Η αναγραφή της «διαγωγής» των μαθητών στα απολυτήρια, παραβιάζει το συνταγματικό δικαίωμα προστασίας προσωπικών δεδομένων, όπως έκρινε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.

 

Παράλληλα, έκρινε ότι η δήλωση των γονέων για την απαλλαγή από το μάθημα θρησκευτικών πρέπει να γίνεται με απλή επίκληση λόγων συνείδησης, και όχι «θρησκευτικής» συνείδησης, όπως αναγράφει η εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας.

Το υπουργείο θα προχωρήσει στην οργάνωση τηλεκπαίδευσης το επόμενο σχολικό έτος καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε απάντησή της σε ερώτηση ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ είχε πάρει θέση παρόμοια με τη θέση του ελληνικού υπουργείου Παιδείας.

Από το υπουργείο Παιδείας τονίστηκε ότι:

«Με τη Γνωμοδότηση 4/2020 (7.9.2020), η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) έκρινε ότι η σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση, όπως αυτή ψηφίστηκε στο άρ. 63 του νόμου 4686/2020, είναι απολύτως συμβατή µε τη βασική αποστολή του Κράτους για παροχή εκπαίδευσης και δεν αντίκειται στη νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Έκρινε, επίσης, ότι είναι πρόσφορο μέτρο για τη διατήρηση της σχέσης εκπαιδευτικού-µαθητή και αναγκαίο εν µέσω υγειονομικής κρίσης, καθώς η χρήση ηπιότερων µέσων, όπως η ασύγχρονη τηλεκπαίδευση, δεν είναι δυνατόν εκ της φύσεώς της να έχει τα ίδια αποτελέσματα.

 


Ακόμη, λαμβάνοντας υπόψη ότι και η «ζωντανή μετάδοση» του μαθήματος γίνεται σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπως αυτή της πανδημίας, µε τη λήψη προστατευτικών µέτρων και εγγυήσεων, τα συγκρουόμενα συνταγματικά αγαθά βρίσκονται σε αρμονία, ενώ η ορθότητα της κρίσης αυτής είναι προφανής στην περίπτωση της «κλασσικής» σύγχρονης τηλεκπαίδευσης σε καιρό πανδημίας, όταν δεν υπάρχει η δυνατότητα λειτουργίας της τάξης σε σχολική αίθουσα.

Επομένως, παρά τις αιτιάσεις των καταγγελλόντων περί του αντιθέτου, η Αρχή έκρινε ότι είναι νόμιμη η σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση και ότι επιτρέπεται στις σχολικές μονάδες της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 63 του ν. 4686/2020, όπως ισχύει µετά την τροποποίησή του µε την από 10/08/2020 ΠΝΠ.

Με την Απόφαση 32/2020 (7.9.2020), η ΑΠΔΠΧ έκρινε ότι η αναγραφή του χαρακτηρισμού της διαγωγής στους τίτλους και στα πιστοποιητικά σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν είναι νόμιμη. Η απόφαση αυτή σηματοδοτεί μια αλλαγή στάσης της Αρχής, δεδομένου ότι στην Απόφαση 28/2019 της ίδιας Αρχής, την οποία έλαβε υπόψη του ο νομοθέτης και στο άρθρο 5 του πρόσφατου νόμου 4692/2020 για την αναγραφή της διαγωγής στους τίτλους σπουδών, αναφέρεται επί λέξει (παρ. 3, σελ. 16 του σκεπτικού):

«Το θρήσκευμα δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την επίδοση του μαθητή, ούτε με την διαγωγή του, που και αυτή βεβαιώνεται στον τίτλο». Επομένως, σύμφωνα με την προηγούμενη αυτή απόφαση της Αρχής, τόσο η αναγραφή της επίδοσης όσο και της διαγωγής, μπορεί να διακριθεί από την αναγραφή του θρησκεύματος, για το οποίο είχε τεθεί θέμα νομιμότητας. Το Υπουργείο Παιδείας θα λάβει υπόψη του τη νέα θέση της Αρχής και θα τοποθετηθεί σχετικώς, με αφορμή και την αναμόρφωση του συνολικού πλαισίου για τα παιδαγωγικά μέτρα.

Με την Απόφαση 32/2020 (7.9.2020), η ΑΠΔΠΧ έκρινε επίσης ότι «για την απαλλαγή από την υποχρέωση παρακολούθησης του μαθήματος των Θρησκευτικών αρκεί η δήλωση ότι λόγοι συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή του μαθητή στο μάθημα των Θρησκευτικών» (κρίση την οποία η ΑΠΔΠΧ είχε διατυπώσει και στην Απόφαση 28/2019).

Επισημαίνεται σχετικώς ότι το Υπουργείο Παιδείας έχει ήδη τροποποιήσει προηγούμενη σχετική εγκύκλιο (23.1.2015) και έχει εκδώσει νέα εγκύκλιο (10.8.2020), σύμφωνα με την οποία για την απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών αρκεί υπεύθυνη δήλωση ότι λόγοι θρησκευτικής συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή του μαθητή στο εν λόγω μάθημα. Με την εγκύκλιο αυτή, το Υπουργείο Παιδείας συμμορφώθηκε πλήρως με την Απόφαση 1749/2019 του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία και προσδιόρισε το περιεχόμενο της εν λόγω υπεύθυνης δήλωσης».

 

https://www.dikaiologitika.gr/eidhseis/paideia/311904/antisyntagmatiki-i-anagrafi-tis-diagogis-sta-apolytiria-symfona-me-tin-arxi-prostasias-dedomenon

Αντισυνταγματικές και αντίθετες προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Ανθρώπου κρίθηκαν από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας και οι αλλαγές που έγιναν στη διδασκαλία των Θρησκευτικών στο Λύκειο, ενώ πριν από λίγο καιρό με άλλη απόφαση του το ανώτατο δικαστήριο είχε κρίνει επίσης αντισυνταγματικές τις αλλαγές στα θρησκευτικά για το δημοτικό και για το γυμνάσιο.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την απόφασή της για το μάθημα των Θρησκευτικών στο Λύκειο και τις αλλαγές που είχαν γίνει με πρόσφατες ρυθμίσεις, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι αυτές είναι αντισυνταγματικές και αντίθετες με την ΕΣΔΑ και για το λόγο τις ακύρωσε.
Και αυτή η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, βασίζεται στις σταθερές της προηγούμενης για τα δημοτικά και τα γυμνάσια, διαθέτει όμως ευρύτερη από την προηγούμενη πλειοψηφία και σκληρότερη διατύπωση στην επιχειρηματολογία της.
Ειδικότερα, κατά την απόφαση, «σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της ισότητας και τις διατάξεις των άρθρων 9 και 14 της ΕΣΔΑ, το κράτος δεν μπορεί, ρυθμίζοντας το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, να στερήσει από τους μαθητές που ασπάζονται ορισμένη θρησκεία το δικαίωμα, το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητάς που ανήκουν σε άλλες θρησκείες, να διδάσκονται αποκλειστικά τα δόγματα της πίστεώς των (όχι δε και δόγματα άλλων θρησκειών)».
Σε άλλο σημείο της απόφασης του ΣτΕ διατυπώνονται σκέψεις για το πρόγραμμα σπουδών σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών στα Λύκεια, καθώς επισημαίνεται ότι «έχει ποιοτική και ποσοτική ανεπάρκεια ως προς την διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προκαλώντας σύγχυση στη θρησκευτική συνείδηση των Ορθοδόξων Χριστιανών μαθητών».
Με το πρόγραμμα σπουδών στα Λύκεια, τονίζεται στην άποψη της πλειοψηφίας «δεν επιχειρείται ούτε καν η «θρησκειολογικού» τύπου μετάδοση γνώσεων και πληροφοριών για τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ορθοδοξίας ή άλλων χριστιανικών ομολογιών ή άλλων θρησκειών, αλλά η επεξεργασία εννοιών, οι οποίες ανάγονται σε διάφορες εκτιμήσεις ή διδακτικά αντικείμενα, εξετάζοντας απλώς από θρησκευτικής σκοπιάς, όχι όμως αποκλειστικώς από Ορθόδοξη Χριστιανική οπτική γωνία».
Επισημαίνεται, σε άλλο σημείο της δικαστικής απόφασης, ότι τόσο από την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, όσο και από το πρόγραμμα σπουδών, «οι μαθητές καθοδηγούνται προς ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και ζωής που είναι αποσυνδεδεμένο από την διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας και είναι προς ένα σύστημα αξιών που νοθεύει τη διδασκαλία αυτή».
Παράλληλα, το ΣτΕ επαναλαμβάνει πολλές σκέψεις της προηγούμενης απόφαση που αφορά το μάθημα των Θρησκευτικών στα Δημοτικά και Γυμνάσια, όπως ότι η απόφαση του Νίκου Φίλη, είναι αντίθεση στο άρθρο 16 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και μεταξύ των σκοπών της είναι η ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο είχαν προσφύγει η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων και 4 γονείς τα παιδιά των οποίων φοιτούσαν στο Λύκειο.
Αντίθετα, η μειοψηφία των ανώτατων δικαστικών τάχθηκε υπέρ της συνταγματικότητας της επίμαχης υπουργικής απόφασης.
Συγκεκριμένα, οι 5 δικαστές που μειοψήφησαν είναι η αντιπρόεδρος Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου και οι σύμβουλοι Επικρατείας Ιωάννης Μαντζουράνης Θεόδωρος Αραβάνης, Μιχάλης Πικραμένος και Αναστασία-Μαρία Παπαδημητρίου.
Η μειοψηφία των 5 μελών της Ολομέλειας του ΣτΕ, αφού τάσσεται υπέρ της συνταγματικότητας, επισημαίνει ότι το Σύνταγμα και οι διεθνείς συμβάσεις ουδόλως υποχρεώνουν τον νομοθέτη να προσδώσει στο μάθημα των θρησκευτικών ομολογιακό ή κατηχητικό χαρακτήρα, γιατί αυτό θα ισοδυναμούσε όχι με «ανάπτυξη» θρησκευτικής συνείδησης, αλλά με «επιβολή» θρησκευτικής συνείδησης συγκεκριμένου περιεχομένου.

Αντισυνταγματικές έκρινε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας τις διατάξεις των υπουργικών αποφάσεων που καθιέρωσαν την υποχρέωση να συμπεριλαμβάνουν οι υπόχρεοι δηλώσεως πόθεν έσχες,  μετρητά, κινητά και  άλλα αντικείμενα αξίας που έχουν στα σπίτια τους ή σε θυρίδες.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας αποφάνθηκε ότι οι διατάξεις που επιβάλλουν σε όλους τους υπόχρεους δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης να δηλώνουν μετρητά πάνω από 15 χιλιάδες ευρώ που έχουν
εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων η σε θυρίδες, αλλά και κινητά αντικείμενα αξίας πάνω από 30 χιλιάδες ευρώ, αντίκεινται σε βασικές συνταγματικές διατάξεις.

Η απόφαση της Ολομελείας του ΣτΕ εκδόθηκε μετά από προσφυγές που είχαν καταθέσει ενώσεις δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών βάλλοντας κατά της κοινής υπουργικής απόφασης των υπουργείων Δικαιοσύνης και Οικονομικών για τις διατάξεις εκείνες που υποχρέωναν τους δικαστικούς να δηλώσουν στοιχεία της προσωπικής τους κατάστασης (διευθύνσεις κατοικιών και λοιπά) στην ηλεκτρονική πλατφόρμα όπου κατατίθενται οι δηλώσεις πόθεν έσχες.

Για τους δικαστικούς η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι η εν λόγω υπουργική απόφαση είναι σαν να μην υπήρξε ( «δεν απέκτησε ποτέ νόμιμη υπόσταση» όπως αναφέρεται στην απόφαση της Ολομελείας, διότι δεν δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως «παραμετρικές τιμές και οδηγίες συμπλήρωσης των πεδίων» της
ηλεκτρονικής πλατφόρμας.

«Με αποτέλεσμα, όπως αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ, να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος νομιμότητας των ουσιωδών αυτών στοιχείων της κανονιστικής ρύθμισης».

Λόγω της μεγάλης σοβαρότητας του θέματος που αφορά στον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης των δικαστικών, σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας του ανωτάτου δικαστηρίου, ο έλεγχος του πόθεν έσχες γιαυτούς πρέπει να γίνεται, αλλά στο εν λόγω όργανο να μετέχουν, συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου του κατά πλειοψηφία ανώτατοι δικαστές από τα τρία ανώτατα δικαστήρια της χώρας.

«Το Δικαστήριο, έκρινε η Ολομέλεια του ΣτΕ, όσον αφορά ειδικώς τους δικαστικούς λειτουργούς, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης αυτών συνδέεται άμεσα με την εκπλήρωση του υπηρεσιακού τους καθήκοντος και πρέπει να διενεργείται κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συνταγματικώς επιβαλλόμενη ανεξαρτησία αυτών έναντι
των οργάνων των δύο άλλων λειτουργιών, κατέληξε, κατ’ αποδοχή σχετικού λόγου, στο ότι το επιφορτισμένο με τον έλεγχο όργανο πρέπει να συγκροτείται, τουλάχιστον κατά πλειοψηφία, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου του, από ανώτατους τακτικούς δικαστές, μέλη των τριών Ανωτάτων Δικαστηρίων».

Σε ότι αφορά τις αιτιάσεις για την ασφάλεια του πληροφοριακού συστήματος προκειμένου να μην υπάρχουν διαρροές προσωπικών δεδομένων το δικαστήριο έκρινε ότι έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα και επιπλέον ότι οι προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις είναι εντός συνταγματικών πλαισίων με την επισήμανση πως η ελλιπής υποβολή δήλωσης πόθεν έσχες θα επισύρει ποινικές κυρώσεις όταν η έλλειψη είχε σκοπό να αποκρύψει κάτι και όχι όταν ήταν μία παράλειψη.

Τα ΝΕΑ

Αντισυνταγματικές κρίθηκαν ομόφωνα από την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου οι παρατάσεις στις συμβάσεις των συμβασιούχων για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με το σκεπτικό ότι το Σύνταγμα απαγορεύει ρητά τόσο τις παρατάσεις των εν λόγω συμβάσεων, όσο και τις μονιμοποιήσεις των επί συμβάσει υπαλλήλων.

Η απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου, η οποία αποκλείει ουσιαστικά τη δυνατότητα παρατάσεων στις συμβάσεις των συμβασιούχων των ΟΤΑ –υπολογίζονται σε περίπου 15 χιλιάδες– που είχαν προβλεφθεί σε πρόσφατους νόμους (επί υπουργίας Γιώργου Κατρούγκαλου), παράγει συνέπειες για τους χιλιάδες συμβασιούχους των ΟΤΑ, καθώς απαγορεύει και την πληρωμή τους για όσο χρόνο κρίνεται ότι οι συμβάσεις τους παρατάθηκαν παράνομα.

Δηλαδή, η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου αποφάσισε ότι δεν μπορούν καν να πληρωθούν όσοι συμβασιούχοι παρείχαν έργο με παράταση, έστω για έναν χρόνο, των συμβάσεών τους, κατά παράβαση του Συντάγματος, ενώ εμποδίζει τόσο την παράταση των συμβάσεών τους όσο και τη μονιμοποίησή τους.

Η κυβέρνηση με συνεχείς παρεμβάσεις προσπαθεί να υπερβεί τον σκόπελο των συμβασιούχων στους δήμους και να επιβάλει την ανανέωση των συμβάσεών τους. Πρόκειται για χιλιάδες συμβασιούχους, οι οποίοι είχαν προσληφθεί με οκτάμηνες συμβάσεις το 2015. Οταν έληξαν οι συμβάσεις δόθηκε παράταση, με κυβερνητική παρέμβαση, μέχρι τα τέλη του 2016. Στη συνέχεια η κυβέρνηση προχώρησε με νομοθετική ρύθμιση σε νέα παράταση μέχρι τα τέλη του 2017, παρά τις αντιδράσεις πολλών δημοτικών αρχών. Ηδη τα προβλήματα, όμως, είχαν εμφανιστεί και με επιμέρους συγκεκριμένες αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που έκρινε ως αντισυνταγματικές τις ρυθμίσεις, καθώς μετά την ολοκλήρωση διετίας δεν μπορούσε να υπάρξει ανανέωση εργασίας συμβασιούχου.

Η κυβέρνηση έφτασε στο σημείο να περάσει τροπολογία σε άσχετο νόμο, η οποία καθόριζε πως «οι συμβάσεις παρατείνονται αυτοδικαίως μέχρι και τις 31.12.2017, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης»! Οταν μάλιστα εμφανίστηκαν αντιδράσεις από δημοτικές αρχές, ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης έστειλε εγκύκλιο προς τις αποκεντρωμένες διοικήσεις της χώρας, με την οποία υπογράμμιζε πως η παράταση των εν λόγω συμβάσεων των εργαζομένων στην καθαριότητα είναι υποχρεωτική. «Επειδή στην υπηρεσία μας έχουν περιέλθει ερωτήματα προφορικά και γραπτά σχετικά με την άρνηση εφαρμογής του άρθρου 16 του ν. 4429/2016, εκ μέρους των ΟΤΑ, που προβαίνουν είτε επιλεκτικά σε μερική παράταση των οικείων συμβάσεων είτε στη λήψη απόφασης περί μη παράτασης των συμβάσεων του συνόλου του απασχολουμένου στην καθαριότητα προσωπικού που έχει τις νόμιμες προϋποθέσεις, παρακαλούμε όπως μεριμνήσετε για τυχόν απαραίτητες ενέργειες στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων σας», αναφερόταν χαρακτηριστικά.

Καθημερινή

Αντισυνταγματική κρίνει το ανώτατο δικαστήριο την επιστροφή μόνο του 50% των περικοπών της διετίας 2012-’14. Με πιλοτική δίκη θα καλυφθούν, εκτός από τους δικαστικούς, όλοι οι εν ενεργεία και συνταξιούχοι ένστολοι, γιατροί ΕΣΥ και πανεπιστημιακοί

Αντισυνταγματική θεωρεί το Α΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου τη νομοθετική διάταξη που προέβλεψε στα τέλη του 2014 την «κουτσουρεμένη» και καθυστερημένη επιστροφή των αναδρομικών στους συνταξιούχους δικαστικούς λειτουργούς, ύστερα από τη δικαστική ακύρωση ως αντισυνταγματικών των περικοπών που επέβαλε ο νόμος 4093/12, από τον Αύγουστο του 2012, στους εν ενεργεία και συνταξιούχους των ειδικών μισθολογίων.
Διαπιστώνοντας την αντισυνταγματικότητα του νόμου 4307/14, καθώς και την αντίθεσή του προς διεθνείς συμβάσεις, το κλιμάκιο αποφάσισε να στείλει στην Ολομέλεια του ΕΣ σχετικό προδικαστικό ερώτημα, προκειμένου να γίνει πιλοτική

δίκη για ένα θέμα που σχετίζεται με το ύψος των συντάξεων ευρείας κατηγορίας δικαιούχων και το οποίο μπορεί να έχει «προφανείς και σοβαρές δημοσιονομικές επιπτώσεις», όπως τονίζεται χαρακτηριστικά στο σχετικό έγγραφο.

Μολονότι η υπόθεση αφορά καταρχήν τα αναδρομικά των συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, τυχόν επιβεβαίωση της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο και για τις διεκδικήσεις που προβάλλουν αντίστοιχα και άλλες κατηγορίες ειδικών μισθολογίων και κυρίως οι ένστολοι (στρατιωτικοί, αστυνομικοί, πυροσβέστες, λιμενικοί κ.ά.), οι οποίοι έτσι κι αλλιώς έχουν προσβάλει στο Συμβούλιο της Επικρατείας ως αντισυνταγματικό (αναμένεται η απόφαση) και το νεότερο μισθολόγιό τους, γιατί δεν συμμορφώθηκε πλήρως προς τις αποφάσεις της Ολομέλειας ΣτΕ, που τους δικαίωσαν.

ethnos.gr

Σελίδα 1 από 11

kalimnos

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot