Οι κατηγορούμενοι ζήτησαν και έλαβαν χρήματα προκειμένου να μη βεβαιώσουν οικονομική παράβαση

Συνελήφθησαν χθες (27.06.2017) το πρωί στην πόλη της Ρόδου, από  αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Ρόδου, δυο υπάλληλοι του  Υπουργείου Οικονομικών ηλικίας 54 και 40 ετών, κατηγορούμενοι για  δωροληψία και παράβαση καθήκοντος.

Ειδικότερα, όπως εξακριβώθηκε από τη διερεύνηση της υπόθεσης, οι  κατηγορούμενοι προχθές (26.06.2017) το βράδυ ύστερα από έλεγχο που  πραγματοποίησαν σε κατάστημα ενοικιάσεως οχημάτων ενημέρωσαν τον  υπεύθυνο του καταστήματος ότι διαπίστωσαν οικονομική παράβαση και του  ζήτησαν χρήματα προκειμένου να μη προβούν στη βεβαίωση της.

Το γεγονός καταγγέλθηκε χθες το πρωί στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου  και άμεσα οργανώθηκε αστυνομική επιχείρηση στο πλαίσιο της οποίας  προσημειώθηκε το χρηματικό ποσό των -300- ευρώ και τέθηκε σε επιτήρηση  το κατάστημα, όπου μετέβησαν οι υπάλληλοι για να λάβουν από τον υπεύθυνο  τα χρήματα.

Μετά την ολοκλήρωση της δωροληψίας και κατά την έξοδο τους από το  κατάστημα, οι υπάλληλοι ακινητοποιήθηκαν από τους αστυνομικούς και  βρέθηκε στην κατοχή τους, μεταξύ άλλων, το προσημειωμένο χρηματικό ποσό.

Οι συλληφθέντες οδηγούνται σήμερα στην κα Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών  Ρόδου.

Σημειώνεται ότι για καταγγελίες ανάλογων περιστατικών, οι πολίτες  μπορούν να επικοινωνούν όλο το 24ωρο με τις κατά τόπο αρμόδιες  Αστυνομικές Υπηρεσίες της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης  Νότιου Αιγαίου (Σχετικό το από 19.06.2017 με στοιχεία επικοινωνίας των  Αστυνομικών Υπηρεσιών).

Στο πλαίσιο περιορισμού της χρήσης μετρητών, με στόχο την πάταξη της φοροδιαφυγής και την ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, επιβάλλεται πρόστιμο 100 ευρώ για τη μη εξόφληση από τον λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών φορολογικών στοιχείων συνολικής αξίας 500 ευρώ και άνω, με τη χρήση κάρτας ή άλλων ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής, με νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών

«Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας (EE) 2015/2376 και άλλες διατάξεις», το οποίο κατατέθηκε χθες στη Βουλή και περιλαμβάνει σημαντικές αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ, στο ΦΠΑ, αλλά και στην υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας.

Σύμφωνα με τη σχετική διάταξη του νομοσχεδίου, «τα φορολογικά στοιχεία συνολικής αξίας 500 ευρώ και άνω, που εκδίδονται για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες τους, αγοραστές των αγαθών ή των υπηρεσιών, αποκλειστικώς με τη χρήση μέσων πληρωμής με κάρτα ή άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής, όπως ενδεικτικά άλλα όχι περιοριστικά τραπεζικό έμβασμα, πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών, χρήση ηλεκτρονικού πορτοφολιού. Δεν επιτρέπεται εξόφληση των στοιχείων αυτών με μετρητά».

Μάλιστα, για τους παραβάτες της διάταξης αυτής, δηλαδή για όσους χρησιμοποιούν μετρητά ή μη ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών για την εξόφληση αγαθών ή παροχής υπηρεσιών αξίας 500 ευρώ και άνω το πρόστιμο θα είναι 100 ευρώ για κάθε παράβαση.

Πρακτικά εκείνοι που θα εξακολουθήσουν να θέλουν να πληρώνουν με μετρητά δεν θα πτοηθούν από τη διάταξη αυτή, καθώς μπορούν να «μοιράσουν» το εκάστοτε ποσό για τις αγορές αγαθών και υπηρεσιών με τέτοιο τρόπο που δεν θα υπερβαίνει τα 500 ευρώ. Δηλαδή αντί για ένα περαστικό των 600 ευρώ που θα έπρεπε να πληρωθεί με κάρτα ή μέσω τραπέζης θα εκδοθούν δύο αποδείξεις ή τιμολόγια αξίας 300 ευρώ έκαστο που θα εξοφληθούν με μετρητά.

Τα νέα φορο-πρόστιμα

Αναλυτικότερα, το προωθούμενο νομοσχέδιο φέρνει νέα πρόστιμα, από 100 έως και 1.000 ευρώ, για τη μη έκδοση ή λήψη παραστατικών (αποδείξεις ή τιμολόγια) από επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες για πράξεις που δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ, αλλά και για τη μη έκδοση στοιχείων διακίνησης.

Με το άρθρο 12 του εν λόγω νομοσχεδίου τροποποιούνται διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, καθώς στην παρ. 1 του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 προστίθενται περιπτώσεις ιε, ιστ και ιζ και έτσι αυτό διαμορφώνεται ως εξής:

«Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του:

ιε) δεν εκδίδει λογιστικά αρχεία ή εκδίδει ή λαμβάνει ανακριβή λογιστικά αρχεία (παραστατικά), για πράξεις που δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ,

ιστ) διακινεί αγαθά χωρίς την ύπαρξη παραστατικών στοιχείων διακίνησης,

ιζ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010.
Τα πρόστιμα μάλιστα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο (1) καθορίζονται ως εξής:

η) πεντακόσια (500) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και χίλια (1.000) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, αν ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού φορολογικού συστήματος στις περιπτώσεις ιε και ιστ της παρ. 1.

θ) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση της περίπτωσης ιζ της παρ. 1».

Με βάση τις ανωτέρω διατάξεις στο εξής θα επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο σε κάθε επιχειρηματία ή ελεύθερο επαγγελματία ο οποίος εντοπίζεται κατά τη διάρκεια φορολογικού ελέγχου να μην έχει εκδώσει αποδείξεις ή τιμολόγια ή άλλα φορολογικά στοιχεία ή να έχει εκδώσει ανακριβή φορολογικά στοιχεία και για πράξεις που δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ.

Υπενθυμίζεται ότι τα ανωτέρω νέα μέτρα «στοχεύουν» κυρίως τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και τους γιατρούς, που δεν υπόκεινται στο καθεστώς του ΦΠΑ.

Τα προαπαιτούμενα που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο

Το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε χθες από την κυβέρνηση στη Βουλή περιλαμβάνει αρκετά από τα 25 προαπαιτούμενα που υπολείπονται για την ολοκλήρωση του σχετικού «πακέτου» της δεύτερης αξιολόγησης.

Το οικονομικό επιτελείο σπεύδει για την υλοποίηση όλων των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί, προκειμένου να είναι έτοιμο για τη μεγάλη και σκληρή «μάχη» στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου, όπου αναμένεται να κριθεί και η «τύχη» του χρέους.

Κατηγορούμενος για παραβάσεις φοροδιαφυγής σε βαθμό κακουργήματος καταδικάστηκε σε κάθειρξη 5 ετών και ζήτησε  να μετατραπεί η ποινή του σε χρηματική. Το εφετείο  απέρριψε την προσφυγή του φορολογούμενου και η υπόθεση έφτασε στον  Άρειο πάγο.

Ο Άρειος Πάγος  με την υπ΄αριθμ. ΑΠ 130/2017 απόφασή του έκρινε ότι, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 82 παρ. 1 και 3 ΠΚ,, ως περιοριστική της ελευθερίας ποινή, που είναι ανώτερη από δύο έτη και δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, η οποία μετατρέπεται σε χρηματική, εκτός αν το δικαστήριο με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του κρίνει ότι απαιτείται η μετατροπή της για να αποτραπεί ο δράστης από την τέλεση άλλων αξιοποίνων πράξεων, νοείται τόσο η ποινή φυλακίσεως όσο και η ποινή καθείρξεως. Η ερμηνευτική εκδοχή αυτή συμπορεύεται με το γράμμα του νόμου, όπου προκρίνεται η διατύπωση "περιοριστική της ελευθερίας ποινή", και όχι ο όρος "φυλάκιση", αλλά και με τον σκοπό του νόμου, ο οποίος συνίσταται στην αποσυμφόρηση των φυλακών με πνεύμα σύγχρονης σωφρονιστικής αντίληψης. Παρόμοιος ήταν και ο σκοπός των νόμων 3727/2008 στο άρθρο 16 αυτού, 3772/2009 στο άρθρο η παρ. 3 αυτού και 3811/2009 στο άρθρο 26 αυτού, οι οποίοι προβλέπουν τη δυνατότητα μετατροπής για περιορισμένο χρονικό διάστημα και ποινής καθείρξεως πέντε ετών, συμπεριλαμβάνοντάς την στη φραστική διατύπωση "στερητική της ελευθερίας ποινή" και αναφέροντας ρητά τον όρο "πενταετής κάθειρξη".

Περίληψη

Φοροδιαφυγή - Έκδοση πλαστών τιμολογίωνΓια τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος, της φοροδιαφυγής με έκδοση εικονικών τιμολογίων, απαιτείται αντικειμενικώς, έκδοση από το δράστη πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων, ή, νόθευση γνήσιων φορολογικών στοιχείων, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση, έστω και με την έννοια της αμφιβολίας, της πλαστότητας ή της εικονικότητας των φορολογικών στοιχείων και επί νοθεύσεως της γνησιότητας αυτών και περαιτέρω τη θέληση η αποδοχή του δράστη να προβεί στην έκδοση των πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή στη νόθευση γνήσιων στοιχείων. 

Σκοπός του δράστη για την απόκρυψη φορολογητέας ύλης δεν απαιτείται, ως πρόσθετο στοιχείο, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εν λόγω εγκλήματος σε αντίθεση προς το άρθρο 31 παρ. 1 περ. η’ του Ν. 1591/1986, που απαιτούσε για την υποκειμενική θεμελίωση του, πλην του βασικού δόλου, αναφορικά με τα στοιχεία της υποκειμενικής του υποστάσεως και σκοπό του δράστη να αποκρύψει τη φορολογητέα ύλη, εκτός αν τα φορολογικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη κάποιας από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως 4, οπότε ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος. (ΑΠ 224/2016). 

Η νέα  ρύθμιση του άρθρου 66 παρ. 5 εδ. β’ , που προστέθηκε στο Ν. 4174/2013 "Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας κλπ, καθ’ ο μέρος ορίζει, ότι όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά και πλαστά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται: α) ..... και β) με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ, ως επιεικέστερη της προϊσχύσασας διάταξη, τυγχάνει, κατά το άρθρ. 2 παρ.1 Π.Κ., εφαρμογής στην υπό κρίση υπόθεση, όπου η συνολική αξία των επίδικων εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των 200.000 ευρώ και ανέρχεται σε διακόσιες σαράντα μία χιλιάδες εννιακόσια ογδόντα (241.980) ευρώ), αφού για την σε βαθμό κακουργήματος τιμώρηση της πράξεως απαιτεί ήδη το ποσό των 200.000 ευρώ, αντί του μικροτέρου εκείνου των 150.000 ευρώ, που απαιτούσε η προϊσχύσασα διάταξη και επί πλέον απειλεί ποινή μικρότερη, κατά το ανώτατο όριό της (κάθειρξη έως δέκα ετών), από εκείνη της παλαιάς ρυθμίσεως, που απειλούσε κάθειρξη έως είκοσι έτη (άρθρα 52 παρ. 2 και 3 του ΠΚ). 

Η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, όταν εκτίθενται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος και αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά, που απεδείχθησαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. 

Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι αναγκαίο, κατ’ αρχήν, να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών, που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεώς του, διαλαμβάνεται δε αιτιολογία περί αυτού (δόλου) στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή, διότι εξυπακούεται ότι υπάρχει με την τέλεση των πραγματικών περιστατικών, που συγκροτούν αντικειμενικώς το έγκλημα, εκτός αν αξιώνονται από το νόμο πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξεως (άμεσος δόλος) ή ορισμένος περαιτέρω σκοπός (εγκλήματα με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση).

Στην προκειμένη δίκη, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεώς του, το δικαστήριο της ουσίας, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό την υπόθεση, προκειμένου να σχηματίσει την δικανική του πεποίθηση και να αχθεί στην καταδικαστική του αναιρεσείοντος κρίση του για την αξιόποινη πράξη της αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων κατ’ εξακολούθηση, η συνολική αξία των οποίων υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ (ανερχόμενη σε διακόσιες σαράντα μία χιλιάδες εννιακόσια ογδόντα (241.980) ευρώ), έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης και τα έγγραφα, που ανεγνώσθησαν ενώπιόν του επ’ ακροατηρίου. 

Ηπιότερος νόμος Από τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν. 4174/2013  συνάγεται, ότι στην περίπτωση εκδόσεως ή αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων για ανύπαρκτη συναλλαγή, που χρησιμοποιήθηκαν για την συντέλεση παραβάσεων φοροδιαφυγής, ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία, ως αυτουργός ή συμμέτοχος, απορροφωμένης, συνεπώς, από εκείνη (φοροδιαφυγή) της πράξεως της εκδόσεως ή αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων, καθιερουμένης, με τη νέα ως άνω ρύθμιση, φαινομένης κατ’ ιδέαν συρροής μεταξύ των δύο αυτών αδικημάτων. 

Η τελευταία νέα αυτή ρύθμιση είναι επικεικεστέρα, κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ, της προϊσχύσασας του άρθρου 19 παρ.1 και 4 του Ν. 2523/1997, αφού πλέον ή έκδοση ή η αποδοχή εικονικών και πλαστών φορολογικών στοιχείων απορροφάται (φαινομενικώς κατ’ ιδέαν) από την πράξη της φοροδιαφυγής και δεν τιμωρείται αυτοτελώς. Πλέον τούτων, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 514 και 511 εδ. τελ. ΚΠοινΔ, προκύπτει, ότι στην περίπτωση, που μετά την δημοσίευση της αποφάσεως που προσβάλλεται, μεταβλήθηκε το νομοθετικό καθεστώς, όσον αφορά την αξιόποινη πράξη ή και την επιβληθείσα ποινή κύρια ή παρεπόμενη, το δικαστήριο, εφαρμόζει και αυτεπάγγελτα, κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 του ΠΚ, το νόμο που ίσχυε από την τέλεση της πράξεως έως την αμετάκλητη εκδίκαση της και περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις, εφόσον η αίτηση αναιρέσεως είναι παραδεκτή, ανεξάρτητα από την εμφάνιση ή μη του κατηγορουμένου κατά τη συζήτηση της τελευταίας (ΟλΑΠ 3/1995). Ως ηπιότερος νόμος κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ θεωρείται εκείνος, ο οποίος, όπως ίσχυσε, περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις δηλαδή με την εφαρμογή, με βάση τις προβλεπόμενες στη συγκεκριμένη περίπτωση προϋποθέσεις επέρχεται ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο ποινική μεταχείριση. Προς τούτο γίνεται σύγκριση των περισσοτέρων αυτών διατάξεων στο σύνολο των προϋποθέσεων που προβλέπονται από καθεμιά απ’ αυτές. Εάν από τη σύγκριση προκύψει ότι ο κατηγορούμενος, όπως κατηγορείται, επιβαρύνεται το ίδιο απ’ όλους τους νόμους, τότε εφαρμοστέος είναι ο νόμος που ίσχυσε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, διαφορετικά ο νεότερος επιεικέστερος (ΑΠ 39/2015).


Μετατροπή ποινής 5ετής κάθειρξης  σε ΧρηματικήΣτο άρθρο 82 παρ. 1 και 3 ΠΚ, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν από τις περ. 1 και 2 της υποπαραγράφου ΙΓ’ του πρώτου άρθρου ν. 4093/2012 ορίζονται τα εξής : "1. ... Η περιοριστική της ελευθερίας ποινή που είναι μεγαλύτερη από δύο έτη και δεν υπερβαίνει τα πέντε μετατρέπεται σε χρηματική ποινή, εκτός αν το δικαστήριο με απόφαση του ειδικά αιτιολογημένη κρίνει ότι απαιτείται η μη μετατροπή της για να αποτραπεί ο δράστης από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων...3. Κάθε ημέρα φυλάκισης υπολογίζεται σε ποσό από πέντε (5) ευρώ έως εκατό (100) ευρώ ... Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών μπορεί να αυξομειώνονται τα προβλεπόμενα ποσά μετατροπής των περιοριστικών της ελευθερίας ποινών". Κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως, ως περιοριστική της ελευθερίας ποινή, που είναι ανώτερη από δύο έτη και δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, η οποία μετατρέπεται σε χρηματική, εκτός αν το δικαστήριο με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του κρίνει ότι απαιτείται η μετατροπή της για να αποτραπεί ο δράστης από την τέλεση άλλων αξιοποίνων πράξεων, νοείται τόσο η ποινή φυλακίσεως όσο και η ποινή καθείρξεως. Η ερμηνευτική εκδοχή αυτή συμπορεύεται με το γράμμα του νόμου, όπου προκρίνεται η διατύπωση "περιοριστική της ελευθερίας ποινή", και όχι ο όρος "φυλάκιση", αλλά και με τον σκοπό του νόμου, ο οποίος συνίσταται στην αποσυμφόρηση των φυλακών με πνεύμα σύγχρονης σωφρονιστικής αντίληψης. Παρόμοιος ήταν και ο σκοπός των νόμων 3727/2008 στο άρθρο 16 αυτού, 3772/2009 στο άρθρο η παρ. 3 αυτού και 3811/2009 στο άρθρο 26 αυτού, οι οποίοι προβλέπουν τη δυνατότητα μετατροπής για περιορισμένο χρονικό διάστημα και ποινής καθείρξεως πέντε ετών, συμπεριλαμβάνοντάς την στη φραστική διατύπωση "στερητική της ελευθερίας ποινή" και αναφέροντας ρητά τον όρο "πενταετής κάθειρξη". Εξάλλου, ως βαρύνον κριτήριο για τη μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική ποινή δεν τάσσεται ο κακουργηματικός ή πλημμεληματικός χαρακτήρας της πράξης αλλά η φύση και η χρονική διάρκεια της στερητικής της ελευθερίας ποινής, η οποία και σε κακουργήματα, όταν συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις ή άλλοι γενικοί λόγοι μείωσης της ποινής, έχει ως ελάχιστα όρια φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών ή ενός έτους (άρθρο 83 στοιχ. β’ -γ’ ΠΚ). Από τα προαναφερθέντα συνάγεται, ότι υπόκειται σε μετατροπή και η ποινή καθείρξεως πέντε ετών, καθώς και η συνολική ποινή καθείρξεως, όταν η ποινή βάση αυτής είναι ποινή καθείρξεως πέντε ετών (ΑΠ 454/2016). Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως ο αναιρεσείων προβάλλει την αιτίαση της εσφαλμένης ερμηνείας της διατάξεως του άρθρου 82 παρ. 1 ΠΚ, όπως αντικ. με τον ν. 4093/2012, συνισταμένη στην απόρριψη του αιτήματός του για μετατροπή της ποινής καθείρξεως πέντε (5) ετών, η οποία επιβλήθηκε σε βάρος του με την προσβαλλόμενη απόφαση για την πράξη της αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων κατ’ εξακολούθηση η συνολική αξία των οποίων υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ, ανερχόμενο σε διακόσιες σαράντα μία χιλιάδες εννιακόσια ογδόντα (241.980) ευρώ). Όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση (σελ. 23), ο αναιρεσείων μετά την απαγγελία της ανωτέρω ποινής υπέβαλε δια της συνηγόρου του σχετικό αίτημα, το οποίο απορρίφθηκε κατά πλειοψηφία ως μη νόμιμο με την αιτιολογία, ότι για την μετατροπή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 82 του ΠΚ, που ορίζουν για μετατροπή ποινών φυλάκισης από τρία έως πέντε έτη και όχι για μετατροπή ποινών καθείρξεως πέντε (5) ετών. Όμως, σύμφωνα με την προαναφερόμενη νομική σκέψη και αφού η ποινή είναι ποινή καθείρξεως πέντε ετών, υπόκειται (καταρχήν) σε μετατροπή. Επομένως, το άνω Πενταμελές Εφετείο παραβίασε την ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 82 παρ. 1 ΠΚ, όπως αυτή αντικ. με το πρώτο άρθρο υπό παρ. ΙΓ’ περ. 1-2 ν. 4093/2012, εσφαλμένως ερμηνεύοντας αυτήν και συνακολούθως είναι βάσιμος ο σχετικός τρίτος λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ, με τον οποίον πλήττεται η απορριπτική διάταξη του αιτήματος μετατροπής της ποινής καθείρξεως των πέντε (5) ετών που επιβλήθηκε στον αναιρεσείοντα.-.Πηγή: Taxheaven 

Το θέμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού ήταν από αυτά που απασχόλησαν τη χθεσινή ημερήσια ατζέντα των Θεσμών, οι οποίοι συναντήθηκαν για να επιλύσουν τις εκκρεμότητες με τους συναρμόδιους υπουργούς Οικονομίας κ. Δημ. Παπαδημητρίου, Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο και Δικαιοσύνης κ. Σταύρο Κοντονή.

Οι εκκρεμότητες μεταξύ των δύο πλευρών που παραμένουν και δεν έχουν λυθεί εστιάζουν σε δύο κρίσιμα ζητήματα: στο ποιοι τελικώς φόροι θα συμπεριληφθούν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό όπως επίσης και από ποιο όριο χρεών θα μπορεί μια επιχείρηση να εντάσσεται στο ευεργετικό θεσμικό πλαίσιο.
Είναι φανερό πως υπάρχει διαφορετική αφετηρία σκέψης στο εγχείρημα μεταξύ κυβένρησης και θεσμών αλλά και μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών, καθώς τα πιστωτικά ιδρύματα τουλάχιστον ως προς το όριο δείχνουν να είναι πιο κοντά στην άποψη των θεσμών.
TΡΑΠΕΖΕΣ
Διπλή εμπλοκή με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό
Η κυβέρνηση επιθυμεί να εντάσσονται στον εξωδικαστικό συμβιβασμό συνολικές οφειλές σε Δημόσιο και τράπεζες από 20 χιλ. ευρώ και πάνω. Αντιθέτως, οι Θεσμοί αλλά και τραπεζικά στελέχη τρέφουν την εκτίμηση πως το όριο αυτό θα «στιβάξει» κυριολεκτικά πολλές υποθέσεις προς εξέταση, οι οποίες δυνητικά θα εκτροχιάσουν τη σχετική διαδικασία.
Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών, αν και έγινε πολύ καλή συζήτηση υπάρχουν σημεία που χρειάζονται περαιτέρω τεχνική επεξεργασία.
Ενα δεύτερο καίριο θέμα είναι πως οι Θεσμοί επιθυμούν την ένταξη στον εξωδικαστικό συμβιβασμό όλων των οφειλόμενων φόρων μεταξύ αυτών και των παρακρατούμενων ΦΠΑ και ΦΜΥ σε αντίθεση με την κυβέρνηση που εκτιμά πως αν κάτι τέτοιο συμβεί, μπορεί να εκτροχιαστούν τα δημοσιονομικά μεγέθη.

Οι τράπεζες μπορούν και θα βοηθήσουν στο επίπεδο χορήγησης τεχνολογίας, καθώς επιθυμούν την όσο το δυνατόν γρηγορότερη λειτουργία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, αφού πραγματοποιούν κυριολεκτικά αγώνα δρόμου σε ό,τι αφορά την επίτευξη των στόχων τους για φέτος στα NPE's (μη εξυπηρετούμενα χρηματοοικονομικά ανοίγματα).

Ας σημειωθεί πως το νομοσχέδιο έχει ήδη τεθεί σε διαβούλευση με όριο τα 20 χιλ. ευρώ και χωρίς τη δυνατότητα ρύθμισης στις οφειλές ΦΠΑ και ΦΜΥ.
Ωστόσο, αφού ο νόμος αυτός θα επιτρέψει μια δεύτερη εκκίνηση της οικονομίας, αφού θα δώσει τη δυνατότητα σε χιλιάδες βιώσιμες επιχειρήσεις να ανασάνουν, στελέχη του υπουργείου Οικονομικών δήλωναν την πρόθεση και από τις δυο πλευρές οι εκκρεμότητες που εμποδίζουν την επίτευξη ενός τελικού αποτελέσματος άμεσα, να διευθετηθούν.

Απαντήσεις για το περιουσιολόγιο και τι θα περιλαμβάνεται σ' αυτό δίνει η υφυπουργός Οικονομικών, Κ. Παπανάτσιου με αφορμή δημοσιεύματα των ΜΜΕ .

Σύμφωνα με τη νέα απάντηση του υπουργείου Οικονομικών, το περιουσιολόγιο θα περιλαμβάνει το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας των Ελλήνων και θα χρησιμοποιηθεί κατ' αρχήν για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Αυτό το «κατ' αρχήν» πάντως, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθεί η καταγραφή του συνόλου της περιουσίας και για φορολογικούς σκοπούς. Οπως π.χ. την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και τη θέσπιση ενός φόρου περιουσίας.

Οπως τονίζεται στην απάντηση:
Η απάντηση δόθηκε, ως προσήκει,με βάση την ισχύουσα νομοθεσία και συγκεκριμένα το ν. 3842/2010 όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4141/2013, ο οποίος προβλέπει ότι στο περιουσιολόγιο «δεν περιλαμβάνονται οι τραπεζικές καταθέσεις, τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, τα αμοιβαία κεφάλαια εσωτερικού και οι μετοχές σε εταιρείες που έχουν συσταθεί και λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 2687/1953 (Α΄ 317) και του ν. 27/1975 (Α΄ 77)».

Οι πληροφορίες για τις καταθέσεις και άλλα επενδυτικά προϊόντα που κατέχουν οι φορολογούμενοι είναι ούτως ή άλλως διαθέσιμες στις φορολογικές αρχές.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι στο περιουσιολόγιο θα καταγράφεται το σύνολο των κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων των φορολογούμενων, συμπεριλαμβανομένων των καταθέσεων.

Για το σκοπό αυτό θα αναληφθεί άμεσα νομοθετική πρωτοβουλία, ώστε να συμπληρωθεί και να τροποποιηθεί κατάλληλα ο ν. 3842/2010.
Το περιουσιολόγιο θα χρησιμοποιηθεί κατ’ αρχήν για τον έλεγχο του πόθεν έσχες των φορολογούμενων και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Το υπουργείο Οικονομικών συνεργάζεται στενά με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) για την ταχεία ολοκλήρωση του έργου

kalimnos

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot