Ασφυκτικές πιέσεις δέχεται η ελληνική πλευρά από την τριμερή των δανειστών, οι οποίοι σε πείσμα οποιασδήποτε πολιτικής λογικής μοιάζουν να εξωθούν την ελληνική κυβέρνηση στις... κάλπες, αναφέρει δημοσίευμα στο newpost.gr
Οι ευρωεκλογές του Ιουνίου και ο ανασχηματισμός που ακολούθησε σηματοδότησε την προσπάθεια της κυβέρνησης για «διόρθωση» της πορείας της ενώ ετέθησαν με έμφαση τα επιδιωκόμενα από ελληνικής πλευράς: αποφυγή ενός νέου μνημονίου, «έξωση» της τρόικας και ρύθμιση του χρέους. Η επίτευξη αυτών των στόχων θα σηματοδοτούσε την επιτυχία της ακολουθούμενης πολιτικής και, παράλληλα, την αλλαγή σελίδας για τη χώρα καθώς η κυβέρνηση θα μπορούσε να επικαλεστεί το τέλος της επιτήρησης, τουλάχιστον με τη μορφή των επισκέψεων της τρόικας.
Ωστόσο, τα μηνύματα προς την Αθήνα μοιάζουν αρνητικά. Το Eurogroup ζήτησε, την Παρασκευή, την πλήρη υλοποίηση των συμφωνηθέντων και, χθες στο Μαξίμου, ο κ. Γκ. Χαρδούβελης φέρεται να ενημέρωσε τους Αντώνη Σαμαρά και Ευάγγελο Βενιζέλο ότι οι πιστωτές, εκφραζόμενοι από την τρόικα, εμφανίζονται αμετακίνητοι στα αιτήματά τους για τα εργασιακά (ομαδικές απολύσεις, απεργίες, lock out) και απαιτούν νέες ρυθμίσεις στο ασφαλιστικό. Παράλληλα, ο κ. Χαρδούβελης ενημέρωσε και για το πλήρες περιεχόμενο της συζήτησης που είχε με τον κ. Μάριο Ντράγκι ο οποίος και συνέδεσε την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες, μετά τον Ιανουάριο, με την ύπαρξη μίας μορφής προγράμματος. Την ίδια ώρα, με την αξιολόγηση ανοικτή και τους εταίρους απρόθυμους να συνδράμουν πολιτικά την κυβέρνηση Σαμαρά, πόσο δε να συζητήσουν ρύθμιση του χρέους, ο κυβερνητικός σχεδιασμός που προέβλεπε επίλυση όλων των ζητημάτων μέχρι τα τέλη του έτους μοιάζει κυριολεκτικά στον... αέρα.
Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι λίγοι όσοι εκτιμούν ότι αν δεν υπάρξει αλλαγή στάσης από τους δανειστές και δεδομένου ότι η κυβέρνηση δεν έχει πολιτικές αντοχές για τη λήψη νέων μέτρων, πολλώ δε μάλλον την υπογραφή ενός νέου «μνημονίου», η προσφυγή στις κάλπες καθίσταται ένα εξαιρετικά πιθανό ενδεχόμενο. Τα σενάρια αναζωπυρώθηκαν και από την επιλογή Βενιζέλου να επαναφέρει το ζήτημα της αλλαγής του εκλογικού νόμου, με κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα.
Παρά το γεγονός ότι μία τέτοια εξέλιξη θα ήταν σωτήρια (σ.σ. με τη σχετικότητα του όρου) για το ΠΑΣΟΚ και θα απέτρεπε μία ισχυρή πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ (εφόσον επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις που δείχνουν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να προηγείται), θα ήταν εξίσου αρνητική και για τη Ν.Δ.
Γι αυτό, άλλωστε, και το σενάριο απορρίφθηκε από τον Πρωθυπουργό. Η κατάργηση των 50 εδρών – μπόνους θα αφαιρούσε στοιχεία πόλωσης από την πολιτική και εκλογική αναμέτρηση και, συνεπώς, θα αποστερούσε τη Ν.Δ. από τη δυνατότητα να προσελκύσει ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ ή της κεντροαριστεράς που θα έκαναν τη συγκεκριμένη επιλογή προκειμένου να αποτραπεί μία διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Στην εξίσωση μπαίνει, προφανώς, και το ζήτημα της Προεδρικής εκλογής καθώς πυκνώνουν οι φωνές για επιτάχυνση της σχετικής διαδικασίας. Μετά τα μηνύματα από πλευράς του καραμανλικού περιβάλλοντος, υπέρ της επιτάχυνσης της διαδικασίας με έναρξη των ψηφοφοριών στη Βουλή το Νοέμβριο έχουν ήδη ταχθεί οι Ντόρα Μπακογιάννη και Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.
Οι κ.κ. Σαμαράς και Βενιζέλος, οι οποίοι σχεδιάζουν να ζητήσουν τη συνδρομή των... κοινωνικών εταίρων προκειμένου να αποκρούσουν τις πιέσεις της τρόικας για εργασιακά και ασφαλιστικό, προφανώς θα αξιολογήσουν τον πρώτο κύκλο διαβουλεύσεων με την τρόικα αλλά και τους όρους διαμόρφωσης του νέου προϋπολογισμού. Και βάσει αυτών θα αποφασίσουν τα επόμενα βήματα που, πλέον, περιλαμβάνουν όλα τα ενδεχόμενα...