Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα για την οικογένεια και τους φίλους της αδικοχαμένης Ελένης Τοπαλούδη αφού έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για τη δολοφονία της 21χρονης φοιτήτριας.
Ο εισαγγελέας Ρόδου κ. Κτιστάκης ζήτησε η δίκη να «φύγει» από τα δικαστήρια των Δωδεκανήσων, που κανονικά έχουν αρμοδιότητα, για λόγους ασφαλείας, λόγω της τεταμένης ατμόσφαιρας που επικρατεί στο νησί και που ενδεχομένως να έθετε σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα των κατηγορουμένων.
Σίγουρα, πάντως, θα έπρεπε να απασχοληθεί πολυάριθμη αστυνομική δύναμη για να εξασφαλίσει τη διεξαγωγή της δίκης, εάν αυτή γινόταν στη Ρόδο, ενώ την απόφαση για τη μεταφορά της υποδέχθηκαν θετικά και οι δικηγόροι της οικογένειας Τοπαλούδη, αφού η τεταμένη ατμόσφαιρα «ενδεχομένως να επηρέαζε την κρίση των ενόρκων, πλήττοντας τις συνθήκες διεξαγωγής μιας δίκαιης δίκης».
Ετσι, ενώπιον των τριών δικαστών και των τεσσάρων ενόρκων που αποτελούν την επταμελή σύνθεση του ΜΟΔ θα καθίσουν τη Δευτέρα οι δύο κατηγορούμενοι για ένα έγκλημα που συγκλόνισε την Ελλάδα για τη βιαιότητά του και άνοιξε τον «ασκό του Αιόλου» για να αποκαλυφθούν και άλλες υποθέσεις βιασμού στο «νησί των Ιπποτών», αν και δεν συνοδεύτηκαν και από τον φόνο του θύματος. Η αδικοχαμένη Ελένη Τοπαλούδη βρέθηκε πνιγμένη στον όρμο Φώκια κοντά στη Λίνδο, αφού κατά το κατηγορητήριο οι δράστες την πέταξαν εκεί για να την ξεφορτωθούν, βαριά τραυματισμένη, παρά τις απελπισμένες εκκλήσεις της να την πάνε στο νοσοκομείο. Η Ελένη ήταν βαριά τραυματισμένη από τα χέρια των δραστών, με το παραπεμπτικό βούλευμα να τονίζει την εξειδίκευσή τους στις πολεμικές τέχνες.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι δύο νεαροί, ηλικίας 20 και 22 ετών, είχαν προαποφασίσει τον βιασμό της άτυχης φοιτήτριας, τον οποίο διέπραξαν παράλληλα και διαδοχικά «ασκώντας επί αυτής σωματική βία, σφίγγοντάς τη δηλαδή στην τραχηλική χώρα, καταφέροντάς της παράλληλα γρονθοκοπήματα και απειλώντας τη ζωή και τη σωματική της ακεραιότητα με μαχαίρι. Υπό αυτές τις συνθήκες, κι ενώ η παθούσα ήταν αβοήθητη, έρμαιο στις σεξουαλικές διαθέσεις τους, πέραν της εξώγαμης συνουσίας, εκμεταλλευόμενοι την εκμηδένιση της αντίστασής της, λόγω της σωματικής και ψυχικής εξάντλησής της, εξανάγκασαν αυτήν να ανεχθεί επιπλέον ασελγείς πράξεις».
Αυτό το ειδεχθές έγκλημα όμως ήταν μόνο η αρχή για τους δράστες, αφού μόλις το θύμα ανέφερε πως θα τους καταγγείλει στην αστυνομία, αποφάσισαν να την εξοντώσουν «ώστε να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα μελλοντικής σε βάρος τους καταγγελίας», όπως αναφέρει το βούλευμα-καταπέλτης.
«Οι κατηγορούμενοι αποδεχόμενοι πλήρως ο ένας τη συμπεριφορά του άλλου και επιδιώκοντας να εξοντώσουν την παθούσα, κατέφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με γροθιές και σίδερο σιδερώματος στην κεφαλή αυτής, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση του αριστερού κροταφίτη μυ και των πέριξ υποδόριων ιστών, μικρά ρωγμώδη κατάγματα στον οπίσθιο κρανιακό βόθρο της βάσης του κρανίου καθώς και καθολικό έντονο υπαραχνοειδές αιμάτωμα και εγκεφαλικό οίδημα, ενώ επιπλέον επιχείρησαν να τη θανατώσουν και διά στραγγαλισμού» αναφέρει το βούλευμα.
Στη συνέχεια, οι δικαστικές αρχές σημειώνουν πως οι δράστες «επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό» ολοκληρώνοντας τον φόνο, μεταφέροντας τη φοιτήτρια στην απόκρημνη βραχώδη περιοχή που ο 22χρονος γνώριζε καλά και την έριξαν στη θάλασσα σε ημιλιπόθυμη κατάσταση από ύψος περίπου δέκα μέτρων. «Οι βαριοί τραυματισμοί καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της παθούσας να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει και επήλθε ο θάνατός της συνεπεία πνιγμού» σημειώνει ο εισαγγελέας.
Στη δικογραφία έχουν προστεθεί και νεότερα στοιχεία, που έχουν προκύψει κατά πληροφορίες από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, αλλά και από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, οι οποίοι «άνοιξαν» με εισαγγελική παραγγελία.
Από την πλευρά της οικογένειας έχει ζητηθεί να ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος και άλλων προσώπων, που, όπως αναφέρουν, προκύπτει πως «βοήθησαν τους κατηγορούμενους να ξεφορτωθούν επιβαρυντικά για αυτούς στοιχεία».
Ο 20χρονος αλβανικής καταγωγής κατηγορούμενος φέρεται μάλιστα να τέλεσε και δεύτερο ομαδικό βιασμό σε βάρος 19χρονης ΑμΕΑ, και μάλιστα, κατά την καταγγελία, μόλις τρεις μέρες μετά τον βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη! Πάντως, στις απολογίες τους στον ανακριτή Ρόδου οι δύο νεαροί κατηγορούσαν ο ένας τον άλλον για την «πρωτοβουλία των κινήσεων», ενώ αμφότεροι έχουν καταγγείλει πως έχουν δεχθεί επιθέσεις από κρατούμενους στις φυλακές.
ΑΛΕΞΗΣ ΚΟΥΓΙΑΣ: «Δεν θυμάμαι άλλη περίπτωση τόσο άγριου εγκλήματος»
Για ιδιαίτερη υπόθεση βιασμού και ανθρωποκτονίας φοβερής σκληρότητας κάνει λόγο ο εκ των δικηγόρων της οικογένειας Τοπαλούδη Αλέξης Κούγιας σε δήλωσή του στον «Ε.Τ.» εν όψει της αυριανής έναρξης της δίκης: «Οι δράστες αυτού του άγριου εγκλήματος είναι νεαρής ηλικίας, δεν έδειξαν μεταμέλεια, δεν ομολόγησαν ποτέ και ο ένας προσπαθεί να επιβαρύνει τη θέση του άλλου. Θα προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε το δικαστήριο να εκδώσει μία δίκαιη απόφαση. Στις δεκαετίες μου στη δικηγορία και έχοντας δικάσει 775 ανθρωποκτονίες, δεν θυμάμαι άλλη περίπτωση τόσο άγριου εγκλήματος».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Ενώπιον του Α’ Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών ξεκινά αύριο (πρώτη στο οικείο πινάκιο του δικαστηρίου) η δίκη για την υπόθεση του βιασμού και της δολοφονίας της Ελένης Τοπαλούδη.
Κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και για βιασμό, από δράστες που ενεργούσαν από κοινού είναι ένας 20χρονος Αλβανός κι ένας 21χρονος ημεδαπός.
Αξιο μνείας είναι το γεγονός ότι ο ποινικολόγος κ. Ακης Δημητριάδης δεν θα παρασταθεί στη δίκη ως συνήγορος υπεράσπισης του τελευταίου και την υπεράσπισή του έχει αναλάβει αποκλειστικά ο δικηγόρος Αθηνών κ. Θεόδωρος Μαντάς. Ως συνήγοροι υπεράσπισης του 20χρονου θα παρασταθούν οι δικηγόροι Ρόδου κ.κ. Στέλιος Κιουρτζής και Γιώργος Κυπραίος.
Ως συνήγοροι υποστήριξης της κατηγορίας θα παρασταθούν οι δικηγόροι κ.κ. Αλέξης Κούγιας και Ευάγγελος Γκιουγκής.
Θεωρείται βέβαιο ότι η δίκη δεν θα ολοκληρωθεί αύριο κι ότι θα διακοπεί για άλλη ημερομηνία.
Σημειώνεται ότι οι κατηγορούμενοι έχουν μεταχθεί από την Πέμπτη στις φυλακές του Κορυδαλλού, όπου και παρέμειναν επί τριήμερο σε απομόνωση και κάτω από αυξημένα μέτρα επιτήρησης και προστασίας προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν επεισόδια από συγκατηγορούμενούς τους, ενώ σήμερα πρόκειται να μεταφερθούν στο Μεταγωγών Αθηνών.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», οι συνθήκες κάτω από τις οποίες διεπράχθη το ιδιαζόντως ειδεχθές έγκλημα περιγράφονται στο παραπεμπτικό βούλευμα ως εξής:
«Τον Οκτώβριο του έτους 2015, η Ελένη Τοπαλούδη του Ιωάννη, κάτοικος μέχρι τότε Διδυμοτείχου του νομού Έβρου, μετά την επιτυχία της στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, μετέβη στη Ρόδο Δωδεκανήσου προκειμένου να φοιτήσει στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Διαρκούσης της φοίτησής της στη Ρόδο, η Ελένη Τοπαλούδη υπήρξε άτομο χαμηλών τόνων, συνεπής φοιτήτρια, όχι ιδιαίτερα εξωστρεφής και -πέραν με ελαχίστων εξαιρέσεων- χωρίς σταθερούς φιλικούς ή συναισθηματικούς δεσμούς. Υπό αυτές τις συνθήκες, σε συνδυασμό και με την μεγάλη χιλιομετρική απόσταση που την χώριζε από τους γονείς της, κατέστη επιρρεπής σε συναναστροφές με πρόσωπα με τα οποία είχε σύντομη και επιφανειακή προγενέστερη κοινωνική γνωριμία.
Ένα από τα πρόσωπα αυτά ήταν και ο δεύτερος των κατηγορουμένων (20χρονος), με τον οποίον η Ελένη Τοπαλούδη γνωρίστηκε σε αδιευκρίνιστη ημέρα του Νοεμβρίου του 2018 και με τον οποίον είχε συναντηθεί μια ή δύο φορές μέχρι και την 27.11.2018. Το βράδυ εκείνης της ημέρας ο 20χρονος εκμεταλλεύτηκε τη σύντομη αυτή γνωριμία του με την Ελένη Τοπαλούδη και μαζί με τον δεύτερο κατηγορούμενο 21χρονο, φίλο του από το άθλημα του Kick boxing (με το οποίο αμφότεροι ασχολούνταν ερασιτεχνικά), έθεσαν σε εφαρμογή το εγκληματικό τους σχέδιο.
Πλέον συγκεκριμένα, σε χρόνο μη δυνάμενο να προσδιοριστεί επακριβώς, αλλά πάντως εντός του χρονικού διαστήματος από τις βραδινές ώρες της 27ης 11.2018 έως και τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης 11.2018, ο 20χρονος, ο οποίος είχε συναντηθεί ήδη από τις 21.00′ της 27-11-2018 και βρισκόταν μαζί με τον 21χρονο, ήρθε σε ηλεκτρονική επικοινωνία με την ανυποψίαστη παθούσα (μέσω μηνυμάτων στην εφαρμογή messenger) και κανόνισε να συναντηθούν κάτω από το σπίτι της. Πράγματι λοιπόν, οι δύο νεαροί κατηγορούμενοι, έχοντας προαποφασίσει να τελέσουν το αδίκημα του ομαδικού βιασμού σε βάρος της Ελένης Τοπαλούδη, μετέβησαν στην οικία της, η οποία ευρίσκετο στην πόλη της Ρόδου επί της οδού Εθνικής Αντιστάσεως, παρέλαβαν αυτήν με το όχημα ιδιοκτησίας του πατέρα του 21χρονου και με αυτό μετέβησαν στην εξοχική κατοικία της οικογένειας στην περιοχή των Πεύκων Λίνδου και ειδικότερα σε διαμέρισμα το οποίο κατά καιρούς χρησιμοποιούσε ο πρώτος κατηγορούμενος μεταξύ άλλων και για να συνευρίσκεται με κοπέλες. Εκεί, μετά από κοινή τους απόφαση, παρά την εκδηλωθείσα αντίθετη βούληση της Ελένης Τοπαλούδη και παρά το γεγονός ότι στο σπίτι κάτω από το διαμέρισμα διέμενε ο παππούς και η γιαγιά του 21χρονου, οι κατηγορούμενοι τέλεσαν διαδοχικά συνουσία με την παθούσα, κάμπτοντας την αντίστασή της με τις υπέρτερες σωματικές τους δυνάμεις, ασκώντας επ’ αυτής σωματική βία, σφίγγοντας την δηλαδή στην τραχηλική χώρα, καταφέροντάς της γρονθοκοπήματα και απειλώντας τη ζωή και τη σωματική της ακεραιότητα με μαχαίρι. Υπό αυτές τις συνθήκες, κι ενώ η παθούσα ήταν αβοήθητη, έρμαιο στις σεξουαλικές διαθέσεις τους, πέραν της συνουσίας, εκμεταλλευόμενοι την εκμηδένιση της αντίστασής της λόγω της σωματικής και ψυχικής εξάντλησής της, επιχείρησαν να εξαναγκάσουν αυτήν να ανεχθεί επιπλέον ασελγείς πράξεις επί αμφοτέρων.
Στην προβαλλόμενη δε άρνηση της παθούσας, οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι, σημειωτέον, είχαν έντονη ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες, γρονθοκόπησαν αυτή με δύναμη στο πρόσωπο, με συνέπεια να ζαλιστεί και να χάσει στιγμιαία τις αισθήσεις της. Ανακτώντας μετά από λίγο τις αισθήσεις της η παθούσα, δήλωσε στους κατηγορούμενους την πρόθεσή της να τους καταγγείλει στην αστυνομία, πυροδοτώντας έτσι το θυμό τους και παράλληλα την ανησυχία τους ότι θα συλληφθούν και θα υποστούν ποινικές κυρώσεις για την ανωτέρω συμπεριφορά τους.
Ενόψει αυτής της δυσάρεστης για εκείνους προοπτικής, οι κατηγορούμενοι προέβησαν τότε σε στάθμιση των δεδομένων και αποφάσισαν από κοινού τη φυσική εξόντωση της παθούσας ώστε να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα μελλοντικής σε βάρους τους καταγγελίας.
Ειδικότερα, ενώ η ανωτέρω παθούσα παρέμενε εξασθενημένη και σε σχεδόν λιπόθυμη κατάσταση εξαιτίας του βαρέως τραυματισμού της, ο οποίος είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια της πιο πάνω περιγραφόμενης συμπεριφοράς τους, οι κατηγορούμενοι αποδεχόμενοι πλήρως ο ένας τη συμπεριφορά του άλλου και επιδιώκοντας να εξοντώσουν την παθούσα, κατέφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με γροθιές και σίδερο σιδερώματος στην κεφαλή αυτής, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση του αριστερού κροταφίτη μυ και των πέριξ υποδόριων ιστών, μυχρά ρωγμώδη κατάγματα στον οπίσθιο κρανιακό βόθρο της βάσης του κρανίου ακτινωτά πέριξ του μείζονος τρήματος καθώς και καθολικό έντονο υπαραχνοειδές αιμάτωμα και εγκεφαλικό οίδημα, ενώ επιπλέον επιχείρησαν να την θανατώσουν και διά στραγγαλισμού. Στη συνέχεια κι ενώ η παθούσα έδινε μάχη για να κρατηθεί στη ζωή, υπομένοντας τις συνεχιζόμενες προσπάθειες των κατηγορουμένων να της κόψουν το νήμα της ζωής, εκείνοι ευρισκόμενοι σε απολύτως ήρεμη ψυχική κατάσταση και παρά τις σχετικές έντονες παρακλήσεις της να την μεταφέρουν στο νοσοκομείο, επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό και μετέφεραν αυτήν γυμνή (ακριβέστερα φορώντας μόνο το στηθόδεσμό της) στο ανωτέρω όχημα, με το οποίο την είχαν μεταφέρει αρχικά στην κατοικία της οικογένειας στους Πεύκους της Λίνδου, προκειμένου να ολοκληρώσουν το προαποφασισμένο από αυτούς κακούργημα της ανθρωποκτονίας. Ακολούθως, λοιπόν, κάνοντας χρήση του ανωτέρω οχήματος, μετέφεραν την παθούσα σε παρακείμενη απόκρημνη βραχώδη περιοχή στον όρμο “Φώκια”, περιοχή γνωστή σε ελάχιστους και κυρίως σε κατοίκους της ευρύτερης περιοχής της Λίνδου, την οποία όμως γνώριζε ο 21χρονος. Εκεί οι κατηγορούμενοι, ενεργώντας από κοινού και βάσει σχεδίου, αφού διαπίστωσαν ότι ήταν πρακτικώς αδύνατη η ρίψη του σώματος της παθούσας στη θάλασσα από έναν εκ των δύο χωρίς τη συνδρομή και του δευτέρου, σήκωσαν με τα χέρια τους και οι δύο το σώμα της παθούσας (που βρισκόταν πλέον σε ημιλιπόθυμη κατάσταση) και έρριψαν αυτό από ύψος περίπου 10 μ. στη θάλασσα. Από την ενέργειά τους αυτή σε συνδυασμό με τις ήδη προκληθείσες στην παθούσα σωματικές βλάβες (κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, διάχυτη εγκεφαλική αιμορραγία και οίδημα που είχαν προκληθεί από τα χτυπήματα στο κεφάλι της), οι οποίες καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της παθούσας να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει, επήλθε ο θάνατος της συνεπεία πνιγμού.
Οι κατηγορούμενοι από την πλευρά τους, απολογούμενοι ενώπιον της Ανακρίτριας, αρνούνται τις αποδοθείσες κατηγορίες και συγκεκριμένα ως προς την κατηγορία του ομαδικού βιασμού αναφέρουν αμφότεροι ότι η ερωτική συνεύρεση με την παθούσα υπήρξε συναινετική και όχι προϊόν βίαιου εξαναγκασμού, ενώ ως προς την κατηγορία της ανθρωποκτονίας ο ένας επιρρίπτει την ευθύνη στον άλλον, περιορίζοντας έκαστος τον εαυτό του σε ρόλο απλού παρατηρητή, αδύναμου δήθεν να αντιδράσει στο βίαιο ξέσπασμα του συγκατηγορουμένου του. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί των κατηγορουμένων πρόδηλο είναι, ωστόσο, ότι δεν αντέχουν στη βάσανο των αποδείξεων αλλά και της κοινής λογικής. Πλέον συγκεκριμένα, αναφορικά με την δήθεν συναίνεση (ή ακόμη και πρωτοβουλία) της παθούσης για την τέλεση των προαναφερόμενων γενετήσιων πράξεων θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εκδοχή αυτή των γεγονότων δεν συνάδει με την συμπεριφορά της παθούσας, τόσο αμέσως πριν όσο και κατά τη διάρκεια της συνάντησής της με τους κατηγορούμενους.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην ένορκη κατάθεση φίλης της ενώπιον των αξιωματικών του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ρόδου, περί ώραν 01.07′ η Ελένη Τοπαλούδη της έστειλε γραπτό μήνυμα από το κινητό της τηλέφωνο μέσω της εφαρμογής messenger, στο οποίο ανέφερε αυτολεξεί «Πάρε με σε μια ώρα τηλ.», γεγονός το οποίο καταδεικνύει την έλλειψη διάθεσης από πλευράς της θανούσης να παραμείνει στο χώρο για μεγάλο χρονικό διάστημα και να τελέσει γενετήσιες πράξεις με τους κατηγορούμενους, έλλειψη διάθεσης η οποία μαρτυρά περαιτέρω την δυσφορία και τον φόβο που της προκαλούσε η εν γένει συμπεριφορά – των κατηγορουμένων εκείνη τη νύχτα.
Σε ό,τι αφορά δε τις αλληλοκατηγορίες μεταξύ των κατηγορουμένων και την επίρριψη από τον έναν στον άλλο της ευθύνης για την τέλεση της ανθρωποκτονίας σε βάρος της Ελένης Τοπαλούδη, λεκτέον ότι οι ισχυρισμοί αυτοί προσκρούουν ευθέως στην προκύψασα από το αποδεικτικό υλικό απόλυτη σύμπραξη και σύμπνοια μεταξύ τους και δη τόσο κατά τον βιασμό όσο και κατά τη θανάτωση του θύματος. Ειδικότερα, η διάρκεια του επίμαχου περιστατικού ήταν τέτοια που κάλλιστα θα μπορούσε όποιος εκ των δύο το επιθυμούσε (αν φυσικά το επιθυμούσε) να αντιδράσει στις ενέργειες του άλλου, να παράσχει βοήθεια στην παθούσα ή έστω να αποχωρήσει από τον τόπο του συμβάντος, αποδοκιμάζοντας έτσι εμπράκτως τη συμπεριφορά του άλλου.
Εξάλλου, η ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες και η σωματική διάπλαση αμφοτέρων ήταν τέτοια που δεν δικαιολογεί την υποταγή του ενός στη βούληση του άλλου, αφού οιοσδήποτε εξ αυτών θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να προστατεύσει με τη σωματική του δύναμη την Ελένη Τοπαλούδη, εφόσον πράγματι το επιθυμούσε, εμποδίζοντας μέρος έστω εκ των πλειόνων επιθέσεων σε βάρος της, επιθέσεις οι οποίες έλαβαν μάλιστα χώρα με πλείονα μέσα πλήξης, τα οποία εναλλάσσονταν (χτυπήματα με τα χέρια, με σίδερο σιδερώματος κοκ) μέχρι και την τελική ρίψη της στη θάλασσα. Σε κάθε περίπτωση, η κοινή μετάβασή τους με το αυτοκίνητο στον όρμο “Φώκια”, η πρακτικώς αναγκαία σύμπραξή τους κατά την ρίψη της ζωντανής ακόμη παθούσης στο νερό, η επιστροφή αμφοτέρων στο σπίτι στους Πεύκους όπου επιδόθηκαν σε προσπάθειες καθαρισμού του χώρου και συγκάλυψης του εγκλήματος και, τέλος, η απροθυμία αμφοτέρων να σπεύσουν άμεσα στην αστυνομική αρχή και να καταγγείλουν την πράξη, αποτελούν αδιάσειστους ενδείκτες κοινού δόλου των κατηγορουμένων και αποσαθρώνουν πλήρως την υπερασπιστική τους θέση».
Πηγή:www.dimokratiki.gr
Στην αίθουσα του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας θα «ζωντανέψουν» σε λίγες ημέρες οι σκηνές του εγκλήματος της Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο, που συγκλόνισε το πανελλήνιο.
Η δίκη θα ξεκινήσει στις 13 Ιανουαρίου με τους γονείς της άτυχης φοιτήτριας να βρίσκονται στα έδρανα της πολιτικής αγωγής απαιτώντας από τη Δικαιοσύνη την καταδίκη των δύο νεαρών κατηγορουμένων. «Θέλω να μη βγουν ποτέ από τη φυλακή οι δολοφόνοι της κόρης μου», είχε πει παλαιότερα στη RealNews ο πατέρας της κοπέλας Γιάννης Τοπαλούδης, αναφερόμενος στους δράστες.
Σήμερα, ακόμα και η καταδίκη των ενόχων δείχνει να μην είναι αρκετή για την οικογένεια του θύματος. Βιώνοντας τον χρόνιο πόνο της απώλειας της κόρης του, ο κ. Τοπαλούδης μιλά πλέον για τη δική του «ισόβια καταδίκη» και εύχεται να μη βρεθεί ποτέ ξανά κανένα παιδί στη θέση της κόρης του.
«Η δίκη είναι μια τυπική διαδικασία. Μια ψυχοφθόρα διαδικασία. Δεν θα φέρει πίσω το κοριτσάκι μας, την Ελενίτσα μας. Αυτό που είναι ουσιαστικό για εμάς είναι ότι θα έχουμε έναν ισόβιο ψυχικό θάνατο. Έχουν αφαιρεθεί από όλους μας, από όλη την οικογένεια, η χαρά, η δημιουργικότητα και κάθε διάθεση για οτιδήποτε. Αυτό θα είναι ισόβιο. Από εδώ και στο εξής και για όλη την υπόλοιπη ζωή μας», λέει ο κ. Τοπαλούδης, που μαζί, με τη σύζυγο του, αναμένει καρτερικά τη διεξαγωγή της δίκης. Ο τελευταίος χρόνος υπήρξε γι’ αυτόν ο χειρότερος της ζωής του. Οι αντοχές του δοκιμάστηκαν ποικιλοτρόπως. «Από τη μεριά μας, όλοι εμείς πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μη συμβεί σε κάποιο άλλο κορίτσι ό,τι συνέβη στην Ελένη. Πρέπει να το προσπαθήσουμε όλοι ως γονείς απέναντι στους φορείς, τους θεσμούς, το κράτος, την κυβέρνηση, τη Δικαιοσύνη, την Αστυνομία… Να προστατεύουμε με κάθε μέσο τα παιδιά μας όταν φεύγουν από την αγκαλιά της οικογένειας και πάνε να δημιουργήσουν τη δική τους ζωή. Αυτός είναι ο ρόλος της ελληνικής κοινωνίας», σημειώνει ο πατέρας της Ελένης Τοπαλούδη.
Στην ογκωδέστατη δικογραφία που έχει σχηματιστεί, οι γονείς της νεαρής φοιτήτριας που βασανίστηκε και εντέλει έχασε τη ζωή της στα χέρια των δύο κατηγορουμένων, κάνουν λόγο για «καλοστημένη οργάνωση» στο νησί «από γονείς, συγγενικά πρόσωπα, άτομα με διάφορα αξιώματα, ενδεχομένως και αιρετούς», οι οποίοι προσπάθησαν να «κουκουλώσουν» εγκλήματα βιασμών, ενώ θεωρούν τους γονείς των δραστών «συνεργούς».
Στο εδώλιο
Οι δύο δράστες 20 και 22 ετών σήμερα, με καταγωγή από τη Ρόδο, θα καθίσουν στο εδώλιο και θα δικαστούν, με βάση το παραπεμπτικό βούλευμα, για τα κακουργήματα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία, αλλά και για τον βιασμό της άτυχης φοιτήτριας. Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου είναι καταπέλτης και στις σελίδες του οι δικαστικοί λειτουργοί περιγράφουν με λεπτομέρειες τις μαρτυρικές στιγμές που έζησε η νεαρή φοιτήτρια τις βραδινές ώρες της 27ης έως και τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Νοεμβρίου 2018, στην εξοχική κατοικία ενός εκ των κατηγορουμένων, στην περιοχή της Λίνδου. Σε αυτό αναφέρεται ότι οι δύο δράστες «έδρασαν από κοινού και βάσει σχεδίου», την βίασαν, την γρονθοκόπησαν και την απείλησαν με μαχαίρι. Όταν μάλιστα η φοιτήτρια αντιστάθηκε, την χτύπησαν στο κεφάλι με ένα σίδερο προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση, ενώ επιπλέον επιχείρησαν να τη θανατώσουν δια στραγγαλισμού.
Η νεαρή φοιτήτρια, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, έδινε μάχη για τη ζωή της και «παρά τις σχετικές έντονες παρακλήσεις της να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, οι κατηγορούμενοι επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό και μετέφεραν αυτή γυμνή στο αυτοκίνητο προκειμένου να ολοκληρώσουν το προαποφασισμένο από αυτούς κακούργημα της ανθρωποκτονίας». Στη συνέχεια οι δράστες μετέφεραν την κοπέλα σε μια βραχώδη περιοχή του νησιού και την έριξαν από ύψος περίπου 10 μ. στη θάλασσα. «Από την ενέργεια τους αυτή, σε συνδυασμό με τις ήδη προκληθείσες στην ποθούσα σωματικές βλάβες (κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, διάχυτη εγκεφαλική αιμορραγία και οίδημα που είχαν προκληθεί από τα χτυπήματα στο κεφάλι της), οι οποίες καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της παθούσης να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει, επήλθε ο θάνατος της συνεπεία πνιγμού», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο βούλευμα, στο οποίο καταλυτικό ρόλο έπαιξαν στοιχεία που προέκυψαν στο στάδιο της κύριας ανάκρισης από την άρση του απορρήτου των κινητών τηλεφώνων των κατηγορουμένων, αλλά και από το άνοιγμα των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η δίκη θα διεξαχθεί στην Αθήνα, ώστε να αποφευχθούν τυχόν επεισόδια. Οι δύο κατηγορούμενοι από την πλευρά τους επικαλούνται ψυχολογικά προβλήματα. Και οι δύο υποστηρίζουν πως ταλαιπωρούνται από τις ίδιες ακριβώς διαταραχές, όπως ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα κατά την παιδική ηλικία, έντονη επιθετικότητα κατά την εφηβεία, ενώ, όπως αναφέρουν, η χρήση ναρκωτικών ουσιών τους οδήγησε ψυχωτικές διαταραχές.
Πηγή: RealNews
Εντός των πρώτων ημερών του ερχόμενου έτους, αναμένεται να αναβιώσουν οι σκηνές από την δολοφονία και το βιασμό της άτυχης φοιτήτριας Ελένης Τοπαλούδη, στην αίθουσα του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας.
Το έγκλημα τελέστηκε στη Ρόδο με θύμα τη φοιτήτρια Ελένη Τοπαλούδη, αλλά η τιμωρία για τους δύο δράστες θα αποφασιστεί από τους τρεις τακτικούς δικαστές και τους τέσσερις ενόρκους, που θα αποτελέσουν τη σύνθεση του δικαστηρίου, το οποίο έχει προγραμματιστεί να συνεδριάσει για λόγους ασφαλείας στην Αθήνα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η «αυλαία» της δίκης θα ανοίξει στις 13 Ιανουαρίου 2020, καθώς έχει γίνει δεκτό το αίτημα του εισαγγελέα να αλλάξει η έδρα για τη διεξαγωγή της σοβαρής αυτής ποινικής δίκης και από τη Ρόδο να μεταφερθεί στο αρμόδιο δικαστήριο της Αθήνας, καθώς «υπάρχουν σοβαρότατοι λόγοι διασάλευσης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, αν η υπόθεση δικαστεί στη Ρόδο».
Στα έδρανα της πολιτικής αγωγής θα βρίσκονται οι γονείς της Ελένης Τοπαλούδη, διεκδικώντας το αυτονόητο από τη Δικαιοσύνη: την παραδειγματική τιμωρία των κατηγορουμένων. «Θέλω να μη βγουν ποτέ από τη φυλακή οι δολοφόνοι της κόρης μου» είχε πει ο πατέρας της κοπέλας όταν ρωτήθηκε τι περιμένει από τη δίκη.
Στο εδώλιο
Οι δύο δράστες, ένας 19χρονος και ένας 21 ετών νεαρός με καταγωγή από τη Ρόδο, θα καθίσουν στο εδώλιο και θα δικαστούν, με βάση το παραπεμπτικό βούλευμα, για τα κακουργήματα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία, αλλά και για τον βιασμό της άτυχης φοιτήτριας.
Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου είναι καταπέλτης και στις σελίδες του οι δικαστικοί λειτουργοί, οι οποίοι αποτίμησαν τα στοιχεία της δικογραφίας, περιγράφουν καρέ-καρέ τις μαρτυρικές στιγμές που πέρασε στα χέρια των δραστών η νεαρή φοιτήτρια.
Καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του «ποινικού σκηνικού» για τους δράστες του εγκλήματος έπαιξαν τα σημαντικά στοιχεία που προέκυψαν στο στάδιο της κύριας ανάκρισης από την άρση του απορρήτου των κινητών τηλεφώνων των κατηγορουμένων, αλλά και το άνοιγμα των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
«Οι κατηγορούμενοι, αποδεχόμενοι πλήρως ο ένας τη συμπεριφορά του άλλου και επιδιώκοντας να εξοντώσουν την παθούσα, κατάφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με γροθιές και σίδερο σιδερώματος στην κεφαλή αυτής, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση ενώ επιπλέον επιχείρησαν να τη θανατώσουν και διά στραγγαλισμού», όπως περιγράφεται στο παραπεμπτικό βούλευμα.
Βιασμός
Το έγκλημα συνέβη τις βραδινές ώρες της 27ης έως και τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Νοεμβρίου 2018. Οι κατηγορούμενοι φέρονται ότι είχαν προαποφασίσει να τελέσουν από κοινού το αδίκημα του βιασμού της κοπέλας, την οποία το μοιραίο βράδυ μετέφεραν στην εξοχική κατοικία ενός εκ των κατηγορουμένων, στην περιοχή της Λίνδου.
Η Ελένη Τοπαλούδη αντιστάθηκε, αλλά οι δράστες τη βίασαν καταφέροντάς της παράλληλα γρονθοκοπήματα και απειλώντας τη ζωή και τη σωματική της ακεραιότητα με μαχαίρι.
Ξετυλίγοντας το κουβάρι του χρονικού της υπόθεσης οι δικαστές επισημαίνοντας στο βούλευμά τους ότι «…υπό αυτές τις συνθήκες, κι ενώ η παθούσα ήταν αβοήθητη, έρμαιο στις σεξουαλικές διαθέσεις τους, πέραν της εξώγαμης συνουσίας, εκμεταλλευόμενοι την εκμηδένιση της αντίστασής της, λόγω της σωματικής και ψυχικής εξάντλησής της, εξανάγκασαν αυτήν να ανεχθεί επιπλέον ασελγείς πράξεις. Στην προβαλλόμενη δε άρνηση της παθούσας να προβεί στην ασελγή πράξη, οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι, σημειωτέον, είχαν έντονη ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες, γρονθοκόπησαν αυτή με δύναμη στο πρόσωπο, με συνέπεια εκείνη να ζαλιστεί και να χάσει στιγμιαία τις αισθήσεις της».
Η τελευταία πράξη του δράματος δεν είχε ακόμα γραφτεί για την Ελένη Τοπαλούδη, καθώς οι κατηγορούμενοι φέρονται ότι προ του κινδύνου εκείνη να τους καταγγείλει στις αρχές, «αποφάσισαν από κοινού τη φυσική εξόντωση της παθούσας ώστε να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα μελλοντικής σε βάρους τους καταγγελίας».
Έδινε μάχη
Η νεαρή φοιτήτρια, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, έδινε μάχη για τη ζωή της και «παρά τις σχετικές έντονες παρακλήσεις της να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, οι κατηγορούμενοι επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό και μετέφεραν αυτήν γυμνή στο αυτοκίνητο προκειμένου να ολοκληρώσουν το προαποφασισμένο από αυτούς κακούργημα της ανθρωποκτονίας».
Μετέφεραν την κοπέλα σε μια βραχώδη περιοχή του νησιού και την έριξαν από ύψος περίπου 10 μ. στη θάλασσα. Έτσι, «από την ενέργειά τους αυτή σε συνδυασμό με τις ήδη προκληθείσες στην παθούσα σωματικές βλάβες (κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, διάχυτη εγκεφαλική αιμορραγία και οίδημα που είχαν προκληθεί από τα χτυπήματα στο κεφάλι της), οι οποίες καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της παθούσας να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει, επήλθε ο θάνατός της συνεπεία πνιγμού».
Μια νέα καταγγελία, που σε πολλά σημεία ξυπνάει τις εφιαλτικές μνήμες από όσα υπέφερε η άτυχη Ελένη Τοπαλούδη, η δολοφονία της οποίας μετά τον βιασμό της συντάραξε πριν από έναν χρόνο με την αγριότητά της τη Ρόδο και όλη την Ελλάδα, συγκλονίζει για μια ακόμη φορά το νησί των ιπποτών.
Από την
Εύα Παπαδάτου
Αυτή τη φορά, μια 23χρονη Νορβηγίδα καταγγέλλει ότι κακοποιήθηκε σεξουαλικά με πρωτοφανή βιαιότητα από δύο 30χρονους, έναν Ελληνα σερβιτόρο και έναν Ελληνοδανό τραγουδιστή, που θα παραπεμφθούν σε δίκη από τον νέο χρόνο.
Όσα φρικτά φέρεται ότι συνέβησαν τα ξημερώματα της 30ής Ιουλίου 2017 περιγράφονται με λεπτομέρειες στο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου που στέλνει στο εδώλιο τους δύο νεαρούς. Η νεαρή γυναίκα, μητέρα ενός παιδιού, αναφέρει ότι οι δύο νεαροί την ξυλοκόπησαν, την έφτυσαν και την εξανάγκασαν σε κολπικό, στοματικό και πρωκτικό σεξ μέσα σε ένα σπίτι, στις παρυφές της Ρόδου.
Τη φόβισαν
Εκπληξη προκαλούν και όσα αναφέρει για την αντιμετώπιση που είχε από τους αστυνομικούς, όταν υπέβαλε καταγγελία. Οπως χαρακτηριστικά καταγγέλλει, άνδρες της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Ρόδου φέρεται ότι την αποθάρρυναν από το να καταγγείλει τον εφιάλτη που βίωσε τρομοκρατώντας την, λέγοντας ότι «θα έπρεπε να μείνει όλο το βράδυ στο ίδιο κελί με τον φερόμενο ως βιαστή της». Το γεγονός αυτό την τρόμαξε και, όταν επέστρεψε στην πατρίδα της, οκτώ ημέρες μετά, πήγε στο Τμήμα Υποδοχής Βιασμών ενός νοσοκομείου, όπου υποβλήθηκε στις απαραίτητες εξετάσεις.
Η μαρτυρία της Νορβηγίδας, σε συνδυασμό με το πόρισμα της ιατρικής γνωμάτευσης, οδήγησε την Εισαγγελία του Οσλο στην άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον των δύο ανδρών, με αποτέλεσμα την εντολή για διενέργεια προανάκρισης από τις ελληνικές Αρχές και την έκδοση του βουλεύματος που παραπέμπει σε δίκη τους κατηγορουμένους.
Ολα έγιναν όταν η κοπέλα, που παραθέριζε με φίλες της στη Ρόδο, διασκέδαζε σε κλαμπ με ζωντανή μουσική. Γύρω στις 03.30 της 30ής Ιουλίου 2017, οι φίλες της έφυγαν κι εκείνη έμεινε να περιμένει να τελειώσει τη δουλειά του ένας εργαζόμενος του μαγαζιού, που είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για εκείνη. Λίγα λεπτά μετά τις 04.00, ο τραγουδιστής, τον οποίο η εγκαλούσα αποκαλεί «Δανό» επειδή έχει διπλή υπηκοότητα, μίλησε μαζί της και της πρότεινε να συνεχίσουν μαζί τη βραδιά. Αυτή δέχτηκε και ο «Δανός» έφυγε για λίγα λεπτά. Στο διάστημα αυτό, ένας σερβιτόρος που η εγκαλούσα αποκαλεί «Ελληνα» πρότεινε να την κεράσει ένα ποτό, αλλά εκείνη αρνήθηκε και, όταν επέστρεψε ο «Δανός», έφυγαν με το αυτοκίνητό του.
Οταν μπήκαν στο σπίτι, άρχισαν τις περιπτύξεις, αλλά ξαφνικά εμφανίστηκε ο «Ελληνας», ο οποίος άρχισε να γδύνεται. Η Νορβηγίδα αντέδρασε, λέγοντας στα αγγλικά «αυτό δεν πρόκειται να συμβεί», αλλά -σύμφωνα με όσα καταγγέλλει- ο «Δανός» την έριξε στο κρεβάτι και την έγδυσε μαζί με τον φίλο του. Επειτα, τη χτύπησαν και την υποχρέωσαν σε κατά φύσιν και παρά φύσιν συνουσία και σε πεολειχία. Οι λεπτομέρειες οι οποίες αναφέρονται στο βούλευμα είναι σοκαριστικές, καθώς αναφέρεται πως ο «Ελληνας» βρισκόταν από πίσω της και ο «Δανός» είχε τοποθετήσει το πέος του στο στόμα της, εξαναγκάζοντάς την σε στοματικό σεξ.
Παρά φύσιν
Σε άλλο σημείο, η Νορβηγίδα αναφέρει ότι έσπρωξε τον «Ελληνα», αλλά ο «Δανός» την τράβηξε στο κρεβάτι και τότε ο πρώτος την εξανάγκασε να ανεχθεί παρά φύσιν διείσδυση, ενώ ταυτόχρονα ο δεύτερος την εξανάγκασε σε κατά φύσιν συνουσία. Μιλώντας στην «Espresso» ο δικηγόρος των δύο νεαρών Στέλιος Αλεξανδρής ανέφερε πως οι εντολείς του «ουδέποτε τέλεσαν τις πράξεις που τους αποδίδονται»: «Δεν γνωρίζουν καν τη Νορβηγίδα, η οποία, όταν έκανε την καταγγελία, δεν ήξερε ποιοι ήταν οι νεαροί και βρήκε τις φωτογραφίες τους μέσα από το facebook του κλαμπ. Εκείνο που προκαλεί έκπληξη είναι ότι δεν έκανε την καταγγελία στη Ρόδο, αλλά όταν γύρισε στην πατρίδα της. Θεωρώ ότι ο απώτερος σκοπός της είναι να βγάλει χρήματα από τους πελάτες μου και κυρίως από τον τραγουδιστή, που θεωρεί ότι λόγω επαγγέλματος έχει λεφτά. Οι εντολείς μου αναφέρουν κατηγορηματικά ότι ουδέποτε έχουν κάνει τις πράξεις που τους αποδίδονται».