Την εκτίμησή του ότι η «Fraport», που πλειοδότησε στο διαγωνισμό για την παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων της χώρας, θα ζητήσει παράταση της υπογραφής της εγγυητικής επιστολής που λήγει τη Δευτέρα,
διατύπωσε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΟΣΥΠΑ), Βασίλης Αλεβιζόπουλος, ο οποίος νωρίτερα σήμερα είχε συνάντηση με τον διευθύνοντα σύμβουλο και το υπόλοιπο 20μελές διοικητικό συμβούλιο της γερμανικής εταιρείας.
«Θα θέλαμε να υπογράψουμε την εγγυητική επιστολή» απάντησε, σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΟΣΥΠΑ, ο διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής εταιρείας Fraport σε σχετική ερώτηση του κ. Αλεβιζόπουλου, εκτιμώντας ότι οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση της επένδυσης φαίνεται ότι αποτελεί το πρόβλημα. Σημειώνεται ότι η Fraport πρόκειται να καταβάλλει στο ελληνικό δημόσιο 1,2 δισ. ευρώ, τα οποία μάλιστα έχουν προϋπολογιστεί στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων της χώρας.
Μεταξύ άλλων ο κ. Αλεβιζόπουλος επισήμανε ότι η γερμανική πλευρά, ενώ αρχικά είχε αποφύγει συνάντηση με την ΟΣΥΠΑ, όχι μόνο αποδέχθηκε σήμερα να συναντηθεί μαζί τους, αλλά ο ίδιος ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ζήτησε και νέα συνάντηση στο προσεχές διάστημα.
Ο κ. Αλεβιζόπουλος είπε ότι η γερμανική πλευρά «έμεινε έκπληκτη με τα στοιχεία» που τους παρουσιάσανε και προσέθεσε πως «στο μεγαλύτερο μέρος της συνάντησής μας απλώς άκουγαν πολύ προσεκτικά τα στοιχεία που τους παραθέταμε, και στις ερωτήσεις που κάναμε δεν είχαν καμία απάντηση».
Με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε η ΟΣΥΠΑ, σημείωσε πως το τίμημα των επενδυτών για τα 14 μεγαλύτερα ελληνικά αεροδρόμια «αν και παρουσιάστηκε ως υψηλό, είναι εξαιρετικά χαμηλό αν αναλογιστεί κανείς ότι σε κάποια μεγάλα αεροδρόμια βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη κρατικές επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ».
Ως παράδειγμα, ο κ. Αλεβιζόπουλος ανέφερε ότι στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» η Fraport ανακοίνωσε ότι την επόμενη τετραετία θα επενδυθούν 24 εκατ. ευρώ, «δηλαδή μόλις 6 εκατ. ευρώ το χρόνο». Πρόκειται, όπως είπε, «για χρήματα που απαιτούνται μόνο για τη βαριά συντήρηση του συγκεκριμένου αεροδρομίου», ενώ συμπλήρωσε ότι «με τέτοια ποσά δεν θα υπάρχει ανάπτυξη, δεδομένου ότι αυτήν τη στιγμή στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη έργα 360 εκατ. ευρώ».
Επιπλέον, ο πρόεδρος της ΟΣΥΠΑ ανέφερε ότι σε περίπτωση ολοκλήρωσης του διαγωνισμού, «θα ζημιωθούν οι τοπικές κοινωνίες, οι ταξιδιώτες, ο ελληνικός τουρισμός και κατ' επέκταση η χώρα». Όπως διευκρίνισε, «πιθανή ιδιωτικοποίηση των περιφερειακών κρατικών αεροδρομίων θα σημάνει καταρχήν μεγάλη αύξηση στα τέλη». Σήμερα τα τέλη αεροδρομίου είναι 12 ευρώ, ενώ με το που θα τα αναλάβει η γερμανική Fraport «προβλέπεται τον πρώτο χρόνο να ανέβουν στα 26,5 ευρώ και τον τέταρτο χρόνο να φτάσουν τα 32 ευρώ», υπογράμμισε.
Ο κ. Αλεβιζόπουλος επισήμανε πως στις χρεώσεις των περιφερειακών αεροδρομίων, πέραν των αερολιμενικών τελών που από τον πρώτο χρόνο μέχρι και την ολοκλήρωση των έργων αναβάθμισης θα ανέρχονται στα 13 ευρώ/ανά αναχωρούντα επιβάτη, προστίθενται το Τέλος Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αερολιμένων (ΤΕΑΑ), καθώς και αυτό της Χρηματοδότησης Μικρών Αεροδρομίων και Άγονων Γραμμών, συνολικού ύψους 12 ευρώ/ανά επιβάτη. Σε αυτά τα ποσά, αναφέρει, θα προστεθεί και χρέωση «σεκιούριτι», ύψους 1,5 ευρώ/ανά επιβάτη.
