Ο Γιοάχιμ Νάγκελ, μέλος του Δ.Σ της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας λέει όχι στο κούρεμα του ελληνικού χρέους και προειδοποιεί πως οι ελληνικές τράπεζες θα ''πληρώσουν'' τυχόν διακοπή του προγράμματος βοήθειας.
«Μοιραίες συνέπειες» για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα είχε ενδεχόμενη διακοπή του προγράμματος βοήθειας, προειδοποιεί το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας Γιοάχιμ Νάγκελ, σε συνέντευξή του στη γερμανική οικονομική εφημερίδα «Ηandelsblatt».
Οι ελληνικές τράπεζες θα έχαναν την πρόσβασή τους στα κεφάλαια της κεντρικής τράπεζας
«Σε περίπτωση που αμφισβητηθεί η συνέχιση του προγράμματος βοήθειας για την Ελλάδα, θα μπορούσε να τεθεί αμέσως σε κίνδυνο η αναχρηματοδότηση της νομισματικής πολιτικής. Αυτό θα είχε μοιραίες συνέπειες για το ελληνικό οικονομικό σύστημα. Οι ελληνικές τράπεζες θα έχαναν τότε την πρόσβασή τους στα κεφάλαια της κεντρικής τράπεζας», δηλώνει ο κ. Νάγκελ, σύμφωνα με απόσπασμα που προδημοσιεύεται και σημειώνει ότι αυτή η συνέπεια έχει, κατά την άποψή του, υποτιμηθεί.
Ο κ. Νάγκελ απορρίπτει ακόμη κατηγορηματικά το ενδεχόμενο οι κεντρικές τράπεζες του ευρωσυστήματος να συμμετάσχουν σε κούρεμα του ελληνικού χρέους με τα ελληνικά ομόλογα που έχουν στην κατοχή τους. «Ακόμη και αν φτάναμε σε αυτό, το ευρωσύστημα δεν θα μπορούσε να συμφωνήσει. Μια παραίτηση από τις απαιτήσεις θα αποτελούσε νομισματική κρατική χρηματοδότηση και με αυτόν τον τρόπο παραβίαση των συνθηκών της ΕΕ», υποστηρίζει ο κ. Νάγκελ.
Πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ
Ευρωπαϊκές τράπεζες και διαχειριστές κεφαλαίων πωλούν πακέτα με πολλά κόκκινα δάνεια σε μία προσπάθεια να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους που δέχθηκαν πλήγμα από την χρηματοπιστωτική κρίση.
Ευρωπαϊκές τράπεζες και διαχειριστές κεφαλαίων πούλησαν το 2014 στεγαστικά -στα οποία περιλαμβάνονται και κόκκινα δάνεια- ονομαστικής αξίας 80,6 δισ. ευρώ σύμφωνα με την Cushman & Wakefield Inc.
Πρόκειται για ποσό που δεν έχει προηγούμενο αφού είναι αυξημένο κατά 26 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2013 και το 2012.
Η αύξηση των πωλήσεων αυτών καταγράφηκε καθώς αμερικανικά επενδυτικά κεφάλαια όπως Cerberus και η Lone Star Funds αναζητούσαν να αγοράσουν στοιχεία ενεργητικού ευρωπαϊκών τραπεζών ανέφερε επισήμως η Cushman & Wakefiled που δραστηριοποιείται στην αγορά ακινήτων.
Οι συναλλαγές αυτές αναμένεται να φθάσουν φέτος τα 60-70 δισ. ευρώ σύμφωνα με την ίδια πηγή.
Ο μεγάλος όγκος των πωλήσεων δείχνει την πλήρη έκταση των κόκκινων δανείων που είχαν οι τράπεζες από το ξέσπασμα της κρίσης είπε ο Φεντερίκο Μοντέρο, επικεφαλής πωλήσεων στεγαστικών δανείων της Cushman & Wakefield στην Ευρώπη και πρόσθεσε ότι η αγορά των στεγαστικών δανείων ευρωπαϊκών τραπεζών από αμερικανικές επενδυτικές εταιρίες δείχνει ότι οι τελευταίες αναζητούν ευκαιρίες στην Ευρώπη.
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ
Ξεπέρασε κάθε προηγούμενο η λίστα αναμονής για το εφάπαξ, καθώς, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των ταμείων πρόνοιας, που αποκαλύπτει ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, 52.293 ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτήθηκαν από το δημόσιο, το ΙΚΑ, τις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες, περιμένουν να πληρωθούν το εφάπαξ.
Από το σύνολο των δικαιούχων:
- Οι 40.700 περιμένουν εφάπαξ από το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, όπως αναφέρεται σε απόφαση του υπουργείου Εργασίας, με την οποία εγκρίθηκα υπερωρίες, για να διεκπεραιωθούν οι 40.700 αιτήσεις.
- Οι 8.843 δικαιούχοι προέρχονται από τους τομείς πρόνοιας του ιδιωτικού τομέα.
- Οι 2.750 ασφαλισμένοι περιμένουν εφάπαξ από το ταμείο πρόνοιας των ΔΕΚΟ και τραπεζών.
- Το 92% των δικαιούχων έχει συνταξιοδοτηθεί μετά την 1η Σεπτεμβρίου του 2013 και, ως εκ τούτου, «εμπίπτει» στο νόμο που προβλέπει ότι για όσους αποχωρούν με σύνταξη από τον Σεπτέμβριο του 2013 και μετά το εφάπαξ θα είναι ανάλογο με το πλήθος των αιτήσεων που θα μπορεί να πληρώνει το κάθε Ταμείο. Ο χρόνος πληρωμής θα ξεκινήσει πιθανότατα μετά τον Μάρτιο-Απρίλιο, αν και οι εκλογές είναι πιθανό να πάνε ακόμη πιο πίσω τις αρχικές ημερομηνίες.
Σύμφωνα με το νόμο, το τελικό ποσό θα καθοριστεί:
- Αφού υπολογιστούν τα ταμειακά διαθέσιμα.
- Αφού υπολογιστεί πόσο στοιχίζουν όλα τα εφάπαξ που είναι σε αναμονή κάθε χρόνο.
- Αφού υπολογιστεί το ποσό που μπορεί να πληρωθεί μέσα στο έτος, ώστε ο τελικός λογαριασμός να είναι ισοσκελισμένος, δηλαδή τα εφάπαξ που θα πληρωθούν, να μην υπερβαίνουν τα έσοδα του Ταμείου και να μην υπάρχει καθόλου έλλειμμα.
Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής
Η ΕΚΤ προειδοποιεί τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών να είναι προσεκτικές με τη διαχείριση της ρευστότητάς τους και να αποφεύγουν τοποθετήσεις σε στοιχεία ενεργητικού που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να πάρουν ρευστότητα.
Οπως αναφέρει ρεπορτάζ της εφημερίδας «Καθημερινή», η προειδοποίηση της ΕΚΤ προς τις τέσσερις συστημικές τράπεζες ήρθε μέσω εγγράφου που απέστειλε ο Ενιαίος Μηχανισμός Εποπτείας (Single Supervisory Mechanism – SSM), που έχει αναλάβει την εποπτεία των συστημικών τραπεζών από τον περασμένο Νοέμβριο, στο πλαίσιο της τραπεζικής ενοποίησης.
Η παρέμβαση του SSM συνιστά προειδοποίηση προς τις τράπεζες να αποστασιοποιηθούν από επικείμενες τοποθετήσεις σε εκδόσεις εντόκων, καθώς δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ενέχυρα για δανεισμό από τον ELA. Αξιολογώντας το περιεχόμενο του εγγράφου, τα νομικά τμήματα των τραπεζών θεωρούν επί της ουσίας ότι η συμμόρφωση με τη σύσταση είναι υποχρεωτική.
Το ερώτημα που θα τεθεί με τη μορφή διλήμματος είναι τι θα πράξουν το προσεχές διάστημα εάν κληθούν να καλύψουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου, συμμετέχοντας στην ανανέωση ή στην αγορά νέων ομολόγων και φυσικά τα περιθώρια που έχουν στο πλαίσιο της εποπτείας τους από την ΕΚΤ να αγνοήσουν μια τέτοια προτροπή – σύσταση σημειώνει η «Καθημερινή».
Καθημερινή
«Το πρόβλημα με την ποσοτική χαλάρωση είναι ότι λειτουργεί στην πράξη, αλλά δεν λειτουργεί στη θεωρία» δήλωσε στις αρχές του 2014 ο Μπεν Μπερνάνκι, πρώην πρόεδρος της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας και ο άνθρωπος που πολέμησε τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση που πέρασαν οι ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1930, εφαρμόζοντας τρία προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης.
Η ποσοτική χαλάρωση λειτούργησε στις ΗΠΑ, στη Βρετανία και σε κάποιο βαθμό στην Ιαπωνία, ενισχύοντας την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό καθώς και την εμπιστοσύνη των αγορών και των επιχειρήσεων στην οικονομία. Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι τα οφέλη από την ποσοτική χαλάρωση περιορίζονται όσο περνάει ο καιρός. Επιπλέον, η ποσοτική χαλάρωση σίγουρα ενισχύει τον χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι είναι εξίσου ευεργετική και για την πραγματική οικονομία. Η ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας, για παράδειγμα, ήταν πιο αργή από άλλες φορές, ενώ τα πραγματικά εισοδήματα των Αμερικανών δεν ενισχύθηκαν μέχρι σήμερα παρά ελάχιστα από την ποσοτική χαλάρωση.
Να πώς λειτουργεί θεωρητικά ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η κεντρική τράπεζα αγοράζει περιουσιακά στοιχεία, συνήθως κρατικά ομόλογα (στην περίπτωση των ΗΠΑ και της Βρετανίας και στεγαστικά δάνεια), και με αυτόν τον τρόπο αυξάνει την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία, δηλαδή τυπώνει νέο χρήμα. Στην περίπτωση της Βρετανίας αγορές ύψους 1% του ΑΕΠ ενίσχυσαν το ΑΕΠ κατά 0,18% και τον πληθωρισμό κατά 0,3%. Στην περίπτωση των ΗΠΑ η Fed του Σαν Φρανσίσκο διαπίστωσε ότι μέχρι το 2012 οι αγορές περιουσιακών στοιχείων μείωσαν την ανεργία κατά 1,5% και βοήθησαν την οικονομία να μην πέσει σε καθεστώς αποπληθωρισμού. Καθώς η κεντρική τράπεζα αγοράζει κρατικά ομόλογα, μειώνεται η απόδοσή τους και συνεπώς οι επενδυτές αναγκάζονται να στραφούν σε αγορές με υψηλότερη απόδοση, συνεπώς και με υψηλότερο ρίσκο. Η αύξηση της ζήτησης για τέτοιου είδους ομόλογα, στην περίπτωση της Ευρωζώνης κρατικά ομόλογα της περιφέρειας (και εταιρικά ομόλογα), αυξάνει την τιμή τους και συνεπώς μειώνεται η απόδοσή τους μαζί και το κόστος δανεισμού για κράτη και επιχειρήσεις με προφανή δημοσιονομικά οφέλη.
Το χαρτοφυλάκιο των τραπεζών που συνήθως κατέχουν μεγάλες ποσότητες κρατικών ομολόγων ενισχύεται από την άνοδο των τιμών, ενώ μπορούν να ξεφορτωθούν πιο ριψοκίνδυνους τίτλους και θεωρητικά να αυξήσουν τον δανεισμό τους προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Με τη σειρά της η αύξηση του δανεισμού μπορεί να ανεβάσει τις τιμές των ακινήτων, να μειώσει το κόστος χρηματοδότησης και να οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων οι οποίες οδηγούν σε αύξηση της απασχόλησης. Η αύξηση της απασχόλησης οδηγεί σε αύξηση της ζήτησης και της κατανάλωσης και τελικά (αν όλα πάνε καλά) σε αύξηση του ΑΕΠ και των φορολογικών εσόδων και σε μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ. Στην περίπτωση της Ευρωζώνης σημαντικά οφέλη αναμένονται από την εξασθένηση του ευρώ που ελπίζεται ότι θα οδηγήσει σε αύξηση των εξαγωγών, ενώ κλειδί θα είναι αν οι τράπεζες θα αυξήσουν τον δανεισμό προς την πραγματική οικονομία.
kathimerini.gr