Η Υπηρεσία Πληροφοριών εφαρμόζει νέο δόγμα απέναντι στις εξωτερικές απειλές, σύμφωνα με το Έθνος της Κυριακής
Νέο δόγμα απέναντι στις εξωτερικές απειλές εφαρμόζει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, σε μια προσπάθεια ποιοτικής αναβάθμισης του ρόλου της, μέσω της ενίσχυσης του πληροφοριακού της δικτύου εκτός Ελλάδας.

 

Σε μια κρίσιμη περίοδο, κατά την οποία η κρίση στον Εβρο έκρουσε το καμπανάκι για το μέγεθος των προκλήσεων, οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες έχουν επιχειρήσει εδώ και πολλούς μήνες «στροφή» σε σχέση με τις προτεραιότητές τους. Το νέο δόγμα προκρίνει την ένταση της διεθνοποίησης της ΕΥΠ, προκειμένου να είναι ξεκάθαρη η μετατόπιση του «βάρους» από τα θέματα της εσωτερικής ασφάλειας σε εκείνα της εξωτερικής.

Επί σειρά ετών οι μυστικές υπηρεσίες είχαν επικεντρωθεί περισσότερο απ’ ό,τι θα έπρεπε στο εσωτερικό πεδίο, με συνέπεια να «ατροφήσουν» σημαντικά το πληροφοριακό δίκτυο και η δραστηριότητα της υπηρεσίας στο εξωτερικό. Οπως λένε αρμόδιες πηγές, υπήρχαν ακόμα και περιπτώσεις χωρών όπου το δίκτυο της ΕΥΠ «ξηλώθηκε» παντελώς. Και αυτό παρότι για τις εσωτερικές κρίσιμες υποθέσεις τρομοκρατίας ή διαφθοράς υπάρχουν υπηρεσίες της Αστυνομίας, όπως η Αντιτρομοκρατική, η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών και το Εσωτερικών Υποθέσεων, οι οποίες είναι ιδιαίτερα ενισχυμένες σε προσωπικό αλλά και σε σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό. Παρά ταύτα, οι πράκτορες της ΕΥΠ ασχολούνταν για χρόνια και επί πολλών διαφορετικών κυβερνήσεων ακόμα και με έρευνες που δεν είχαν καθόλου εθνικό χαρακτήρα.

Εμπειρα στελέχη υπηρεσιών ασφαλείας εξηγούν ότι ένας από τους βασικούς λόγους που συνέβαινε αυτό ήταν ότι η ΕΥΠ υπαγόταν μέχρι πρότινος στον εκάστοτε υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με αποτέλεσμα να είναι πιο «εύκολη» η ανάμειξή της σε έρευνες «εσωτερικού ενδιαφέροντος».

«Ξεκούραστη» δουλειά

Αρκετοί υπουργοί «δελεάζονταν» και αξιοποιούσαν αφιλτράριστα τις δυνατότητές της για να βγάλουν γρήγορα υποθέσεις, ενώ εντός της υπηρεσίας ενδεχομένως κάποιοι να «βολεύονταν» κάνοντας μια αισθητά πιο «ξεκούραστη» δουλειά σε σχέση με την ανάπτυξη δικτύου στο εξωτερικό.

Η μεταφορά των αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ απευθείας στον πρωθυπουργό εκτιμάται ότι πριμοδοτεί την αλλαγή φιλοσοφίας για να στραφούν τα «μάτια» της υπηρεσίας εκτός Ελλάδας. Το πρώτο κρίσιμο κρας τεστ για τη νέα διοίκηση της ΕΥΠ, που ανέλαβε καθήκοντα το περασμένο καλοκαίρι, ήταν η κρίση στον Εβρο, η οποία ξεδιπλώθηκε σε τρεις φάσεις.

 
Η πρώτη αφορούσε στην οργανωμένη από το τουρκικό κράτος μετακίνηση μεγάλου αριθμού μεταναστών και προσφύγων στις Καστανιές. Σύμφωνα με πηγές του «Εθνους της Κυριακής», οι πρώτες πληροφορίες για τις προθέσεις της Τουρκίας έφτασαν στην ΕΥΠ περίπου έναν μήνα πριν εμφανιστούν στην ελληνοτουρκική μεθόριο οι πρώτοι μετανάστες.

Οι απόρρητες πληροφορίες δεν ήταν συγκεκριμένες, αλλά χαρακτηρίστηκαν ως εξαιρετικά σοβαρές. Ετσι, ξεκίνησε η επεξεργασία και η ανάλυσή τους, παράλληλα με την προσπάθεια άντλησης περισσότερων δεδομένων. Δέκα ημέρες πριν από το «σημείο μηδέν», δηλαδή το ξέσπασμα της κρίσης, οι πληροφορίες είχαν γίνει πολύ πιο συγκεκριμένες, ενώ λίγα 24ωρα πριν από την έμπρακτη επιβεβαίωσή τους οι ελληνικές Αρχές γνώριζαν τι θα επακολουθήσει. Η ΕΥΠ ενημέρωσε τα αρμόδια κυβερνητικά όργανα και ακολούθως οι πληροφορίες διαβιβάστηκαν στις Ενοπλες Δυνάμεις και στην ΕΛ.ΑΣ.

Η δεύτερη φάση του περιβόητου «ανοίγματος των συνόρων» ξεδιπλώθηκε στα τουρκικά παράλια. Μετά το «σφράγισμα» του Εβρου από τις ελληνικές δυνάμεις, οι τουρκικές υπηρεσίες επιχείρησαν να μεταφέρουν την κρίση στο Αιγαίο. Σύμφωνα με τις πληροφορίες των ελληνικών Αρχών, η Τουρκία συγκέντρωσε σε τέσσερα διαφορετικά σημεία στα τουρκικά παράλια συνολικά 20.000 πρόσφυγες και μετανάστες (από περίπου 5.000 σε κάθε σημείο). Στόχος της ήταν να περάσουν με φουσκωτά στα ελληνικά νησιά. Παράλληλα, είχε στηθεί δίκτυο μεταφοράς κόσμου από την ενδοχώρα, ούτως ώστε σε περίπτωση που κατάφερναν να φτάσουν στα ελληνικά νησιά, να μετακινηθεί στα τουρκικά παράλια επιπλέον αριθμός μεταναστών.

Ωστόσο, είχε προηγηθεί η απόφαση του ΚΥΣΕΑ της 1ης Μαρτίου για μεγάλη κινητοποίηση των ελληνικών δυνάμεων στο Αιγαίο, η οποία μπλόκαρε τα θαλάσσια περάσματα. Το αποτέλεσμα ήταν να προκληθεί έντονη νευρικότητα στην τουρκική πλευρά, με αποκορύφωμα την προσπάθεια εμβολισμού ελληνικού σκάφους από τουρκική ακταιωρό στις 11 Μαρτίου, ανοιχτά της Κω.

Η Τουρκία αναγκάστηκε να περάσει στο «plan C». Το σχέδιό της προέβλεπε να χρησιμοποιηθούν εμπορικά πλοία-φαντάσματα που θα λειτουργούσαν ως «πολιορκητικός κριός». Τα τουρκικά παράλια βρίθουν από παροπλισμένα -παλιά- πλοία (ακόμα και 60 ετών), στα οποία οι διακινητές θα στοίβαζαν πρόσφυγες και μετανάστες για να τους περάσουν στην Ελλάδα, ενδεχομένως και στην Ιταλία. Μία από τις βάσεις εκκίνησης ήταν το Τσανάκαλε. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες του «Εθνους της Κυριακής», η ΕΥΠ είχε πληροφορίες για 10 διαφορετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες η τουρκική πλευρά προσπάθησε να προωθήσει μετανάστες με πλοία-φαντάσματα, χωρητικότητας εκατοντάδων ατόμων.

Αυστηρή καταδίκη της Τουρκίας για παραβιάσεις ελληνικού FIR και κυπριακής ΑΟΖ
ΚΟΣΜΟΣ 15.05.2020 18:54
Αυστηρή καταδίκη της Τουρκίας για παραβιάσεις ελληνικού FIR και κυπριακής ΑΟΖ
Αυστηρή καταδίκη της Τουρκίας για παραβιάσεις ελληνικού FIR και κυπριακής ΑΟΖ
Οι ελληνικές Αρχές τα «είδαν» εγκαίρως και χάρη στην παρέμβαση των σκαφών του Λιμενικού και του Πολεμικού Ναυτικού μπλοκαρίστηκαν οι διελεύσεις τους. Σε μια περίπτωση, ένα από αυτά άρχισε να βγάζει πυκνούς καπνούς, λόγω παλαιότητας και κακής συντήρησης, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί μόνος του ο καπετάνιος να το γυρίσει πίσω.

Υπήρξε, όμως, και ένα περιστατικό κατά το οποίο εμπορικό πλοίο, ηλικίας 52 ετών, προσάραξε λόγω κακοκαιρίας έξω από το λιμάνι της Τζιας. Το πλοίο, που μετέφερε συνολικά 193 μετανάστες, δεν έφερε όνομα, ούτε σημαία εθνικότητας. Εκτιμάται ότι οι διακινητές κέρδισαν περίπου 1.000.000 ευρώ για ένα δρομολόγιο που τελικά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, καθώς ο προορισμός των μεταναστών ήταν η Ιταλία.

