Για πρώτη φορά οι αστρονόμοι φαίνεται πως ανακάλυψαν αυτό που τόσο καιρό αναζητούσαν: μια δεύτερη Γη. Όπως ανακοίνωσαν, βρήκαν έναν εξωπλανήτη με μέγεθος παρόμοιο με αυτό της Γης και ο οποίος, επιπλέον, βρίσκεται στη λεγόμενη «κατοικήσιμη ζώνη», δηλαδή στην κατάλληλη απόσταση από το μητρικό άστρο του για να έχει νερό σε υγρή μορφή και άρα δυνητικά μπορεί να φιλοξενήσει ζωή- κάτι πάντως που δεν μπορεί ακόμη να επιβεβαιωθεί. Ένας πλανήτης στην κατοικήσιμη ζώνη δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι όντως έχει υγρό νερό και φιλοξενεί ζωή, όμως αυτό -κρίνοντας από τη Γη- είναι πιθανό.
Ο πλανήτης, με την ονομασία Κέπλερ-186f, έχει διάμετρο λίγο μεγαλύτερη από της Γης (1,1 φορές ή 10%) και βρίσκεται σχετικά κοντά, σε απόσταση περίπου 490 ετών φωτός, στην κατεύθυνση του αστερισμού του Κύκνου. Κινείται γύρω από το αχνό άστρο - ερυθρό νάνο Κέπλερ-186, αποτελώντας το πέμπτο και πιο εξωτερικό μέλος του εν λόγω συστήματος (πράγμα που σημαίνει ότι το τυχόν υγρό νερό στην επιφάνειά του κινδυνεύει να παγώσει).
Το έτος του πλανήτη (η διάρκεια μιας πλήρους περιφοράς του γύρω από το άστρο του) διαρκεί 130 γήινες μέρες. Η μάζα του και η πυκνότητά του, προς το παρόν, παραμένουν άγνωστες, αλλά οι πρώτες εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο εξωπλανήτης είναι βραχώδης. Δεν υπάρχουν ακόμη στοιχεία για τη σύσταση της ατμόσφαιράς του, κάτι που ίσως ανακαλύψουν μελλοντικά τα υπό κατασκευή μεγαλύτερα τηλεσκόπια, όπως το «Τζέημς Γουέμπ» της NASA.
Η ανακάλυψη, που παρουσιάστηκε στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό «Science», έγινε από μεγάλη ομάδα Αμερικανών αστρονόμων, με επικεφαλής την Ελίζα Κουιντάνα, του Κέντρου Ερευνών Ames της NASΑ και του Ινστιτούτου SETI. H πρώτη παρατήρηση του εξωπλανήτη έγινε με το διαστημικό τηλεσκόπιο «Κέπλερ» (που έχει τεθεί πλέον εκτός λειτουργίας) και ακολούθησε η επιβεβαίωση από παρατηρήσεις με τα επίγεια τηλεσκόπια Κεκ και Τζέμινι στη Χαβάη.
«Πρόκειται για την πρώτη βέβαιη ανακάλυψη πλανήτη με το μέγεθος της Γης, στην κατοικήσιμη ζώνη κάποιου άστρου», δήλωσε η Ελίζα Κουιντάνα και επισήμανε ότι το μητρικό άστρο της «δεύτερης Γης» είναι ένα τυπικό άστρο που ανήκει στην κατηγορία των ερυθρών Μ-νάνων, οι οποίοι είναι μικρότεροι, λιγότερο καυτοί και λιγότερο φωτεινοί από τον Ήλιο μας, αποτελώντας πάνω από το 70% των εκατοντάδων δισεκατομμυρίων άστρων του γαλαξία μας.
Από τους σχεδόν 1.800 επιβεβαιωμένους εξωπλανήτες που έχουν ανακαλυφθεί κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, περίπου 20 έχουν τροχιές που κινούνται εντός της κατοικήσιμης ζώνης των άστρων τους, δηλαδή ούτε πολύ μακριά από αυτά (οπότε το νερό θα πάγωνε), ούτε υπερβολικά κοντά (οπότε το νερό θα έβραζε και θα εξατμιζόταν). Όμως όλοι αυτοί οι γνωστοί εξωπλανήτες είναι αρκετά μεγαλύτεροι από τη Γη.
Από την άλλη, είχαν ως τώρα ανακαλυφθεί πλανήτες με μέγεθος σαν τη Γη, όμως δεν βρίσκονται στην κατοικήσιμη ζώνη. Είναι η πρώτη φορά που ανακαλύπτεται πλανήτης ο οποίος φαίνεται να πληρεί και τις δύο προϋποθέσεις (ίδιο μέγεθος και κατάλληλη απόσταση) για να δικαιολογεί τον τίτλο της «δεύτερης Γης».
Οι αστρονόμοι ήδη αναζητούν -μέσω της διάταξης ραδιοτηλεσκοπίων 'Αλεν του Ινστιτούτου SETI- ενδείξεις νοήμονος ζωής στον πλανήτη Κέπλερ-f, αλλά έως τώρα δεν έχουν εντοπίσει κάποιο σήμα. Δήλωσαν όμως πως θα συνεχίσουν τις προσπάθειές τους.
Πηγή: koolnews.gr
Άστρο πραγματικό... «μαθουσάλα», που εκτιμάται ότι έχει ηλικία περίπου 13,6 δισεκατομμυρίων ετών και θεωρείται το αρχαιότερο που έχει ποτέ βρεθεί στο σύμπαν, ανακάλυψαν αυστραλοί αστρονόμοι σύμφωνα με ανακοίνωσή τους. Η ανακάλυψη θα βοηθήσει τους επιστήμονες να κατανοήσουν καλύτερα τη «βρεφική» φάση του σύμπαντος, λίγο μετά την «Μεγάλη Έκρηξη» (Μπιγκ Μπανγκ) της δημιουργίας του.
Οι ερευνητές της Σχολής Αστρονομίας και Αστροφυσικής του Αυστραλιανού Εθνικού Πανεπιστημίου στην Κανμπέρα, με επικεφαλής τον Στέφαν Κέλερ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature", σύμφωνα με τα πρακτορεία Ρόιτερ και Γαλλικό, ανακοίνωσαν ότι το εν λόγω άστρο βρίσκεται στο δικό μας γαλαξία, σε απόσταση μόλις 6.000 ετών φωτός από τη Γη.
Τα προηγούμενα άστρα που κατείχαν έως τώρα το ρεκόρ του αρχαιότερου γνωστού στο σύμπαν, είχαν ηλικία περίπου 13,2 δισεκατομμυρίων ετών και είχαν παρατηρηθεί από Ευρωπαίους και Αμερικανούς αστρονόμους το 2007 και 2013 αντίστοιχα.
Με δεδομένο ότι το σύμπαν εκτιμάται πως έχει ηλικία περίπου 13,8 δισ. ετών, ο νέος κάτοχος του ρεκόρ «γηρατειών» δημιουργήθηκε μόλις 200 εκατ. χρόνια μετά το «Μπιγκ Μπανγκ».
Το διακριτικό χαρακτηριστικό που προδίδει την μεγάλη ηλικία του συγκεκριμένου άστρου, είναι η παντελής απουσία ανιχνεύσιμου σιδήρου (χημικό αποτύπωμα) στο φάσμα του φωτός που εκπέμπεται από το άστρο. Όσο λιγότερο σίδηρο περιέχει ένα άστρο, τόσο αρχαιότερο είναι. Το συνολικό επίπεδο σιδήρου στο σύμπαν αυξάνει διαχρονικά, καθώς νέες γενιές άστρων σχηματίζονται και πεθαίνουν.
Στο συγκεκριμένο άστρο, σύμφωνα με τον Στέφαν Κέλερ, «η ποσότητα σιδήρου είναι λιγότερη από το ένα εκατομμυριοστό εκείνης του Ήλιου μας και τουλάχιστον 60 φορές μικρότερη από οποιοδήποτε άλλο γνωστό άστρο. Αυτό ακριβώς δείχνει ότι το άστρο είναι το αρχαιότερο που έχει ποτέ βρεθεί».
Το άστρο ανακαλύφθηκε με το τηλεσκόπιο SkyMapper (Χαρτογράφος του Ουρανού) του Αυστραλιανού Εθνικού Πανεπιστημίου, στο πλαίσιο μιας πενταετούς μελέτης για να δημιουργηθεί ο πρώτος ψηφιακός «χάρτης» του ουρανού του νοτίου ημισφαιρίου. Η ανακάλυψη επιβεβαιώθηκε από το Μαγγελανικό Τηλεσκόπιο στη Χιλή.
Το άστρο πιστεύεται ότι σχηματίστηκε από υλικό που προήλθε από έναν υπερκαινοφανή αστέρα (σούπερ νόβα) χαμηλής ενέργειας, δηλαδή από ένα προϋπάρχον άστρο, που είχε μάζα περίπου 60 φορές μεγαλύτερη από τον Ήλιο μας. Αυτού του είδους οι σούπερ νόβα θεωρείται ότι έπαιξαν ζωτικό ρόλο στη δημιουργία των άστρων και, σε επόμενο στάδιο, των γαλαξιών στο πρώιμο σύμπαν.
Πηγή: www.skai.gr