για δημοσιονομικούς λόγους και, επιπλέον, δημιουργεί νέα δεδομένα για την επαναχορήγηση, υπό τη μορφή «προνοιακού» επιδόματος, της 13ης σύνταξης.
Οπως, δηλαδή, συζητά και η κυβέρνηση έχοντας προαναγγείλει την καταβολή μόνο σε όσους λαμβάνουν εισόδημα από συντάξεις έως 700 ευρώ. Να σημειωθεί ότι με μεταγενέστερο νόμο, τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας «κόπηκαν» ανεξαρτήτως ηλικίας (εξαιρέθηκαν οι ανάπηροι εξ ιδίου δικαιώματος) για λόγους δημοσίου συμφέροντος (αδήριτη ανάγκη μείωσης των κοινωνικοασφαλιστικών ελλειμμάτων).