Η μεσαία τάξη συνεχίζει όπως φαίνεται να υφίσταται φοροαφαίμαξη, καθώς το ένα από τα δύο ευρώ των εσόδων όσων ανήκουν σε αυτή καταλήγουν στην… εφορία και σύμφωνα με το μηνιαίο δελτίο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών για την οικονομία που επικαλείται στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι, λόγω της τεράστιας υπερφορολόγησης κατά την περίοδο των μνημονίων και της υψηλής προοδευτικότητας του φορολογικού συστήματος, η μεσαία εισοδηματική τάξη καταβάλλει σήμερα το 51% των φορολογικών εσόδων, ενώ πριν την κρίση κατέβαλε το 39,3%.
Αντίστοιχα, η υψηλότερη εισοδηματική τάξη, που συρρικνώθηκε αριθμητικά και εισοδηματικά, σήμερα καταβάλει το 38,1% των φορολογικών εσόδων έναντι άνω του 50% που κατέβαλε πριν την κρίση. Οι εξελίξεις αυτές αποτυπώνουν είτε την μετακίνηση νοικοκυριών σε χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια είτε την μη καταγραφή τους στις στατιστικές λόγω της μετανάστευσης στο εξωτερικό, εγκατάλειψης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, κ.λ.π. Ως αποτέλεσμα, το κράτος, για να συνεχίσει να καλύπτει τις ανάγκες του, προχώρησε σε υπερφορολόγηση των σχετικώς υψηλότερων εισοδημάτων, όσων είχαν απομείνει. Πιο πρόσφατα, όμως, και ιδίως από το 2016 και μετά, η υπερφορολόγηση εντάθηκε, με την διατήρηση του αφορολόγητου σε υψηλά επίπεδα, απαλλάσσοντας έτσι από την φορολογία μεγάλα στρώματα του πληθυσμού και αυξάνοντας αναλογικά την φορολογική επιβάρυνση των υπόλοιπων, και ιδίως των συνεπών φορολογουμένων. Βεβαίως, εάν ληφθεί υπόψη και ο φόρος ακίνητης περιουσίας τότε η συνολική επιβάρυνση είναι ακόμη δυσμενέστερη.
Αναλύοντας τα μικροδεδομένα των Ερευνών Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης της ΕΛΣΤΑΤ από το 2003 και μετά, την περίοδο των Μνημονίων παρατηρείται μια διόγκωση του μεριδίου των νοικοκυριών (και των αντίστοιχων εισοδημάτων) της μεσαίας εισοδηματικής τάξης, αλλά και της χαμηλής εισοδηματικής τάξης άνω του ορίου της φτώχειας, με αντίστοιχη μείωση του μεριδίου των νοικοκυριών της υψηλής εισοδηματικής τάξης και της χαμηλής εισοδηματικής τάξης κάτω του ορίου της φτώχειας.
Με άλλα λόγια, παρατηρείται μια καθαρή μετανάστευση νοικοκυριών από τα υψηλά στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, με το μερίδιο των νοικοκυριών κάτω του ορίου της φτώχειας να μειώνεται, καθώς η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος την περίοδο των Μνημονίων συντελέστηκε λαμβάνοντας υπόψη κατά το δυνατόν την ανάγκη να μην πληγούν τα σχετικώς χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Στην Ελλάδα το διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα για ένα νοικοκυριό με δύο ενήλικες και δύο παιδιά άνω των 14 ετών, προσδιορίζεται το 2018 σε €19,7 χιλ. Το εισόδημα αυτό σε σταθερές τιμές 2018 αυξήθηκε στη δεκαετία της υψηλής ανάπτυξης (με δανεικά…) σε €30 χιλ. περίπου (2009-2010) από €25 χιλ. το 2003, ενώ μειώθηκε δραματικά σε €19 χιλ. το 2014, κατά τη διάρκεια της μεγάλης ύφεσης, λόγω της προσαρμογής των Μνημονίων, όταν το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά το ¼, και σήμερα, έξι χρόνια μετά, διαμορφώνεται σε €20 χιλ. περίπου. Νοικοκυριά αυτής της σύνθεσης θεωρούνται ότι ανήκουν στη μεσαία εισοδηματική τάξη εφόσον το διαθέσιμο εισόδημά τους βρίσκεται μεταξύ €14,7 χιλ. (75% του διάμεσου) και €39,3 χιλ. (200% του διάμεσου). Με την ίδια λογική, ένα νοικοκυριό της ίδιας σύνθεσης ανήκει στην υψηλή ή τη χαμηλή εισοδηματική τάξη εφόσον το διαθέσιμο εισόδημά του είναι άνω των €39,3 χιλ. ή κάτω των €14,7 χιλ., αντιστοίχως. Τέλος, με διαθέσιμο ετησιο εισόδημα χαμηλότερο από €9850, ένα νοικοκυριό βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας. Χονδρικά, λοιπόν, το διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα μιας 4μελούς οικογένειας στην Ελλάδα είναι €20 χιλ. περίπου, και με διαθέσιμο εισόδημα €15-€40 χιλ. η οικογένεια αυτή ανήκει στη μεσαία τάξη. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον ορισμό του διαμέσου, πάνω και κάτω από €20 χιλ. διαθέσιμο εισόδημα βρίσκεται το 50% των 4μελών οικογενειών στην Ελλάδα. Σε όρους μικτών αποδοχών, ο διάμεσος grosso modo διαμορφώνεται σε €30 χιλ. και η μεσαία τάξη ορίζεται μεταξύ €20-€60 χιλ.
Συμπερασματικά, τονίζουν οι αναλυτές του ΣΕΒ, η χώρα μας κατάφερε να βγει από την κρίση, αλλά με τα μεσαία και υψηλά εισοδηματικά στρώματα να επωμίζονται ένα τεράστιο πρόσθετο φορολογικό βάρος. Σήμερα, τα δημοσιονομικά της χώρας είναι σε ισορροπία και έχει αρχίσει η αντιστροφή της υπερφορολόγησης. Στην διαδικασία αυτή, χρειάζεται μεγάλη προσοχή ώστε η μείωση της φορολογίας να συνοδεύεται από αναπτυξιακά μέτρα, περιορισμό της φοροδιαφυγής και τη διαφύλαξη της δημοσιονομικής σταθερότητας. Άλλωστε στην Ελλάδα, οι εκλογές κερδίζονται και χάνονται με βάση την αβεβαιότητα που βιώνει η μεσαία τάξη λόγω της οικονομικής δυσπραγίας, η οποία συνδέεται άμεσα με την υπερφορολόγηση, που την πλήττει.
Παρέμβαση του Μάνου Κόνσολα, Βουλευτή Δωδεκανήσου Το 2016 δεν εξελίσσεται καλά για τον ελληνικό τουρισμό.
Ακόμα και αν κλείσει με θετικό πρόσημο, είναι σαφές ότι απέχουμε πολύ από τις προσδοκίες μας. Ήδη, το πρώτο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ και της Τράπεζας της Ελλάδας οι αφίξεις τουριστών στη χώρα μας, παρουσίασαν πτώση κατά 6,2%.
Η χώρα μας δεν μπορεί να αξιοποιήσει μια σειρά ευνοϊκών συγκυριών, όπως το γεγονός ότι Τουρκία, Αίγυπτος και Τυνησία δεν θεωρούνται, πλέον, ασφαλείς προορισμοί, με αποτέλεσμα οι τουρίστες να αναζητούν άλλους τουριστικούς προορισμούς.
Το γεγονός ότι δεν καταφέραμε να τους προσελκύσουμε σημαίνει ότι επέλεξαν άλλες χώρες. Σημαίνει, όμως, ότι έχουμε και σημαντικό πρόβλημα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν μπορέσαμε να εκμεταλλευτούμε ούτε την ένταση στις σχέσεις Ρωσίας – Τουρκίας, που είχε καθοριστικές επιπτώσεις στον τουρισμό της γείτονος χώρας. Το Ελληνικό Κράτος απέτυχε να διευκολύνει τη διαδικασία χορήγησης visa στους Ρώσους τουρίστες
Είναι σαφές ότι ο ελληνικός τουρισμός έχει πρόβλημα ανταγωνιστικότητας τους τελευταίους δώδεκα 12 μήνες.
Το πρόβλημα οφείλεται στην υπερφορολόγηση του τουριστικού προϊόντος. Υπενθυμίζω ότι τον τελευταίο χρόνο, η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, επέβαλλε τα ακόλουθα μέτρα:
- Αύξησε το ΦΠΑ στη διαμονή στο 13%.
- Κατάργησε τους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ στα νησιά.
- Αύξησε τον ΦΠΑ στην εστίαση στο 23% και αργότερα στο 24%.
- Θεσμοθέτησε το τέλος διαμονής σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια.
- Μετάταξε τα περισσότερα είδη και υπηρεσίες στον υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ, στο 24%.
Σε όλα αυτά, θα πρέπει να συμπεριλάβουμε την αύξηση των φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων για επιχειρήσεις και επαγγελματίες.
Με ψευδεπίγραφες ταξικές ιδεοληψίες, που μεταφράζονται σε εισπρακτικά μέτρα, το μόνο που πετυχαίνουμε ως χώρα, είναι να αποδυναμώνουμε τον τουρισμό και την οικονομία μας.
Πολύ απλά: το 2016 βιώνουμε τις πρώτες αρνητικές συνέπειες από τη μείωση της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού μας προϊόντος που έχει γίνει πιο ακριβό, με αποτέλεσμα να μην μπορεί ο τουρισμός μας να συνεχίσει τη δυναμική που είχε το 2013 και το 2014.
Εάν δεν αναστραφεί αυτή η εικόνα, το 2017 θα καταγράψουμε ακόμα μεγαλύτερες απώλειες.
Σε χρόνο, όχι πολύ μακρινό, θα υπάρχουν τουριστικές επιχειρήσεις που δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, θα αλλάξουν χέρια. Θα μειωθεί η απασχόληση και το εισόδημα των εργαζομένων στον τουρισμό.
Το χειρότερο από όλα είναι ότι θα απαξιωθεί η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας: ο Τουρισμός μας.
Αυτό που προέχει είναι να ανακτήσουμε την ανταγωνιστικότητα του τουρισμού μας.
Για να το πετύχουμε, χρειάζεται:
- Σταδιακή αποκλιμάκωση των φορολογικών επιβαρύνσεων που επιβλήθηκαν στο τουριστικό μας προϊόν.
- Αποκατάσταση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου αφού το μέτρο δεν είχε δημοσιονομική απόδοση.
- Βελτίωση των υποδομών και των υπηρεσιών στα αεροδρόμια και στα λιμάνια.
- Οριζόντια κίνητρα για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Κίνητρα για τις αεροπορικές εταιρείες με μειωμένα τέλη και κίνητρα για τα ξενοδοχεία ώστε να παρατείνουν τη λειτουργία τους και να διατηρούν θέσεις εργασίας.
- Διαφοροποίηση του τουριστικού μας προϊόντος. Επαναφέρω την πρότασή μου για ένα Ελληνικό all inclusive που δεν θα περιλαμβάνει μόνο τα ξενοδοχεία, αλλά και επιχειρήσεις που βρίσκονται έξω από τα ξενοδοχεία.
Αν αναδεικνύεται ένα μήνυμα από τα στοιχεία, τις ενδείξεις, αλλά, κυρίως, το κλίμα που εισπράττουμε για τον τουρισμό μας, αυτό είναι, ότι θα πρέπει να ανακτήσουμε την ανταγωνιστικότητά μας.
Ζητήματα που αφορούν στον τουρισμό αλλά και την περιφερειακή πολιτική συνοχής και ανάπτυξης στο Νότιο Αιγαίο, ανέδειξε ο Μάνος Κόνσολας κατά τη διάρκεια της παρέμβασης του στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Περιφερειών του Κοινοβουλίου.
Ο Βουλευτής Δωδεκανήσου επισήμανε την ανάγκη ανάδειξης και επανεξέτασης των κριτηρίων κατάταξης, με βάση τα οποία η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου θεωρείται «πλούσια» και κατατάχθηκε στο στόχο 2, κάτι που σημαίνει και μικρότερη κατανομή πόρων.
Ο κ. Κόνσολας τόνισε ότι η κατάταξη αυτή έγινε με στοιχεία του 2008,έκτοτε, όμως, υπάρχει μια σημαντική μείωση του ΑΕΠ στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου που δεν δικαιολογεί τη μετάταξή της στο στόχο 2.
Ο Βουλευτής Δωδεκανήσου αναφέρθηκε στην ανάγκη να δοθεί έμφαση στον ιατρικό τουρισμό, επισημαίνοντας ότι είναι ένας ραγδαία αναπτυσσόμενος τομέας του παγκόσμιου τουρισμού.
Ζήτησε από την Υπουργό Τουρισμού να προωθηθούν άμεσα οι διαδικασίες για τη δημιουργία μητρώου, κριτηρίων έκδοσης του ειδικού σήματος, αλλά και όλων όσων σχετίζονται με την πιστοποίηση των ξενοδοχειακών μονάδων που θα παρέχουν υπηρεσίες ιατρικού τουρισμού.
Την παραπάνω εξέλιξη την αναμένουν περιοχές, όπως η Κως, που μπορούν να συνδέσουν το ιστορικό τους κεφάλαιο, με την προοπτική ανάπτυξης του ιατρικού τουρισμού δημιουργώντας τις αναγκαίες υποδομές και αναπτύσσοντας τις ανάλογες υπηρεσίες.
Χαρακτήρισε, επίσης, σημαντικό το ζήτημα της τουριστικής εκπαίδευσης και τόνισε ότι δεν πρέπει να ακυρωθεί η διαδικασία που έχει ξεκινήσει για την ίδρυση και λειτουργία των αγγλόφωνων τμημάτων διοίκησης τουρισμού αλλά και των δύο ελληνόφωνων στα Πανεπιστήμια Αιγαίου και Κρήτης, ταυτόχρονα με την μετεξέλιξη και αναβάθμιση της ΑΣΤΕΡ.
Τέλος, τόνισε την ανάγκη εκπόνησης ενός Στρατηγικού Σχεδίου για την τουριστική ανάπτυξη κάθε περιφέρειας με στοχευμένες δράσεις προκειμένου να υπάρξει επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου.
Σε δήλωσή του ο Μάνος Κόνσολας τονίζει:
«Ένας από τους πυλώνες που στηρίζουν την περιφερειακή ανάπτυξη, είναι ο τουρισμός. Χρειάζονται στοχευμένες πολιτικές σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, όπως:
-Μια πολυκεντρική τουριστική ανάπτυξη, με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε περιφέρειας, με ξεκάθαρη στόχευση προς την ανάδειξη αυτών των πλεονεκτημάτων και τη δημιουργία κινήτρων για την ενίσχυση τους.
-Η διασύνδεση των τουριστικών προορισμών με τα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών.
-Η ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στον τουρισμό, γιατί τουρισμός είναι οι άνθρωποι και όχι οι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού μεγάλοι ξενοδοχειακοί όμιλοι.
-Οι στοχευμένες στρατηγικές και δράσεις για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, με όρους βιωσιμότητας και αειφορίας.
Κυριαρχεί μια ιδεοληψία που θεωρεί εύπορους και πλούσιους όσους δραστηριοποιούνται στο χώρο του τουρισμού και τους καθιστά, στην ακραία εκδοχή της, ως a priori φοροφυγάδες.
Η αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι που ασχολούνται με τον τουρισμό είναι σκληρά εργαζόμενοι, είναι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται και εργάζονται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, αυτοαπασχολούμενοι. Μαζί με αυτούς εργάζεται και η οικογένειά τους.
Αυτοί είναι ο ελληνικός τουρισμός.
Χωρίς αυτούς οι υποδομές και τα μεγάλα συγκροτήματα δεν θα ήταν τίποτα.
Αυτοί είναι οι άνθρωποι της δουλειάς και της δημιουργίας.
Οι άνθρωποι που παράγουν πλούτο, δίνουν δουλειά σε εργαζόμενους, κρατούν ψηλά την ποιότητα και τις υπηρεσίες, συμβάλλουν στην περιφερειακή ανάπτυξη γιατί ζουν στον τόπο που δουλεύουν.
Εκεί επενδύουν τα χρήματα τους.
Ένας λόγος παραπάνω, λοιπόν, να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν προχωράμε σε μέτρα που υπονομεύουν τον τουρισμό μας.
Ειδικά, όταν υπάρχει η στοχοποίηση περιφερειών, που ακυρώνει την έννοια της περιφερειακής ανάπτυξης, όπως συμβαίνει με την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ και με την υπερφορολόγηση στη διαμονή και στην εστίαση».
Συνάντηση εκπροσώπων του εμπορικού κόσμου και των καταστηματαρχών εστίασης με τον Μάνο Κόνσολα»
Την οργή και την έντονη ανησυχία τους, εξέφρασαν ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων, κ. Παναγιώτης Καραγιάννης, ο Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ρόδου κ. Νίκος Μπόνης και ο Πρόεδρος του Σωματείου Εστιατόρων Ρόδου κ. Ιωάννης Κλούβας, για την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ και την επιβολή πρόσθετων φόρων στη διαμονή, στην εστίαση αλλά και στα εμπορικά καταστήματα των νησιών του Αιγαίου.
Οι τρεις εκπρόσωποι των παραγωγικών τάξεων συναντήθηκαν με τον Βουλευτή Δωδεκανήσου, κ. Μάνο Κόνσολα, με τον οποίο συζήτησαν τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στην τοπική οικονομία.
Ήδη προετοιμάζονται γενικές συνελεύσεις των μελών τους προκειμένου να αποφασιστεί ο τρόπος αντίδρασης σε αυτή τη νέα φοροεπιδρομή, που σε συνδυασμό με την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, διαλύουν την τοπική οικονομία, τη μικρή και μεσαία επιχείρηση του Αιγαίου.
Όλοι επισήμαναν ότι η διαμονή, η εστίαση αλλά και τα εμπορικά καταστήματα αποτελούν αναπόσπαστους κρίκους του τουριστικού μας προϊόντος. Η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση ενός κλάδου, επηρεάζει αναπόφευκτα και τους άλλους.
Η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ και η φορολογική στοχοποίηση των νησιών του Αιγαίου θα αποβεί καταστροφική για τον τουρισμό και τις επιχειρήσεις.
Ο Μάνος Κόνσολας, αμέσως μετά τη συνάντηση με τους κ.κ. Καραγιάννη, Μπόνη και Κλούβα, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Συμμερίζομαι απόλυτα την ανησυχία των εκπροσώπων του εμπορικού κόσμου και των καταστημάτων εστίασης.
Η ανησυχία αυτή απλώνεται, πλέον, σε ολόκληρο το πλέγμα της νησιωτικής οικονομίας και ιδιαίτερα στον τουρισμό μας.
Για κάποιους, ενδεχομένως, ο τουρισμός να μην σημαίνει τίποτα, εμείς όμως ξέρουμε ότι σε αυτόν στηρίζεται η τοπική οικονομία.
Η κυβέρνηση οφείλει να αντισταθεί στην απαίτηση για την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, όπως αντιστάθηκε και η προηγούμενη κυβέρνηση.
Οφείλει να μην προχωρήσει σε πρόσθετους φόρους που θα καταστήσουν πιο ακριβό το τουριστικό μας προϊόν και θα οδηγήσουν σε αδιέξοδο επαγγελματίες και επιχειρήσεις.
Είναι ζήτημα επιβίωσης για τα νησιά του Αιγαίου.
Θεωρώ αδιανόητο να υπάρχει η μέγιστη φορολογική επιβάρυνση για τον τουρισμό, την εστίαση και τα εμπορικά καταστήματα στα νησιά, σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα»