Επιστήμονες ανακάλυψαν ότι, πριν από περίπου 73.000 χρόνια, το μεγαλύτερο από τα νησιά του αρχιπελάγους του Πράσινου Ακρωτηρίου, στα ανοιχτά της Δυτικής Αφρικής στον Ατλαντικό, το Σαντιάγκο, όπου σήμερα ζουν 250.000 άνθρωποι, σαρώθηκε από τεράστια κύματα ύψους 200 έως 250 μέτρων.
Η αιτία ήταν ένα μεγατσουνάμι που προκλήθηκε λόγω της απότομης υποθαλάσσιας κατάρρευσης τμήματος ενός νησιωτικού ηφαιστείου σε απόσταση 55 χιλιομέτρων.
Συγκριτικά, τα μεγαλύτερα πρόσφατα τσουνάμι, του 2004 στον Ινδικό Ωκεανό (περίπου 230.000 θύματα) και του 2011 στην Ιαπωνία (περίπου 20.000 θύματα), δημιούργησαν κύματα έως 35 μέτρων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον γεωλόγο Ρικάρντο Ραμάλο της Σχολής Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ και του Γεωπαρατηρητηρίου Λαμόντι-Ντόχερτι του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science Advances», δήλωσαν ότι πιθανώς είναι το μεγαλύτερο ωκεάνιο τσουνάμι που έχουν δει ποτέ οι άνθρωποι, παλαιοί και σύγχρονοι. Τα κύματα παρέσυραν σε μεγάλες αποστάσεις έως 600 μέτρων, στα ενδότερα του νησιού, τεράστιους βράχους βάρους έως 770 τόνων.
Οι επιστήμονες εκτίμησαν ότι τέτοιες αιφνιδιαστικές κατολισθήσεις ηφαιστείων δεν είναι συχνές, όμως αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημιουργία γιγάντιου τσουνάμι. Πιο συχνά πάντως είναι τα τσουνάμι που προκαλούνται όχι από ηφαίστεια, αλλά από υποθαλάσσιους σεισμούς.
Η προϊστορική κατάρρευση -συνολικά 160 κυβικά χιλιόμετρα πετρωματων κατολίσθησαν στον βυθό- συνέβη στο ηφαίστειο Φόγκο, το οποίο, με ύψος 2.829 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πιο ενεργά νησιωτικά ηφαίστεια στον κόσμο, καθώς εκρήγνυται κάθε περίπου 20 χρόνια.
Τις τελευταίες εκατοντάδες χρόνια, έχουν συμβεί τουλάχιστον οκτώ μικρότερες καταρρεύσεις πλαγιών νησιωτικών ηφαιστείων στην Αλάσκα, στην Ιαπωνία και αλλού, προκαλώντας φονικά τσουνάμι, αν και μικρότερης κλίμακας από ό,τι το Φόγκο πριν από 76.000 χρόνια. Ενδείξεις για αρχαία μεγατσουνάμι έχουν επίσης υπάρξει στα νησιά-ηφαίστεια της Χαβάης, μετά από έκρηξη της Αίτνας στην Ιταλία κ.α.
Ο ερευνητής Σάιμον Ντέι του University College του Λονδίνου έχει υποστηρίξει ότι μια παρόμοια κατάρρευση μέρους του ηφαιστείου Κούμπρε Βιέχα στα Κανάρια Νησιά θα μπορούσε να γεννήσει κύματα τσουνάμι ύψους έως 1.000 μέτρων (!) - ισχυρισμός που έχει πάντως αντιμετωπιστεί με σκεπτικισμό από άλλους επιστήμονες, οι οποίοι θεωρούν απίθανο να συμβεί κάτι τέτοιο.
Το μεγαλύτερο κύμα που έχει ποτέ καταγραφεί - αλλά σε κλειστή θάλασσα και όχι ωκεανό- είχε ύψος περίπου 525 μέτρων και συνέβη στον απομονωμένο Κόλπο Λιτούγια της Αλάσκα, μετά από ένα υποθαλάσσιο σεισμό. Δύο ψαράδες που έτυχε να βρίσκονται στη βάρκα τους εκείνη τη μέρα μέσα στον κόλπο, παρασύρθηκαν από τα κύματα έως ένα κοντινό δάσος - και ως εκ θαύματος επέζησαν.
(πληροφορίες: ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Αυτό είναι, σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας των ΗΠΑ (NOAA), το μονοπάτι που αναμένεται να ακολουθήσει το τσουνάμι του σεισμού στη Χιλή.
Τα κύματα του τσουνάμι υπολογίζεται ότι θα φτάσουν στη Χαβάη το πρωί της Πέμπτης στις 8, ώρα Ελλάδας.
enikos.gr
Η Κρήτη, άλλα νησιά του Νοτίου Αιγαίου, οι ηπειρωτικές ακτές και τα νησιά του Ιονίου, καθώς και οι ακτές του Κορινθιακού Κόλπου αποτελούν την ομάδα υψηλού κινδύνου για τσουνάμι, σύμφωνα με τον πολιτικό μηχανικό Αχιλλέα Σαμαρά, μεταδιδακτορικό ερευνητή του ιταλικού Πανεπιστημίου της Μπολόνια.
Όπως δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κίνδυνος για ένα μελλοντικό τσουνάμι στις ελληνικές ακτές έπειτα από σεισμό είναι υπαρκτός και η χώρα μας χρειάζεται την καλύτερη δυνατή προετοιμασία.
Σε πρόσφατο άρθρο του, μαζί με άλλους Έλληνες και Ιταλούς ερευνητές, το οποίο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ωκεανογραφίας «Ocean Science» της Ευρωπαϊκής Ένωσης Γεωεπιστημών (EGU), γίνεται η εκτίμηση ότι ένας ισχυρός σεισμός περίπου επτά βαθμών στα ανοιχτά των ακτών θα προκαλούσε ένα μεγάλο τσουνάμι, που θα μπορούσε να πλημμυρίσει τις παράκτιες περιοχές της νότιας και νοτιοδυτικής Κρήτης σε ύψος έως πέντε μέτρων πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Σε μια τέτοια περίπτωση, συνολικά γύρω στα 3,5 τετραγωνικά χιλιόμετρα ξηράς κατά μήκος των ακτών της Κρήτης πιθανώς θα βρίσκονταν κάτω από το νερό.
Ο Αχ.Σαμαράς γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1982 και σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, από όπου πήρε με διάκριση και το διδακτορικό του το 2010. Διετέλεσε επισκέπτης λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου (2011-12), ενώ έκτοτε διεξάγει μεταδιδακτορική έρευνα στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια.
Έχει συμμετάσχει σε πολλά ερευνητικά προγράμματα σε Ελλάδα και Ιταλία και τα ερευνητικά ενδιαφέροντά του εστιάζονται, μεταξύ άλλων, στην παράκτια μηχανική, τη δυναμική των τσουνάμι και των πετρελαιοκηλίδων, τα υδραυλικά και λιμενικά έργα, καθώς και την επίδραση της κλματικής αλλαγής στον παράκτιο χώρο.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
ΕΡ: Μια προσομοίωση για πιθανό μελλοντικό τσουνάμι στην Κρήτη, όπως αυτή που δημοσιεύσατε πρόσφατα, ισοδυναμεί με έγκαιρη επιστημονική προειδοποίηση ή συνιστά απλώς μια νοητική-μαθηματική άσκηση χωρίς ιδιαίτερο πρακτικό αντίκρυσμα;
ΑΠ: Στη εν λόγω δουλειά εστιάσαμε το ενδιαφέρον μας στη βελτίωση της προσομοίωσης του τι συμβαίνει, όταν τα τσουνάμι πλησιάζουν τον χώρο των ακτών και εν συνεχεία πλημμυρίζουν παράκτιες περιοχές. Αναγνωρίζοντας το κενό στη σχετική επιστημονική γνώση και με βάση τη λογική ότι το πρώτο βήμα για την αξιόπιστη αποτίμηση των επιπτώσεων των τσουνάμι είναι η αξιόπιστη εκτίμηση της έκτασης των πλημμυρισμένων περιοχών: (α) αναπτύξαμε ένα μοντέλο με βελτιωμένα χαρακτηριστικά σε αυτό το κομμάτι, (β) το επικυρώσαμε συγκρίνοντας τα αποτελέσματα του με εργαστηριακά πειράματα και (γ) το εφαρμόσαμε για δύο αντιπροσωπευτικά τσουνάμι σε περιοχές της Μεσογείου με έντονη σεισμική δραστηριότητα, μελετώντας τα φαινόμενα πλημμύρισης σε δύο συγκεκριμένες περιοχές των ακτών της Κρήτης και της Σικελίας.
Κατά συνέπεια, η συγκεκριμένη μελέτη δεν συνιστά προειδοποίηση για κάποιο επερχόμενο τσουνάμι (αυτό, άλλωστε, επιστημονικά είναι αδύνατον), ώστε να δικαιολογείται ο οποιοσδήποτε πανικός, αλλά δεν είναι και απλά μια «άσκηση χωρίς αντίκρυσμα», καθώς – δεδομένης της σεισμικότητας της Αν.Μεσογείου – ο κίνδυνος για ανάλογα ή μεγαλύτερα τσουνάμι θα υπάρχει πάντα. Το να τον αγνοούμε, είναι σα να αγνοούμε τον κίνδυνο από σεισμούς ή πλημμύρες, ενώ το να υπερβάλλουμε, είναι σα να καλούμε όλους να πάψουν να οδηγούν, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος τροχαίου ατυχήματος.
ΕΡ: Μπορεί να γίνει κάποια εκτίμηση πόσο πιθανό είναι ένα τσουνάμι στην Κρήτη τα επόμενα χρόνια; Μιλάμε για έναν υπαρκτό ή θεωρητικό κίνδυνο μέσα στον τρέχοντα 21ό αιώνα;
ΑΠ: Ο κίνδυνος θα είναι πάντοτε υπαρκτός για όλες τις περιοχές που βρίσκονται πλησίον γνωστών ζωνών γένεσης τσουνάμι. Ωστόσο, αφενός για την εκτίμηση των πιθανοτήτων εκδήλωσης σεισμών καταλληλότεροι να απαντήσουν είναι οι σεισμολόγοι και, αφετέρου, θα πρέπει να υπάρξει μία καλύτερη κατανόηση του τι σημαίνει «πιθανότητα εκδήλωσης τσουνάμι» και του πώς αυτή πρέπει να μεταφράζεται. Για παράδειγμα, η αναφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης Επιστημών (EGU) περί «ενός μεγάλου τσουνάμι στη Μεσόγειο ανά αιώνα» είναι ακριβής με βάση την προϊστορία της περιοχής. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι μπορούμε να προβλέψουμε με ακρίβεια πού και πότε θα εκδηλωθεί το επόμενο τσουνάμι ή να διαβεβαιώσουμε ότι αν έχει συμβεί ένα μεγάλο τσουνάμι μέσα στον τελευταίο αιώνα, αποκλείεται να συμβεί και δεύτερο. Αυτό που σαφώς και μπορούμε να κάνουμε, είναι να είμαστε κατά το δυνατόν καλύτερα προετοιμασμένοι για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
ΕΡ: Εκτός από την Κρήτη, θεωρείτε ότι άλλα ελληνικά νησιά ή ακτές της ηπειρωτικής Ελλάδας κινδυνεύουν από τσουνάμι στο μέλλον;
ΑΠ: Tο Αιγαίο και οι πέριξ της Ελλάδας θαλάσσιες περιοχές περιλαμβάνουν σημαντικό αριθμό ζωνών γένεσης τσουνάμι. Οι πιο ευάλωτες περιοχές θα είναι πάντα αυτές που βρίσκονται πλησίον τέτοιων ζωνών, καθώς και αυτές που βρίσκονται σε σχετικά μικρή απόσταση αλλά χωρίς την παρεμβολή μεγάλων ή πολλών φυσικών «εμποδίων» (νησιών, ηπειρωτικών περιοχών). Βάσει των ανωτέρω, ως τέτοιες μπορούν να χαρακτηριστούν ακόμη: τα νησιά του Ν.Αιγαίου, οι ηπειρωτικές ακτές και τα νησιά του Ιονίου, καθώς και οι ακτές του Κορινθιακού Κόλπου. Ούτε όλες οι παράκτιες περιοχές της Ελλάδας είναι δυνατόν να πληγούν από ένα και μόνο τσουνάμι, αλλά και ούτε για όσες πληγούν, αυτό θα γίνει με την ίδια ένταση.
ΕΡ: Κρίνετε ικανοποιητικό το υπάρχον σύστημα προειδοποίησης για τσουνάμι στην Ελλάδα και πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί;
ΑΠ: Η Ελλάδα συμμετέχει στην Ομάδα «ICG/NEAMTWS», η οποία δημιουργήθηκε από την UNESCO μετά από το καταστροφικό τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού το 2004. Η ανάπτυξη και διαχείριση του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης στη χώρα μας έχει ανατεθεί στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. Εξ όσων γνωρίζω για την παρούσα φάση, το σύστημα περιορίζεται στον εντοπισμό σεισμών που ενδέχεται να προκαλέσουν τσουνάμι και στην ενημέρωση των υπηρεσιών πολιτικής προστασίας. Δεδομένου ότι το έργο και η σχετική έρευνα βρίσκονται σε εξέλιξη, σίγουρα υπάρχουν αρμοδιότεροι από εμένα για να σχεδιάσουν τη βελτίωσή του. Θα είχε ενδιαφέρον, ωστόσο, σε ένα τέτοιο σύστημα να λαμβάνονται υπόψη και ακριβείς εκτιμήσεις για τις εκτάσεις των περιοχών που μπορεί να πλημμυρίσουν, αντίστοιχες αυτών που παρουσιάσαμε στη δουλειά μας.
ΕΡ: Πέρα από ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τσουνάμι, υπάρχουν άλλες παρεμβάσεις που θα προτείνατε στις αρμόδιες Αρχές, προκειμένου να βελτιωθούν οι παράκτιες άμυνες των κατ’ εξοχήν περιοχών κινδύνου (π.χ. στην Κρήτη);
ΑΠ: Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι, με βάση τις διαστάσεις του Ελλαδικού χώρου, ο χρόνος που θα μεσολαβήσει από τη γένεση ενός τσουνάμι μέχρι αυτό να πλήξει τις πλησιέστερες ακτές, δεν θα ξεπερνάει τα λίγα λεπτά της ώρας. Κατά συνέπεια, το όποιο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης θα είναι άνευ πρακτικής σημασίας, αν δεν έχει συνοδευτεί από προγράμματα ενημέρωσης και εκπαίδευσης των πολιτών για τη σωστή αντίδρασή τους σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. «Τυπικές» τεχνικές παρεμβάσεις δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή στην περίπτωση των τσουνάμι. Η καλύτερη άμυνα είναι ο συνδυασμός έγκαιρης προειδοποίησης και εκπαίδευσης των πολιτών, στα πλαίσια ενός εθνικού σχεδιασμού με συντονισμό δημόσιας διοίκησης, επιστημονικής κοινότητας και κοινωνίας.
ΕΡ: Μόνο μετά από ένα ισχυρό σεισμό θα μπορούσε να δημιουργηθεί τσουνάμι στη χώρα μας;
ΑΠ: Τσουνάμι μπορούν να προκληθούν από υποβρύχιους σεισμούς, υποβρύχιες κατολισθήσεις και εκρήξεις ηφαιστείων. Όσον αφορά τις τελευταίες, είναι σχετικά ασφαλές να πει κανείς ότι η Ελλάδα δεν κινδυνεύει από τσουνάμι τέτοιας προέλευσης με βάση την καταγεγραμμένη ηφαιστειακή δραστηριότητα στους ιστορικούς χρόνους.
ΕΡ: Γνωρίζουμε ποιο ήταν το ισχυρότερο τσουνάμι που έχει ποτέ πλήξει την Ελλάδα;
ΑΠ: Ως τέτοιο θεωρείται αυτό που προκάλεσε η έκρηξη του ηφαιστείου της νήσου Στρογγυλής τον 17ο αιώνα π.Χ., η οποία και οδήγησε στη δημιουργία της καλδέρας της Σαντορίνης. Το συγκεκριμένο συμβάν καλείται και «Μινωική έκρηξη», λόγω των απόψεων που έχουν διατυπωθεί για τη συμβολή του στην καταστροφή του Μινωικού πολιτισμού. Αν θέλουμε να κινηθούμε πιο κοντά στο παρόν, η τελευταία καταγραφή μας θα αφορά το τσουνάμι που προκλήθηκε από το σεισμό των 7,5 Ρίχτερ στα ανοιχτά της Αμοργού, το 1956.
ΕΡ: Γενικότερα πώς κρίνετε την κατάσταση των ελληνικών ακτών σήμερα; Εκτός από τσουνάμι, ποιους άλλους κινδύνους αντιμετωπίζουν κατ’ εξοχήν;
ΑΠ: Οι ελληνικές ακτές αντιμετωπίζουν κινδύνους φυσικής αλλά και ανθρωπογενούς προέλευσης, ξεκινώντας από τις διάφορες εκφάνσεις της κλιματικής αλλαγής (λ.χ. αύξηση μεγέθους/συχνότητας εμφάνισης ακραίων κυματικών και παλιρροιακών γεγονότων, άνοδος μέσης στάθμης της θάλασσας) και καταλήγοντας στον άστοχο σχεδιασμό τεχνικών έργων ή επεμβάσεων στο χώρο των ακτών. Ως κυριότερα προβλήματα που απορρέουν εξ αυτών, μπορούμε να αναφέρουμε τη διάβρωση και την πλημμύριση των παράκτιων περιοχών. Η άναρχη και καταχρηστική ανάπτυξη της ζώνης αιγιαλού/παραλίας στη χώρα μας σαφώς και επιδεινώνει τα όποια προβλήματα, δυσχεραίνοντας παράλληλα τις προσπάθειες αντιμετώπισής τους.
ΕΡ: Συγκριτικά με την Ελλάδα, πόσο εξελιγμένη είναι η έρευνα στην Ιταλία σχετικά με τους κινδύνους από τσουνάμι ή άλλες απειλές για τις ακτές;
ΑΠ: Η έρευνα στην Ιταλία, για τις ακτές αλλά και γενικότερα, είναι γεγονός ότι βρίσκεται σε αρκετά καλύτερη κατάσταση από αυτή στην Ελλάδα. Βέβαια, άλλο το μέγεθος της χώρας, άλλη η ιστορία των πανεπιστημίων της, άλλες και οι δυνατότητες χρηματοδότησης της έρευνας από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους. Ωστόσο, θύλακες αριστείας υπάρχουν και στα ελληνικά πανεπιστήμια, οι οποίοι συνεχίζουν να αποδεικνύουν ότι βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με αντίστοιχους σε γνωστά Ιδρύματα του εξωτερικού.
Σε αυτή την «ελίτ» – και πέρα από μόνο τη δική μου μαρτυρία – συγκαταλέγονται τόσο ο καθηγητής Θ.Καραμπάς, με τον οποίο συνεργαζόμαστε στενά τα τελευταία χρόνια, όσο και ο επιβλέποντας της διατριβής μου καθηγητής Χ. Κουτίτας. Στους συγκεκριμένους δύο – δοθείσης της ευκαιρίας – νιώθω την ανάγκη να εκφράσω και δημόσια τις ευχαριστίες μου για τη στήριξή τους όλα αυτά τα χρόνια, καθώς και για τη γενναιοδωρία που μου έχουν δείξει σε επιστημονικό και προσωπικό επίπεδο. Ο Μέγας Αλέξανδρος είχε πει: «Στους γονείς οφείλομεν το ζην, στους δε διδασκάλους το ευ ζην.». Νιώθω τυχερός που έχω γνωρίσει κι εγώ τέτοιους δασκάλους.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Σεισμός 5,6 βαθμών της κλίμακας ρίχτερ, σημειώθηκε βόρεια της πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, Τόκιο.
Δεν υπάρχουν θύματα ή ζημιές. Δεν υπάρχει κίνδυνος για τσουνάμι, ωστόσο η λειτουργία του μετρό της ιαπωνικής πρωτεύουσας διακόπηκε για λίγη ώρα.
Το επίκεντρο του σεισμού εντοπίσθηκε στην επαρχία Σαϊτάμα, βόρεια του Τόκιο.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ
Προειδοποίηση για εκδήλωση τσουνάμι εξέδωσε η μετεωρολογική υπηρεσία της Ιαπωνίας μετά το σεισμό μεγέθους 6,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε στην Ταϊβάν.
Ένα πρώτο κύμα, ύψους ενός μέτρου, αναμένεται να πλήξει τη νήσο Μιγιάκο μετά τη σεισμική δόνηση η οποία εκδηλώθηκε στις 10:43 τοπική ώρα (04:43 ώρα Ελλάδας) στη νήσο Γιοναγκούνι, όπως μετέδωσε το ιαπωνικό δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο NHK, το οποίο διέκοψε την κανονική ροή του προγράμματός του.
Το Ινστιτούτο Γεωφυσικής (USGS) των ΗΠΑ εκτίμησε ότι ο σεισμός είχε μέγεθος 6,6 βαθμών, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σε εικόνες που μετέδωσε η ιαπωνική δημόσια τηλεόραση η θάλασσα έμοιαζε ακόμη ήρεμη περίπου 15 λεπτά μετά το σεισμό.