Επανέλαβε δε ότι η πρόταση της ΟΣΥΠΑ είναι τα περιφερειακά αεροδρόμια να παραμείνουν στο ιστό της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, «προκειμένου να εξυπηρετούν τους πραγματικούς σκοπούς της ανάπτυξης, του τουρισμού, της προσφοράς στην εθνική οικονομία και την κοινωνία και βέβαια της εθνικής κυριαρχίας και ασφάλειας».
Πάντως, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας δήλωσε κατηγορηματικά αντίθετος στην παραχώρηση και σημείωσε ότι «θα πάμε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, θα προσφύγουμε στην ΕΕ με έναν ογκώδη φάκελο που ετοιμάζουμε, όπως και στο Συμβούλιο της Επικρατείας».
Υπενθυμίζεται ότι οι άλλοι δύο συμμετέχοντες στο διαγωνισμό, η Vinci Airport - ΕΛΛΑΚΤΩΡ και η Corporacion America - ΜΕΤΚΑ έχουν κοινοποιήσει την πρόθεσή τους να παρατείνουν για λίγο τις εγγυητικές τους επιστολές, δηλώνοντας παρούσες πρακτικά σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι αποχωρεί η Fraport.
Ο Γενς Σπαν τόνισε ότι το νέο πρόγραμμα στήριξης αποτελεί μια ευκαιρία που πρέπει από κοινού να αξιοποιηθεί
Την ικανοποίησή του για το γεγονός, ότι ο Αλέξης Τσίπρας, ήδη από την προεκλογική περίοδο στήριξε την συμφωνία με τους Θεσμούς, εξέφρασε ο υφυπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Γενς Σπαν, σε ομιλία του στο Συνέδριο του Γερμανοελληνικού Επιχειρηματικού Συνδέσμου (DHW) στο Βερολίνο.
Ο κ. Σπάν τόνισε πως το νέο πρόγραμμα στήριξης αποτελεί μια ευκαιρία που πρέπει από κοινού να αξιοποιηθεί, ανέδειξε την σημασία της τήρησης των συμφωνιών από όλες τις πλευρές και επισήμανε ότι ένα από τα κομβικά σημεία στην αξιολόγηση των Θεσμών, θα είναι το ταμείο των αποκρατικοποιήσεων.
«Το θέμα δεν είναι μόνο η λιτότητα. Πολύ πιο σημαντικές είναι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», δήλωσε εμφατικά ο κ. Σπαν, σημειώνοντας πως η λιτότητα αποτελεί μονάχα το μέσον προς έναν μεγαλύτερο στόχο, που είναι η επιστροφή της χώρας στις αγορές. «Το πρόβλημα σε όλες τις χώρες που χρειάστηκαν πρόγραμμα, ήταν ότι δεν μπορούσαν να αναχρηματοδοτηθούν», δήλωσε ο Γερμανός υφυπουργός, για να προσθέσει ότι το σκεπτικό των προγραμμάτων, είναι να αρθεί η πίεση των πιστωτών, μεταφέροντας το χρέος στους ευρωπαϊκούς Θεσμούς. «Ο χρόνος που κερδίζεται όμως, πρέπει να αξιοποιηθεί ώστε να μπορεί να λειτουργήσει η ώθηση, να επανεκκινήσει η οικονομία, και οι χώρες να μπορούν και πάλι να δανείζονται από τις αγορές» παρατήρησε ο κ. Σπαν και, αναφερόμενος στην σημασία των μεταρρυθμίσεων, υπενθύμισε την περίπτωση της ίδιας της Γερμανίας, η οποία το 2008 χαρακτηριζόταν ως «ο Ευρωπαίος ασθενής», με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί σε σοβαρές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες είχαν ως συνέπεια πραγματική απώλεια εισοδήματος.
Ο κ. Σπαν εκτίμησε πως στο τέλος του 2014, η Ελλάδα βρισκόταν μεταξύ των χωρών με την μεγαλύτερη ανάπτυξη στην Ευρώπη, ενώ οι ελληνικές τράπεζες ήταν σε θέση να αναχρηματοδοτούνται στις αγορές - για αυτό και δεν χρειάστηκαν τα 10 δισεκατομμύρια που ήταν διαθέσιμα. «Τα πράγματα δεν ήταν καταπληκτικά, αλλά ήταν στον σωστό δρόμο», δήλωσε χαρακτηριστικά. Αντίθετα, κατά τους πρώτους μήνες του 2015, στην ελληνική οικονομία σημειώθηκε οπισθοδρόμηση - «βλέπει κανείς τι σημαίνει η ασάφεια και η ανασφάλεια: οδηγεί σε εκροή του χρήματος, δεν γίνονται επενδύσεις και όλο αυτό κορυφώθηκε στο κλείσιμο των τραπεζών».
Αναφερόμενος στην συμφωνία για το τρίτο πακέτο στήριξης, ο γερμανός χριστιανοδημοκράτης (CDU) έκανε λόγο για μια «απόφαση της Ευρωζώνης μαζί με την Ελλάδα, ότι θέλουμε να συνεχίσουμε στον δρόμο των τελευταίων ετών και έχουμε κοινή αντίληψη ότι θέλουμε να τηρήσουμε τους κανόνες που φτιάξαμε μαζί - αλλιώς δεν μπορεί να λειτουργήσει η Ευρωζώνη».
«Είμαστε πολύ χαρούμενοι που τώρα με τον Πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα έχουμε κάποιον που έχει την εντολή να κυβερνήσει και ο οποίος στον προεκλογικό αγώνα στήριξε καθαρά αυτό που συμφωνήθηκε από κοινού, ώστε τελικά να συνεχίσουν να γίνονται τα πράγματα που είναι απαραίτητα. Αυτό τώρα πρέπει να το κάνουμε μαζί, βήμα - βήμα», συνέχισε ο κ. Σπαν και έκανε ιδιαίτερη μνεία στην σημασία της λειτουργικής δημόσιας διοίκησης, τονίζοντας την ανάγκη της αποκομματικοποίησής της. Σημείωσε δε, ότι και οι επενδύσεις έχουν πολύ μεγάλη σχέση με μια λειτουργούσα διοίκηση.
Αναφερόμενος στην ανάγκη ρευστότητας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, ο Γενς Σπαν δήλωσε ότι από την γερμανική πλευρά, αν και υπήρχαν αρχικά διαφορετικές σκέψεις, έχει αποφασιστεί συνειδητά η συμμετοχή στο Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο, «για να δώσουμε σε αυτή τη δύσκολη φάση το μήνυμα ότι θέλουμε να τηρήσουμε αυτό που υποσχεθήκαμε.
Ειδικά σε ό,τι αφορά το ταμείο των αποκρατικοποιήσεων, ο κ. Σπαν τόνισε ότι θα αποτελέσει από τα σημεία - κλειδιά στην επικείμενη αξιολόγηση και πρόσθεσε ότι το εγχείρημα δεν αφορά μόνο τα ίδια τα έσοδα, αλλά και την ανάγκη να υπάρχει ένας τέτοιος θεσμός.
Ο Γερμανός υφυπουργός Οικονομικών, υπογράμμισε πάντως ότι δεν πρέπει τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία να «ξεπουληθούν», καθώς έτσι δεν θα αποδώσουν τα προσδοκώμενα έσοδα. Τάχθηκε υπέρ της ανάπτυξής τους εντός του ταμείου και διευκρίνισε ότι είναι βεβαίως διαφορετικές περιπτώσεις όταν πρόκειται για ακίνητα, για αεροδρόμια ή ακόμη και για - ανακεφαλαιοποιημένες - τράπεζες. «Αν καταφέρουμε - δεν υπάρχει εγγύηση - να μπούμε σε μια πορεία ανάπτυξης, τότε αναπτύσσονται αναλόγως και τα περιουσιακά στοιχεία του ταμείου και μπορείτε με τις τράπεζες, με τα αεροδρόμια, με τους παρόχους ενέργειας, ή με ο,τιδήποτε άλλο, να πετύχετε τελείως διαφορετικές τιμές από ό,τι υπό τις παρούσες συνθήκες. Για αυτό δεν μπορεί το θέμα να είναι μόνο να πουλήσουμε τα πράγματα γρήγορα, αλλά να τα αφήσουμε να αναπτυχθούν», δήλωσε ο κ. Σπαν, και εξέφρασε την κατανόησή του για τις αντιρρήσεις της Αθήνας σε ό,τι αφορά την έδρα του ταμείου: «Καταλαβαίνω το να μη θέλει κάποιος ένα ταμείο στο Λουξεμβούργο, αλλά πρέπει να είναι διασφαλισμένο ότι θα πρόκειται για αποφάσεις θεσμικά αυτόνομες», πρόσθεσε.
Καταλήγοντας ο κ. Σπαν εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι, όπως είπε, μια μεγάλη πλειοψηφία έχει πλέον αντιληφθεί ότι δεν γίνεται τίποτα χωρίς προσπάθεια, αλλά και ότι πρέπει να υπάρχει η βούληση για τις αλλαγές. «Και εάν σε αυτή την διαδικασία των αλλαγών, ορίζονται και κοινά εγχειρήματα και δεν υπάρχει μόνο η εντύπωση ότι ‘’αυτοί είναι οι Γερμανοί, που θέλουν πάντα μόνο λιτότητα’’, αλλά υπάρχει και η βούληση από κοινού και ισότιμα να παρθούν πρωτοβουλίες και να υλοποιηθούν προγράμματα, τότε νομίζω θα έχουμε καταφέρει πολλά», δήλωσε ο υφυπουργός Οικονομικών της Γερμανίας.
protothema.gr
Η σύμβαση παραχώρησης των 14 περιφερειακών αεροδρομίων όπως την παρουσίασε την Τρίτη σε επενδυτές ο επικεφαλής χρηματοοικονομικών και επενδυτικών σχέσεων του γερμανικού ομίλου. Βλέπει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης στις εμπορικές δραστηριότητες.
Τουλάχιστον το 67% της εταιρείας διαχείρισης των 14 περιφερειακών αεροδρομίων θα κατέχει η Fraport, με την τελική μετοχική σύνθεση να καθορίζεται από το μοντέλο χρηματοδότησης, υποστήριξε προ ημερών ο επικεφαλής χρηματοοικονομικών και επενδυτικών σχέσεων του γερμανικού ομίλου Stefan Ruter.
Κατά τη διάρκεια παρουσίασης στο Μόναχο (Baader Investment Conference 2015) ο κ. Ruter περιέγραψε σε αδρές γραμμές τη συμφωνία με το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ) για την 40ετή παραχώρηση των 14 ελληνικών αεροδρομίων έναντι εφάπαξ τιμήματος 1,2 δισ. ευρώ.
Όπως είπε, το 80% της κίνησης στα 14 αεροδρόμια αφορά διεθνείς πτήσεις, με το συνολικό αριθμό επιβατών να προσεγγίσει τα 22.000.000 ετησίως. Ο ίδιος υποστήριξε πως το επιχειρησιακό σχέδιο της Fraport στηρίζεται σε «λελογισμένη» αύξηση της επιβατικής κίνησης, δηλαδή περί το 2% ετησίως κατά την 40ετή περίοδο παραχώρησης.
Για την περίοδο 2016 – 2019 προβλέπονται επενδύσεις 330.000.000 ευρώ ενώ τυχόν επενδύσεις επέκτασης των αεροδρομίων συνδέονται με την αύξηση της επιβατικής κίνησης. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο γεγονός πως υπάρχουν τεράστια περιθώρια ανάπτυξης εμπορικών δραστηριοτήτων στα αεροδρόμια καθώς σήμερα υπάρχουν ελάχιστα καταστήματα.
Όπως εξήγησε οι εμπορικοί χώροι θα διπλασιαστούν κατά το πρώτο στάδιο αναβάθμισης των αεροδρομίων, ενώ παράλληλα θα εφαρμοστούν νέα μοντέλα λειτουργίας όπως ο γνωστός «περίπατος» των επιβατών ανάμεσα στα καταστήματα μέχρι να φτάσουν στην πύλη εισόδου.
Όπως είναι γνωστό, εκτός από το αρχικό εφάπαξ τίμημα των περίπου 1,2 δισ. ευρώ, η Fraport θα καταβάλει 22.900.000 ευρώ ετησίως (που θα αυξάνονται ανάλογα με τον πληθωρισμό), ενώ από το 2019 θα πληρώνει και ποσοστό 28,5% των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, επίσης σε ετήσια βάση.
Όπως είχε γίνει γνωστό με τη λήξη του διαγωνισμού, το συνολικό ποσό που θα καταβάλλουν οι Γερμανοί στο δημόσιο μέσω του συντελεστή 28,5% επί των EBITDA θα φτάσει τα 5,3 δισ. ευρώ κατά την περίοδο παραχώρησης. Η σύμβαση παραχώρησης προβλέπει, επίσης, πως τα τέλη αεροδρομίου θα είναι 13 ευρώ ανά επιβάτη το 2016 και από το 2018 αυξάνονται σε 18,5 ευρώ ανά επιβάτη (συν τον πληθωρισμό).
euro2day.gr
Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύθηκε για την ταχεία ιδιωτικοποίηση μέρους της κρατικής περιουσίας. 14 αεροδρόμια αναμένεται να παραχωρηθούν στη Fraport. Εκπρόσωποι της Αριστεράς στο τοπικό κοινοβούλιο της Έσσης αντιδρούν.
Η γερμανική εταιρεία Fraport βρίσκεται πίσω από κάθε πτυχή της λειτουργίας του διεθνούς αεροδρομίου της Φραγκφούρτης στο κρατίδιο της Έσσης, ενός υποδειγματικού αεροδρομίου στον τομέα της ασφάλειας των αερομεταφορών, αλλά και ενός από τους πλέον κερδοφόρους γερμανικούς επενδυτικούς ομίλους. Το δυνατό του σημείο είναι τα πρωτοπόρα συστήματα ασφαλείας «Made in Germany», η υψηλή τεχνογνωσία, το επιτυχημένο διαχειριστικό «know-how» αλλά και το κερδοφόρο εμπορικό του τμήμα, που προσελκύει πλήθος μεγάλων ονομάτων του διεθνούς επιχειρηματικού κόσμου. Το ένα τρίτο των κερδών του το 2014 προήλθε από φόρους, με τα έσοδα να ανέρχονται στα 251,8 εκατομ. ευρώ.
Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν το προφίλ της Fraport, ενός περιζήτητου επενδυτή ανά τον κόσμο. Ο γερμανικός κολοσσός καλείται πλέον να αναλάβει δράση και στην Ελλάδα, εάν βέβαια όλα προχωρήσουν βάσει των αρχικών σχεδιασμών. Έτσι 14 ελληνικά περιφερειακά αεροδρόμια αναμένεται να παραχωρηθούν στη Fraport, η οποία θα κατέχει το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης για πάνω από 40 χρόνια. Ωστόσο η συμφωνία δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί, αν και θεωρείται σχεδόν βέβαιη και επωφελής, τουλάχιστον από γερμανικής πλευράς. Αρκετά ζητήματα παραμένουν ανοιχτά, ενώ το κλίμα πολιτικής και δημοσιονομικής αβεβαιότητας δυσχεραίνει την κατάσταση.
Αναμένοντας μεγάλα κέρδη
Σε τουριστικά νησιά, όπως η Ρόδος, η Μύκονος, η Σάμος ή η Σαντορίνη ο εγχώριος επιχειρηματικός κόσμος αναμένει πάντως ήδη ότι θα δοθούν νέες ευκαιρίες μέσω της δημιουργίας εμπορικών καταστημάτων εντός των αναβαθμισμένων αεροδρομίων. «Είμαστε σε θέση να αξιοποιήσουμε την εμπειρία που έχουμε αποκτήσει στην Φραγκφούρτη διεθνώς και να βοηθήσουμε την τοπική κοινωνία ώστε να επωφεληθεί όσο το δυνατόν περισσότερο από τα αεροδρόμια. Φυσικά και εμείς θέλουμε να έχουμε κέρδη από την όλη διαδικασία» αναφέρει ο Στέφαν Σούλτε, διευθύνων σύμβουλος της Fraport AG.
Στο μεταξύ, αξίζει να σημειωθεί ότι τo μεγαλύτερο μέρος του μετοχικού κεφαλαίου της Fraport ανήκει στο κράτος. Ειδικότερα μάλιστα το 51% ανήκει στο κρατίδιο της Έσσης καθώς και στον δήμο Φραγκφούρτης.
Ο χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός του κρατιδίου, Φόλκερ Μπούφιερ χαιρετίζει θερμά το νέο άνοιγμα της Fraport, διότι, όπως αναφέρει, μια τέτοια κίνηση ενισχύει τη θέση και του ίδιου του γερμανικού αερολιμένα διεθνώς. Ομοίως βλέπει το όλο θέμα και ο επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών στην τοπική βουλή, Τόρστεν Σέφερ Γκούμπελ. «Μόνο προς τα συμφέροντά μας μπορεί να είναι ένα τέτοιο επενδυτικό άνοιγμα της Fraport. To θέτω ευθέως: η Ελλάδα χρειάζεται επενδύσεις σε θέσεις εργασίας και υποδομές. Εδώ και χρόνια λέμε ότι χρειάζονται περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις. Τώρα επιτέλους ήρθε η ώρα».
Η Aριστερά στη Γερμανία κατά της πώλησης των ελληνικών αεροδρομίων
Από την άλλη πλευρά οι εκπρόσωποι των Πρασίνων στο κοινοβούλιο της Έσσης βλέπουν το θέμα από μία κάπως διαφορετική σκοπιά, καταλήγωντας όμως στο συμπέρασμα ότι οι επενδυτικές δραστηριότητες της Fraport στην Ελλάδα συμφέρουν εν τέλει και την τοπική κοινωνία της Έσσης και για έναν επιπρόσθετο λόγο. Σύμφωνα με τον βουλευτή των Πρασίνων Φρανκ Κάουφμαν το επενδυτικό άνοιγμα της Fraport θα οδηγήσει στην αποσυμφόρηση της εναέριας κυκλοφορίας πάνω από το γερμανικό κρατίδιο και ειδικότερα πάνω από την πόλη της Φραγκφούρτης, που επιβαρύνεται ήδη αρκετά. «Μήπως θα έπρεπε να επενδύσει κανείς και σε άλλες περιοχές της κεντρικής Γερμανίας και της υπόλοιπης Ευρώπης όπου η εναέρια κυκλοφορία αυξάνεται;», διερωτάται.
Από την άλλη πλευρά επικριτική στάση τηρεί το κόμμα της Αριστεράς, το οποίο τίθεται ανοιχτά κατά μιας μακροχρόνιας επενδυτικής συμφωνίας μεταξύ Fraport και ελληνικής κυβέρνησης για την παραχώρηση των συγκεκριμένων 14 ελληνικών αεροδρομίων. Σύμφωνα με τους βουλευτές του κόμματος δεν είναι σωστό μία γερμανική κρατική εταιρεία να αντλεί οφέλη από την «ελληνική μιζέρια». Τα ελληνικά αεροδρόμια θα μπορούσαν κάλλιστα να λειτουργήσουν επικερδώς υπό τη διαχείριση του ελληνικού δημοσίου.
Σύμφωνα με τον Χέρμαν Σάους, επικεφαλής της τοπικής Κ.Ο. της Αριστεράς: «Πρώτα απ´όλα η Ελλάδα έχει πολλά περισσότερα αεροδρόμια. Εκτός από τα προσοδοφόρα 14, τα υπόλοιπα 30 που είναι ζημιογόνα θα παραμείνουν στο ελληνικό δημόσιο». Για τον γερμανό πολιτικό πρόκειται για ένα αντιπαραγωγικό επενδυτικό μοντέλο, που εν τέλει ζημιώνει το ελληνικό κράτος αντί να το βοηθά να ορθοποδήσει και να αποπληρώσει τα χρέη του.
Πηγή: Dw.de.com
Στην αναθέρμανση του σχεδίου για ιδιωτικοποίηση του μεριδίου του ελληνικού Δημοσίου στο διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας (ΔΔΑ) προχωρεί το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), το οποίο, παράλληλα, προωθεί τις διαδικασίες αποκρατικοποίησης των μεγάλων συγκοινωνιακών υποδομών, των εταιρειών ύδρευσης, των σιδηροδρομικών φορέων, των Ταχυδρομείων και του ΟΤΕ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το σχέδιο ανάπτυξης των περιουσιακών στοιχείων του ΤΑΙΠΕΔ, διερευνάται η μέθοδος ιδιωτικοποίησης του 30% του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, που έχει μεταβιβαστεί στο Ταμείο, σε συνδυασμό με την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης κατά 20 έτη, δηλαδή έως το 2046 (κανονικά εκπνέει το 2026).
Σημειωτέον ότι το Ελληνικό Δημόσιο διατηρεί παράλληλα ποσοστό 25% από το μετοχικό κεφάλαιο του «Ελ. Βενιζέλος». Σύμφωνα με το Ταμείο, η μέθοδος ιδιωτικοποίησης θα αποφασιστεί και ήδη έχει εξεταστεί η πώληση μετοχών, καθώς και η είσοδος της εταιρείας στο Χρηματιστήριο. Τα επόμενα βήματα είναι το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ να λάβει απόφαση για την επανεκκίνηση της διαδικασίας και να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις τόσο με τον Διεθνή Αερολιμένα σε σχέση με τους όρους της επέκτασης της σύμβασης παραχώρησης όσο και με τους μετόχους του με αντικείμενο την πώληση μετοχών. Η εκκίνηση του διαγωνισμού για την πώληση μετοχών αναμένεται έως τον Δεκέμβριο του 2015, ενώ η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος τον Φεβρουάριο του 2016. Οι σύμβουλοι του Ταμείου είναι οι BNP και ΕΤΕ (οικονομικοί), οι δικηγορικές εταιρείες Ποταμίτης - Βεκρής και Clifford Chance (νομικοί) και η ICF International (ανεξάρτητος εκτιμητής για την επέκταση της σύμβασης).
Προς ολοκλήρωση ο διαγωνισμός για τα περιφερειακά αεροδρόμια Παράλληλα, το Ταμείο συνεχίζει τη διαδικασία παραχώρησης των 14 περιφερειακών αερολιμένων για 40+10 χρόνια, με πλειοδότη του διαγωνισμού την κοινοπραξία Fraport - Slentel. Η ελληνογερμανική σύμπραξη υπέβαλε οικονομική προσφορά που περιλαμβάνει εφάπαξ τίμημα ύψους 1,2 δισ. ευρώ, μερίδιο 28,5% από τα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων έσοδα (EBITDA), καθώς και ετήσια αμοιβή 23 εκατ. ευρώ. Επί της διαδικασίας, ο πλειοδότης καλείται άμεσα να καταθέσει στο Ταμείο μία σειρά από έγγραφα (οικονομικό μοντέλο, βασικοί όροι σχεδιασμού και κατασκευής κτλ.) πριν από την υπογραφή και την ολοκλήρωση της σύμβασης. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης του ΤΑΙΠΕΔ, οι υπογραφές προγραμματίζονται για τον Σεπτέμβριο, όμως λόγω των εκλογών εκτιμάται ότι η διαδικασία θα καθυστερήσει.
Στη συνέχεια ακολουθεί η προετοιμασία, υποβολή και έγκριση της σύμβασης παραχώρησης από την Κομισιόν, η οποία εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο του 2015. Έπειτα, οι συμβάσεις θα κατατεθούν για κύρωση από τη Βουλή, ενώ έπεται η παράδοση των αεροδρομίων και η έναρξη της παραχώρησης το 2016. Σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ είναι οι CitiBank και EFG Eurobank (οικονομικοί), τα γραφεία Norton Rose, Δρακόπουλος & Βασαλάκης και YourLegalPartners (νομικοί) και το Γραφείο Δοξιάδη (τεχνικοί). Για 35 χρόνια σε ιδιώτη η Εγνατία Οδός Παράλληλα, από το ΤΑΙΠΕΔ «ωριμάζει» η παραχώρηση της Εγνατίας Οδού και των καθέτων αξόνων της για 35 χρόνια σε ιδιώτη επενδυτή.
Το σχέδιο, το οποίο είναι υπό επεξεργασία, προβλέπει ορισμένες άμεσες δράσεις όπως η πρόσληψη συμβούλων (οι συμβάσεις των προηγούμενων έχουν λήξει) εντός του Σεπτεμβρίου και η άμεση λήψη απόφασης από το διοικητικό συμβούλιο της Εγνατίας που αφ' ενός θα επιβεβαιώνει την εφαρμογή της υπουργικής απόφασης του 2014 για τη δημιουργία σταθμών διοδίων με υβριδικό μοντέλο και αναβαθμισμένα συστήματα και αφ' ετέρου θα ορίζει χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή της, το οποίο θα συμφωνηθεί με το ΤΑΙΠΕΔ.
Παράλληλα, η Εγνατία καλείται άμεσα να παραδώσει ένα επικαιροποιημένο κυκλοφοριακό μοντέλο, ενώ θα πρέπει να εκδοθεί κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Υποδομών και Οικονομικών που θα ορίζει την πολιτική διοδίων για τον Αυτοκινητόδρομο, έως τον Νοέμβριο, σε συμφωνία με το Ταμείο και με άμεση εφαρμογή αμά τη ολοκληρώσει του κάθε σταθμού διοδίων. Επίσης, το Δημόσιο θα πρέπει να «τρέξει» ανάλυση κόστους - οφέλους, και μελέτη για την πολιτική διοδίων, οι οποίες θα κατατεθούν στις συναρμόδιες γενικές διευθύνσεις της Κομισιόν. Ακόμη, το υπουργείο Υποδομών θα πρέπει να συμφωνήσει σε μία νομική λύση με τις Βρυξέλλες για τη δημιουργία σταθμών διοδίων στους κάθετους άξονες, οι οποίοι συγχρηματοδοτήθηκαν από την ΕΕ, προς αποφυγήν τυχόν εμπλοκών με πιθανές κρατικές ενισχύσεις.
Τέλος, το Δημόσιο καλείται να ενισχύσει την Εγνατία για την αναδιάρθωση του δανεισμού της έναντι της Τράπεζας Πειραιώς, με την οποία υπάρχει διένεξη. Προχωρά η πώληση των σιδηροδρομικών φορέων Παράλληλα, προχωρά η πώληση του 100% των μετοχών της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και της Ελληνικής Εταιρείας Συντήρησης Σιδηροδρομικού Τροχαίου Υλικού (ΕΕΣΣΤΥ), οι διαγωνισμοί των οποίων βρίσκονται στη β' φάση. Για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ έχουν εγκριθεί οι συμμετοχές των SNCF France, Grup Feroviar Roman (GFR) και Russian Railways - ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ενώ για την ΕΕΣΣΤΥ αυτές των Alstom-Damco, Russian Railways - ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και Siemens.
Σύμφωνα με το ΤΑΙΠΕΔ, τα κύρια θέματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι η συμφωνία μεταξύ του Δημοσίου και της Eurofima για την υπεισέλευση του κράτους στη θέση του ΟΣΕ για τα δάνεια που είχε λάβει για την προμήθεια τροχαίου υλικού, καθώς και η μεταφορά των τρένων από τον Οργανισμό στο Δημόσιο, εντός του Σεπτεμβρίου. Επίσης, το κράτος θα πρέπει να υποβάλει προς έγκριση στο Ελεγκτικό Συνέδριο τη συμφωνία εξυπηρέτησης των δρομολογίων των «άγονων γραμμών» από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ και στη συνέχεια να κατατεθεί άμεσα στη Βουλή.
Παράλληλα, θα πρέπει ως τον Νοέμβριο να ολοκληρωθούν οι συμφωνίες μεταξύ της ΓΑΙΑΟΣΕ και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ για τη μίσθωση του τροχαίου υλικού και μεταξύ της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και την ΕΕΣΣΤΥ για τη δεκαετή συμφωνία συντήρησης των τρένων. Ακόμη, το Δημόσιο καλείται να επιλύσει περιβαλλοντικά θέματα που αφορούν τη μόλυνση των εγκαταστάσεων συντήρησης και το ποιος θα αναλάβει το επιχειρηματισκό ρίσκο της αποκατάστασης, το ζήτημα της διαγραφής του χρέους της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και του κλεισίματος του φακέλου κρατικών ενισχύσεων της εταιρείας και του ΟΣΕ στην Κομισιόν και την προώθηση ενός μοντέλου συντήρησης του σιδηροδρομικού δικτύου είτε μέσω ΣΔΙΤ είτε μέσω προμήθειας υπηρεσιών.
Σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ είναι οι IBG και Kantor (οικονομικοί), τα νομικά γραφεία Μπερνίτσας και Hogan Lovells (υπό διαπραγμάτευση) και Louis Berger (τεχνικοί). Πωλούνται μειοψηφικά ποσοστά στις εταιρείες ύδρευσης Στο μεταξύ, σε εφαρμογή της πρόσφατης απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία κρίθηκε ότι το Δημόσιο θα πρέπει να διατηρεί τουλάχιστον 50% από τις εταιρείες ύδρευσης, το ΤΑΙΠΕΔ προσανατολίζεται στην πώληση μειοψηφικών μεριδίων της ΕΥΑΘ και της ΕΥΔΑΠ. Συγκεκριμένα, για την ΕΥΔΑΠ, η οποία έχει το αποκλειστικό δικαίωμα παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης έως το 2019, προκρίνεται η πώληση του 11% των μετοχών - αν και το ΤΑΙΠΕΔ διατηρεί μερίδιο 27% στο μετοχικό κεφάλαιο της εισηγμένης.
Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης του Ταμείου, το Δημόσιο και το ΤΑΙΠΕΔ θα ζητήσουν επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους, ενώ το δεύτερο θα προσλάβει συμβούλους. Για την ΕΥΑΘ, η οποία διατηρεί το αποκλειστικό δικαίωμα για την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για την περιοχή της Μείζονος Θεσσαλονίκης έως το 2031, προβλέπεται η πώληση του 23% των μετοχών.
Αν και το ΤΑΙΠΕΔ διατηρεί ποσοστό 74% της εταιρείας, θεωρείται ότι η απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ έχει παρόμοιο πεδιό εφαρμογής και στην εταιρεία της Θεσσαλονίκης. Τα επόμενα βήματα του Ταμείου για την ΕΥΑΘ είναι η πρόσληψη συμβούλων, η διερεύνηση των εναλλακτικών επιλογών για την πώληση του 23% των μετοχών και η βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου, καθώς και η εφαρμογή μίας αναθεωρημένης σύμβασης παραχώρησης μεταξύ της εταιρείας και του Δημοσίου.
Φεύγει το Δημόσιο από τον ΟΤΕ - Στο «ψάξιμο» για τα ΕΛΤΑ Στο μεταξύ, το ΤΑΙΠΕΔ καλείται να διερευνήσει τη μέθοδο πώλησης ποσοστού του Δημοσίου στον ΟΤΕ (το υπουργείο Οικονομικών ελέγχει το 6%, ενώ το ΙΚΑ το 4%). Άμεσα η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει σε συμφωνία με την Deutsche Telekom για τη μεταφορά μετοχών στο ΤΑΙΠΕΔ και για την τροποποίηση της σύμβασης μετόχων (το Δημόσιο θα χάσει τη λεγόμενη «χρυσή μετοχή»). Επίσης, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει τον Οκτώβριο το ποσοστό των μετοχών που θα μεταβιβαστεί στο ΤΑΙΠΕΔ και ακολούθως να εκδώσει διυπουργική απόφαση για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης των μετοχών.
Στο μεταξύ, το ΤΑΙΠΕΔ διερευνά εναλλακτικές μεθόδους για την αξιοποίηση του 90% των δικαιωμάτων ψήφου που διαθέτει στα ΕΛΤΑ και ήδη γίνεται μία στρατηγική ανασκόπηση από την PwC. Τα κύρια ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν, αναφέρει το Ταμείο, είναι η αξιολόγηση των στρατηγικών δράσεων που απαιτούνται για την αποκατάσταση της κερδοφορίας και την επίλυση των χρηματοδοτικών αναγκών της εταιρείας. Όπως αναφέρεται, το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ θα συζητήσει τα συμπεράσματα της μελέτης της PwC και θα λάβει αποφάσεις, ενώ έπονται αλλαγές στο μάνατζμεντ και η εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης των ΕΛΤΑ. Σύμφουλοι του ΤΑΙΠΕΔ είναι οι Lazard και PWC (οικονομικοί) και η KLC Law Firm (νομικοί).
πηγη: «Το Βήμα»