Αποκαλυπτικά στοιχεία για τις απαιτήσεις των δανειστών στα Εργασιακά, περιλαμβάνει η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.

Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, η τρόικα στις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, ζητά μεταξύ άλλων κατάργηση των τριετιών – προσαυξήσεων λόγω εμπειρίας στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα, επικράτηση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών και αύξηση του ποσοστού επιτρεπόμενων ομαδικών απολύσεων από 5% σε 10%. Οι δανειστές ζητούν την εφαρμογή στην Ελλάδα ενός μοντέλου «Δανίας» με ευελιξία στην αγορά εργασίας και αποκαλύπτει το υπόμνημα που κατέθεσαν οι εκπρόσωποι των τεσσάρων θεσμών στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα εργασιακά, εντός του καλοκαιριού και πριν από την σύνταξη του οριστικού πορίσματος.

Σε αυτό, σύμφωνα με την έκθεση του γραφείου Προϋπολογισμού, οι δανειστές υποστηρίζουν την επέκταση των επιχειρησιακών συμβάσεων διότι βοηθούν τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν σε περιόδους οικονομικής δυσχέρειας ή πρσοαρμογής.

Ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να παραμείνει στη δικαιοδοσία του κράτους και μάλιστα γυμνός από προσαυξήσεις λόγω εμπειρίας (ωριμάνσεις – τριετίες). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, από το 2017 ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να αποτελείται από ένα μοναδικό ποσό αναφοράς, χωρίς να περιλαμβάνει τα επιδόματα ωρίμανσης.

Οπως αναφέρεται στην έκθεση: «Οι θεσμοί υποστηρίζουν την επέκταση του πεδίου των επιχειρησιακών συμβάσεων (μισθοί και απασχόληση) διότι βοηθούν τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν σε περιόδους οικονομικής δυσχέρειας ή προσαρμογής. Η μεταρρύθμιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων συμβάλλει, σύμφωνα με τους θεσμούς, στην ευελιξία των επιχειρήσεων προκειμένου να προσαρμόσουν το εργασιακό κόστος μέσω των τιμών και όχι μέσω των απολύσεων.

Στην περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις αποτυγχάνουν, θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα προσφυγής τόσο των εργοδοτών όσο και των εργαζομένων. Σε κάθε περίπτωση κατά τη διαδικασία της διαιτησίας θα λαμβάνονται υπόψιν οικονομικά κριτήρια που αφορούν στην εκάστοτε επιχείρηση, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί στον κλάδο των επιχειρήσεων, που συμμετέχουν στην διαδικασία διαιτησίας. Η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής, σύμφωνα με τους θεσμούς, θα συνεχίζει να υφίσταται.

Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα ήταν προϊόν διμερούς διαπραγμάτευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Εφεξής όμως θα αποφασίζεται από το κράτος και από το 2017 και μετέπειτα θα αποτελεί ένα μοναδικό ποσό αναφοράς χωρίς να περιλαμβάνει τα επιδόματα ωρίμανσης. Ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να αναπροσαρμόζεται έτσι ώστε να συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης και στην μείωση της ανεργίας, ενισχύοντας ταυτόχρονα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας.

Ομαδικές απολύσεις

Ως προς τις ομαδικές απολύσεις οι θεσμοί κρίνουν απαραίτητη την κατάργηση των περιορισμών και την αύξηση του ποσοστού του ορίου των απολύσεων από 5% σε 10%. Με αυτή την πρακτική μειώνονται οι κίνδυνοι μαζικής ανεργίας, όπως συνέβη στις επιχειρήσεις Ηλεκτρονική, Softex και Sprider, όπου εκατοντάδες εργαζόμενοι έχασαν την εργασία τους.

Για το συνδικαλιστικό νόμο, οι θεσμοί υποστηρίζουν ότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στη δομή και την οργάνωση των συνδικάτων, στην εξασφάλιση της εκπροσώπησης όλων των εργαζομένων, καθώς και την εφαρμογή της «ανταπεργίας» («lockout»). Τέλος, επισημαίνουν ότι θα ήταν χρήσιμη η δημιουργία μιας πλατφόρμας ηλεκτρονικής καταγραφής των μελών των συνδικάτων που θα μείωνε τη γραφειοκρατία και θα καταπολεμούσε πρακτικές εκμετάλλευσης.

Οι κύριοι στόχοι της μεταρρύθμισης είναι η δημιουργία κινήτρων για προσλήψεις, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η μείωση του μη μισθολογικού κόστους μέσω της καταπολέμησης της αδήλωτης απασχόλησης, αλλά και της ενίσχυσης των ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης, έτσι ώστε να ενσωματωθούν οι άνεργοι στην αγορά εργασίας ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την απασχολησιμότητα.

Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το ζητούμενο της μεταρρύθμισης των εργασιακών είναι η ευελιξία αλλά με την προστασία των εργαζόμενων, η οποία όμως δεν θα πρέπει να είναι υπέρμετρη γιατί δημιουργούνται στρεβλώσεις. Το δυστύχημα για την Ελλάδα είναι ότι το περιβόητο «ευρωπαϊκό κεκτημένο» που επικαλείται συχνά- πυκνά ο υπουργός Εργασίας έχει υποστεί δραματικές αλλαγές στα χρόνια της κρίσης, ακόμα και σε χώρες με παραδοσιακό δίχτυ ασφαλείας, όπως η Γαλλία.

Κι επειδή η μείωση της απασχόλησης και η αύξηση της ανεργίας δεν είναι… ουρανοκατέβατες αλλά συνυφασμένες με την κρίση, η ευρωπαϊκή πολιτική που προσπάθησε αρχικά να απορυθμίσει την αγορά εργασίας συνδέοντας την ευελιξία με την κοινωνική προστασία, αποτυγχάνοντας παταγωδώς στράφηκε στην ευελιξία με ασφάλεια της απασχόλησης, δηλαδή στο «flexinsurance», όπου ο εργοδότης καλείται να συμβάλει στην κοινωνική προστασία των εργαζομένων αναλογικά με το βαθμό ευελιξίας της σύμβασης εργασίας.

Ημερησία

Μισθό για την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας ύψους 498,10 ευρώ (το 85% του κατώτατου των 586€) τον πρώτο χρόνο και 556,7 ευρώ (το 95% των 586€) προτείνει η Επιτροπή Σοφών αντί των 510€
τα οποία προβλέπει η σημερινή νομοθεσία για όσους ειναι ηλικίας κάτω των 25 ετών. Η διαφοροποίηση αυτή σε βάρος όλων των νέων κάτω των 25 ετών θεωρείται δυσμενής ηλικιακή διάκριση που γίνεται ανεξάρτητα από το αν ο νέος έχει ή δεν έχει εργασιακή εμπειρία. 

Το πόρισμα της Επιτροπής των Ανεξάρτητων Ειδικών για τα εργασιακά παρουσίασε ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, δηλώνοντας ότι οι συστάσεις της Επιτροπής, που περιλαμβάνονται σε αυτό είναι πολύ κοντά στις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης και πως θα αποτελέσουν τη βάση διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς, στο πλαίσιο της β΄ αξιολόγησης.

Στο πόρισμα αναφέρεται, μεταξύ άλλων ότι η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων δεν "βλέπει" την ανάγκη για αυστηρότερους κανόνες σχετικά με την απεργία, ενώ, παράλληλα, δεν "βλέπει" κάποιον επείγοντα λόγο για άρση της απαγόρευσης της ανταπεργίας (lockout). Επίσης, τονίζεται ότι, σε περιπτώσεις προσωρινής οικονομικής δυσχέρειας, η εργασία μειωμένου ωραρίου μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις.

Σχετικά με τον κατώτατο μισθό, στο πόρισμα επισημαίνεται ότι θα πρέπει να υπάρχει ένας νόμιμος κατώτατος μισθός, που θα λαμβάνει υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές σχετικά με την ανάπτυξη, τις τιμές, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση, την ανεργία, τα εισοδήματα και τους μισθούς. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται, υπάρχει διαφωνία στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ως προς την αρμοδιότητα καθορισμού του ύψους και των αυξήσεων του κατώτατου μισθού.

Ο κ. Κατρούγκαλος είπε ότι, σε όλες τις δημόσιες δηλώσεις του και στις κοινοβουλευτικές του παρουσίες, ζητά από όλα τα κόμματα και, ειδικά, από την αξιωματική αντιπολίτευση να δηλώσουν, αν η κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων έχει και τη δική τους υποστήριξη. «Ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, στην ομιλία του στη ΔΕΘ, σημείωσε ότι η πρότασή του προς τους δανειστές είναι να δεχθούν την απαίτηση από τη χώρα μας για μικρότερα πλεονάσματα σε αντάλλαγμα διαρθρωτικών αλλαγών, «όπου στην ιδιόλεκτο του ΔΝΤ είναι περαιτέρω απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και περιορισμός δαπανών, που, προφανώς, σημαίνει μείωση συντάξεων και περαιτέρω μείωση του κοινωνικού κράτους» ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εργασίας. Παράλληλα, συμπλήρωσε ότι η ουσία της κοινής δήλωσης των κοινωνικών εταίρων είναι η αναστροφή της απορρύθμισης, ενώ η ουσία της δήλωσης του προέδρου της ΝΔ είναι η συνέχισή της». «Εδώ, λοιπόν, θα πρέπει να έχουμε καθαρές κουβέντες από τη ΝΔ. Να ξέρουμε, λοιπόν, ποια είναι η δική της θέση επ' αυτού» υπογράμμισε.Σύμφωνα με το πόρισμα, οι συλλογικές συμβάσεις θεωρούνται αντιπροσωπευτικές, εφόσον καλύπτουν το 50% των εργαζομένων της διαπραγματευτικής μονάδας του κλάδου/επαγγέλματος. Σημειώνεται δε ότι η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία θα πρέπει να θεωρείται έσχατο μέσο, «αφού καταδεικνύει έλλειψη εμπιστοσύνης».

«Σε κάθε περίπτωση»-διευκρίνισε-«δεν είμαστε διατεθειμένοι να θυσιάσουμε τα δικαιώματα των Ελλήνων εργαζομένων για οποιοδήποτε αντάλλαγμα».

Ακολουθεί απόσπασμα από την Επιτροπή των Ανεξάρτητων Ειδικών: Οι συστάσεις της Επιτροπής, όπως συνοψίζονται από τον πρόεδρό της, καθηγητή Jan van Ours:

2.1 Συνδικαλιστική Δράση

1. Η ισχύουσα ελληνική νομοθεσία ρυθμίζει εκτενώς τις διαδικασίες για την κήρυξη απεργίας. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων δεν βλέπει την ανάγκη για αυστηρότερους κανόνες σχετικά με την απεργία. Εναπόκειται στον Έλληνα νομοθέτη να καθορίσει τις προϋποθέσεις της νόμιμης απεργίας σεβόμενος το συνταγματικό πλαίσιο.

2. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων δεν βλέπει κάποιον επείγοντα λόγο για άρση της απαγόρευσης της ανταπεργίας (lockout). Οι διατάξεις για τις εργατικές διαφορές στην Ελλάδα έχουν καθιερώσει μία ισορροπία δυνάμεων μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων – οι κανόνες τους είναι αποδεκτοί και από τα δύο μέρη. Ο Έλληνας νομοθέτης μπορεί να διευκρινίσει πως ο εργοδότης δικαιούται να μην πληρώσει τους μη απεργούς εργαζόμενους εφόσον δεν μπορούν να συνεχίσουν την εργασία τους, επειδή λαμβάνει χώρα απεργία στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση.

2.2 Ομαδικές Απολύσεις

3. Πριν την πραγματοποίηση της ομαδικής απόλυσης, οι εργοδότες οφείλουν να προχωρήσουν καλόπιστα σε διαβούλευση και διαπραγμάτευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων. Βάσει των οικονομικών δυνατοτήτων της επιχείρησης, θα πρέπει να σχεδιαστεί ένα κοινωνικό πλάνο που θα παρέχει αποζημίωση στους εργαζόμενους που ενδεχομένως θα μείνουν άνεργοι για ένα αβέβαιο χρονικό διάστημα. Θα πρέπει να παρέχεται επανεκπαίδευση στους εργαζόμενους που απολύονται προκειμένου να ενισχυθούν οι πιθανότητες εύρεσης εργασίας. Οι ομαδικές απολύσεις θα πρέπει να ρυθμίζονται λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία τους ως ένα λειτουργικό εργαλείο για την προσαρμογή των επιχειρήσεων σε περιόδους κρίσης. Το ισχύον σύστημα της προληπτικής διοικητικής έγκρισης συζητείται ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μετά τη την έκδοση της απόφασης επί του προδικαστικού ερωτήματος, το ισχύον σύστημα θα μπορούσε να καταργηθεί ή να αντικατασταθεί από ένα άλλο σύστημα εκ των προτέρων έγκρισης του σχεδίου απολύσεων.

4. Σε περιπτώσεις προσωρινής οικονομικής δυσχέρειας, η εργασία μειωμένου ωραρίου μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις. Η εργασία μειωμένου ωραρίου πρέπει να είναι ευέλικτη βάσει των υπαρχουσών αναγκών της επιχείρησης. Ο εργαζόμενος θα πρέπει να λαμβάνει επίδομα ανεργίας από το δημόσιο ή το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για τις ώρες που δεν μπόρεσε να εργαστεί. Μετά την πάροδο της κρίσης, ο εργοδότης θα μπορεί να προχωρήσει στην επανέναρξη της πλήρους δραστηριότητάς του με τη βοήθεια ενός έμπειρου εργατικού δυναμικού.

2.3 Κατώτατος μισθός

5. Θα πρέπει να υπάρχει ένας νόμιμος κατώτατος μισθός που θα λαμβάνει υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές σχετικά με την ανάπτυξη, τις τιμές, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση, την ανεργία, τα εισοδήματα και τους μισθούς. Υπάρχει διαφωνία στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ως προς την αρμοδιότητα καθορισμού του ύψους και των αυξήσεων του κατώτατου μισθού. Ένα μέρος της Επιτροπής προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, κατόπιν διαβουλεύσεων με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, μέσω εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας με καθολική εφαρμογή. Ένα άλλο μέρος της Επιτροπής προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες.

6. Υπάρχει διαφωνία στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ως προς τη λειτουργία του κατώτατου μισθού των νέων. Ένα μέρος της Επιτροπής προτείνει την αντικατάσταση του κατώτατου μισθού των νέων από ένα μειωμένο κατώτατο μισθό βάσει εργασιακής εμπειρίας με ανώτατη διάρκεια τα δύο έτη. Το ως άνω σύστημα μειωμένου κατώτατου μισθού θα πρέπει να αξιολογηθεί μετά την πάροδο των δύο ετών. Ένα άλλο μέρος της Επιτροπής προτείνει τη διατήρηση του κατώτατου μισθού των νέων με τα ισχύοντα ηλικιακά όρια.

2.4 Συλλογικές διαπραγματεύσεις

7. Οι αντιπροσωπευτικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα μπορούν να επεκτείνονται από το κράτος κατόπιν αίτησης ενός από τα διαπραγματευόμενα μέρη σε κλαδικό ή ομοιοεπαγγελματικό επίπεδο. Οι συλλογικές συμβάσεις θεωρούνται αντιπροσωπευτικές εφόσον καλύπτουν το 50% των εργαζομένων της διαπραγματευτικής μονάδας του κλάδου/επαγγέλματος. Η απόφαση για την επέκταση της συλλογικής σύμβασης λαμβάνεται από τον Υπουργό Εργασίας μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους. Η κυβέρνηση και οι κοινωνικοί εταίροι θα θεσμοθετήσουν ένα διοικητικό σύστημα που θα επιτρέπει τον αξιόπιστο έλεγχο του ποσοστού των εργαζομένων που αντιπροσωπεύεται στη διαπραγματευτική μονάδα. Ένα μέρος της Επιτροπής προτείνει, επίσης, τη δυνατότητα επέκτασης, σε περιπτώσεις σοβαρών προβλημάτων στην αντίστοιχη αγορά εργασίας (υψηλός κύκλος εργασιών, υψηλό ποσοστό χαμηλόμισθων, στρέβλωση ανταγωνισμού), καθώς και σε περιπτώσεις δημοσίου συμφέροντος (π.χ. εισαγωγή συστήματος μαθητείας. Ένα άλλο μέρος της Επιτροπής θεωρεί πως η επέκταση πρέπει να είναι δυνατή μόνο σε περίπτωση που καλύπτεται το όριο του 50%.

8. Υπάρχει διαφωνία στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων σχετικά με την αρχή της εύνοιας. Ένα μέρος της Επιτροπή υποστηρίζει πως συλλογικές συμβάσεις εργασίας χαμηλότερου επιπέδου δεν μπορούν να αποκλίνουν επί τα χείρω εθνικών/κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, εκτός κι αν οι κοινωνικοί εταίροι προβλέπουν ρήτρες για συγκεκριμένα ζητήματα, οι οποίες επιτρέπουν προσωρινές αποκλίσεις σε περιπτώσεις επειγουσών οικονομικών/χρηματοοικονομικών αναγκών των επιχειρήσεων. Ένα άλλο μέρος της Επιτροπής θεωρεί πως η μισθολογική ευελιξία στο μικρο-επίπεδο είναι σημαντική. Συνεπώς, η ιεραρχία των συλλογικών διαπραγματεύσεων πρέπει να διέπεται από την αρχή της επικουρικότητας, όπου συμβάσεις που συνάπτονται σε επιχειρησιακό επίπεδο, εγγύτερα των εμπλεκόμενων εργαζομένων και επιχειρήσεων, υπερισχύουν συμβάσεων που συνάπτονται σε κλαδικό/ομοιοεπαγγελματικό/εθνικό επίπεδο.

9. Η χρονική επέκταση, η μετενέργεια και η διάρκεια των συλλογικών συμβάσεων εργασίας αποφασίζονται από τους κοινωνικούς εταίρους. Αν δεν λάβουν σχετική απόφαση για το πρώτο ζήτημα, η χρονική επέκταση πρέπει να διαρκεί έξι μήνες. Αν το δεύτερο ζήτημα δεν ρυθμιστεί στη συλλογική σύμβαση, η μετενέργεια πρέπει να καλύπτει όλους τους συμφωνηθέντες όρους εργασίας. Αν το τρίτο ζήτημα δεν ρυθμιστεί στη συλλογική σύμβαση, η συλλογική σύμβαση θα μπορεί να καταγγέλλεται με προειδοποίηση τριών μηνών.

10. Αν δεν μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων οι όροι της συλλογικής σύμβασης μπορούν να καθορίζονται μέσω διαιτησίας, κατά προτίμηση εφόσον και τα δύο μέρη συμφωνούν. Η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία θα πρέπει να θεωρείται έσχατο μέσο, αφού καταδεικνύει έλλειψη εμπιστοσύνης. Το σύστημα διαιτησίας τροποποιήθηκε πρόσφατα και θα πρέπει να αξιολογηθεί μέχρι το 2018 προκειμένου να εκτιμηθεί ο ρόλος της διαιτησίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.

11. Οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να διαπραγματεύονται για τις μισθολογικές ωριμάνσεις, την ίση μεταχείριση υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών, τη δια βίου μάθηση, την παραγωγικότητα, την καινοτομία και την ενσωμάτωση των νέων, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτικά σχόλια που περιλαμβάνονται στην παρούσα έκθεση. Με δεδομένο πως ορισμένα από τα ως άνω ζητήματα συνδέονται στενά με στρατηγικές του κράτους για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και τη βελτίωση και του συστήματος επαγγελματικής επιμόρφωσης, η ενδυνάμωση ενός ουσιαστικού τριμερούς κοινωνικού διαλόγου είναι απαραίτητη. Σε αυτό το πλαίσιο μία συζήτηση για τα προβλήματα του συνδικαλιστικού νόμου θα ήταν χρήσιμη. Ωστόσο, σε αυτό το πεδίο, δεν βλέπουμε κάποια αντίθεση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις ευρωπαϊκές πρακτικές.

12. Ο Ο.Α.Ε.Δ. πρέπει να εξετάσει την ανάπτυξη πρωτοβουλιών για τη αποτελεσματικότερη επανένταξη των ανέργων και την προσέλκυση θέσεων εργασίας σε επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων καλά σχεδιασμένων επιδοτήσεων πρόσληψης με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου.

ΤΟ ΠΟΡΙΣΜΑ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ
imerisia.gr

Την ώρα που οι δανειστές –και κυρίως το ΔΝΤ- εμφανίζονται έτοιμοι να κρατήσουν εξαιρετικά σκληρή στάση στα εργασιακά εγείροντας αξιώσεις που δύσκολα θα μπορέσει να «περάσουν» από τη Βουλή, η κυβέρνηση καταβάλλει κάθε προσπάθεια, μέσω δηλώσεων, να εμφανιστεί διατεθειμένη να κρατήσει αυτή τη φορά τις «κόκκινες γραμμές».

Το αν θα περιοριστεί η διαπραγμάτευση μόνο στα θέματα που εμφανίζεται διατεθειμένη να συζητήσει η ελληνική πλευρά ή όχι, θα φανεί το φθινόπωρο.
Δεδομένου ότι απέχουμε χρονικά περίπου τρεις μήνες από την τελική μάχη για τα εργασιακά, οι δηλώσεις είναι πιο... εύκολες για τα μέλη της κυβέρνησης. Για μια ακόμη φορά, ο υπουργός Εργασίας δήλωνε ότι στη διαδικασία για την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, δεν θα τεθεί θέμα μισθών.

Την ίδια ώρα όμως, το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα παραμένει υψηλός –αναλογικά με το ΑΕΠ της χώρας- ενώ οι θεσμοί δεν ξεχνούν ότι η χώρα έχει αποδεχτεί τη θέσπιση του ενός ενιαίου κατώτατου μισθού κάτι που σημαίνει κατάργηση των τριετιών και κάθε επιδόματος που μπορεί να προσαυξάνει τον ελάχιστο μισθό στη χώρα.

Ο Γιώργος Κατρούγκαλος, επιχείρησε να διαψεύσει για μια ακόμη φορά ότι σε αυτό τον γύρο διαπραγμάτευσης θα τεθεί θέμα κατώτατου μισθού. Όπως ανέφερε, το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης στα εργασιακά περιορίζεται σε τρία μόνο ζητήματα: ένα που ετέθη από την πλευρά της κυβέρνησης, αυτό της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, και δύο πάγια αιτήματα του ΔΝΤ: τις ομαδικές απολύσεις και το συνδικαλιστικό νόμο.

Το αν θα περιοριστεί η διαπραγμάτευση μόνο στα θέματα που εμφανίζεται διατεθειμένη να συζητήσει η ελληνική πλευρά ή όχι, θα φανεί το φθινόπωρο. Γεγονός είναι πάντως ότι το μνημόνιο αφήνει όλα τα περιθώρια «ανοικτά» δεδομένου ότι μιλά για την υιοθέτηση των βέλτιστων πρακτικών.

Τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό στην πράξη;

Κατώτατος μισθός

Το ζητούμενο είναι αν οι δανειστές θα μας επιβάλλουν να πάμε σε έναν νομοθετημένο κατώτατο μισθό (single rate) ή αν θα παραμείνει το σημερινό καθεστώς. Το ζητούμενο, πρακτικά, είναι αν την επόμενη ημέρα των διαπραγματεύσεων, θα υπάρχουν (ή όχι) οι λεγόμενες τριετίες οι οποίες προσαυξάνουν τον βασικό μισθό των εργαζομένων ανάλογα με τα χρόνια προϋπηρεσίας.

Σήμερα, ο βασικός μισθός των 586 ευρώ (ή 511 ευρώ για τα άτομα ηλικίας κάτω των 25 ετών) προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε τριετία. Αν πάμε στο καθεστώς του ενός ενιαίου μισθού για όλους, τότε πρακτικά θα υπάρξουν εργαζόμενοι με πείρα οι οποίοι θα χάσουν έως και το 30% των αποδοχών τους.

Θεσμοθετημένος εθνικός κατώτατος μισθός, χωρίς επιδόματα και τριετίες, υπάρχει σήμερα σε 22 από τις 28 χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε όλες σχεδόν τις χώρες, ωστόσο, η απόφαση για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται κρατικά και όχι μέσω απ’ ευθείας διαπραγματεύσεων των κοινωνικών εταίρων.

Αυτό ισχύει και στην Ελλάδα (ο βασικός μισθός καθορίζεται με νόμο από τότε που ψηφίστηκε ο νόμος 4172/2013) και δύσκολα θα αλλάξει. Πιθανό είναι βέβαια να αλλάξει το ύψος του κατώτατου μισθού καθώς ο νόμος 4172, προβλέπει μηχανισμό καθορισμού του κατώτατου μισθού και του ημερομισθίου από το κράτος με βάση αντικειμενικά κριτήρια (παραγωγικότητα, ανταγωνιστικότητα, κόστος ζωής, επίπεδο απασχόλησης κ.α.), ύστερα από προηγούμενη διαβούλευση με τη ΓΣΕΕ και τις εργοδοτικές οργανώσεις.

Στο στόχαστρο αναμένεται να μπει, εκτός από τις τριετίες, και το θέμα του επιδόματος γάμου το οποίο παραμένει σε ισχύ μέχρι το τέλος του 2016. Τι θα μπορούσε να κερδίσει η κυβέρνηση αν ανοίξει η κουβέντα για το single rate; Την κατάργηση της διαφοροποίησης του μισθού με βάση ηλικιακά κριτήρια.

Απεργίες

Η σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες του εξωτερικού (σ.σ όπως προαναφέρθηκε πιλότος είναι οι βέλτιστες πρακτικές στην Ευρώπη) δείχνει ότι στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά περιορισμένος ο χρόνος προειδοποίησης για την κήρυξη απεργιών (24 ώρες στον ιδιωτικό τομέα και 4 ημέρες στον ευρύτερο δημόσιο) ενώ «ελέγχονται» οι διαδικασίες λήψης των αποφάσεων και οι συνδικαλιστικές «διευκολύνσεις» (άδειες, απαγόρευση απόλυσης κ.ά.).

Είναι πιθανό, να ζητηθεί αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου ώστε οι απεργίες να προκηρύσσονται με την ψήφο του 50% των εγγεγραμμένων στο σωματείο και όχι του 50% των παρευρισκομένων.

Ομαδικές απολύσεις

Σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν προβλέπεται υπουργικό «βέτο» σε ομαδικές απολύσεις ενώ μόνο στην Ολλανδία ζητείται προηγούμενη έγκριση από την περιφερειακή υπηρεσία απασχόλησης η οποία εφαρμόζει την «ουσία» της ευρωπαϊκής οδηγίας 98/59/ΕΚ και των διεθνών συμβάσεων, επιβάλλοντας στον εργοδότη ακόμη και την υποχρέωση καταβολής επιδομάτων ανεργίας.

Στην Ελλάδα είναι ελεύθερες οι απολύσεις σε επιχειρήσεις με λιγότερα από 20 άτομα, και δεν ελέγχονται οι απολύσεις μέχρι 6 εργαζομένων το μήνα για επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που απασχολούν 20 έως 150 άτομα και 5% του προσωπικού και μέχρι 30 εργαζόμενοι για επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που απασχολούν πάνω από 150.

Το ζητούμενο είναι, για τους δανειστές, να αλλάξει το ποσοστό (στην κατεύθυνση της απελευθέρωσης) για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Το θέμα είναι αν η απελευθέρωση, θα συνοδευτεί και από μέτρα προστασίας των εργαζομένων αντίστοιχα με αυτά που υπάρχουν στο εξωτερικό. (σχέδιο για τη στήριξη, κατάρτιση ή και επαναπρόσληψη, κατά σειρά προτεραιότητας, των απολυομένων).

Η Ελλάδα αποκλίνει, και σε ό,τι αφορά στο δικαίωμα των εργοδοτών στην ανταπεργία (lockout). Στις περισσότερες χώρες, υπάρχει αυτό το δικαίωμα, ωστόσο, ακόμη και οι ίδιοι οι εργοδότες στην Ελλάδα δεν φαίνεται να ζητούν μια τέτοια αλλαγή.

Επέκταση συμβάσεων

Έχοντας ως «πάτωμα» ασφαλείας τον κατώτατο (νομοθετημένο) μισθό για τις ελάχιστες αμοιβές κάθε ατομικής ή επιχειρησιακής σύμβασης εργασίας, η ευρωπαϊκή πρακτική ενθαρρύνει την αποκέντρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την (υπό όρους) επέκταση όσων υπογράφονται σε επίπεδο κλάδου.

Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ολλανδίας, της Αυστρίας, της Δανίας κ.α όπου έχει αναπτυχθεί κουλτούρα διαπραγμάτευσης σε κλαδικό και επιχειρησιακό επίπεδο.

Στην Ελλάδα κυριαρχούν, πλέον, οι ατομικές (σχεδόν για τους 8 στους 10 εργαζόμενους) και οι επιχειρησιακές συμβάσεις (163 μέσα στο πρώτο 5μηνο) ενώ οι ελάχιστες κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές (μόνο 6 και 3, αντίστοιχα) δεσμεύουν μόνο τα μέλη των εργοδοτικών οργανώσεων που τις υπογράφουν, δημιουργώντας συνθήκες άνισου ανταγωνισμού (και αποχώρησης των εργοδοτών από τις οργανώσεις τους).

Αυτό είναι άλλο ένα πεδίο στο οποίο θέλει να εμφανίσει μια «νίκη» η ελληνική κυβέρνηση, εμφανιζόμενη ότι επαναφέρει, έστω και μερικώς, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Τη χορήγηση συντάξεων με βάση τις εισφορές ολόκληρου του εργασιακού βίου και χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης (του ν. 3863/10) ακόμη και για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους -που διατηρούν,

παρά τις τελευταίες αλλαγές στο Ασφαλιστικό, ευνοϊκότερο τρόπο υπολογισμού για τον χρόνο ασφάλισης έως το 2010- εισηγούνται μέλη της Επιτροπής «σοφών» για το νέο συνταξιοδοτικό.

Η εισήγηση αναμένεται να υποβληθεί στη συνεδρίαση της Επιτροπής Κατρούγκαλου την επόμενη εβδομάδα, με δεδομένη την προβλεπόμενη από το τρίτο μνημόνιο ενοποίηση (το 2016) «υπό την ομπρέλα» του ΙΚΑ όλων των Ταμείων κύριας ασφάλισης και στο πλαίσιο της αναζήτησης «ισοδύναμων» μέτρων για να «καλυφθούν» τα ελλείμματα της κοινωνικής ασφάλισης χωρίς νέες «αδικαιολόγητες» περικοπές στις συντάξεις. Σύμφωνα με τη σχετική εισήγηση, η εφαρμογή ενιαίου τρόπου υπολογισμού όλων των συντάξεων θα «εξαφανίσει» τα ειδικά καθεστώτα που εξακολουθούν να ισχύουν κυρίως στα ειδικά ταμεία (ΔΕΚΟ, τραπεζών κ.α.) ύστερα από την κατάργηση των κοινωνικών πόρων, θα απλοποιήσει τον τρόπο απονομής των συντάξεων και θα εξοικονομήσει πόρους για το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.

Tην τελευταία αλλαγή του συνταξιοδοτικού, όσοι συνταξιοδοτούνται μετά την 1η/1/2015 λαμβάνουν ένα τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισής τους έως 31/12/2010, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των Ταμείων τους (ποσοστά αναπλήρωσης από 70% και πάνω για 35ετία), και δεύτερο τμήμα, αναλογικό του χρόνου ασφάλισής τους από 1/1/2011 με βάση τις εισφορές και μέρος της βασικής σύνταξης. Αντιθέτως, η σύνταξη ενός ασφαλισμένου για πρώτη φορά από την 1η/1/2011 και μετά υπολογίζεται, για ολόκληρο τον εργασιακό βίο, με βάση χαμηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης.


Παράλληλα, το τρίτο Μνημόνιο ζητά να βρεθούν, έως τον Οκτώβριο, νέα μέτρα ύψους 1% του ΑΕΠ (1,7 - 1,8 δισ. ευρώ) για το 2016, χωρίς να υπολογίζεται το κόστος (έως 4 δισ. ευρώ) από την τυχόν εφαρμογή της απόφασης του ΣτΕ, που έχει κρίνει ως αντισυνταγματικές, επειδή δεν συνοδεύονταν από οικονομική μελέτη, τις παρακρατήσεις εισφορών στις συντάξεις άνω των 1.000 ευρώ, την ολοσχερή κατάργηση των δώρων κ.α. Μέλη της Επιτροπής εκτιμούν ότι η παρακράτηση των εισφορών θα επανανομοθετηθεί και δεν αποκλείεται να συμπεριλάβει όλες τις συντάξεις (με αναλογικά ποσοστά κρατήσεων).
Τα «ανοίγματα»
Το έλλειμμα στα ταμεία κύριας ασφάλισης υπολογίζεται να φτάσει το 2016 στα 2,4 δισ. ευρώ, ποσό που είναι αδύνατο να «καλυφθεί» από τα μέτρα που ήδη έχουν ψηφιστεί και τα οποία θα αρχίσουν να «ωριμάζουν» από το 2018 και μετά (άμεση εξοικονόμηση φέρνουν μόνο οι αυξημένες εισφορές ασθενείας των συνταξιούχων που, όμως, αποδίδονται στον... ΕΟΠΥΥ).

«Ισοδύναμα» για τις «ρήτρες»
Κορυφαία μέλη της Επιτροπής Κατρούγκαλου θεωρούν ότι αν δεν αλλάξει η αρχιτεκτονική του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης είναι αδύνατον να βρεθούν... ισοδύναμα για να αποφευχθούν νέες μειώσεις στις επικουρικές και στα εφάπαξ με βάση τις ρήτρες μηδενικών ελλειμμάτων. Με το έλλειμμα στα επικουρικά ταμεία κοντά στο 1,3 δισ. ευρώ το 2016 και στα ταμεία που χορηγούν εφάπαξ στα 900 εκατ. ευρώ, εισηγούνται αντί της αύξησης εισφορών και της περικοπής παροχών:

  • Για τα επικουρικά είτε την ενοποίηση με την κύρια ασφάλιση (που όμως έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά και προβλέπει την υποχρεωτική κρατική συμμετοχή, στο πλαίσιο της τριμερούς χρηματοδότησης), είτε τη μετατροπή τους σε ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης.
  • Για τα Ταμεία Πρόνοιας προτείνεται η ενοποίησή τους κατά τα πρότυπα του ΕΤΕΑ σε ένα ενιαίο ταμείο.

Οπως σημειώνει στην «Ημερησία» ο γενικός διευθυντής του Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων Ν. Καλάκος, η ενοποίηση και το «μπλόκο» στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις ακόμη και για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους, «καθιστούν βραχυπρόθεσμο» το ταμειακό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα Ταμεία Πρόνοιας (37.000 εφάπαξ παραμένουν απλήρωτα), ενώ έως το 2019 οι εισφορές των «εν ενεργεία» υπαλλήλων θα επαρκούν για να πληρώνονται τα εφάπαξ.

Νέα μέτρα
Με βάση το τρίτο μνημόνιο, τον Οκτώβριο πρέπει να οριστικοποιηθούν επιπλέον παραμετρικές αλλαγές στο Ασφαλιστικό, οι οποίες θα τεθούν σε ισχύ από την 1η/1/2016. Αν δεν βρεθούν «ισοδύναμα» θα πρέπει:

Να αυξηθούν όσες εισφορές παραμένουν χαμηλές ή είναι αναντίστοιχες σε σχέση με τις παροχές είτε λόγω των εσόδων από κοινωνικούς πόρους (προβλέπεται να καταργηθούν από τις 31 Οκτωβρίου), είτε εξαιτίας της υψηλής χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό (π.χ. για τους αγρότες).
Να γίνουν νέες μειώσεις στις καταβαλλόμενες συντάξεις.

imerisia.gr

Δόθηκε στη δημοσιότητα πριν από λίγο, το νομοσχέδιο για τα εργασιακά, που αποκαθιστά το πλαίσιο λειτουργίας των Συλλογικών Συμβάσεων εργασίας, αλλά επίσης αναβαθμίζει το ρόλο της Μεσολάβησης και της Διαιτησίας.
 
Κρίσιμο είναι και το Άρθρο 15 του νομοσχεδίου που καθορίζει με ακρίβεια την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ, από την 1η Οκτωβρίου 2015, με κατάληξη τα 751 ευρώ, από την 1η Ιουλίου 2016. Το σχέδιο νόμου που αυτοπροσδιορίζεται ως τροποποίηση του νόμου 1876/1990, ενός νόμου που καταργήθηκε από τις νομοθετικές παρεμβάσεις, ελέω Μνημονίων, τονίζει τα ακόλουθα:
 
Στο Άρθρο 1, επεξηγούνται οι ρυθμίσεις που μπορεί να προκύψουν από την υπογραφή μιας συλλογικής σύμβασης εργασίας. Ειδικότερα, διευκρινίζεται ότι οι ΣΣΕ μπορούν να ρυθμίζουν ζητήματα σχετικά με τη σύναψη, τους όρους και τη λήξη των ατομικών συμβάσεων εργασίας που εμπίπτουν στο πεδίο ισχύος της. Επίσης, μπορούν να ασχοληθούν με ζητήματα άσκησης του συνδικαλιστικού δικαιώματος σε μια επιχείρηση, όπως επίσης και με θέματα κοινωνικής ασφάλισης, εκτός όμως από συνταξιοδοτικά.
 
Στο Άρθρο 2 τονίζονται αναλυτικά τα είδη των συλλογικών συμβάσεων εργασίας που υπάρχουν. Αυτά είναι η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ενώ προστίθενται ως έννοια και οι ομιλικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούν τους εργαζομένους ομίλων συνδεδεμένων επιχειρήσεων. Ως συνδεδεμένες, θεωρούνται οι επιχειρήσεις εκείνες, μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική. Επίσης, ισχύουν κανονικά οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας και οι τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Σημειώνεται ότι οι κλαδικές, επιχειρησιακές, ομιλικές και εθνικές ή τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν επιτρέπεται να περιέχουν όρους αμοιβής και εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους αμοιβής και εργασίας των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
 
Στο Άρθρο 3 γίνεται εκτενής αναφορά στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, όπως επίσης και στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή. Το συγκεκριμένο δικαίωμα μπορεί να ασκείται από συνδικαλιστικές οργανώσεις, είτε εργαζομένων, είτε εργοδοτών, πάντοτε με έγγραφη ειδοποίηση. Η έναρξη των διαπραγματεύσεων ορίζεται το αργότερο 10 μέρες μετά την επίδοση του σχετικού εγγράφου. Η πλευρά των εργαζομένων, δικαιούται να ζητήσει από τους εργοδότες πλήρη στοιχεία για την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης ή του κλάδου. Για παράδειγμα, αν πρόκειται για επιχειρησιακή σύμβαση, η επιχείρηση οφείλει να παράσχει στοιχεία σχετικά με το μισθολογικό κόστος. Εάν πρόκειται για ομιλική συλλογική διαπραγμάτευση, τα στοιχεία που θα κατατεθούν πρέπει να αφορούν κάθε μία από τις επιχειρήσεις του ομίλου.
 
Στο Άρθρο 4 γίνεται αναφορά στο πώς τίθεται σε ισχύ μια συλλογική σύμβαση εργασίας και τονίζεται ως όριο η 1η Οκτωβρίου 2015 για να προσαρτώνται υποχρεωτικά σε αυτές ένας Πίνακας Αποδοχών στον οποίο θα αποτυπώνονται αναλυτικά, οι τιθέμενοι με τη συλλογική σύμβαση όροι αμοιβής, μισθοί, επιδόματα και κάθε είδους χρηματικές προσαυξήσεις ή παροχές που δικαιούνται οι εργαζόμενοι ανά ειδικότητα, εξειδίκευση, χρόνο προϋπηρεσίας, κατηγορία, θέση, συνθήκες εργασίας. Στο Άρθρο 5 ξεκαθαρίζεται ποιοι έχουν την ικανότητα για να συνάψουν συλλογική σύμβαση εργασίας.
 
Τούτο μπορεί να προκύψει από συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών όλων των βαθμίδων στο πεδίο της δραστηριότητάς τους. Επιλέγεται, αν χρειαστεί, η πιο αντιπροσωπευτική από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας είναι ο αριθμός των εργαζομένων που ψήφισε στις τελευταίες εκλογές για ανάδειξη διοίκησης.
 
Στο Άρθρο 6 τονίζεται ότι οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους όρους εργασίας που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Στους εργαζόμενους αυτούς περιλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους οργανισμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης. Οι υπόλοιπες συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεσμεύουν τους εργαζόμενους και εργοδότες που είναι μέλη των συμβαλλόμενων συνδικαλιστικών οργανώσεων, τον εργοδότη που συνάπτει συλλογική σύμβαση εργασίας ατομικά και τους εργοδότες που συνάπτουν συλλογική σύμβαση εργασίας.
 
Εφ' όσον ο εργοδότης ή οι εργοδότες δεσμεύονται από επιχειρησιακή ή ομιλική συλλογική σύμβαση εργασίας, οι κανονιστικοί όροι της ισχύουν υποχρεωτικά και στις εργασιακές σχέσεις όλων των εργαζομένων που απασχολούνται από τον εν λόγω εργοδότη ή εργοδότες αντίστοιχα. Στο Άρθρο 7 ορίζεται με σαφήνεια ο χρόνος ισχύος μιας συλλογικής σύμβασης εργασίας, ο οποίος δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα έτος. Η ισχύς της συλλογικής σύμβασης εργασίας αρχίζει από την ημέρα της κατάθεσής της στο κατά τόπο αρμόδιο τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων και λήγει με την πάροδο του χρόνου που συμφωνήθηκε ή με καταγγελία σύμφωνα με διατάξεις του νόμου αυτού.
 
Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να ορίσουν για τη συλλογική σύμβαση εργασίας αναδρομική ισχύ έως την ημέρα της λήξης ή της καταγγελίας της προηγούμενης συλλογικής σύμβασης εργασίας. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει προηγούμενη συλλογική σύμβαση εργασίας, από την έναρξη των διαπραγματεύσεων. Οι κανονιστικοί όροι συλλογικής σύμβασης, που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν για ένα εξάμηνο και εφαρμόζονται και στους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό.
 
Εάν υπάρξει προσφυγή στη διαδικασία της Μεσολάβησης και της Διαιτησίας, τότε προκύπτει αυτοδίκαιη παράταση της κανονιστικής ισχύος μιας συλλογικής σύμβασης, μέχρι την υπογραφή συλλογικής σύμβασης ή μέχρι το πέρας της διαδικασίας της μεσολάβησης ή μέχρι την έκδοση διαιτητικής απόφασης. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι μετά την πάροδο του εξαμήνου ή των τυχόν παρατάσεων της προηγούμενης παραγράφου, οι υφιστάμενοι όροι εργασίας εξακολουθούν να ισχύουν, μέχρις ότου λυθεί ή τροποποιηθεί η ατομική σχέση εργασίας.
 
Στο Άρθρο 8 ξεκαθαρίζεται ότι η κλαδική, η ομιλική ή η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση συρροής με ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση εργασίας. Στο Άρθρο 9 σημειώνεται ότι συνδικαλιστικές οργανώσεις και εργοδότες που δεν δεσμεύονται από συλλογική σύμβαση εργασίας μπορούν να προσχωρήσουν από κοινού σε συλλογική σύμβαση εργασίας που αφορά την κατηγορία τους. Προσχώρηση όμως σε επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας δεν είναι δυνατόν να γίνει από εργοδότη ή συνδικαλιστική οργάνωση εργαζομένων άλλης επιχείρησης.
 
Με απόφασή του, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, ο Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορεί να επεκτείνει και να κηρύξει γενικώς υποχρεωτική για όλους τους εργαζόμενους του κλάδου ή επαγγέλματος συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51 % των εργαζομένων του κλάδου ή επαγγέλματος. Στο Άρθρο 10 γίνεται εκτενής αναφορά στη διαδικασία της μεσολάβησης η οποία αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά.
 
Ο μεσολαβητής επιλέγεται από τα μέρη από ειδικό κατάλογο μεσολαβητών. Σε περίπτωση ασυμφωνίας των μερών ο μεσολαβητής ορίζεται με κλήρωση. Για τον σκοπό αυτόν, ύστερα από 48 ώρες από την υποβολή της αίτησης, η αρμόδια υπηρεσία του ΟΜΕΔ καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή μεσολαβητή και σε περίπτωση διαφωνίας για την ανάδειξή του με κλήρωση. Ο μεσολαβητής οφείλει να αναλάβει τα καθήκοντά του εντός πέντε εργάσιμων ημερών το αργότερο από τον ορισμό του.
 
Ο μεσολαβητής δύναται, εντός προθεσμίας τριών εργάσιμων ημερών από την ανάληψη των καθηκόντων του, να απευθύνει σχετικά ερωτήματα στο Σώμα Εμπειρογνωμόνων με σκοπό τη σύνταξη έκθεσης, η οποία υποβάλλεται σε αυτόν εντός οκτώ ημερών από την υποβολή των ερωτημάτων. Ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη σε συζητήσεις, προβαίνει σε κατ' ιδίαν ακρόαση των μερών, σε εξετάσεις προσώπων και λαμβάνει υπόψη την έκθεση του Σώματος Εμπειρογνωμόνων, την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικής δραστηριότητας στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, το πραγματικό εισόδημα και την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και την εν γένει οικονομική κατάσταση των μερών.
 
Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεσμία είκοσι εργάσιμων ημερών, από την επομένη της ημέρας ανάληψης των καθηκόντων του μεσολαβητή, ο μεσολαβητής κοινοποιεί στα μέρη την πρότασή του. Με συμφωνία των μερών, η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να παρατείνεται κατά μέγιστο για δέκα ημέρες. Εντός τριών ημερών από την κοινοποίηση της πρότασης του μεσολαβητή, καθένα από τα μέρη μπορεί να υποβάλλει αιτιολογημένη τροποποιητική πρόταση, την οποία κοινοποιεί και στο άλλο μέρος.
 
Στην περίπτωση αυτή, η διαδικασία της μεσολάβησης παρατείνεται για πέντε ημερολογιακές ημέρες, μετά την παρέλευση των οποίων ο μεσολαβητής υποχρεούται να κοινοποιήσει στα μέρη την οριστική πρότασή του. Αν τα μέρη δεν γνωστοποιήσουν εγγράφως την αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή μέσα σε πέντε ημέρες από την κοινοποίησή της, θεωρείται ότι την απέρριψαν. Εφ' όσον η πρόταση γίνεται δεκτή, ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας. Στο Άρθρο 11 τονίζονται οι περιπτώσεις που είναι δυνατή η προσφυγή μονομερώς στη διαιτησία.
 
Η διαιτησία διεξάγεται από έναν διαιτητή ή από Τριμελή Επιτροπή Διαιτησίας. Ο διαιτητής ή οι διαιτητές της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, ο ορισμός ενός εκ των διαιτητών ως προέδρου της Επιτροπής, καθώς και οι αναπληρωτές τους, επιλέγονται με συμφωνία των μερών από τον κατάλογο διαιτητών του Ο.ΜΕ.Δ. και σε περίπτωση ασυμφωνίας με κλήρωση. Εντός 48 ωρών από την προσφυγή στη διαιτησία, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή διαιτητή ή Επιτροπής Διαιτησίας και του προέδρου της, καθώς και των αναπληρωτών τους. Ο διαιτητής και η Επιτροπή Διαιτησίας έχουν τα ίδια δικαιώματα με τον μεσολαβητή. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται σε 15 ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του διαιτητή ή της Επιτροπής Διαιτησίας αν προηγήθηκε μεσολάβηση και σε 35 ημέρες αν δεν προηγήθηκε.
 
 
Η απόφαση της Επιτροπής Διαιτησίας λαμβάνεται κατά πλειοψηφία. Η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. κοινοποιεί τη διαιτητική απόφαση στα δεσμευόμενα από αυτήν μέρη εντός πέντε εργασίμων ημερών από εκδόσεώς της. Η απόφαση της διαιτησίας εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και ισχύει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση ή της προσφυγής στη διαιτησία, εφόσον δεν προηγήθηκε μεσολάβηση, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Σε περιπτώσεις προσφυγής στη διαιτησία αναστέλλεται η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας για διάστημα δέκα 10 ημερών από την ημέρα προσφυγής.
 
Στο Άρθρο 12 γίνεται λεπτομερής αναφορά στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), ο οποίος λειτουργεί ως ανεξάρτητος φορέας. Σκοπός του Ο.ΜΕ.Δ. είναι η υποστήριξη των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων με την παροχή υπηρεσιών Μεσολάβησης και Διαιτησίας προς τις εργατικές και εργοδοτικές οργανώσεις και μεμονωμένους εργοδότες. Διοικείται από 9μελές διοικητικό συμβούλιο, που αποτελείται από: Έναν εκπρόσωπο του ΣΕΒ, έναν της ΓΣΕΒΕΕ, έναν της ΕΣΕΕ και έναν του ΣΕΤΕ με τους αναπληρωτές τους, τέσσερεις εκπροσώπους της ΓΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους, τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που επιλέγονται με απόφαση των 2/3 των μελών.
 
Στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας συμμετέχει ως παρατηρητής και χωρίς δικαίωμα ψήφου, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με τον αναπληρωτή του, κάτοχος πτυχίου πανεπιστημίου με εμπειρία στα εργασιακά θέματα. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τριετής.
 
Ο επαναδιορισμός των τακτικών μελών είναι δυνατός για μία ακόμη συνεχόμενη τριετία. Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές αποτελούν ενιαίο σώμα. Ο ανώτατος αριθμός θέσεων μεσολαβητών και διαιτητών για όλη τη χώρα είναι 50 εκ των οποίων οι 20 είναι και διαιτητές. Ταυτόχρονα ιδρύεται Σώμα Εμπειρογνωμόνων υπαγόμενο στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας.
 
Ο ανώτατος αριθμός των εμπειρογνωμόνων είναι τριάντα. Οι μεσολαβητές, οι διαιτητές και οι εμπειρογνώμονες προσλαμβάνονται με τριετή θητεία, με δυνατότητα ανανέωσης μέχρι τρεις συνολικά θητείες με οποιαδήποτε από τις δύο ιδιότητες. Προκειμένου να ανανεωθεί η θητεία τους επανακρίνονται σύμφωνα με όσα ορίζει ειδικός κανονισμός με αιτιολογημένη απόφαση των 2/3 των εννέα μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Το ίδιο ισχύει και για την απόκτηση της ιδιότητας του διαιτητή από τους υπηρετούντες ήδη ως μεσολαβητές. Στο Άρθρο 13 ορίζεται ο τακτικός πόρος υπέρ ΟΜΕΔ, που θα προκύπτει κατ’ ίσα μέρη επί των εισφορών εργαζομένων και εργοδοτών. Ταυτόχρονα, θα υπάρχει κα τακτική επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
 
Έσοδα θα προκύπτουν επίσης, από ποσά που εισπράττονται από τους ενδιαφερόμενους που προσφεύγουν στις υπηρεσίες του Οργανισμού, μέσα από την καταβολή παραβόλου στον Οργανισμό, αλλά και από δωρεές, δημοσιεύσεις, εκδηλώσεις, εκδόσεις κ.λπ. Στο Άρθρο 14 αναφέρονται οι ποινικές κυρώσεις που υπάρχουν στην περίπτωση παραβίασης όρων συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής ή υπουργικής απόφασης. Προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι έξι μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 2.000 ευρώ.
 
Στο Άρθρο 15 γίνεται αναλυτική αναφορά στην αύξηση του κατώτατου μισθού και του ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες της χώρας. Εφόσον η εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας δεν ορίσει ευνοϊκότερα, ο νόμιμος κατώτατος μισθός των υπαλλήλων και το ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών της Χώρας καθορίζεται ως εξής:
 
α) Μέχρι την 30.9.2015, ο νόμιμος κατώτατος μισθός και το νόμιμο κατώτατο ημερομίσθιο για τους εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου διατηρούνται στο ύψος που είναι σήμερα, δηλαδή στα 586 ευρώ μικτά και ειδικά για νέους έως 25 ετών, στα 511 ευρώ μικτές αποδοχές το μηνα.
 
β) Από την 1.10.2015 οι μισθοί των υπαλλήλων, ανεξαρτήτως ηλικίας, που υπολείπονται των 650 ευρώ, ορίζονται στα 650 ευρώ.
 
γ) Από την 1.10.2015, τα ημερομίσθια των εργατοτεχνιτών, ανεξαρτήτως ηλικίας, που υπολείπονται των 29,05 ευρώ, ορίζονται στα 29,05 ευρώ.
 
δ) Από την 1.7.2016, οι μισθοί των υπαλλήλων, ανεξαρτήτως ηλικίας, που υπολείπονται των 751,39 ευρώ, ορίζονται στα 751,39 ευρώ. ε) Από την 1.7.2016, τα ημερομίσθια των εργατοτεχνιτών, ανεξαρτήτως ηλικίας, που υπολείπονται των 33,57 ευρώ, ορίζονται στα 33,57 ευρώ. Στο Άρθρο 16 τονίζεται ότι ακυρώνονται τυχόν αποφάσεις του εργοδότη που επηρεάζουν ουσιωδώς την υπόσταση και το περιεχόμενο των ατομικών συμβάσεων εργασίας.
 
Πρόκειται για αποφάσεις που μπορεί να ληφθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Στο Άρθρο 17 ξεκαθαρίζεται ότι καταργείται η διαβόητη 6η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου. Συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις που είναι σε ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος εξακολουθούν να ισχύουν για την περίοδο ισχύος που καθεμία ορίζει. Κανονισμοί Εργασίας και Οργανισμοί Προσωπικού, που καταρτίστηκαν με συλλογικές συμβάσεις εργασίας οι οποίες έληξαν ή καταργήθηκαν σύμφωνα με την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου αριθμός 6/2012, αναβιώνουν και επαναφέρονται σε ισχύ ως συλλογικές συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου.
 
Σελίδα 1 από 2

kalimnos

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot