Το κομποσκοίνι που έχουν όλοι οι Ορθόδοξοι μοναχοί και το χρησιμοποιούν και πολλοί ορθόδοξοι λαϊκοί, είναι συνήθως μάλλινο και πλεγμένο σε διάφορα μεγέθη.

Από πολύ μικρό, που φοριέται στο δάχτυλο, έως πολύ μεγάλο: 33άρι (με 33 κόμπους), 50άρι (με 50 κόμπους), 100άρι, 500άρι κ.λπ. και κάθε κόμπος αποτελείτε από εννέα σταυρούς.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο όσιος Παχώμιος το 320 μ.Χ., ίδρυσε με την βοήθεια του Αγίου Αντωνίου το πρώτο μοναστήρι στη Θηβαϊδα της Αιγύπτου. Αρχισε να αναζητεί τρόπο που θα βοηθούσε τους μοναχούς στην αυτοσυγκέντρωση της προσευχής και στην αρίθμηση των ευχών. Κατά την παράδοση πάντα, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ επισκέφθηκε στον ύπνο του τον όσιο Παχώμιο και του έδειξε πώς θα φτιάξει το εργαλείο που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες της προσευχής. Το εργαλείο αυτό ήταν το κομποσκοίνι.

Στην προσευχή με κομποσκοίνι, που βοηθά πολύ στη συγκέντρωση του νου, ακολουθείται συγκεκριμένη τεχνική μέθοδος. Σε κάθε κόμπο που περνά ανάμεσα στα δάχτυλά του ο προσευχόμενος, λέει αλληλοδιαδόχως τις ευχές: Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με, Υπεραγία Θεοτόκε Σώσον ημάς, Άγιοι του Θεού πρεσβεύσατε υπέρ υμών. Είναι δυνατόν να λέγεται και μόνη η ευχή Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με. Το κομποσκοίνι έχει σχεδιαστεί για προσευχή, και όχι για να παίζει ρόλο βραχιολιού στον καρπό του χεριού.

Στο κομποσκοίνι, κάθε τμήμα του έχει κάποια συμβολική σημασία. Είναι πλεγμένο κυρίως από μαλλί για να θυμίζει στα μέλη της Εκκλησίας ότι είναι τα λογικά πρόβατα του Ιησού Χριστού (Ιωάν. 10:11). Έχει χρώμα μαύρο που συμβολίζει το πένθος των αμαρτιών αφού «ουδείς αναμάρτητος» (πρβλ. Γ' Βασ. 8:46, Ιώβ 4:17, Ρωμ. 3:9-12 κ.ά.). Πάνω του το κομποσκοίνι έχει τον σταυρό για να φέρνει στη μνήμη «ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε».

Συνήθως το κομποσκοίνι καταλήγει σε μία φούντα που ο σκοπός της είναι το σκούπισμα των δακρύων («τοίς δάκρυσιν έβρεξέ μου τους πόδας» Λουκ. 7:44). Οι 33 κόμποι συμβολίζουν τα χρόνια του Ιησού Χριστού, οι 99 κόμποι είναι το 33 πολλαπλασιασμένο με τον αριθμό των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδας, και ο κάθε κόμπος αποτελείται από 9 πλεγμένους σταυρούς, που συμβολίζουν τα εννέα τάγματα των αγγέλων. Παρόλα αυτά, ενώ ο αριθμός σταυρών που αποτελούν τον κάθε κόμπο παραμένει πάντα σταθερός, ο αριθμός των κόμπων που αποτελούν το κομποσκοίνι εξαρτάται από τον αριθμό των προσευχών για τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί.

Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν κομποσκοίνια φτιαγμένα και από άλλα υλικά εκτός του μαλλιού, π.χ. ακρυλικά, όπως και διαφόρων χρωμάτων.

Πηγή: dogma.gr

Η Αγία Σοφία είναι το πρώτο κτίσμα που χτυπάει στα μάτια του επισκέπτη, καθώς εισέρχεται από την Προποντίδα.

Το ξεχωριστό αυτό σημείο είχαν επιλέξει για να χτίσουν τους ναούς τους, αιώνες πριν από τους Βυζαντινούς, οι ειδωλολάτρες.

Ο πρώτος ναός της Αγίας Σοφίας θεμελιώθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ. όταν ονόμασε τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η ανέγερση του ναού ολοκληρώθηκε από τον γιο του Κωνστάντιο και τα εγκαίνια έγιναν στις 15 Φεβρουαρίου του 360.

Κατά την εποχή του Αρκαδίου, το 404, η πρώτη Αγιά Σοφιά πυρπολείται και θα κτισθεί εκ νέου από τον Θεοδόσιο Β'.

Τα εγκαίνια θα γίνουν στις 10 Οκτωβρίου του 415, όμως ο ναός θα πυρποληθεί και πάλι το 532, κατά τη Στάση του Νίκα. Έτσι, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α' αποφασίζει να κατασκευάσει την εκκλησία από την αρχή, στον ίδιο χώρο, αλλά πολύ πιο επιβλητική, για να δεσπόζει στη Βασιλεύουσα.

Τα θεμέλια αυτού του μεγαλοπρεπή ναού θα μπουν στις 23 Φεβρουαρίου του 532, με σχέδια που εκπόνησαν οι αρχιτέκτονες Ανθέμιος Τραλλιανός και Ισίδωρος ο Μιλήσιος.

Για την ολοκλήρωση του κολοσσιαίου έργου δούλεψαν αδιάκοπα επί έξι χρόνια 10.000 τεχνίτες, ενώ ξοδεύτηκαν 320.000 λίρες (περίπου 120.000.000 ευρώ).

Από κάθε σημείο όπου υπήρχε Ελληνισμός, έγινε προσφορά: Τα πράσινα μάρμαρα από τη Μάνη και την Κάρυστο, τα τριανταφυλλιά από τη Φρυγία και τα κόκκινα από την Αίγυπτο. Από τον υπόλοιπο κόσμο προσφέρθηκαν τα πολύτιμα πετράδια, ο χρυσός, το ασήμι και το ελεφαντόδοντο, για τη διακόσμηση του εσωτερικού.

Τα εγκαίνια έγιναν στις 27 Δεκεμβρίου του 537 από τον Ιουστινιανό, ο οποίος βλέποντας την υπεροχή της Αγίας Σοφίας έναντι του ξακουστού ναού του Σολομώντα, αναφωνεί: «Δόξα των Θεώ το καταξιωσάντι με τελέσαι τοιούτον έργον. Νενίκηκά σε Σολομών».

Για χίλια και πλέον χρόνια (537-1453), η Αγία Σοφία θα αποτελέσει το κέντρο της ορθοδοξίας και του ελληνισμού. Εκεί, ο λαός θα γιορτάσει τους θριάμβους, θα θρηνήσει τις συμφορές και θα αποθεώσει τους νέους αυτοκράτορες.

Η τελευταία λειτουργία τελέστηκε στις 29 Μαΐου του 1453. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ΙΑ' Δραγάτης, αφού προσευχήθηκε μαζί με το λαό και ζήτησε συγνώμη για λάθη που πιθανόν έκανε, έφυγε για τα τείχη, όπου έπεσε μαχόμενος. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, η Αγία Σοφία έγινε τζαμί και με την επανάσταση του Κεμάλ Ατατούρκ μετατράπηκε σε μουσείο.

ΠΗΓΗ: sansimera.gr

Γιορτάζουμε σήμερα 18 Δεκεμβρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Σεβαστιανού.

Ο Άγιος Σεβαστιανός γεννήθηκε στα Μεδιόλανα της Ιταλίας, το 250 με 256 μ.Χ. Οι γονείς του τον ανέθρεψαν με μεγάλη χριστιανική επιμέλεια. Καθώς προερχόταν από γένος διακεκριμένο, είλκυσε την εύνοια του αυτοκράτορα Καρίνου, που γρήγορα τον ανέδειξε σαν στρατιωτικό. Έπειτα, ο Διοκλητιανός τον έκανε αρχηγό του πρώτου συντάγματος των πραιτοριανών.

Η φιλάνθρωπη ψυχή του Σεβαστιανού, από τη θέση αυτή που κατείχε, πολλές φορές υπήρξε προστάτης των φτωχών και των άρρωστων χριστιανών. Πρόθυμα επίσης, βοηθούσε στις ανάγκες της Ρωμαϊκής Εκκλησίας.
Γι'αυτό και ο πάπας Γάϊος του απένειμε τον τίτλο του υπερασπιστή της Εκκλησίας.

Την περίοδο που άρχισε ο διωγμός κατά των χριστιανών, συνελήφθη μια ομάδα χριστιανών. Ο Σεβαστιανός, προκειμένου να τους εμψυχώσει την ώρα που αυτοί δικάζονταν, δήλωσε ότι είναι χριστιανός.

Ο Διοκλητιανός διέταξε το θάνατό του. Και ο Σεβαστιανός δεν άργησε να πέσει κάτω, τρυπημένος στο στήθος από βέλος. Το σώμα του πήρε κάποια ευσεβής χήρα, η Λουκίνα. Προς έκπληξή της διαπίστωσε όμως, ότι ανέπνεε ακόμα.

Αφού τον περιποιήθηκε, μετά από λίγες ήμερες ο Σεβαστιανός ανέκτησε τις δυνάμεις του. Αλλά και πάλι επεδίωξε και συνάντησε το Διοκλητιανό και τον ήλεγξε για τη σκληρότητά του. Τότε αυτός διέταξε και τον μαστίγωσαν μέχρι θανάτου. Έτσι, ο Σεβαστιανός, παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο.

Εύχομαι χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Ανάλυση ονόματος:
ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ: (από την λέξη σεβαστός) = ο αξιοσέβαστος.

Ο Άγιος Διονύσιος, τη μνήμη του οποίου γιορτάζει στις 17 Δεκεμβρίου η εκκλησίας μας, γεννήθηκε το 1547 μ.Χ. στο χωριό Αιγιαλός της Ζακύνθου. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Δραγανίγος ή Γραδενίγος Σιγούρος (ή Σηκούρο).

Η οικογενειά του ήταν εύπορη και κατείχε μεγάλη έκταση γης, ενώ οι γονείς του συμμετέχοντας στους πολέμους των Βενετών κατά των Τούρκων απέκτησαν και αριστοκρατικό ιδίωμα. Ο πατέρας του λεγόταν Μώκιος και η μητέρα του Παυλίνα, ενώ είχε άλλα δύο αδέλφια τον Κωνσταντίνο και τη Σιγούρα. Σύμφωνα με τοπικές παραδόσεις της ακύνθου, που δεν επιβεβαιώνονται ιστορικά, ο Άγιος είχε για ανάδοχο τον Άγιο Γεράσιμο.

Ο Άγιος Διονύσιος, ανατράφηκε με τα διδάγματα του Ευαγγελίου. Έτσι, γρήγορα διακρίθηκε στα γράμματα και την αρετή. Μόλις ενηλικιώθηκε, ασχολήθηκε με τη διδασκαλία του θείου λόγου, φροντίζοντας συγχρόνως να συντρέχει στην ανακούφιση των φτωχών. Κατόπιν έγινε μοναχός στη βασιλική Μονή των Στροφάδων, παίρνοντας το όνομα Δανιήλ, όπου ασκήθηκε στην αγρυπνία, την εγκράτεια και τη μελέτη των Γραφών.

Αργότερα ο Διονύσιος, χρίστηκε ιερέας παρά τις αρχικές του επιφυλάξεις, λόγω της βαριάς ευθύνης της ιεροσύνης, από τον επίσκοπο Κεφαληνίας και Ζακύνθου, Θεόφιλο. Έπειτα, το 1577 μ.Χ., πήγε στην Αθήνα, για να βρει καράβι, προκειμένου να ταξιδέψει στα Ιεροσόλυμα. Αλλά, ο τότε αρχιερέας των Αθηνών, Νικάνορας, άκουσε κάποια Κυριακή το λαμπρό του κήρυγμα και μετά από πολλές παρακλήσεις τον έκανε επίσκοπο Αιγίνης, με την επίσημη κατόπιν έγκριση της Εκκλησίας Κωνσταντινούπολης, δίνοντας του το όνομα Διονύσιος.

Τα ποιμαντικά του καθήκοντα, επιτέλεσε άγρυπνα και άοκνα. Αναδείχτηκε διδάσκαλος, πατέρας και παιδαγωγός του ποιμνίου του. Η φήμη του είχε διαδοθεί παντού, αλλά αυτός παρέμενε απλός και ταπεινός.

Ασθένησε όμως από τους πολλούς κόπους και παραιτήθηκε. Γύρισε στη Ζάκυνθο, όπου μέχρι το 1579 μ.Χ. ήταν προσωρινός επίσκοπος. Μετά αποσύρθηκε στη Μονή της Θεοτόκου της Αναφωνητρίας, όπου ασκήτευε και με αγάπη κήρυττε και βοηθούσε τους κατοίκους του νησιού.

Οι οικογένειες Σιγούρου και Μονδίνου από διασωθέντα έγγραφα που ανάγονται στα αρχεία της Βενετίας, φαίνεται να είχαν θανάσιμο μίσος. Συμπλοκές μεταξύ των δυο οικογενειών συνέβαιναν διαρκώς. Σε μια από αυτές ο αδελφός του Αγίου, Κωνσταντίνος, δολοφονήθηκε. Στην προσπάθεια όμως να διαφύγει ο δολοφονός του Κωνσταντίνου αναζήτησε καταφύγιο στο μοναστήρι που βρισκόταν ο Άγιος, χωρίς όμως να γνωρίζει τη συγγένεια. Όταν ο δολοφόνος έφτασε στη Μονή, ερωτήθη από τον Διονύσιο, που ήταν ο ηγούμενος της Μονής, γιατί ζητεί καταφύγιο, αφού κανονικά δεν επιτρέπονταν να εισέλθει. Ο ίδιος απάντησε πως τον κυνηγούσαν οι Σιγούροι, ενώ μετά από διαρκείς ερωτήσεις ομολόγησε πως δολοφόνησε τον Κωνσταντίνο Σιγούρο. Ο Διονύσιος παρά τη θλίψη του, όχι μόνο έκρυψε το δολοφόνο αλλά και τον φυγάδευσε. Έτσι με αυτόν τρόπο κατάφερε να αποτρέψει ένα ακόμα έγκλημα και ταυτόχρονα να δώσει τη δυνατότητα μετανοίας στον δολοφόνο, παρά την πικρία για το χαμό του αδελφού του, δίνοντας ένα παράδειγμα συγχωρητικότητας και υψηλής εφαρμογής των Χριστιανικών ιδεωδών. Για τον λόγο μάλιστα αυτό ονομάστηκε και «Άγιος της Συγνώμης».

Ο Διονύσιος πέθανε σε βαθιά γεράματα, 17 Δεκεμβρίου 1622 μ.Χ. Τάφηκε στη Μονή Στροφάδων και κατά την εκταφή το λείψανό του βγήκε ευωδιαστό και αδιάφθορο.

Η αγιότητά του αναγνωρίσθηκε από το οικουμενικό πατριαρχείο το 1703 μ.Χ., αλλά στο νησί ένεκα του βίου του, αλλά και του λειψάνου του ετιμάτο ως άγιος αρκετά νωρίτερα.

Στις 24 Αύγούστου του 1717 μ.Χ. μετεκομίσθη το Σεπτό Σκήνωμά του στη Ζάκυνθο για να προστατευθεί από τους πειρατές. Αρχικά φυλάχτηκε στον Ιερό Ναό του Μετοχίου της Ι. Μονής, στο προάστιο Καλλιτέρος. Το 1764 μ.Χ. εναποτέθηκε οριστικά στην ομώνυμη Ιερά Μονή του, που έχτισαν oί Μοναχοί των Στροφάδων. Από τότε το Σεπτό Σκήνωμά του αποτελεί μέχρι σήμερα πόλο έλξεως χιλιάδων προσκυνητών και πηγή συνεχών ιάσεων και θαυμάτων.

Η ανακήρυξη του Αγίου Διονυσίου σαν Προστάτη της Ζακύνθου, αντί της Παναγίας της Σκοπιώτισσας και του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, έγινε από την Κοινότητα Ζακύνθου ύστερ’ από το έτος 1758 μ.Χ. και πριν από το 1763 μ.Χ., όταν η Βενετσιάνικη Γερουσία ενέκρινε απόφαση του Προβλεπτή Ζακύνθου Φραγκίσκου Μανωλέσου, για την αναγνώριση σαν επίσημης ημέρας της 17ης Δεκεμβρίου κάθε χρόνου. Ως τότε, η επέτειος της Κοιμήσεως του Αγίου Διονυσίου (17 Δεκεμβρίου), θεσπισμένη από τη Συνοδική Έκθεση του 1703 μ.Χ., γιορταζόταν ανεπίσημα, με τη λιτανεία στην πόλη του ιερού Λειψάνου και πανηγύρι. Επίσης, ορίσθηκε να γιορτάζεται επίσημα και η 24η Αυγούστου, επέτειος της μετακομιδής του ιερού Λειψάνου από τα Στροφάδια στη Ζάκυνθο, με πανηγύρι και λιτανεία του Πολιούχου στην πόλη.

Το Λείψανο του Αγίου βρίσκεται αδιάφθορο στην ομώνυμη Μονή Ζακύνθου.Η δεξιά του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους. Μέρος χειρός του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Παναχράντου Άνδρου

Ο Άγιος Ελευθέριος γεννήθηκε στην Ελλάδα και έζησε το 2ο αιώνα μ.Χ. Τότε αυτοκράτορας ήταν ο Κόμμοδος και ο Σεπτίμιος Σεβήρος. Η μητέρα του Ανθία έγινε Χριστιανή ακούγοντας κηρύγματα από μαθητές του Αποστόλου Παύλου.
Αυτή ανέλαβε και το βάρος της ανατροφής του μικρού Ελευθέριου μετά το θάνατο του πατέρα που συνέβη λίγο καιρό μετά τη γέννηση του. Η Ανθία του έδωσε Χριστιανική ανατροφή και τον συνέδεσε με τον Επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο (155-166 μ.χ.). Σ’ ένα ταξίδι της στη Ρώμη πήρε μαζί της και το νεαρό γιο της Ελευθέριο. Ο Επίσκοπος Ρώμης, όταν είδε τον Ελευθέριο, εκτιμώντας την πολλή νοημοσύνη του, τη θερμή πίστη και το αγνό ήθος του, τον έλαβε υπό την προστασία του. Μετά από λίγα χρόνια τον χειροτόνησε Διάκονο και έπειτα Ιερέα. Από τη θέση αυτή ο Ελευθέριος αγωνίστηκε με ζήλο για τη διδαχή του ποιμνίου και σε έργα φιλανθρωπίας. Γι’ αυτό και το έτος 182 μ.Χ., με κοινή ψήφο κλήρου και λαού, ανήλθε στον Επισκοπικό θρόνο της Ρώμης. Η φήμη της αρετής του έφθασε μέχρι τη Βρεταννία. Έτσι, ο Βασιλιάς αυτής Λούκιος, έγραψε επιστολή στον Ελευθέριο και του δήλωνε ότι αυτός και ο λαός του επιθυμούσαν να γίνουν Χριστιανοί. Ο Ελευθέριος αμέσως ανταποκρίθηκε, στέλνοντας δύο εκπαιδευμένους στην πίστη άνδρες, που κατήχησαν και βάπτισαν Χριστιανούς το Λούκιο με το λαό του.
Όταν ο Σεπτίμιος Σεβήρος εξήγειρε διωγμό κατά των Χριστιανών, ο Ελευθέριος τον ήλεγξε θαρραλέα. Τότε διατάχθηκε ο μαρτυρικός θάνατός του, μαζί με τη μητέρα του Άνθια. 
Οδήγησαν τον Άγιο Ελευθέριο μέσα στήν αρένα (στάδιο) και άφησαν στην αρχή μια πεινασμένη και άγρια λέαινα και μετά ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξουν. Τα θηρία πλησίασαν σαν ήμερα ζώα τον άγιο και του φιλούσαν τα πόδια δείχνοντας την αγάπη και την συμπάθεια τους (έφραξας στόματα λεόντων, εις ημερότητα αυτών μεταποιήσας την αγριότητα). Βλέποντας ο αυτοκράτορας τη συμπεριφορά των λιονταριών και ακούοντας την ιαχή του πλήθους «μέγας ο Θεός των Χριστιανών» διέταξε τον αποκεφαλισμό του ομολογητή της πίστεως μέσα στην αρένα. Με την αποκοπή της κεφαλής έβαψε ο άγιος την αρχιερατική του στολή με το αίμα του μαρτυρίου. Ο σοφός Ελευθέριος κοσμημένος με το ιερατικό ένδυμα που έσταζε από το ποτάμι των αιμάτων του έτρεξε ευτυχισμένος στον Δεσπότη Χριστό.
Η συγκλονιστικότερη στιγμή από το μαρτύριο του Αγίου Ελευθερίου
Τη σκηνή του μαρτυρίου παρακολουθούσε η μητέρα του Ανθία. Έτρεξε τότε και αγκάλιασε το άψυχο σώμα του μάρτυρα και το καταφιλούσε, «ησπάζετο το γλυκύ τέκνον, η καλώς γεννησαμένη και θρεψαμένη». Εκείνη τη στιγμή οι άσπλαχνοι δήμιοι την αποκεφάλισαν και έτσι την οδήγησαν «εις ουρανίους θαλάμους» μαζί με τον υιό της.    Η μνήμη του Αγίου Ελευθερίου εορτάζεται στις 15 Δεκεμβρίουμαζί και η μητέρα του Ανθία, ο άγιος Κορέμων αλλά και οι δύο δήμιοι που τον αποκεφάλισαν γιατί πίστεψαν στον Χριστό.

kalimnos

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot