Επτά στους δέκα φορολογουμένους που προσφεύγουν σε διοικητικά δικαστήρια κατά των αποφάσεων φορολογικού ελέγχου δικαιώνονται, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών.
Συγκεκριμένα, σε σύνολο 604 αποφάσεων οι 440 ήταν θετικές για τους φορολογούμενους, γεγονός που προκαλεί ερωτήματα για τον τρόπο διεξαγωγής των ελέγχων και τα χρηματικά ποσά που βεβαιώνονται. Σημειωτέον πως πρόκειται για στοιχεία που καλύπτουν την περίοδο ανάμεσα στο Αύγουστο του 2013 και τον Σεπτέμβριο του 2016.
Οι λόγοι
Όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους τόσοι φορολογούμενοι κέρδισαν στα δικαστήρια, παράγοντας της Γενικής Γραμματείας Εσόδων δήλωσε στην ίδια εφημερίδα πως αυτό συνέβαινε επειδή:
-ο ελεγκτικός μηχανισμός, πρώτον, υπολόγιζε λανθασμένα τους φόρους και τα πρόστιμα,
-και, δεύτερον, βεβαίωνε υψηλότερα ποσά φόρου από ό,τι ήταν στην πραγματικότητα.
Η «φουσκωμένη» βεβαίωση φόρων, όπως αναφέρει η «Καθημερινή της Κυριακής» επέτρεπε στους επικεφαλής των ελεγκτικών κέντρων να υποστηρίζουν στους προϊσταμένους τους ότι είχαν πετύχει τους στόχους που είχαν τεθεί. Την ίδια στιγμή, τα έσοδα αυτά δεν μπορούσαν να εισπραχθούν, με αποτέλεσμα να διογκώνεται και η τρύπα των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
enikonomia.gr
Τη στιγμή που η «λυπητερή» για τον ΕΝΦΙΑ είναι έτοιμη να πάρει τη θέση της στις ιστοσελίδες του υπουργείου Οικονομικών, ώστε να ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο η καταβολή των δόσεων, ένα νέο «μπαράζ» δικαστικών προσφυγών βρίσκεται σε εξέλιξη, καθώς τη συνταγματικότητα της λίαν επιβαρημένης φορολογίας της ακίνητης περιουσίας αμφισβητούν πολλοί, από καθημερινούς θιγόμενους πολίτες μέχρι εταιρείες, εκκλησίες, Μονές.
Στον νέο γύρο των αλλεπάλληλων προσφυγών που έχουν ομαδικό χαρακτήρα, χιλιάδες φορολογούμενοι, επικαλούμενοι τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα «περί αδικαιολόγητου πλουτισμού», καταλογίζουν στο Δημόσιο ότι επιβαρύνοντάς τους επί χρόνια με τις «φουσκωμένες» αντικειμενικές αξίες του 2007 (που θεωρούνται υπερδιπλάσιες των πραγματικών εμπορικών αξιών), «τέλεσε αδικοπραξία» σε βάρος τους και γι’ αυτό οφείλει να τους αποζημιώσει, επιστρέφοντάς τους τουλάχιστον τα ποσά της τελευταίας 3ετίας, αφού για το απώτερο παρελθόν έχει σίγουρα επέλθει παραγραφή.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το φορολογικό τμήμα του ΣτΕ έχει ήδη δικάσει σε μείζονα σύνθεση και σε «πιλοτικές δίκες» τις πρώτες προσφυγές που έθεσαν θέμα αντισυνταγματικότητας του νέου τρόπου υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ (χωρίς δηλαδή να προηγηθεί μελετημένη περικοπή των αντικειμενικών αξιών, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής), και όλα δείχνουν ότι οι σχετικές υποθέσεις θα καταλήξουν σύντομα στην Ολομέλεια του ΣτΕ, καθώς «τρίζουν» -όπως φαίνεται- οι σχετικές φορολογικές επιβαρύνσεις.
Ταυτόχρονα, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης «πονοκεφαλιάζει» με τις εξελίξεις, καθώς γνωρίζει ότι πρέπει οπωσδήποτε να εισπράξει, τουλάχιστον τα προϋπολογισθέντα 2,65 δισ. ευρώ από τον ΕΝΦΙΑ, ελπίζοντας ότι θα καθυστερήσει αρκετά η έκδοση των τελικών δικαστικών αποφάσεων που μπορεί να δημιουργήσουν ζητήματα, ώστε να έχει ολοκληρωθεί η πληρωμή των σχετικών δόσεων, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στη γνωστή «συνταγή» των «ισοδύναμων μέτρων»...
Ανησυχητικό για τους αρμόδιους οικονομικούς παράγοντες είναι πάντως το γεγονός ότι διευρύνεται συνεχώς ο κύκλος των φορολογουμένων που επιλέγουν να αντιδράσουν και μέσω της δικαστικής οδού.
Κι αυτό γιατί γνωρίζουν πλέον οι πολίτες (όπως βέβαια και οι συνήγοροί τους) ότι αν θέλουν να επωφεληθούν στην πράξη από την τυχόν κήρυξη διατάξεων ως αντισυνταγματικών, θα πρέπει να είναι μεταξύ όσων μπήκαν στην περιπέτεια να προσφύγουν στα δικαστήρια, λόγω της νομολογίας που χάραξαν τα τελευταία χρόνια τα ανώτατα δικαστήρια (ΣτΕ και Ελεγκτικό Συνέδριο).
Κατά τη νομολογία αυτή, προκειμένου να αποτραπεί ένα δημοσιονομικό σοκ από τη διαπίστωση ότι είναι αντισυνταγματικές, διατάξεις ιδιαίτερα σημαντικές από οικονομική σκοπιά (όπως οι περικοπές μισθών και συντάξεων μεγάλων κατηγοριών πολιτών), τα ανώτατα δικαστήρια δέχονται πλέον ότι δεν μπορούν να επωφεληθούν αναδρομικά από την αντισυνταγματικότητα όσοι δεν προσέφυγαν στα δικαστήρια, αλλά μόνο εκείνοι που είχαν την πρόνοια (και πήραν το «ρίσκο») να ζητήσουν τη συνδρομή της δικαιοσύνης, και οι οποίοι μπορούν να αξιώσουν επιστροφή χρημάτων ή καταβολή αναδρομικών, εφόσον δικαιώθηκαν στον δικαστικό τους αγώνα.
Βέβαια η διαπίστωση αυτή οδηγεί νομοτελειακά σε πολλαπλασιασμό των σχετικών προσφυγών στη δικαιοσύνη (με την απειλή νέων οξέων «εμφραγμάτων»), αλλά και σε αύξηση των σχετικών «πιλοτικών δικών» για να δοθεί η «κατευθυντήρια γραμμή» και στα υπόλοιπα δικαστήρια.
Παράλληλα σημαίνει και αύξηση των «ενδικοφανών προσφυγών», που είναι υποχρεωμένοι να ασκούν προηγουμένως οι πολίτες στις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες του κράτους, μια διαδικασία που έχει αποτύχει πλήρως, αφού στη συντριπτική πλειοψηφία των υποθέσεων αυτών οι σχετικές αιτήσεις-ενστάσεις απορρίπτονται σιωπηρά, απλά με την παρέλευση του προβλεπόμενου χρόνου, με αποτέλεσμα ο φορολογούμενος να έχει χάσει πολύτιμο χρόνο και επιπλέον χρήματα, αφού τη διαμάχη του με το Δημόσιο θα τη λύσει τελικά η δικαιοσύνη.
Στον νέο κύκλο προσφυγών τονίζεται ότι ο ΕΝΦΙΑ είναι αντισυνταγματικός, γιατί στηρίζεται στις διογκωμένες αντικειμενικές αξίες, χωρίς να προηγηθεί καμία συμμόρφωση προς όσα επέδειξαν οι αποφάσεις-τελεσίγραφα της Ολομέλειας ΣτΕ, που χτύπησαν το «καμπανάκι» για τον τρόπο προσδιορισμού τους, αξιοποιώντας τις επίσημες εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος που αποκάλυψαν τη μεγάλη πτώση των αγοραίων-εμπορικών αξιών των ακινήτων, σε ύψος υποπολλαπλάσιο των αντικειμενικών.
Επίσης η επίκληση της αντισυνταγματικότητας στηρίζεται στο γεγονός ότι ο ΕΝΦΙΑ ενσωμάτωσε το «χαράτσι της ΔΕΗ» (το ΕΕΤΗΔΕ, που μετονομάστηκε έπειτα από μία διετία σε ΕΕΤΑ) και το οποίο κρίθηκε από τις Ολομέλειες του ΣτΕ και του Αρείου Πάγου συνταγματικό, επειδή είχε έκτακτο μόνο χαρακτήρα (διετή), ενώ αφέθηκε να εννοηθεί ότι τυχόν επέκτασή του (πόσω μάλλον η μονιμοποίησή του) θα δημιουργήσει συνταγματικά αδιέξοδα.
Στην ίδια λογική βάση, ο φόρος επικρίνεται ως αντίθετος στις συνταγματικές αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κ.λπ., αφού δεν συνεκτιμά καθόλου το εάν ο φορολογούμενος διαθέτει φοροδοτική ικανότητα για να ανταποκριθεί στην πληρωμή, με συνέπεια να απειλείται και με δήμευση της περιουσίας του ή με εξαναγκασμό εκποίησής της σε περίοδο απολύτως απρόσφορη και ακατάλληλη.
Επισημαίνεται, παράλληλα, ότι η πρακτική που ακολούθησε το κράτος επί χρόνια, παραπλανώντας τους πολίτες με επιπλέον φόρους από τους πραγματικά οφειλόμενους, (λόγω των «φουσκωμένων» αντικειμενικών αξιών), παραβίασε τις συνταγματικές διατάξεις και διεθνείς συμβάσεις που προστατεύουν την περιουσία, αλλά και τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης που πρέπει να διέπουν ένα κράτος δικαίου.
ethnos.gr
Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας επιβεβαίωσε σήμερα ότι έχει κατατεθεί σε αυτό προσφυγή κατά της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), όπως ανέφερε το Σαββατοκύριακο η εφημερίδα Welt am Sonntag.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, η προσφυγή αφορά το κατά πόσο η ΕΚΤ υπερέβη την εντολή της με την εκτενή αγορά κυβερνητικών ομολόγων και με τα σχέδιά της να αρχίσει να αγοράζει εταιρικά ομόλογα.
«Η προσφυγή…. κατατέθηκε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας και θα ξεκινήσει η σχετική διαδικασία», ανέφερε εκπρόσωπος του δικαστηρίου χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες ενώ αρνήθηκε να κατονομάσει τους ενάγοντες για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων.
Τις τελευταίες εβδομάδες επικρίνεται ευρέως στη Γερμανία η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, με κάποιους πολιτικούς να διαμαρτύρονται ότι τα χαμηλά επιτόκια πλήττουν τις συνταξιοδοτικές παροχές και τις αποταμιεύσεις των απλών Γερμανών. Η προσφυγή αποτελεί το πιο πρόσφατο επεισόδιο στη μακρόχρονη διαμάχη μεταξύ της ΕΚΤ και ομάδας πανεπιστημιακών και επιχειρηματιών στη Γερμανία που έχουν κινηθεί νομικά σε μια προσπάθεια να περιορίσουν την εξουσία της τράπεζας.
Σε 45 μέρες κρίνεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας εάν είναι αντισυνταγματική και μη νόμιμη η οριζόντια από 21 Μαΐου 2015 αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, η οποία έγινε με απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη και επιβαρύνει αισθητά, πλέον των άλλων, τον ΕΝΦΙΑ του 2016, αφού ο υπολογισμός του θα γίνει επί πλασματικής αξίας των ακινήτων.
Όπως υποστηρίζουν δικαστές και δικηγόροι, επικαλούμενοι και παλαιότερες αποφάσεις του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (Ολομέλειας και Τμήματος), που αφορούσαν την μη αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, η νέα υπουργική απόφαση θα κριθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη από τους συμβούλους Επικρατείας.
Με την από 18 Ιανουαρίου 2016 απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, αναπροσαρμόσθηκαν αναδρομικά από 21.5.2015 «οι τιμές του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των με οποιαδήποτε αιτία μεταβιβαζομένων ακινήτων που βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίου όλης της χώρας».
Ειδικότερα, αναπροσαρμόστηκαν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων κατά οριζόντιο και γενικό τρόπο για όλες τις περιοχές της χώρας. Δηλαδή δεν αναπροσαρμόστηκαν εξατομικευμένα έτσι ώστε κάθε ζώνη-περιοχή να έχει τη δική της τιμή, αλλά συνολικά ή αναπροσαρμόστηκαν ή μειώθηκαν ή διατηρήθηκαν στα ίδια παλαιά επίπεδα.
Κατά τον ίδιο τρόπο προσαρμόστηκαν και οι συντελεστές εμπορικότητας, οι οποίοι καθορίζουν την αυξομείωση των αντικειμενικών αξιών κάθε ακινήτου πολλαπλασιαζόμενοι επί την προκαθορισμένη τιμή ζώνης.
Η κυβέρνηση δεν ακολούθησε την έως τώρα τακτική, σύμφωνα με την οποία οι τιμές κάθε ζώνης καθορίζονταν μετά από συνεκτίμηση των συναλλαγών που έγιναν στα ακίνητα κάθε ζώνης, αλλά επέλεξε να αναπροσαρμόσει τις τιμές ζώνης κατά οριζόντιο τρόπο, αγνοώντας τις κρατούσες τοπικές συνθήκες κάθε περιοχής.
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας έχουν συνολικά έως τώρα κατατεθεί 13 προσφυγές από 214 ιδιοκτήτες ακινήτων (διαμερισμάτων, μονοκατοικιών, καταστημάτων και οικοπέδων) από διάφορες περιοχές της χώρας, όπως είναι η Αθήνα, ο Πειραιάς, η Φιλοθέη, το Ψυχικό, το Νέο Ψυχικό, η Εκάλη, ο Νέος Βουτζάς, το Χαλάνδρι, ο Χολαργός, η Πεντέλη, η Νέα Σμύρνη, η Καισαριανή, η Κρωπία, η Πυλαία Θεσσαλονίκης, ο Παρνασσός, οι Δελφοί, η Ακράτα Αχαΐας και η Ύδρα. Μεταξύ αυτών που έχουν προσφύγει στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο είναι και η Ένωση Ιδιοκτητών Ψυχικού, καθώς και μία ιδιοκτήτρια διαμερισμάτων στη Φιλοθέη και το Ψυχικό, η οποία διαμένει μόνιμα στη Γένοβα της Ιταλίας.
Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων υπογραμμίζουν ότι η αναπροσαρμογή ανατρέχει στην 21η Μαΐου 2015 και η φορολογητέα αξία των ακινήτων βάσει της οποίας θα υπολογιστεί ο ΕΝΦΙΑ που θα καταβληθεί μέσα στο τρέχον έτος από την 1η Ιανουαρίου 2016.
Όμως η επίμαχη υπουργική απόφαση με την οποία αναπροσαρμόζονται οι αντικειμενικές αξίες «οδηγεί σε προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας σημαντικά μεγαλύτερης από την πραγματική, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται φορολογικά κατά τρόπο αναντίστοιχο με την αξία της περιουσίας τους»επισημαίνουν στις προσφυγές τους.
Ο υπουργός όφειλε, επισημαίνουν οι ιδιοκτήτες ακινήτων, να καθορίσει έστω κατά προσέγγιση τις τιμές ζώνης βασισμένες στα ειδικότερα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής, σεβόμενος και τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που έχουν αποφανθεί ότι η αξία κάθε ακινήτου πρέπει να ανταποκρίνεται κατά προσέγγιση στην αγοραία αξία του, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η νόμιμη αξίωση των πολιτών «να καταβάλλουν φόρο ο οποίος να αντιστοιχεί σε πραγματική και όχι πλασματική τους περιουσία», όπως προβλέπει το Σύνταγμα (άρθρο 78).
Μάλιστα, υπενθυμίζουν ότι η Ολομέλεια του ΣτΕ έχει κρίνει ότι η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών προκειμένου να ανταποκρίνονται στις πραγματικές αξίες της αγοράς «αποτυπώνεται και στις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στα Μνημόνια, από το 2012».
Σύμφωνα με τους ιδιοκτήτες, η επίμαχη υπουργική απόφαση είναι αντίθετη στα άρθρα 4 (ισότητα των πολιτών ενώπιον του νόμου) και 78 του Συντάγματος (φορολογία περιουσίας, κ.λπ.) και στη νομοθεσία (νόμος 1249/1982). Και αυτό, γιατί ο εν λόγω νόμος επιτάσσει τον καθορισμό τιμών κατά ζώνες ανταποκρινόμενες στην πραγματική αγοραία αξία των ακινήτων. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να συνεκτιμώνται «τοπικά στοιχεία από τα οποία να δικαιολογείται το ύψος των τιμών εκκίνηση για κάθε ζώνη».
Κατά συνέπεια, παραβιάζονται οι συνταγματικοί κανόνες των άρθρων 4 και 78, προσθέτουν οι ιδιοκτήτες, αφού είναι προφανές ότι από την κυβέρνηση«δεν έγινε καμία έρευνα που να καταλήγει στον ορισμό των τιμών εκκίνησης που οδηγούν σε αντικειμενικές αξίες, οι οποίες να προσδιορίζουν την πραγματική αξία των ακινήτων».
Έτσι, «ο προσδιορισμός του φόρου που θα γίνεται βάσει των αξιών, δεν θα ανταποκρίνεται στην πραγματική αξία των ακινήτων».
Επιπρόσθετα, οι τιμές που καθορίζονται με την επίμαχη υπουργική απόφαση είναι σε συσχέτιση με τις τιμές του 2007, άρα «η βάση καθορισμού των νέων τιμών εκκίνησης είναι προϋφιστάμενες και πάντως πλασματικές». Αυτό έχει ως προέκταση «η φορολογία επί της ακίνητης περιουσίας να εκτιμηθεί επί αξίας πλασματικής».
Παράλληλα, παραθέτουν στατιστικά στοιχεία (Τράπεζας Ελλάδος, κ.ά.) από τα οποία προκύπτει μείωση της αγοραίας αξίας των ακινήτων πολύ μεγαλύτερες από τις αναπροσαρμογές που γίνονται με την επίμαχη υπουργική απόφαση.
Με άλλα λόγια, οι μειώσεις των τιμών της αγοραίας αξίας των ακινήτων βρίσκονται σήμερα στο 45% σε σχέση με το 2008, και την ίδια στιγμή οι τιμές που προβλέπονται στην υπουργική απόφαση «δεν υπερβαίνουν το 20%, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις είναι μικρότερες και σε αρκετές μηδενικές».
Όλες οι προσφυγές θα συζητηθούν στην αυξημένη σύνθεση του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόεδρο την Αντιπρόεδρο Μαίρη Σαρπ και εισηγητή τον Σύμβουλο Επικρατείας Ιωάννη Δημητρακόπουλο.
Πηγή: protothema.gr