Φόβοι «πιέσεων» στο Αιγαίο
Η εργαλειοποίηση του Προσφυγικού - Μεταναστευτικού από την Τουρκία εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και τους καλοκαιρινούς μήνες, ως μοχλός πίεσης προς την Ευρώπη. Στελέχη των ελληνικών Αρχών θεωρούν ότι τα κυκλώματα θα «πιέσουν» αισθητά περισσότερο στο Αιγαίο σε σχέση με τον Εβρο.

Υστερα, μάλιστα, από το «ναυάγιο» του σχεδίου με τη χρήση παλιών εμπορικών πλοίων, οι εκτιμήσεις των αρμόδιων υπηρεσιών ασφαλείας κάνουν λόγο για επιστροφή των δουλεμπόρων στις «παραδοσιακές» μεθόδους. Δηλαδή, στη διακίνηση ανθρώπων με τη χρήση φουσκωτών λέμβων, στις οποίες συνήθως χειριστής μπαίνει ένας από τους μετανάστες που θέλουν να περάσουν στα ελληνικά νησιά. Στα τουρκικά παράλια βρίσκεται έτοιμος ο μηχανισμός παραγωγής λέμβων, μηχανών και σωσιβίων, όπως και τα κυκλώματα που γνωρίζουν τη «δουλειά». Η απέναντι πλευρά, ωστόσο, έχει λάβει το μήνυμα ότι η φύλαξη των θαλάσσιων συνόρων είναι σημαντικά πιο ενισχυμένη, με 55 σκάφη του Λιμενικού, πλοία του Πολεμικού Ναυτικού και 30 ταχύπλοα τύπου Magna.

Τα τελευταία χρόνια, τα δρομολόγια των προσφύγων και μεταναστών ακολουθούν και οι κυνηγημένοι από το τουρκικό καθεστώς γκιουλενιστές. Μάλιστα, έχουν υπάρξει καταγγελίες για δράση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ) σε ελληνικό έδαφος για την παρακολούθηση των «εχθρών» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η τουρκική κυβέρνηση δεν έπαψε ποτέ να φοβάται την οργάνωση αντιπολιτευτικών πυρήνων εκτός Τουρκίας, ως το αντίπαλον δέος του ερντογανικού καθεστώτος που μακροπρόθεσμα θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει προβλήματα.

Πηγές της λεωφόρου Κατεχάκη εξηγούν ότι από το πραξικόπημα στη γειτονική χώρα και μετά έφτασαν στην Ελλάδα περίπου 30.000-35.000 Τούρκοι υπήκοοι. Κάποιοι εξ αυτών ήταν γκιουλενιστές και κάποιοι δεν ήταν, αλλά φοβήθηκαν ότι θα κυνηγηθούν στην πατρίδα τους γιατί θα τους έβαζαν αναπόφευκτα τη «σφραγίδα» του γκιουλενιστή. Σήμερα, ωστόσο, ένα πολύ μικρό ποσοστό εξ αυτών εξακολουθεί να βρίσκεται στην Ελλάδα (υπολογίζονται σε 5.000-6.000), καθώς η συντριπτική πλειονότητά τους έφυγε για άλλες χώρες. Πρόκειται για Τούρκους που ανήκαν κυρίως στην αστική τάξη της Τουρκίας και οι οποίοι διαθέτουν πτυχία και επαγγελματική πορεία που τους δίνουν τη δυνατότητα γρήγορης απορρόφησης στη χώρα όπου τελικά θα εγκατασταθούν.

Οπως εξηγούν καλά πληροφορημένες πηγές, οι Τούρκοι που έφτασαν στην Ελλάδα και είχαν προφίλ «οργανωμένου» γκιουλενιστή έχουν εγκαταλείψει τη χώρα μας, ενώ αυτοί που παραμένουν εδώ είναι Τούρκοι που δεν είχαν σχέσεις με πυρήνες του Γκιουλέν.

Την αυστηρή, απερίφραστη καταδίκη τους τόσο για την τουρκική πρακτική των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων της Ελλάδας όσο και για την εξορυκτική δραστηριότητα της Τουρκίας στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας εξέφρασαν στο σημερινό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων (ΣΕΥ) οι υπουργοί Εξωτερικών της Ε.Ε.

Όπως αναφέρει το τελικό, συμφωνημένο προσχέδιο της κοινής δήλωσης των ΥΠΕΞ, «η Ε.Ε. βρίσκεται σε πλήρη αλληλεγγύη με την Κύπρο και επαναλαμβάνει ότι απαιτούνται χειροπιαστά βήματα για τη δημιουργία ενός κλίματος που ευνοεί το διάλογο».

Η δήλωση καλωσορίζει την πρόσκληση της Κύπρου προς την Τουρκία να «διαπραγματευθούν καλή τη πίστη» τα όρια των θαλάσσιων οικονομικών τους ζωνών και τονίζει ότι «οι πρόσφατες δράσεις κλιμάκωσης της Τουρκίας [σ.σ.: με τη νέα αποστολή πλοίου για γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ] κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση».

Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ένωσης προσθέτουν: «Αποδοκιμάζουμε το γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει ακόμα ανταποκριθεί στις επανειλημμένες κλήσεις της Ε.Ε. να σταματήσει αυτές τις δραστηριότητες και επαναλαμβάνουμε το κάλεσμά μας στην Τουρκία να επιδείξει αυτοσυγκράτηση, να αποφύγει τέτοιες κινήσεις και να σεβαστεί την κυριαρχία και τα κυρίαρχα δικαιώματα της Κύπρου, όπως ορίζονται από το διεθνές Δίκαιο».

Για τα ελληνοτουρκικά αναφέρεται το εξής: «Η Ε.Ε. καταδικάζει την κλιμάκωση των παραβιάσεων του ελληνικών χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου από την Τουρκία, που περιλαμβάνει υπερ-πτήσεις πάνω από κατοικημένες περιοχές, κατά παράβαση του διεθνούς Δικαίου». Η Τουρκία καλείται «να σταματήσει να εξαπολύει απειλές και να αναλαμβάνει δράσεις που βλάπτουν τις σχέσεις καλής γειτονίας».

Η δήλωση καταλήγει: «Η αποχή από μονομερείς ενέργειες είναι βασικό στοιχείο ώστε να μπορέσει να προχωρήσει ο διάλογος. Αυτός είναι ο λόγος, σε πλήρη αλληλεγγύη με την Κύπρο και την Ελλάδα, που η Ε.Ε. αναδεικνύει εκ νέου τις σοβαρές αρνητικές συνέπειες που έχουν αυτές οι παράνομες ενέργειες σε όλο το φάσμα των σχέσεων Ε.Ε.-Τουρκίας. Το Συμβούλιο θα συνεχίσει να επιλαμβάνεται του θέματος».

Πηγή: thetoc.gr

 

 

Σε νέα φάση προκλητικότητας περνάει η Τουρκία, η οποία στην τακτική του συνεχούς ανοίγματος νέων διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας, τα οποία είναι σαφώς σχεδιασμένα και είναι ένα επιπλέον βήμα στην ήδη υπάρχουσαν πραγματικότητα.

Μετά τα "καταχόμενα νησιά", την "Γαλάζια Πατρίδα" και το παράνομο τουρκικό λιβικό σύμφωνο για την ΑΟΖ, έρχεται να διεκδικήσει με νομικίστικο τρόπο την Κρήτη και Δωδεκάνησα. Αυτή η κίνηση έρχεται γάντι μετά τα επιχειρήματα ότι " το Καστελόριζο δεν έχει ΑΟΖ γιατί είναι μικρό νησί" κλπ, να προσθέσει ένα ακόμη ζήτημα το οποίο όμως "δένει" με την καταπάτηση της ελληνικής υφαλοκρυπίδας και την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας.

Σκοπός της Άγκυρας είναι να καθίσει την Αθήνα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επί των τουρκικών διεκδικήσεων και να πάρει ό,τι περισσότερο μπορεί, αρχής γενομένης από τους υδρογονάνθρακες. Στο πλαίσο αυτο κολλάει και υβριδική ανακοίνωση- προσπάθεια προσέγγισης με το Ισραήλ, περί συμφωνίας για ΑΟΖ, την οποία βεβαίως το Τελ Αβίβ απορρίπτει, ενώ η επιστροφή του Μπ.Νετανιάχου στον πρωθυπουργικό ρόλο διατηρεί το άσχημο κλίμα για την Τουρκία.

Η νέα διεκδίκηση

Τόσο με δηλώσεις όσο και με δημοσιεύματα η Τουρκία προαναγγέλει ότι ΜΚΟ από την Τουρκία και άλλες χώρες θα διεκδικήσουν νομικά τα τρία τέταρτα της Κρήτης και τα Δωδεκάνησα στη Χάγη.

Πριν περίπου ένα χρόνο η Άγκυρα ημιεπίσημα είχε εκδόσει χάρτη με τις σημερινές διεκδικήσεις και τώρα κάνει ένα ακόμη βήμα.

Μπορεί αυτά τώρα να φαίνονται ανυπόστατα, αλλά η Τουρκία έχει μελετήσει πολύ καλά τις υβρυδικές απειλές, μεταξύ των οποίων είναι και η χρήση ΜΚΟ για κρατικούς σκοπούς και τώρα τους εφαρμόζει.

Παράλληλα οι νομικίστηκες διεκδικήσεις είναι από τους βασικούς τρόπους της νεοθωμανικής αντίληψης των τουρκικών διεκδικήσεων.

Πηγή: sofokleousin.gr

Η Τουρκία επιμένει να ανακυκλώνει σταθερά όλο το φάσμα αμφισβητήσεων των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων

Η αποκάλυψη του Βήματος και του Άγγελου Αθανασόπουλου ότι η Τουρκία θέτει ξανά ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου ήρθε να θυμίσει τον τρόπο με τον οποίο η Τουρκία τις τελευταίες δεκαετίες ανακυκλώνει συστηματικά τα ίδια ζητήματα, με απώτερο σκοπό να διαμορφώσει μια εικόνα γενικευμένης ύπαρξης «γκρίζων ζωνών», κάτι που κατά τη γνώμη της τουρκικής διπλωματίας θα διευκολύνει μια συνολική αναδιαπραγμάτευση του καθεστώτος στο Αιγαίο και συνολικά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Τι ήταν η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών
Είναι αλήθεια ότι προηγούμενες συνθήκες όρισαν ένα καθεστώς μερικής ή ολικής αποστρατιωτικοποίησης για αρκετά νησιά του Αιγίου.

Το θέμα του καθεστώτος των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου τέθηκε καταρχάς μετά την απελευθέρωσή τους στο τέλος των Βαλκανικών Πολέμων. Η απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων της 1/14ης Φεβρουαρίου 1914, με την οποία αναγνωρίστηκε η ελληνική κυριαρχία όντως έθετε ζήτημα μη οχύρωσης και αποστρατιωτικοποίησης.

Αργότερα με τη Συνθήκη της Λωζάννης η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος και η Ικαρία ορίζονται ως μερικώς αποστρατιωτικοποιημένες περιοχές. Απαγορεύτηκαν οι ναυτικές εγκαταστάσεις ή τα μεγάλα οχυρωματικά έργα και επιτράπηκε μόνο μικρή παρουσία στρατιωτικής δύναμης («εις στον συνήθη αριθμόν δια την στρατιωτικήν υπηρεσίαν καλουμένων») και δύναμης χωροφυλακής και αστυνομίας.

 

Η Σύμβαση της Λωζάννης για το καθεστώς των Στενών, που συνδέεται με τη Συνθήκη της Λωζάννης και αφορούσε την ασφάλεια στα Στενά, ρητά όριζε πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της Λήμνου και της Σαμοθράκης και αντίστοιχα της Ίμβρου, της Τενέδου και των Λαγουσών Νήσων. Όμως, η Σύμβαση του Μοντραί του 1936 κατήργησε τη Σύμβαση της Λωζάννης και κατά την πάγια θέση της ελληνικής πλευράς δεν επέτρεψε μόνο την επαναστρατιωτικοποίηση της Ίμβρου και της Τενέδου αλλά και της Λήμνου και της Σαμοθράκης.

Η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 εκχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα και έχει ρητή αναφορά σε πλήρη αποστρατιωτικοποίησή τους. Αυτό είχε να κάνει και με το κλίμα του αναδυόμενου Ψυχρού Πολέμου (ενδεικτικά υπήρξε πρόβλεψη αποστρατιωτικοποίησης άλλων περιοχών).

 

Η ελληνική επιλογή για επαναστρατιωτικοποίηση
Τα πράγματα άλλαξαν σημαντικά μετά την επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ιδίως μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974. Η εκτίμησε ότι η Τουρκία προχωράει σε μια νέα επιθετική κατεύθυνση οδήγησε τις ελληνικές κυβερνήσεις στην επιλογή για επαναστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου. Σε αυτό συνετέλεσε και η ίδρυση το 1975 από την Τουρκία της «Στρατιάς του Αιγαίου» (Τέταρτη Στρατιά) με έδρα τη Σμύρνη.

Σε αυτό το πλαίσιο επιλέχτηκε η επαναστρατιωτικοποίηση των νησιών με βάση το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ που ρητά επιτρέπει σε μία χώρα την αναγκαία αμυντική προπαρασκευή για να μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας

 

Ουσιαστικά, τις τελευταίες δεκαετίες η ελληνική πλευρά υποστηρίζει ότι σε σχέση με το καθεστώς των νησιών υπάρχει μια συνολική αλλαγή των συνθηκών σε σχέση με την εποχή της υπογραφής των Συνθηκών (π.χ. δεν υπάρχει πλέον ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-ΕΣΣΔ), ότι υπάρχει θέμα απειλής, νόμιμης προληπτικής άμυνας και αντιμέτρων απέναντι σε προπαρασκευή επιθετικών ενεργειών.

Πάγια θέση της ελληνικής πλευράς είναι το δικαίωμα αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο, εξ ου η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης το 1994 ρητά να εξαιρέσει από την αρμοδιότητα του Διεθνούς Δικαστηρίου οποιαδήποτε διαφορά συνδέεται με στρατιωτικά μέτρα αμυντικού χαρακτήρα που έχουν ληφθεί από την Ελλάδα για λόγους εθνικής άμυνας.

 

Η τουρκική θέση: σύνδεση αποστρατιωτικοποίησης και κυριαρχίας
Η Τουρκία εδώ και δεκαετίες αμφισβητεί ποικιλοτρόπως το δικαίωμα παρουσία αμυντικών δυνάμεων πάνω στα νησιά του Αιγαίου, καταγγέλλοντας την Ελλάδα για παραβίαση των σχετικών συνθηκών.

Ωστόσο, ο πυρήνας της τουρκικής αμφισβήτησης δεν αφορά στενά το ζήτημα της παρουσίας ή όχι ελληνικών ενόπλων τμημάτων πάνω στα νησιά. Η Τουρκία κυρίως θέλει με αυτό τον τρόπο να θεμελιώσει ζήτημα κυριαρχίας.

Σύμφωνα με την τουρκική ερμηνεία της ακολουθίας των συνθηκών που διαμορφώνουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στην Ελλάδα τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου παραχωρήθηκαν με την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων του Φεβρουαρίου 1914 που ρητά αναφέρεται σε αποστρατιωτικοποίηση. Για την τουρκική ερμηνεία αυτό σημαίνει ότι η αποστρατιωτικοποίηση είναι αναγκαία συνθήκη για την παραχώρηση και άρα η επαναστρατιωτικοποίηση εγείρει ζήτημα αμφισβήτησης της παραχώρησης και της ελληνικής κυριαρχίας.

Επιπλέον, υπάρχει και ένας ακόμη λόγος που η Τουρκία εδώ και δεκαετίες εγείρει αυτό το θέμα. Ενώ στα περισσότερα ζητήματα των ελληνοτουρκικών διαφορών η Τουρκία κατά βάση αμφισβητεί το εάν έχουν εφαρμογή κανόνες διεθνούς δικαίου (π.χ. θεωρεί casus belli την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. ή αμφισβητεί την αναγνωρισμένη από το διεθνές δίκαιο της θάλασσας αυτοτελή υφαλοκρηπίδα των νησιών), το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης είναι το μόνο για το οποίο μπορεί να επικαλείται το γράμμα των συνθηκών, αν και όχι απαραίτητα το πνεύμα του διεθνούς δικαίου.

 

Η λογική των γενικευμένων «γκρίζων ζωνών»
Προφανώς κανείς δεν πιστεύει ότι το επιχείρημα για τη σύνδεση κυριαρχίας και αποστρατιωτικοποίηση θα μπορούσε να έχει κάποια τύχη. Ούτε είναι εύκολο, ιδίως στον σύγχρονο κόσμο με την αυξημένη αστάθεια, να έχει κάποια απήχηση ένα αίτημα παραίτησης από λήψη αμυντικών μέτρων τα οποία όλες οι χώρες θεωρούν αυτονόητα.

Όμως, η Τουρκία γνωρίζει ότι όσο πιο πολλές αμφισβητήσεις εγείρει, όσο πιο πολλά θέματα ορίζει ως διαφιλονικούμενα, όσο περισσότερο υπογραμμίζει υποτιθέμενα προβλήματα παραβίασης του διεθνούς δικαίου, όσο περισσότερες περιοχές θεωρεί ότι δεν έχουν αποσαφηνισμένη κυριαρχία, τόσο περισσότερο διευκολύνεται στο στρατηγικό της στόχο για μια διαπραγμάτευση εφ’ όλης της ύλης που θεωρεί ότι είναι και ο τρόπος για την ικανοποίηση του μεγαλύτερου εύρους αξιώσεών της.

 

 

Πηγή in.gr

Παναγιώτης Σωτήρης

 

 

Η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου (κυρίως) και των Δωδεκανήσων είναι το επόμενο μέτωπο που προετοιμάζει η Αγκυρα στη διμερή αντιπαράθεσή της με την Ελλάδα.

Επειτα από τη μεθοδική προσπάθεια διαμόρφωσης ενός θεωρητικού μοντέλου επί του οποίου στήριξε τις διεκδικήσεις της στις θαλάσσιες ζώνες της Ανατολικής Μεσογείου – με αποκορύφωμα το, νομικά έωλο, Μνημόνιο Συναντίληψης που υπέγραψε με την Τρίπολη – η Αγκυρα «έχει επιστρέψει» στο Αιγαίο «με αιχμή του δόρατος» το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών.

Δεν πρόκειται βέβαια για νέο επεισόδιο στο πολυτάραχο σίριαλ των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ούτε για θέμα απομονωμένο από τη συνολική στρατηγική θεώρηση της Τουρκίας για το Αιγαίο.

Φαίνεται όμως να επανέρχεται ένα θεωρητικό μοντέλο άμεσης σύνδεσης της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών με την αμφισβήτηση της κυριαρχίας τους, ακόμα κι αν πρόκειται για μεγάλα και κατοικημένα νησιά. Πρόκειται για εξέλιξη που θα έπρεπε να ανησυχήσει την Αθήνα, η οποία όμως προς το παρόν απαντά μάλλον αμήχανα στη… «ρουτίνα» των υπερπτήσεων με τις οποίες η Αγκυρα επιδιώκει να υποστηρίξει τα επιχειρήματά της.

Η αποφυγή της στρατιωτικοποίησης της κατάστασης συνιστά συνειδητή επιλογή της ελληνικής πλευράς. Ωστόσο δίαυλοι επικοινωνίας δεν υφίστανται και αυτό εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους.

Πρωταγωνιστικό ρόλο στην τουρκική στρατηγική διαδραματίζει, όπως και στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών, ο αντιναύαρχος Τσιχάτ Γιαϊτσί. Ο επιτελάρχης του τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού έχει αναλάβει όπως φαίνεται να… εξειδικεύσει έτι περαιτέρω το αφήγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας» που πρώτος διατύπωσε ο ναύαρχος ε.α. Τζεμ Γκουρντενίζ. Η εν λόγω θεωρία έχει σαφώς επικρατήσει στο διπλωματικό και στρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας τα τελευταία χρόνια, αλλά επίσης στο Προεδρικό Μέγαρο.

Στο δε υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο από πολλούς θεωρείται αποδυναμωμένο, ο βασικός εκφραστής της «σκληρής γραμμής» είναι ο Τσαγκαπτάι Ερτζιγες. Ο γενικός διευθυντής με αρμοδιότητα τις Διμερείς Πολιτικές, Αεροναυτιλιακές και Συνοριακές Υποθέσεις προέβη μάλιστα σχετικά πρόσφατα σε άλλη μία από τις γνωστές παρουσιάσεις του με τις οποίες προσφέρει νομικό μανδύα στις τουρκικές θέσεις.

Η παρουσίαση πραγματοποιήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Οικονομικών και Τεχνολογίας ΤΟΒΒ. Είχε δε τίτλο «Εκκρεμή ζητήματα στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο Πέλαγος: Οι θέσεις και οι πολιτικές της Τουρκίας». Δεν είναι όμως ο κ. Ερτζιγες που φαίνεται να κινεί τα νήματα.

Τι λέει ο Γιαϊτσί

Αυτό φαίνεται να το πράττει ο αντιναύαρχος Γιαϊτσί, ο οποίος μοιάζει μάλιστα να ακολουθεί μια πρακτική όμοια με εκείνη που ακολούθησε και στην υπόθεση των θαλασσίων οριοθετήσεων. Τότε είχε αρχικά εκδώσει ένα εγχειρίδιο με τίτλο «Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη με Ερωτήσεις και Απαντήσεις», στο οποίο είχε πρωτοδιατυπώσει τις θέσεις του για τους τρόπους με τους οποίους η Αγκυρα θα μπορούσε να αποκτήσει ξεκάθαρο αποτύπωμα στη θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Σε αυτό έθεσε τις βάσεις για το Μνημόνιο Συναντίληψης με τη Λιβύη, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο «να ανακαλύψει» αντικείμενες ακτές μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ – αγνοώντας πλήρως την Κύπρο. Σήμερα, έχει προχωρήσει στην έκδοση ενός νέου βιβλίου με τίτλο «Ελληνικές Απαιτήσεις – Προβλήματα του Αιγαίου: Ερωτήσεις και Απαντήσεις». Το εν λόγω βιβλίο αριθμεί περισσότερες από 200 σελίδες και κυκλοφόρησε αρχικά σε 25.000 αντίτυπα. Εκδότης είναι το Ανώτατο Ιδρυμα Πολιτισμού, Γλώσσας και Ιστορίας «Ατατούρκ».

Ορισμένα αποσπάσματά του έχουν επιμελώς διαρρεύσει στον τουρκικό Τύπο (στη σκληροπυρηνική εφημερίδα «Aksam») και προσφέρουν μια γεύση του περιεχομένου. Ο συγγραφέας απαριθμεί κατ’ αρχάς 23 νησιά που, σύμφωνα με τον ίδιο, φέρουν «μη στρατιωτικό καθεστώς». Πρόκειται για τη Θάσο, τον Αγιο Ευστράτιο, τα Ψαρά/Αντίψαρα, τη Σαμοθράκη, τη Λήμνο, τη Λέσβο, τη Χίο, την Ικαρία, τη Σάμο, την Αστυπάλαια, τη Ρόδο, τη Χάλκη, την Κάρπαθο, την Κάσο, την Ιλέκη, τη Νίσυρο, την Κάλυμνο, τη Λέρο, την Πάτμο, τους Λειψούς, τη Σύμη, την Κω και το Καστελλόριζο (Μεγίστη). Από αυτά τα 23 νησιά, τα 16 έχουν εξοπλιστεί, σταδιακά όπως αναφέρει ο συγγραφέας, από την Ελλάδα ήδη από τη δεκαετία του 1950.

Μάλιστα, ο αντιναύαρχος Γιαϊτσί θεωρεί ότι το «μη στρατιωτικό καθεστώς» αυτών των νησιών δεν συνάγεται μόνο από τις Συνθήκες της Λωζάννης (1923) και των Παρισίων (1947), αλλά επίσης από την παραβίασή του μέσω της εκμετάλλευσης του πλαισίου του ΝΑΤΟ (π.χ. με τη χρήση αεροδιαδρόμων για υπερπτήσεις και αποστολές/ασκήσεις).

Εκτιμάται ότι σε αυτό το πλαίσιο η Αγκυρα είχε ζητήσει την εξαίρεση του Αγίου Ευστρατίου από τη νατοϊκή άσκηση «Τολμηρός Τοξότης» το 2007. Τι σημαίνουν όλα αυτά για τον Γιαϊτσί; Σημαίνουν ότι εφόσον έχουν παραβιαστεί οι όροι της αποστρατιωτικοποίησης έχει επίσης ακυρωθεί η προϋπόθεση βάσει της οποίας τα νησιά αυτά δόθηκαν στην Ελλάδα. Η ιδέα δεν είναι πάντως νέα. Είχε πρωτοδιατυπωθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και τώρα επανέρχεται.

Τι αναφέρουν οι Συνθήκες Λωζάννης και Παρισίων

Σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάννης προβλέπεται (στο Αρθρο 4) η ολική αποστρατιωτικοποίηση Λήμνου και Σαμοθράκης (Ελλάδα), της Ιμβρου, της Τενέδου και των Λαγουσών νήσων (Τουρκία), καθώς επίσης η μερική αποστρατιωτικοποίηση Λέσβου, Ικαρίας, Σάμου και Χίου (Αρθρο 13). Σε ό,τι αφορά τα Δωδεκάνησα, το Αρθρο 14 της Συνθήκης των Παρισίων ορίζει ότι τα νησιά αυτά θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημένα. Στο σημείο αυτό, τα επιχειρήματα της Τουρκίας είναι αδύναμα, καθώς δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης.

Σε σχέση όμως με τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, η Τουρκία επιδιώκει να αξιοποιήσει την Απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων της 13ης Φεβρουαρίου 1914. Με αυτήν, η Ελλάδα διατηρεί υπό την κυριαρχία της όλα τα νησιά του Αιγαίου, πλην Ιμβρου και Τενέδου. Καλείται δε να προσφέρει εγγυήσεις στην Τουρκία ότι τα νησιά δεν θα οχυρωθούν ή χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς. Η Αγκυρα θεωρεί ότι με την απόφαση αυτή (που επικυρώνεται στο Αρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάννης) όλα τα νησιά πρέπει να είναι αποστρατιωτικοποιημένα.

Υποστηρίζει ότι η ισχύς της υπερβαίνει τη Συνθήκη της Λωζάννης, παρά το γεγονός ότι το Αρθρο 12 αναφέρεται ρητά στο ζήτημα της ελληνικής κυριαρχίας επί των νησιών, ενώ είναι το Αρθρο 13 που ορίζει ποια νησιά θα είναι αποστρατιωτικοποιημένα. Η Αγκυρα ερμηνεύει επίσης περιοριστικά τη Σύμβαση του Μοντρέ (1936), εξαιρώντας Λήμνο και Σαμοθράκη από τον επανεξοπλισμό της ζώνης των Στενών στην οποία αυτά ανήκουν.

Πηγή: in.gr

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot