Σκληραίνει τη στάση της η Ισπανία απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση.

Μετά τις αντιδράσεις Ραχόι, χθες, κατά τη Σύνοδο Κορυφής, σήμερα έρχονται δηλώσεις του υπουργού Οικονομίας της χώρας, Λουίς δε Γκίνδος, που ζητά από την Ελλάδα να αποπληρώσει τα δάνεια που πήρε από την Ισπανία.

Δεν τίθεται θέμα διαγραφής της οφειλής αυτής, που φτάνει τα 26 δισ. ευρώ, διαμηνύει ο Γκίνδος.

Η Μαδρίτη είχε εκταμιεύσει το ποσό αυτό μέσω διμερών δανείων και στο πλαίσιο του πακέτου στήριξης το οποίο χορηγήθηκε μετά το 2010 στην Αθήνα από τους ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, υπενθύμισε ο Λουίς δε Γκίνδος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε μετά την ολοκλήρωση των εργασιών του υπουργικού συμβουλίου.

Η νέα ελληνική κυβέρνηση ζητεί την κατάργηση της τρόικας και θέτει επίσης ζήτημα ελάφρυνσης του ελληνικού κρατικού χρέους.

Ο Ισπανός υπουργός, ωστόσο, τόνισε ότι αυτά τα 26 δισεκατομμύρια “αντιπροσωπεύουν κατά προσέγγιση το ποσό που δαπανούμε σε έναν χρόνο για τα επιδόματα ανεργίας στη χώρα (μας), όπου το ποσοστό της ανεργίας ανέρχεται στο 23%”. Επιπλέον, η Ισπανία είχε αναγκαστεί να δανειστεί με επιτόκια υψηλότερα από αυτά που προσφέρει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα η Μαδρίτη, πρόσθεσε ο ίδιος.

“Υπάρχει μια κόκκινη γραμμή”, επέμεινε ο Λουίς δε Γκίνδος. “Η Ισπανία λογικά θα ήθελε (...) το δάνειο αυτό να αποπληρωθεί”, πρόσθεσε.

Αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στην περίπτωση άλλων ευρωπαϊκών χωρών, “η έκθεση των επιχειρήσεων και των τραπεζών της Ισπανίας στην Ελλάδα τότε ήταν σχεδόν ανύπαρκτη”, συνέχισε ο Λουίς δε Γκίνδος, ο οποίος έκρινε ότι “αυτά τα 26 δισεκ. ευρώ αποτελούν την απόδειξη της πλήρους αλληλεγγύης” της Ισπανίας προς την Ελλάδα.

Οι συντηρητικές κυβερνήσεις στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, που θεωρούν ότι έχουν πλέον ξεπεράσει τη σοβαρή κρίση που αντιμετώπισαν το 2014 αφού εφάρμοσαν τις πολιτικές σκληρής λιτότητας που τους ζητήθηκαν σε αντάλλαγμα για τα προγράμματα στήριξης τους, αντιμετωπίζουν μάλλον με κακό μάτι τα αιτήματα της νέας ελληνικής κυβέρνησης. Η Ισπανία είχε αναγκαστεί να δανειστεί πάνω από €40 δισεκ. για να υποστηρίξει τον τραπεζικό της τομέα, τα οποία πρέπει τώρα να αποπληρώσει.

Πηγή: ΑΠΕ

Απώλειες περίπου 4 δισ. ευρώ κατέγραψαν οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων τον Δεκέμβριο. Τον ίδιο μήνα παρατηρήθηκε νέα μείωση των δανείων κατά περίπου 3,1%.

Ειδικότερα, το σύνολο των καταθέσεων που διατηρούν στις τράπεζες επιχειρήσεις και νοικοκυριά διαμορφώθηκε στα 160,3 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου έναντι 164,3 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος Νοεμβρίου. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η εκροή των καταθέσεων συνεχίστηκε με επιταχυνόμενο ρυθμό και τον Ιανουάριο.

Αναφορικά με τα δάνεια, το συνολικό χρέος του ιδιωτικού τομέα μειώθηκε στο τέλος του 2014 στα 212 δισ. ευρώ από 217,9 δισ. ευρώ που ήταν το 2013. Η καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις, τον Δεκέμβριο του 2014, ήταν αρνητική κατά 155 εκατ. ευρώ (με αποτέλεσμα ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής να διαμορφωθεί στο -3,7%, από -3,6% τον Νοέμβριο του 2014.

Ειδικότερα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων παρέμεινε αμετάβλητος στο -3,3% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ η καθαρή ροή της χρηματοδότησής τους ήταν αρνητική κατά 131 εκατ. ευρώ (Δεκέμβριος 2013: αρνητική καθαρή ροή 91 εκατ. ευρώ). Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων διαμορφώθηκε στο -8,8%, από -8,7% τον προηγούμενο μήνα.

Η καθαρή ροή χρηματοδότησης προς τους ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ατομικές επιχειρήσεις ήταν θετική κατά 38 εκατ. ευρώ (έναντι θετικής καθαρής ροής 76 εκατ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2013) και ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της διαμορφώθηκε στο -0,3%, από 0,0% τον προηγούμενο μήνα.

Τέλος αρνητική κατά 117 εκατ. ευρώ ήταν η καθαρή ροή χρηματοδότησης προς τους ιδιώτες και τα ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα τον Δεκέμβριο του 2014 (ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής παρέμεινε αμετάβλητος στο -2,9%. Έτσι στο τέλος του 2014 το χρέος των νοικοκυριών σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια υποχώρησε στα 97,1 δισ. ευρώ από 100,8 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος του 2013.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

 

Οι εκλογές στη Φιλανδία θα κρίνουν πόσο θα παραταθεί ο έλεγχος – Χωρίς λεφτά από δάνεια μέχρι τον Απρίλιο

«Διακοπές»... μακράς διαρκείας φαίνεται πως  θα κάνει η Τρόικα, οι τελευταίοι ελεγκτές της οποίας έφυγαν από την Αθήνα τον Δεκέμβριο και δεν φαίνεται πως θα επιστρέψουν πριν τα μέσα Μαρτίου το νωρίτερο, εφόσον σχηματιστεί κυβέρνηση στη χώρα μας μέχρι τον Φεβρουάριο.
 
Ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης αποκάλυψε χθες και επισήμως ότι είναι πιθανή μία «μίνι» παράταση της τελευταίας αξιολόγησης του ελληνικού ποργράμματος, επειδή ο χρόνος που μεσολαβεί από τον σχηματισμό κυβέρνησης μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου είναι περιορισμένος. Η παράταση αυτή θα απαιτηθεί από τους ευρωπαίους δανειστές αλλά πρέπει να ολοκληρωθεί εντός ενός σύντομου («αποδεκτού» όπως ανέφερε ο κύριος Χαρδούβελης) χρόνου.
 
Τα λεγόμενά του δείχνουν ότι πρόκειται για άλλη μία «τεχνική παράταση» ολίγων εβδομάδων. Η προοπτική αυτή είχε διαφανεί ήδη και από την διατύπωση που επελέγη στην ανακοίνωση της δίμηνης παράτασης, καθώς από αυτήν προκύπτει ότι τυχόν περαιτέρω επέκτασή της δεν απαιτείται να εγκριθεί ξανά από εθνικά κοινοβούλια.
 
Σύμφωνα με πληροφορίες του protothema.gr πάντως, οι δανειστές δεν πιέζονται να κλείσει άμεσα η ελληνική αξιολόγηση, δεδομένου ότι η άκρως «ευαίσθητη» στα θέματα δημοσίου χρέους Φιλανδία θα βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο μέχρι τις 19 Απριλίου. Οι Φιλανδοί είχαν τηρήσει ίσως την πιο σκληρή στάση έναντι του πρώτου προγράμματος στήριξης ζητώντας «εγγυήσεις» (collateral) από την Ελλάδα (καθώς και οι ίδιοι είχαν στο παρελθόν είχαν αναγκαστεί σε ανάλογες απαιτήσεις) ενώ ένας «δικός» τους άνθρωπος, ο Όλι Ρεν, ήταν εκείνος που χειρίστηκε ως αρμόδιος Επίτροπος την κρίση χρέους της χώρας μας.
 
Έτσι, για να μην διαταραχθεί στην κορύφωσή της η προεκλογική περίοδος στη Φιλανδία,  οι δανειστές φαίνεται να μην θέλουν να ανοίξει «μέτωπο» της Αθήνας με την Τρόικα, ενόσω τουλάχιστον μπορεί ακόμα να ψάχνουμε για κυβέρνηση στη χώρα μας. Αλλά και αν ακόμα σχηματιστεί κυβέρνηση, δεν αποκλείεται επανάληψη του ίδιου σκηνικού όπως το 2014, που όλο το β΄εξάμηνο η Τρόικα κωλυσιεργούσε και συνεχώς ανέβαλε την άφιξή της στην Αθήνα.
 
Δεδομένη πρέπει να θεωρείται και η διαπραγματευτική θέση της Τρόικα πως, όσο η Ελλάδα ομφαλοσκοπεί με διεργασίες για σχηματισμό κυβέρνησης ή για την εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, ο χρόνος λειτουργεί εις βάρος της χώρας μας καθώς θα εξαντλούνται τα ταμειακά διαθέσιμα για να μπορεί να πληρώνει μισθούς και συντάξεις. Όλοι πάντως, εντός και εκτός Ελλάδος, επαγρυπνούν ήδη προς αποφυγή ενός «πιστωτικού γεγονότος», δηλαδή μη πληρωμής κάποιων εκ των δόσεων των δανείων προς το εξωτερικό. Ως προς αυτό τουλάχιστον, δεν διαφαίνεται πως θα είναι ο Μάρτιος ο πιο κρίσιμος μήνας, καθώς το ποσό για τοκοχρεωλύσια δεν ξεπερνά τα 1,8 δισ. ευρώ και, άρα, θεωρείται κατ’αρχήν διαχειρίσιμο, ακόμα και αν απαιτηθεί κάποια μικρή «αβαρία» λίγων ημερών για πληρωμές αναγκών, εκτός ή εντός Ελλάδος.
 
Το μείζον φυσικά είναι τι θα συμβεί μετά τον Μάρτιο. Για να έρθουν τα επόμενα χρήματα στη χώρα μας, θα πρέπει να κάνει την εμφάνισή της η Τρόικα έως την 25η Μαρτίου το αργότερο, για να καταγράψει την κατάσταση και να κλείσει ο φάκελος της αξιολόγησης.
 
Από τη στάση της νέας κυβέρνησης θα εξαρτηθεί πότε και πόσα θα εισπράξει τελικώς η Ελλάδα από τα 7,2 δισ. των δανείων, αν θα ανοίξει η νέα πιστωτική γραμμή ECCL και αν θα πάνε  εκεί τα περίπου 10 από τα 11,4 δισ. που έχουν περισσέψει ΤΧΣ, ή αν θα επιστραφούν όλα για να μειώσουν το δημόσιο χρέος (αφήνοντας όμως χωρίς «ασπίδα προστασίας» το ελληνικό τραπεζικό σύστημα).
Στη διαγραφή στεγαστικών δανείων, ύψους 2 δισ. ευρώ, προσανατολίζονται οι τράπεζες στο πλαίσιο των ρυθμίσεων «κόκκινων» δανείων που έχουν θέσει σε εφαρμογή τυπικά από 1/1/2015.
 
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ισόποσο κόστος που θα επωμιστούν οι τράπεζες σχεδιάζεται να καλυφθεί από τα διαθέσιμα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
 
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν πως οι διαγραφές δανείων θα αφορούν περίπου 200.000 νοικοκυριά, τα οποία κρίνεται πως βρίσκονται σε οριστική αδυναμία να αποπληρώσουν την οφειλή τους. Μάλιστα, η προοπτική διαγραφής των δανείων αυτών και το κόστος των 2 δισ. ευρώ που θα βαρύνει τις τράπεζες φαίνεται να έχουν πάρει τη σύμφωνη γνώμη και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), ο οποίος και θα εγκρίνει την σχετική εκταμίευση των 2 δισ. ευρώ από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
 
Η διαχείριση των επισφαλειών στα στεγαστικά δάνεια έχει προβληματίσει έντονα τραπεζίτες και πολιτικούς, με το θέμα των πλειστηριασμών να ανακύπτει ανά τακτά χρονικά διαστήματα και να «παγώνει» στη συνέχεια όχι απλά για λόγους κοινωνικούς, αλλά και διότι δεν συμφέρει από πλευράς κόστους τις τράπεζες. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο για μία από τις τέσσερεις συστημικές τράπεζες, το κόστος διαχείρισης των ακινήτων που καλύπτουν «κόκκινα» στεγαστικά της δάνεια ανήλθε το 2014 σε 1,2 δισ. ευρώ.
 
Στην τελευταία συνάντηση που είχαν πραγματοποιήσει με τον πρωθυπουργό στο Μέγαρο Μαξίμου οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών τραπεζών είχαν τοποθετηθεί κατά της προοπτικής των μαζικών πλειστηριασμών, ενώ πρόσφατα στο θέμα είχε τοποθετηθεί και ο υπουργός Οικονομικών Γκ. Χαρδούβελης λέγοντας ότι δεν θα γίνουν πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας. Τυπικά, η νομοθετική κάλυψη των οφειλετών με αναστολή των πλειστηριασμών έληξε στις 31/12/2014 και για το διάστημα του πρώτου εξαμήνου του 2015 οι οφειλέτες προστατεύονται από τις προθεσμίες που ορίζει ο Κώδικας Δεοντολογίας για τις ρυθμίσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
 
Σημειώνεται ότι σε σύνολο στεγαστικών δανείων 69 δις. ευρώ, τα «κόκκινα» δάνεια υπολογίζονται σε 27 δισ. ευρώ. Παράλληλα, η αξία των ακινήτων που αποτελούν την εμπράγματη εξασφάλιση αυτών των δανείων, έχει υποχωρήσει τόσο ώστε να εκτιμάται ότι 15% – 20% των στεγαστικών χαρτοφυλακίων είναι υποκαλυμμένα. Η πτώση στις πραγματικές τιμές των ακινήτων υπολογίζεται σε 35% – 40% τα τελευταία 3 – 4 χρόνια, διαχεόμενη σε όλες τις περιοχές.
 
Πηγή:capital.gr
 
Ανάλυση του ινστιτούτου Bruegel - Με ποιους απλούς τρόπους μπορεί να μειωθεί δραστικά το συνολικό ύψος του δημόσιου χρέους της χώρας μας, χωρίς «κούρεμα» και περαιτέρω επιβάρυνση των πιστωτών

Στην πιο κρίσιμη ερώτηση που απασχολεί αυτή την περίοδο τόσο τους Έλληνες, πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες, όσο και τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές μας, στην ερώτηση δηλαδή του πώς μπορεί να μειωθεί αποτελεσματικά το ελληνικό χρέος, επιχειρούν να απαντήσουν οι «σοφοί» του κορυφαίου οικονομικού think tank των Βρυξελλών, του ινστιτούτου Bruegel.
 
Ο Ούγγρος αναλυτής του Bruegel Zsolt Darvas και η Αυστριακή Pia Hüttl συνέταξαν μια εμπεριστατωμένη έκθεση στην οποία περιγράφεται η μέθοδος, ο «οδικός χάρτης» για την μείωση του χρέους της Ελλάδας σε ποσοστό έως και 15% του ΑΕΠ, με μια σειρά κινήσεων και το κυριότερο χωρίς να χρειαστεί νέο «κούρεμα», νέα επιβάρυνση δηλαδή των πιστωτών της χώρας.
 
Στην μελέτη τους οι αναλυτές του Bruegel Zsolt Darvas και Pia Hüttl, σημειώνουν πως το θέμα της μείωσης του ελληνικού χρέους κορυφώθηκε το τελευταίο διάστημα λόγω της προκήρυξης πρόωρων εκλογών για τις 25 Ιανουαρίου.
Οι αναλυτές του Bruegel θεωρούν πως υπάρχουν πρακτικά όχι ένας ή δύο αλλά επτά τρόποι για να μειωθεί το ελληνικό χρέος χωρίς απώλειες για τους Ευρωπαίους, με το συνδυασμό ορισμένων εξ' αυτών να αποτελεί την πιο αποδοτική λύση, ενδεχομένως και την πιο εφικτή στην παρούσα φάση.
 
Συνοπτικά το Bruegel εκτιμά πως ο «απόλυτος συνδυασμός» για την δραστική μείωση του χρέους της Ελλάδας χωρίς να θιγούν τα συμφέροντα των δανειστών είναι ο συνδυασμός της επέκτασης της διάρκειας των ελληνικών δανείων (διμερή δάνεια) και της επέκτασης διάρκειας των δανείων του EFSF. Επί του πρακτέου και σύμφωνα με τη μελέτη του Ινστιτούτου, μια περαιτέρω παράταση κατά 10 έτη της διάρκειας των διμερών δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα, θα μπορούσε να καθυστερήσει την ανάγκη να δανειστεί η χώρα από την αγορά για να αποπληρώσει τα δάνεια της διάσωσης. Έτσι, σύμφωνα με το Bruegel, «η πιθανότητα η Ελλάδα να πρέπει να δανειστεί για να πληρώσει ένα πολύ υψηλότερο επιτόκιο δανεισμού στην αγορά κατά την περίοδο αυτή, θα μπορούσε να σώσει πολλές από τις πληρωμές τόκων».
 
Θεωρητικά αυτή η επέκταση αποπληρωμής κατά 10 έτη θα μπορούσε να μειώσει την καθαρή παρούσα αξία του κόστους των τόκων για την Ελλάδα κατά 4,5% του ΑΕΠ. Παράλληλα δεν θα προκαλέσει καμία άμεση απώλεια για τους δανειστές της Ευρωζώνης, δεδομένου ότι θα συνεχίζουν να μετακυλύουν το κόστος δανεισμού τους στην Ελλάδα. Αντιστοίχως η επέκταση κατά άλλα 10 χρόνια της διάρκειας αποπληρωμής των δανείων του EFSF, από τον οποίο η Ελλάδα έχει μέχρι στιγμής δανειστεί 141,8 δισ. ευρώ, θα μπορούσε να οδηγήσει σε συνολικό όφελος για τη χώρα μας έως και κατά 8,1% του ΑΕΠ το 2015, χωρίς παράλληλα ο EFSF να χάσει ούτε σεντ! Άρα ο συνδυασμός των δύο λύσεων θα μπορούσε – δυνητικά – να μειώσει το χρέος της Ελλάδας έως και κατά 17%!
 
Οι υπόλοιπες λύσεις που εξέτασε το Βruegel είναι η μείωση του επιτοκίου των ελληνικών δανείων, η επαναγορά ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που κατέχουν η ΕΚΤ και οι Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες, η αλλαγή των δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου με δάνεια σταθερού επιτοκίου, η εναλλαγή των βραχυπρόθεσμων δανείων με δάνεια που συνδέονται με την διαμόρφωση του ΑΕΠ και οι ιδιωτικοποιήσεις με τη χρήση ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Ειδικότερα πάντως γι' αυτή την τελευταία επιλογή οι αναλυτές του Ινστιτούτου θεωρούν πως υπάρχουν – στην Ελλάδα – μεγάλες δυσκολίες οι οποίες σχετίζονται με τις αβεβαιότητες σχετικά με τον όγκο των περιουσιακών στοιχείων που είναι κατάλληλος για την ιδιωτικοποίηση, την εύλογη αξία των περιουσιακών αυτών στοιχείων και το χρόνο και το κόστος που χρειάζονται για την πώληση περιουσιακών στοιχείων. Και εκτός αυτών οι ιδιωτικοποιήσεις είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν μπορούν να γίνουν από μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεδομένων των ιδεολογικών αντιλήψεων του κόμματος...
 
Οπως αναφέρουν συμερασματικά οι αναλυτές Zsolt Darvas και Pia Hüttl, «συνοπτικά μεταξύ των επτά επιλογών που εξετάστηκαν, οι πρώτες τρεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μείωση του ελληνικού χρέους κατά 17% χωρίς απώλειες για τους Ευρωπαίους πιστωτές. Οι επόμενες τρεις επιλογές δεν θα επέφεραν ένα τέτοιο "καλόηθες" αποτέλεσμα και η προσπάθεια υλοποίησης της έβδομης πρότασης (αυτής των ιδιωτικοποιήσεων δηλαδή) θα χρειαζόταν πολύ χρόνο».
 
Ιδιαίτερη σημασία έχει η υποσημείωση των αναλυτών του Bruegel ότι η περαιτέρω απομείωση του ελληνικού χρέους τώρα δεν θα σήμαινε αυτομάτως ότι η Ελλάδα θα είχε περισσότερα χρήματα για να ξοδέψει τώρα, ωστόσο θα βελτίωνε σημαντικά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. «Για το λόγο αυτό, συνιστούμε να αναλογιστούν τις επιλογές που προτείνουμε, ανεξαρτήτως ποιο κόμμα θα επικρατήσει στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, εφ' όσον μπορεί να επιτευχθεί μια συνολική συμφωνία της νέας ελληνικής κυβέρνησης με την Τρόικα για τις δημοσιονομικές, διαρθρωτικές και οικονομικές πολιτικές».

Ο πίνακας που ακολουθεί δείχνει την εξέλιξη του ελληνικού χρέους (ως ποσοστό του ελληνικού ΑΕΠ) μέχρι το 2050, εάν υλοποιηθεί το βασικό σενάριο που προτείνουν οι αναλυτές του Bruegel:
 
Το 2020 προβλέπεται να πέσει κάτω από 120% (δηλαδή κάτω από το χρέος της Ιταλίας και κάτω από τις προβλέψεις του ΔΝΤ)
Το 2030, το ελληνικό χρέος προβλέπεται να πέσει κάτω από 80%
Το 2040, το χρέος αναμένεται  κάτω από 60%, και
Το 2050, το χρέος της Ελλάδας μπορεί να πέσει κάτω από 40%!

kalimnos

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot