Ελλείψει ελεύθερης κλίνης σε ΜΕΘ, αποφάσισαν τη διακομιδή 37χρονης ασθενούς σε Μονάδα νοσοκομείου που απείχε 50 χλμ., χωρίς την απαραίτητη διασωλήνωση και τη συνοδεία αναισθησιολόγου
Μητέρα 37 ετών που έπασχε από τη μυασθένεια Gravis υπέστη εγκεφαλικό θάνατο καθώς οι γιατροί αποφάσισαν να μην τη διασωληνώσουν για τη διακομιδή της από το ένα νοσοκομείο στο άλλο, καθώς και να μην τη συνοδεύει αναισθησιολόγος, αλλά ειδικευόμενος παθολόγος.
Η τραγική αμέλεια των γιατρών για τη διακομιδή 37χρονης ασθενούς, μητέρας ανήλικου κοριτσιού, από το ένα νοσοκομείο στο άλλο σε απόσταση μόλις 50 χλμ. χωρίς την απαραίτητη διασωλήνωσή της είχε ως συνέπεια τον εγκεφαλικό θάνατό της.
Το δεύτερο δεκαήμερο του Ιανουαρίου 2007 η 37χρονη μητέρα, συνοδευόμενη από συγγενείς της, πήγε τις πρωινές ώρες στα εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείου της Δυτικής Ηπείρου με πυρετό, βήχα και δύσπνοια. Οπως έγινε γνωστό, από 8 ετών έπασχε από τη μυασθένεια Gravis, η οποία είναι μια χρόνια πάθηση του νευρικού συστήματος που προκαλεί αδυναμία και κάματο των μυών του σώματος, ειδικά εκείνων που ελέγχονται συνειδητά. Η αδυναμία βελτιώνεται με ξεκούραση, ενώ επιδεινώνεται με την κόπωση.
Στο νοσοκομείο υποβλήθηκε σε γενικές εξετάσεις παρά τη γενική απεργία που είχαν οι γιατροί του ΕΣΥ εκείνη την ημέρα, με τον εφημερεύοντα παθολόγο να δίνει εντολή να εισαχθεί σε δωμάτιο βραχείας νοσηλείας.
Παράλληλα, δόθηκε εντολή στο ΕΚΑΒ για τη μεταφορά της με ειδική κινητή μονάδα και συνοδεία γιατρού σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας πανεπιστημιακού γενικού νοσοκομείου γειτονικού νομού. Τελικά δεν βρέθηκε κρεβάτι στη ΜΕΘ του εν λόγω νοσοκομείου, αλλά σε άλλο, σε απόσταση μόλις 50 χλμ., δηλαδή μια διαδρομή 45 λεπτών.
Τελικά αποφασίστηκε η 37χρονη να μη διασωληνωθεί, όπως αρχικά ήταν οι πρώτες σκέψεις των υπευθύνων του νοσοκομείου, αλλά να μεταφερθεί με απλό ασθενοφόρο που είχε χειροκίνητη συσκευή οξυγόνου Ambu και με τη συνοδεία ειδικευόμενου γιατρού και όχι γιατρού αναισθησιολόγου. Πράγματι, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας ξεκίνησε η διακομιδή της ασθενούς. Καθ’ οδόν η 37χρονη παρουσίασε έντονη δύσπνοια και ο ειδικευόμενος γιατρός χρησιμοποίησε τον μηχανικό αερισμό (πίεση αέρα στη μάσκα) με τη συσκευή Ambu.
Λίγα χιλιόμετρα προτού φτάσει στο νοσοκομείο υπέστη καρδιοαναπνευστική ανακοπή, σταμάτησαν οι σφυγμοί της, μελάνιασε και δεν παρουσίαζε κινητική αντίδραση. Με το που έφτασε το ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, η γυναίκα διασωληνώθηκε και οι γιατροί άρχισαν τη διαδικασία της καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης (ΚΑΡΠΑ), δηλαδή θωρακικές συμπιέσεις και διασωστικές αναπνοές, διαδικασία που είναι γνωστή ως «το φιλί της ζωής». Την ίδια στιγμή το μόνιτορ με το οποίο ήδη ήταν συνδεδεμένη η γυναίκα έδειξε «καρδιακή παύλα». Παρ’ όλα αυτά, οι γιατροί συνέχιζαν την ΚΑΡΠΑ, ενώ προχώρησαν σε ενδοφλέβια φαρμακευτική υποστήριξη. Σιγά-σιγά η κατάσταση της 37χρονης βελτιώθηκε και σταθεροποιήθηκε αιμοδυναμικά και αναπνευστικά. Κατόπιν η γυναίκα οδηγήθηκε στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας.
Η τύχη όμως δεν της χαμογέλασε αυτή τη φορά, καθώς το συγκεκριμένο συμβάν της έχει αφήσει τα αρνητικά σημάδια του. Η πρώτη αξονική τομογραφία έδειξε εγκεφαλικό οίδημα και η δεύτερη τον εγκεφαλικό θάνατό της. Σύμφωνα με το σχετικό πιστοποιητικό του νοσοκομείου, ο εγκεφαλικός θάνατος οφειλόταν «σε εγκεφαλικό οίδημα, απότοκο βαριάς υποξαιμικής εγκεφαλοπάθειας λόγω της καρδιοαναπνευστικής ανακοπής». Με άλλα λόγια, σταμάτησε να οξυγονώνεται ο εγκέφαλος και επήλθε ο εγκεφαλικός θάνατος.
Ο σύζυγος της άτυχης γυναίκας κατέθεσε μήνυση στα ποινικά δικαστήρια κατά του εφημερεύοντος παθολόγου γιατρού, ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 μηνών. Καταδικάστηκε επειδή δεν μερίμνησε τόσο για την ασφαλή διακομιδή της ασθενούς στο νοσοκομείο (και τούτο παρά το γεγονός ότι γνώριζε την επιβαρυμένη κατάσταση της υγείας της) όσο και για τον κατάλληλο τρόπο διακομιδής της, δηλαδή με διασωλήνωση και σε ειδικό ασθενοφόρο.
Μάλιστα κατά την ακροαματική διαδικασία, συνάδελφοι του καταδικασθέντος με πλημμεληματική ποινή γιατρού κατέθεσαν ότι, εάν η άτυχη γυναίκα είχε διασωληνωθεί έστω και την τελευταία στιγμή πριν από τη διακομιδή της, «θα είχε αποφευχθεί το μοιραίο».
Τα διοικητικά δικαστήρια, αφού έλαβαν υπόψη καταθέσεις γιατρών και γνωματεύσεις, αποφάνθηκαν ότι πριν από τη διακομιδή η ασθενής έπρεπε να είχε διασωληνωθεί λόγω της μυασθένειας Gravis από την οποία έπασχε και τα αναπνευστικά κ.λπ. προβλήματα που αντιμετώπιζε κατά την αρχική είσοδό της στο νοσοκομείο. Πέρα από την παράλειψη αυτή, οι διοικητικοί δικαστές υπογραμμίζουν ότι η διακομιδή έπρεπε να πραγματοποιηθεί με κινητή μονάδα του ΕΚΑΒ, η οποία να διαθέτει τον κατάλληλο εξοπλισμό για διασωλήνωση. Παράλληλα έπρεπε να γίνει και με τη συνοδεία αναισθησιολόγου και όχι ειδικευόμενου γιατρού, έτσι ώστε να μπορεί να αποτραπεί κάθε αρνητική εξέλιξη στην υγεία της ασθενούς.
Τελικά, στον σύζυγο της άτυχης γυναίκας, στην ανήλικη κόρη της, στις δύο αδελφές της, στη γιαγιά της, στην πεθερά της και στη νύφη της επιδικάστηκε το ποσό περίπου των 500.000 ευρώ. Επιπρόσθετα, στην ανήλικη κόρη επιδικάστηκε μηνιαία αποζημίωση ύψους 400 ευρώ για την αποκατάσταση της ζημιάς που υπέστη λόγω της στέρησης της μητέρας της από την ημέρα του θανάτου της έως την ενηλικίωσή της, που έγινε τη 18η Ιανουαρίου 2017.