O ελληνικός κινηματογράφος τίμησε το θέμα των εκλογών, με πολύ λίγες ταινίες, επιδεικνύοντας έναν φόβο για το θέμα αυτό, ίσως γιατί το παλιό ελληνικό σινεμά ήταν λαϊκό θέαμα και οι συνέπειες ενός λάθους χειρισμού να ήταν καταστροφικές. Εν αντιθέσει με τα τελευταία χρόνια, τις μεταπολεμικές δεκαετίες, μέχρι και την πτώση της χούντας, ήταν άγνωστη η πολιτική τοποθέτηση σχεδόν όλων των αγαπημένων πρωταγωνιστών, όπως και των τραγουδιστών ή άλλων γνωστών στο χώρο του θεάματος.

Με αφορμή τις αυριανές εκλογές, για το Ευρωκοινοβούλιο, τους δήμους και τις Περιφέρειες, ας θυμηθούμε τις ταινίες με θέμα τις εκλογές που έχουν ένα διαφορετικό άρωμα και που θυμίζουν στους παλαιότερους εποχές που έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, αν και πάντα υπάρχουν οι δεσμοί με τις σύγχρονες εποχές. Θα θυμηθούμε τους αξέχαστους Γκρούεζα, Μαυρογιαλούρο και Γκόρτσο, τους διαχρονικούς ψευτοθόδωρους και τους απαραίτητους κλακαδόρους.

«Υπάρχει και Φιλότιμο»

Εμβληματική κωμωδία του 1965, που προβάλλεται πάντα την ημέρα των εκλογών από κάποιο κανάλι και που γύρισε ο Αλέκος Σακελάριος, σε σενάριο που έγραψε ο ίδιος σε ιστορία του Χρήστου Γιαννακόπουλου. Με τον αξέχαστο και ιδανικό, για το ρόλο του πασίγνωστου υπουργού Μαυρογιαλούρου, Λάμπρο Κωνσταντάρα, ο οποίος ενώ απολαμβάνει το μύθο του αξιώματός του, ανακαλύπτει, σε μία επίσκεψή του στην ιδιαίτερη πατρίδα του και εκλογική του περιφέρεια, στην οποία πηγαίνει γιατί, όπως πάντα οι εκλογές είναι κοντά, την άποψη που έχουν γι' αυτόν οι κάτοικοι ενός διπλανού χωριού, αλλά και τις ρεμούλες του κομματάρχη του, επίσης διάσημου πια, Γκρούεζα.

Παρά τις απλοϊκότητα του σεναρίου, με την παντελή άγνοια του υπουργού για το τι συμβαίνει δίπλα του, από τον ιδιαίτερό του μέχρι τον κομματάρχη του ή τι πραγματικά επικρατεί στην εκλογική του περιφέρεια, αλλά και μεσοαστικές συνήθειες τύπου κουμκάν το βραδάκι, σταυρόλεξο στο υπουργείο, κουβέντες για τη μαύρη τραγουδίστρια σε κάποιο νυχτερινό κέντρο, η ταινία θίγει το θέμα του κομματικού κράτους, της οικογενειοκρατίας (ο παππούς και ο πατέρας του Μαυρογιαλούρου ήταν κι αυτοί πολιτικοί και «το μεγαλύτερο τζάκι του τόπου», αλλά και της τεράστιας απόστασης μεταξύ των προβλημάτων των απλών ανθρώπων και των πολιτικών και των μπαρ του Κολωνακίου που συχνάζουν. Η ταινία διαθέτει αξέχαστες ατάκες και διαλόγους («μαύρο δαγκωτό», «φάγανε, φάγανε, φάγανε..») ή τις οικείες πλέον σκηνές με τα φάσκελα των χωρικών όταν ακούγεται το όνομα του Μαυρογιαλούρου, αλλά και την περίφημη σκηνή που ο Μαυρογιαλούρος προβάρει τον λόγο του και είναι έτοιμος να πει ακόμη ένα από τα «θα» του και τον καλύπτει ένα γκάρισμα γαϊδάρου. Φυσικά η ταινία τελειώνει με θετικό τρόπο για τον υπουργό, καθώς αυτός παραιτείται από το υπουργείο του, αναγνωρίζοντας την αποτυχία του, κάτι που μάλλον δεν έχει συμβεί ποτέ στην ελληνική πολιτική σκηνή. Στον καλύτερο ρόλο του ο Κωνσταντάρας, καθιερώνει τον Μαυρογιαλούρο ως σημείο αναφοράς στην πολιτική, ενώ εξαιρετικός και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, στο ρόλο του κομματάρχη Γκρούεζα. Παίζουν με κέφι και οι Ανδρέας Ντούζος (ο ιδιαίτερος του υπουργού), Νίκη Λινάρδου, Γιώργος Γαβριηλίδης, Μίτση Κωνσταντάρα, Μέλπω Ζαρόκωστα, Χρήστος Δοξαράς και Χάρης Παναγιώτου.

«Τζένη Τζένη»

Ένα χρόνο μετά κι ενώ τα πολιτικά πράγματα στη χώρα μπορούν να χαρακτηριστούν επιεικώς ταραγμένα, έρχεται η κωμωδία «Τζένη Τζένη», που γύρισε ο Ντίνος Δημόπουλος, σε σενάριο των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη. Σε ένα νησί - στις πανέμορφες Σπέτσες - ο εφοπλιστής Κασανδρής (Λάμπρος Κωνσταντάρας) φέρνει από το εξωτερικό τον νεαρό ανιψιό του Μαντά (Ανδρέας Μπάρκουλης) για υποψήφιο στις επικείμενες εκλογές, έχοντας να αντιμετωπίσει τον Σκούταρη (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος) ένα διαφορετικό κομματάρχη, που έχει τρέλα με την πολιτική και υποστηρίζει τον «λαϊκό» Γκόρτσο, «το παιδί του λαού», αν και υπέργηρο. Η κόρη του Σκούταρη, η Τζένη (Καρέζη) που θέλει να γίνει δασκάλα και μπαινοβγαίνει στη βιβλιοθήκη των Κασανδρήδων, θα δεχθεί έναν «χαριτωμένο» εκβιασμό από την εφοπλιστική οικογένεια, για να συνάψει ένα λευκό γάμο με τον Μαντά, ο οποίος έχει ήδη παντρευτεί στο Αμέρικα, προκειμένου να εξουδετερωθεί η δύναμη του πατέρα της, που αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα..

Εδώ το αίσθημα, που αναπτύσσεται μεταξύ των δύο νέων, κυριαρχεί, ενώ θίγονται ακροθιγώς τα πολιτικά ήθη, τα προβλήματα των κατοίκων του νησιού, τα παιχνίδια εξουσίας και η σκοπιμότητα της υποψηφιότητας ενός γόνου εφοπλιστών. Καρέζη και Μπάρκουλης λάμπουν, πολύ καλός και ο Κωνσταντάρας, αλλά ο Παπαγιαννόπουλος στο ρόλο του Σκούταρη κλέβει την παράσταση και πάνω του αποτυπώνεται το πάθος των Ελλήνων για την πολιτική. Η ταινία σήμερα μπορεί να βλέπεται ευχάριστα και να γλυκαίνει τις μνήμες («Άνω Παναγιά, Κάτω Παναγιά, Πέρα Παναγιά, Δώθε Παναγιά...» ή «καημένε Γκόρτσο, τι όνειρο να έβλεπες;»), αλλά βρίσκεται πολύ μακριά από την πραγματικότητα, καθώς όταν γυριζόταν η ταινία η Αθήνα και όλη η Ελλάδα καιγόταν, με την «αποστασία» και τα «Ιουλιανά».

«Θανασάκης ο Πολιτευόμενος»

Κλασική ελληνική κωμωδία, που γύρισε με κέφι ο Αλέκος Σακελάριος το 1954, σε σενάριο που έγραψε ο ίδιος μαζί με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο, με έναν υπέροχο Ντίνο Ηλιόπουλο στο ρόλο ενός μεγαλομπακάλη, ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει την έπαρση του γαμπρού του Θανασάκη Γκοβότσου (Βύρωνας Πάλλης) που θέλει και αυτός με τη σειρά του να σώσει τη χώρα μπαίνοντας στην πολιτική και τρώγοντας την προίκα της αδελφής (Άννα Συνοδινού) του μεγαλομπακάλη. Η ταινία μας μεταφέρει σε μια Αθήνα, που δεν υπάρχει πια και όπου η πολιτική στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα χρήματα που μπορεί να διαθέσει ο κάθε υποψήφιος. Φυσικά υπάρχουν και οι νύξεις για τον οπορτουνισμό και τον αμοραλισμό που διαχέονται στην πολιτική και τους πολιτικούς της εποχής, (οι πολιτευτές που αλλάζουν κόμματα σαν τα πουκάμισα και σύμφωνα με το προσωπικό τους συμφέρον, οι πολιτικοί αρχηγοί και τα μεγάλα λόγια τους, οι αλλεπάλληλες εκλογές κλπ) αλλά μάλλον τις εντυπώσεις κερδίζουν οι ιστορίες με το πόσο κοστίζουν οι πιτσιρικάδες που μοιράζουν τα φυλλάδια, οι γκροτέσκο αφίσες των υποψηφίων και τα αστεία ονόματά τους, οι κλακαδόροι, τα καφενεία, τα κεράσματα. Ακόμη και ότι τα αποτελέσματα τότε τα μάθαιναν από το ραδιόφωνο..

Βεβαίως και η ταινία διαθέτει ξεκαρδιστικές ατάκες, όπως «φέρε κάνα λάχανο στο σπίτι σου πρώτα και ύστερα αναλαμβάνεις το υπουργείο Γεωργίας», όπως λέει στον Θανασάκη ο μεγαλομπακάλης, ή πάλι όταν ο μόνιμα υποψήφιος λέει «εγώ αν θέλω τη νομαρχία την έχω εδώ», δείχνοντας τη χούφτα του και ο Ηλιόπουλος του απαντά «Ε, λοιπόν αυτό που θαυμάζω σε σένα είναι η χούφτα σου..»

«Η Κυρία Δήμαρχος»

Το 1960, ο Ροβήρος Μανθούλης γυρίζει την γνωστή κωμωδία «Η Κυρία Δήμαρχος», σε σενάριο των Νέστορα Μάτσα και Βίωνα Παπαμιχάλη, με την ανεπανάληπτη Γεωργία Βασιλειάδου, να θέλει να πάρει τη δημαρχία από τον πληθωρικό Βασίλη Αυλωνίτη. Η ταινία, εκτός από τους δυο πρωταγωνιστές και τους αξιόλογους καρατερίστες, δεν έχει ιδιαίτερο πολιτικό λόγο και απλώς φωτίζει ορισμένες γλαφυρές καταστάσεις και πολιτικά ήθη. Βεβαίως και μόνο που μια γυναίκα θέλει να γίνει δήμαρχος είναι κάτι ανατρεπτικό για την εποχή, αλλά όλα τακτοποιούνται στο τέλος, με την υπεροχή του ανδρός. Από κει και πέρα, έχει μια πλάκα η «πανουργία» της υποψήφιας δημάρχου Βασιλειάδου που διατηρεί ταβέρνα απέναντι από το καπηλειό του Αυλωνίτη, αλλά μέχρις εκεί. Παίζουν ακόμη Νίκος Κούρκουλος, Αλέκα Στρατηγού, Κούλα Αγαγιώτου, Νίκος Φέρμας, Αθηνά Μιχαηλίδου κά. Αξίζει να αναφερθεί ότι στα ατού της ταινίας είναι και η πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση του Καζαντζίδη και της Μαρινέλας, ένα αχτύπητο δίδυμο της εποχής, ενώ μουσική και τραγούδια έχουν γράψει Μάνος Χατζιδάκις και Αργύρης Κουνάδης.

 

«Η βουλευτίνα»

Σχετικά συμπαθητική κωμωδία (1966) του μετρ της άρπα κόλλας Κώστα Καραγιάννη, σε σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη και Γιώργου Κατσιαμπή, με ένα ακόμη μόνιμο υποψήφιο πολιτευτή, που το όνομά του κανονικά θα έπρεπε να τον αποτρέψει από την περιπέτεια της πολιτικής. Πρόκειται για τον Περικλή Αράπη (Σταύρος Ξενίδης) που θέλει να βγει βουλευτής και χάνει συνεχώς χρήματα από τη μικρή του επιχείρηση, την οποία εγκαταλείπει για να τρέχει στις Μαγκουφάνες και τις Κουκουβάουνες προκειμένου να κυνηγήσει την ψήφο και ταυτόχρονα αφήνει την μόνιμη αρραβωνιαστικιά του Ρένα Βλαχοπούλου στα κρύα του λουτρού. Η Βλαχοπούλου, που πιστεύει ότι δεν θα δει στεφάνι αν δεν βγει βουλευτής ο αγαπημένος της Αράπης, μπαίνει και αυτή στον προεκλογικό του αγώνα, αλλά μία σύμπτωση θα τη φέρει εκείνη στη Βουλή ως βουλευτίνα. Καλός ο Σταύρος Ξενίδης, ειδικά στις στιγμές θλίψης του, μετά από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες του ως υποψήφιος, όπως και ο Νίκος Ρίζος στο ρόλο του παρατρεχάμενου και βοηθού του, που πληρώνει τα καφενεία και τους «αυθόρμητους» υποστηρικτές.

 

«Οι 900 της Μαρίνας»

Από τις λιγότερο γνωστές ταινίες με θέμα τις εκλογές, που γύρισαν με προχειρότητα το 1960 ο Κώστας Δούκας με τον Θάνο Σάντα. Σε ένα χωριό, ο παλαίμαχος βουλευτής Δαμαλάς κι ένας νεαρός ιδεαλιστής (Νίκος Τζόγιας), γιος του γιατρού της περιοχής, είναι αντίπαλοι στις επικείμενες εκλογές. Ωστόσο, ο ρυθμιστής των εκλογών είναι ο πανίσχυρος πρόεδρος του χωριού, Δαλέγγος (Άρης Μαλιαγρός), που κρατά σφιχτά 900 ψήφους. Στην ιστορία θα εμπλακεί και η κόρη του (Γκέλυ Μαυροπούλου), που ερωτεύεται τον Τζόγια και όλα θα ανατραπούν απ' τον έρωτα των δύο νέων. Στην ταινία παίζει και ο Θανάσης Βέγγος σε ένα χαρακτηριστικό ρόλο, αυτόν του αφελή παλικαρά που χρησιμοποιεί ο παράγοντας της περιοχής για να κάνει τα δικά του παιχνίδια.

Αυτές είναι οι πέντε ταινίες που έχουν άμεση σχέση με τις εκλογές στην Ελλάδα, αλλά υπάρχουν και κάποιες άλλες που μπορούν να τοποθετηθούν στο πλαίσιο των «πολιτικών» ταινιών του παλιού εμπορικού σινεμά. Ανάμεσά τους οι γνωστές κωμωδίες «Ζητείται Ψεύτης», μία ακόμη εμβληματική ταινία για την πολιτική τάξη και τους πολιτικούς, με καλογραμμένο σενάριο του Δημήτρη Ψαθά και σε σκηνοθεσία του Δαλιανίδη, με πρωταγωνιστή τον «Ψευτοθόδωρο» (Ντίνο Ηλιόπουλο) που αναλαμβάνει ιδιαίτερος του πολιτικού γραφείου του βουλευτή Θεόφιλου Φερέκη (Παντελής Ζερβός). Ο Θανάσης Βέγγος στο ρόλο του σωματοφύλακα του βουλευτή απολαυστικός.

Επίσης, υπάρχει η ταινία «Φωνάζει ο Κλέφτης», που υπογράφει ο Δαλιανίδης, από το θεατρικό του Δημήτρη Ψαθά, όπου ένας έντιμος υπάλληλος πέφτει θύμα των τρωκτικών που ροκανίζουν τα χρήματα ενός οργανισμού και τον κατηγορούν για αναρχικό. Πρωταγωνιστεί και πάλι ο Ντίνος Ηλιόπουλος, στο ρόλο του υπαλλήλου, ενώ παίζουν και οι Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, στο ρόλο του στρατηγού και προέδρου του οργανισμού, η Ρένα Βλαχοπούλου (σύζυγος προέδρου), αλλά ξεχωρίζουν τόσο ο Ανδρέας Ντούζος στο ρόλο του «λαμόγιου» έμπιστου υπαλλήλου, που φωνάζει ότι υπάρχει συνωμοσία αναρχικών και ο Νικήτας Πλατής που υποδύεται υποδειγματικά τον αστυνομικό διοικητή. Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο το σαφές πολιτικό σχόλιο που γίνεται στην κλασική ταινία «Ένας ήρωας με παντούφλες», με τον υπουργό, τον ιδιαίτερο και τον κολλητό, που βγάζουν λεφτά από την αφέλεια του ήρωα στρατηγού Βασίλη Λογοθετίδη, στήνοντας ένα άγαλμα μπροστά από το φτωχικό σπιτικό του, αλλά και ορισμένες κωμωδίες του Θανάση Βέγγου, που γύρισε σε σκηνοθεσία του εξαιρετικού Ντίνου Κατσουρίδη, όπως και το γεμάτο πίκρα φιλμ «Θανάση Πάρε το Όπλο Σου» (1972) όπου ένας φτωχός και καλόκαρδος οδηγός φορτηγού φτάνει στα όριά του από το ανάλγητο καθεστώς και τους ανθρώπους του, ενώ πως είναι δυνατόν να ξεχάσουμε και τον θρυλικό «Καλοχαιρέτα» και την αθάνατη ατάκα του: «Ε-τε-λεί-ω-σε».

Πηγή: ΑΜΠΕ

Γέμισε από φωτογραφίες και βίντεο της έγχρωμης έκδοσης της κλασικής ελληνικής ταινίας "της κακομοίρας", το Facebook και το Ιnstagram.

Η ταινία που μεταδόθηκε χθες το βράδυ από την τηλεόραση του ΑΝΤ1, κέρδισε και την προτίμηση του τηλεοπτικού κοινού με πολύ υψηλά ποσοστά τηλεθέασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ταινία άρχισε στις 8μ.μ. με 32,9% και έφτασε μέχρι το 42,9%.
Μεγάλη επιτυχία κατέγραψε όμως και στα νεανικά κοινά, στις ηλικίες 15-44 ετών, με ποσοστά από 30,6 μέχρι 45,2.
Η τεχνική επεξεργασία που επιμελήθηκε την έγχρωμη προβολή της «Κακομοίρας» πραγματοποιήθηκε από την «West Wing Studios Inc. Hollywood California».
Παράλληλα, αξίζει να αναφερθεί ότι η συγκεκριμένη εταιρεία επιμελήθηκε και την ελληνική ταινία «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», αναλαμβάνοντας τον χρωματισμό του ασπρόμαυρου φιλμ.

Ο Βασίλης Αυλωνίτης ήταν ένας από τους κορυφαίους κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου.
Είχε πλούσια καριέρα τόσο στο θέατρο, όσο και τον κινηματογράφο.  Οι ρόλοι του, ακόμα κι όταν δεν ήταν πρωταγωνιστικοί, ξεχώριζαν λόγω του ταλέντου του και του τρόπου που ερμήνευε. Ο Αυλωνίτης ξεχώριζε για τις γκριμάτσες, τις μούτες του, όπως λέγονται στον χώρο της υποκριτικής, που προκαλούσαν γέλιο όχι μόνο στο κοινό, αλλά και στους συναδέλφους του. Ήταν αυτοδίδακτος, καθώς δεν φοίτησε σε δραματική σχολή και αυθόρμητος στις παραστάσεις και τα γυρίσματα. Μάλιστα ήταν απολαυστικός στους αυτοσχεδιασμούς και τις προσθήκες του στα αρχικά σενάρια, ενώ πολύ συχνά στο θέατρο «έπαιζε» με το κοινό και σχολίαζε ακόμη και το κοινό.
Πολλές φορές οι συνάδελφοί του αιφνιδιάζονταν από τα αστεία του και γελούσαν τόσο, που δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν τους ρόλους τους. Από την ταινία «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός» Μια τέτοια στιγμή ήταν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «Η Σωφερίνα», με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, όπου ο Αυλωνίτης ενσάρκωσε τον θρυλικό Γύλο ή αλλιώς τον Σπανοβαγγελοδημήτρη Νικόλαο του Νικολάου, που εκτός από το «δύσκολο» όνομά του, είχε και πρόβλημα στα μάτια και αλληθώριζε με αποτέλεσμα να είναι ακόμα πιο αστείος. Η σκηνή στο δικαστήριο ήταν από τις πιο ξεκαρδιστικές της καριέρας του. Για να γυριστεί όμως, χρειάστηκε περισσότερες από δέκα λήψεις καθώς οι ηθοποιοί, οι κομπάρσοι, αλλά και οι τεχνικοί δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τα γέλια τους. Αιτία ήταν ο Αυλωνίτης και η στιχομυθία του με τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, ο οποίος ενσάρκωνε τον πρόεδρο του δικαστηρίου και προσπαθούσε να προφέρει το επίθετο του μάρτυρα, Γύλου. Τις συνεχείς διακοπές στο γύρισμα, περιέγραψε ο ίδιος ο δημιουργός της, ο Αλέκος Σακελλάριος, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ.
Η ταινία η «Σωφερίνα» ήταν η πρώτη και μοναδική συνεργασία της Αλίκης Βουγιουκλάκη με τη Μάρω Κοντού. Η Βουγιουκλάκη απέφευγε να εμφανίζεται στις ταινίες μαζί με άλλες μεγάλες πρωταγωνίστριες γιατί ήθελε να αποφεύγει και τις «συγκρίσεις» των κριτικών κινηματογράφου, που μπορούσαν να δημιουργήσουν οποιαδήποτε παρεξήγηση.
Το σενάριο ήταν διασκευή του θεατρικού κειμένου του Γιώργου Ρούσου, με τίτλο «Το τελευταίο ψέμα». Η «Σωφερίνα» έκανε πρεμιέρα στις αίθουσες στις 26 Οκτωβρίου του 1964. Το περίεργο είναι ότι την ίδια εβδομάδα προβλήθηκε για πρώτη φορά και η ταινία «Το Δόλωμα» με το ίδιο πρωταγωνιστικό δίδυμο, Βουγιουκλάκη- Αλεξανδράκη, την παραγωγή της οποίας είχε αναλάβει άλλη εταιρεία. Κάτι τέτοιο δεν είχε ξανασυμβεί, αλλά δεν είχε αρνητικά αποτελέσματα, αφού και οι δύο ταινίες πήγαν καλά σε εισπράξεις. Η «Σωφερίνα» τερμάτισε τέταρτη σε εισιτήρια για εκείνη τη σεζόν, ενώ το «Δόλωμα», δεύτερο.
Η «Σωφερίνα» πάντως έκλεψε τις εντυπώσεις για τους δεύτερους ρόλους, που ερμήνευσαν μεγάλα ονόματα του κινηματογράφου, όπως ο Αυλωνίτης, ο Παπαγιαννόπουλος, ο Πάντζας, ο Κωνσταντίνου και σε μια μικρή σκηνή, ο Κώστας Χατζηχρήστος. Η εμφάνιση του τελευταίου, ήταν «δώρο» στην Αλίκη Βουγιουκλάκη, που είχε κάνει κάτι αντίστοιχο, ένα μικρό πέρασμα δηλαδή, στην ταινία «Ο παράς κι ο φουκαράς».... 

mixanitouxronou.gr
O αγαπημένος Ελληνας κωμικός ηθοποιός Γιάννης Μιχαλόπουλος, έφυγε, σήμερα τα ξημερώματα, από τη ζωή στο νοσοκομείο ΚΑΤ, στο οποίο νοσηλευόταν με σοβαρά προβλήματα υγείας.

Ο γνωστός ηθοποιός, ξεκίνησε την καριέρα του ως εκφωνητής του ραδιοφώνου μιας και η φωνή του ήταν πολύ χαρακτηριστική, αλλά στην πορεία τον κέρδισε η υποκριτική. Γεννημένος στην Αθήνα στις 22 Απριλίου του 1927 αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας την τελευταία δεκαετία.

Στον κινηματογράφο έπαιζε συνήθως δεύτερους ρόλους. Εμφανίστηκε σε πολλές ταινίες, μεταξύ των οποίων: «Αχ αυτή η γυναίκα μου», «Άνθρωπος για όλες τις δουλειές», και άλλες. Στην τηλεόραση έπαιξε σε πολλές σειρές, με πιο γνωστή το «Ορκιστείτε παρακαλώ», από τις πιο πετυχημένες τηλεοπτικές κωμικές σειρές της δεκαετίας του 1980, όπου πρωταγωνιστούσε ως δικαστής.

H Lacta παρουσιάζει την ταινία “Αγάπα σαν μην υπάρχει αύριο". Κανένας δεν έχει ξεχάσει την προηγούμενη ταινία της Lacta με τίτλο "Η Αγάπη έρχεται στο τέλος".

Στην νέα ταινία μικρού μήκους αυτήν την φορά ένας άντρας εύχεται να μπορούσε να γυρίσει πίσω τον χρόνο για να επανορθώσει τα λάθη που έκανε στη σχέση του. Ο χρόνος, η μοίρα και η σημασία που δίνουμε στον έρωτα αποτελούν το θέμα μιας ιστορίας που δεν θα μπορέσει να ολοκληρωθεί χωρίς τη δική σας παρέμβαση.

Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι Ορφέας Αυγουστίδης, Ευγενία Δημητροπούλου και Τάσος Νούσιας. Σενάριο: Μυρτώ Κοντοβά. Σκηνοθεσία: Χρήστος Νικολέρης.

Παρακολούθησε την ταινία εδώ:


Σελίδα 1 από 2

kalimnos

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot