Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κώου και Νισύρου κ. Ναθαναήλ χοροστάτησε στον Όρθρο και τέλεσε τη Θεία Λειτουργία στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Νικολάου Κω.
Με την ολοκλήρωση της ακολουθίας του Μεγάλου Αγιασμού ο Σεβασμιώτατος ηγήθηκε της πομπής, προς το λιμάνι της Κω, στην Πολεμική Σκάλα για την κατάδυση του Τιμίου Σταυρού.
Παρούσες ήταν οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές του νησιού μεταξύ αυτών ο Έπαρχος Κω Γ. Χαλκιδιός, ο Δήμαρχος Γ. Κυρίτσης, ο βουλευτής Δωδεκανήσου Η. Καματερός, ο Ταξίαρχος, ο Λιμενάρχης, ο Διοικητής, ο ΝΑΣ ΚΩ, ο Κώστας Σκανδαλίδης, καθώς και η Φιλαρμονική του Δήμου Κω και δημοτικοί Σύμβουλοι.
Πλήθος πιστών είχε σταθεί κατά μήκος της ακτής, παρά το τσουκτερό κρύο, έδωσαν το παρόν, απολαμβάνοντας τη ρίψη του Τιμίου Σταυρού. Για μία ακόμη φορά, πολλοί νέοι βούτηξαν στα παγωμένα νερά για να πιάσουν τον Τίμιο Σταυρό, λαμβάνοντας μία ιδιαίτερη ευλογία, ενώ ο Σεβασμιώτατος άφησε ελεύθερα δύο λευκά περιστέρια σε ανάμνηση της «ἐν εἴδει περιστερᾶς» παρουσίας τοῦ Αγίου Πνεύματος κατά τη Βάπτιση του Κυρίου.
Ο φετινός "τυχερός" ήταν ο Βασίλης Προύζος, ανάμεσα σε 25 τολμηρούς, ο οποίος συνολικά έχει πιάσει 3 φορές τον σταυρό και μάλιστα οι δύο συνεχόμενες.
Γιορτάζουμε σήμερα 3 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Εφραίμ του Νέου.
Το μοναστήρι του στην Νέα Μάκρη πανηγυρίζει και πλήθος κόσμου θα το επισκεφθεί και πάλι, ο καθένας για προσωπικούς του λόγους. Ο Άγιος Εφραίμ γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 14 Σεπτεμβρίου του 1384μ.Χ. Ήταν ένα από τα οκτώ παιδιά της οικογένειας Μόρφη.
Οι γονείς του όταν βάπτισαν τον Άγιο του έδωσαν το όνομα Κωνσταντίνος. Σε μικρή ηλικία ο Άγιος Εφραίμ ορφάνεψε από πατέρα. Από εκείνη την στιγμή η μητέρα του ανέλαβε εξ ολοκλήρου την φροντίδα της οικογένειας.
Στην φροντίδα αυτή συμπεριέλαβε και την χριστιανική αγωγή των παιδιών της. Ο Άγιος από μικρός έδειξε ιδιαίτερη αγάπη για τον Θεό και την Χριστιανική πίστη.
Όταν ο Άγιος Εφραίμ ήταν δεκατεσσάρων ετών, στην περιοχή των Τρικάλων γινόταν από τους Τούρκους, υπό τις διαταγές του Σουλτάνου Βαγιαζίτ του 1ου, επιχειρήσεις παιδομαζώματος. Το παιδομάζωμα ήταν το πρώτο στάδιο της δημιουργίας των Γενίτσαρων. Μάζευαν οι Τούρκοι μικρά Ελληνόπουλα, τα έστελναν στην Τουρκία όπου σε ειδικά στρατόπεδα τα μεγάλωναν γεμίζοντας την καρδιά τους αγάπη… για τον Αλλάχ και μίσος για τον Χριστό και την Ελλάδα. Αυτά τα Ελληνόπουλα γίνονταν οι φοβεροί Γενίτσαροι, που όπως λένε πολλές μαρτυρίες ήταν σκληρότεροι και από τους ίδιους τους Τούρκους.
Φοβούμενη η μητέρα του Αγίου ότι θα τον πάρουν και αυτόν οι Τούρκοι, τον συμβούλεψε να φύγει από το πατρικό του σπίτι και να κατευθυνθεί σε περιοχές της Ελλάδας που δεν ήταν ακόμα κάτω από τον Τουρκικό ζυγό. Όταν έφτανε σε μια τέτοια περιοχή, τον ορμήνεψε, να βρει ένα μοναστήρι και να εισαχθεί εκεί ως δόκιμος μοναχός, μιας και η μοναστική ζωή ήταν κάτι που επιθυμούσε και ο ίδιος. Τις συμβουλές αυτές ακολούθησε ο Άγιος Εφραίμ και μετά από πολλούς κόπους έφτασε στο όρος Αμώμων της Αττικής.
Είναι το όρος που, στις μέρες μας, στους πρόποδες του είναι χτισμένη η Νέα Μάκρη. Στο όρος είχαν μαζευτεί χριστιανοί ασκητές, και από αυτούςalt ονομάστηκε όρος Αμώμων, δηλαδή όρος των Καθαρών. Εκεί υπήρχε και το ανδρικό μοναστήρι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Σε αυτό το μοναστήρι κατάφυγε ο Άγιος Εφραίμ και έμεινε έως την ηλικία των 18 ετών ως δόκιμος μοναχός της μονής.
Στην ηλικία των δεκαοκτώ χρίστηκε μοναχός και έλαβε το όνομα Εφραίμ (όπως έχουμε αναφέρει μέχρι τότε ονομαζόταν Κωνσταντίνος). Μετά δε από λίγα χρόνια χειροτονήθηκε Ιερέας. Στο μοναστήρι περνούσε πολύ λίγο χρόνο. Συνήθως ήταν απομονωμένος σε μια σπηλιά στην περιοχή όπου και ασκήτευε.
Τα χρόνια περνούσαν και η Οθωμανική αυτοκρατορία είχε υποδουλώσει σχεδόν όλη την Ελλάδα. Στην περιοχή της Αττικής δρούσαν Τουρκικά στρατεύματα υπό τις διαταγές του Εβρενόμπεη.
Μέρος αυτών των στρατευμάτων, το 1424, αναπτύχθηκε στην περιοχή του όρους Αμώμων και άρχισε να καταστρέφει, να λεηλατεί και να δολοφονεί, κάνοντας πράξη την συνήθη τακτική των Τουρκικών στρατευμάτων τον καιρό εκείνο. Έτσι έφτασαν και στο μοναστήρι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και απαίτησαν να τους παραδοθούν οι θησαυροί του μοναστηριού. Το μοναστήρι όμως ήταν φτωχό και το μόνο που κατάφεραν να πάρουν οι Τούρκοι από εκεί ήταν οι ζωές όλων των μοναχών που σφαγιάστηκαν στην αυλή του μοναστηριού.
Ο Άγιος την ημέρα εκείνη δεν ήταν στο μοναστήρι. Όταν το επισκέφθηκε την επόμενη, βρήκε τα πτώματα των μοναχών στην αυλή και το μοναστήρι κατεστραμμένο. Αφού φρόντισε για την ταφή των μοναχών, αποσύρθηκε μόνιμα πλέον στην σπηλιά που ασκήτευε. Στο μοναστήρι κατέβαινε μόνο στις μεγάλες εορτές για να λειτουργήσει στην εκκλησία του.
Σε μια τέτοια εορτή, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1425 (ημέρα μνήμης της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού), ξαναεπισκέφθηκαν οι Τούρκοι την μονή. Συνέλαβαν τον Άγιο και άρχισαν να τον υποβάλουν σε φρικτά βασανιστήρια προσδοκώντας να τους αποκαλύψει τυχών μυστικές κρύπτες με θησαυρούς που δεν είχαν καταφέρει να ανακαλύψουν. Οκτώ ολόκληρους μήνες ο Άγιος υπέμενε τα φρικτά βασανιστήρια των Τούρκων έως τις 5 Μαΐου του 1426 κρεμασμένος ανάποδα καρφωμένος με καρφιά στον κορμό μιας μουριάς, παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, σε ηλικία 42 ετών.
Στις μέρες μας στο μοναστήρι αυτό μένουν και υπηρετούν μοναχές. Το λείψανο του Αγίου Εφραίμ φυλάσσεται εκεί και καθημερινά εκατοντάδες πιστών το επισκέπτονται ζητώντας από τον Άγιο την ευλογία και την βοήθεια του. Ο Άγιος με την χάρη του Θεού έχει κάνει χιλιάδες θαύματα. Στον περίβολο της μονής, και προστατευμένη από κτίσμα που χτίστηκε γύρω της, υπάρχει η μουριά πάνω στην οποία ο Άγιος Εφραίμ άφησε την τελευταία του πνοή.
Η ηρεμία που επικρατεί στον χώρο είναι κάτι που δεν περιγράφεται με λέξεις. Θα την νιώσετε κι εσείς όταν με την βοήθεια του Χριστού επισκεφθείτε τον Άγιο Εφραίμ στην μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στην Νέα Μάκρη Αττικής.
Η εκκλησία μας έχει αφιερώσει στην μνήμη του Αγίου Εφραίμ δύο ημέρες του έτους. Την 5η Μαΐου όπου τιμούμε το μαρτυρικό θάνατο του Αγίου και την 3η Ιανουαρίου όπου τιμούμε την ανεύρεση των ιερών λειψάνων του. Τα ιερά λείψανα του Αγίου Εφραίμ βρέθηκαν με Θεία Παρέμβαση το 1950, 524 ολόκληρα χρόνια μετά τον θάνατο του.
Ένα απο τα παλαιότερα μοναστήρια της Αττικής είναι αυτό στο Όρος των Αμωμών (τοποθεσία γνωστή σήμερα ως Νέα Μάκρη). Πολλοί μοναχοί και ιερείς έμειναν εκεί και προσευχήθηκαν στον Κύριο.
Στα χρόνια της τουρκοκρατίας έγιναν μεγάλες και βάρβαρες σφαγές όπου ξεκληρίστηκε το μοναστήρι, ένα απο τα θύματα ήταν και ο Άγιος μας. Το 1945 η Μοναχή τότε Μακαρία πήγε στα ερείπια της αρχαίας μονής του Ευαγγελισμού άλλοτε ονομαζόμενης ως Σταυροπηγιακής, του Όρους Αμωμών, στις βορειανατολικές υπωρείες του Πεντελικού. Απο θεία παρόρμηση, διαμόρφωσε ένα κελάκι εκεί και άρχιζε να καθαρίζει τα ερείπια του παλαιού Ναού για να τον ανακατασκευάσει. Εκεί πολλές φορές διαλογιζόταν ότι σε εκείνα τα χώματα είχαν ζήσει κατά την πάροδο των αιώνων Άγιοι Μοναχοί και προσευχόταν να ” γνωρίσει ή να της φανερωθεί κάποιος απο αυτούς”.
Μια φωνή στην αρχή σιγανή αλλά με τον καιρό δυνατότερη στην ψυχή της, της έλεγε ” Σκάψε και θα βρείς αυτό που επιθυμείς” και θαυμαστώς της είχε φανερωθεί ένα σημείο στο προαύλιο του Μοναστηριού. Έτσι στις 3 Ιανουαρίου 1950 έχοντας έναν εργάτη για άλλες εργασίες στο μοναστήρι τον έβαλε να σκάψει στο σημείο όπου την υποδείκνυε η ψυχή της.
Ο εργάτης ήταν αρνητικός ήθελε να σκάψει οπουδήποτε αλλού παρά σε αυτό το σημείο, τελικά μετά απο τις εκκλήσεις και τις προσευχές, ο εργάτης πείστηκε και ξεκίνησε να σκάβει. Το σημείο εκεί είχε ένα μισογκρεμισμένο τζάκι, τοίχο κ.α πράγματα που έδειχναν ότι εκεί κάποτε υπήρχε κελί κάποιου μοναχού. Φτάνοντας το 1,70 ύψος σκάψιμο βρέθηκε το πρώτο εύρημα.. Ένα κεφάλι.. και όλος ο τόπος απόκτησε μια ευωδιά.. ( ήταν 3/1/1950 ώρα 9 το πρωί) σιγά σιγά και με προσοχή ή Ηγουμένη Μακαρία έβγαλε όλο το σκήνωμα και το τοποθέτησε σε μία θυρίδα που ήταν πάνω απο τον τάφο.
Μονή Οσίου Εφραίμ
Ήταν φανερό ότι πρόκειτο για κληρικό γιατί το ράσο του είχε παραμείνει άθικτο. Το βράδυ, διαβάζοντας τον εσπερινό η Ηγουμένη άκουσε βήματα.. ο ήχος ερχόταν απο τον τάφο.. μετά απο τον περίβολο και έφτασε ως την πόρτα της εκκλησίας. Εκεί πρωτοαντίκρυσε τον Άγιο, ψηλός με μάτια μικρά στρογγυλά, με μακριά μαύρα γένια που έφταναν στον λαιμό, ντυμένος με την μοναχική αμφίεση. Στο ένα χέρι είχε μία φλόγα και με το άλλο ευλογούσε. Ο Άγιος ζήτησε να τον βγάλουν απο αυτή την θυρίδα που το είχαν. Την επόμενη κι όλας μέρα η Ηγουμένη καθάρισε τα οστά και τα τοποθέτησε σε μια θυρίδα στο Ιερό του Ναού. Το ίδιο βράδυ φανερώθηκε στον ύπνο της ο Άγιος και την ευχαρίστησε και της φανέρωσε και το όνομα του ” ΕΦΡΑΙΜ “.
Απολυτίκιο:
Ηχος α΄. Της ερήμου πολίτης.
Εν όρει των Αμώμων ώσπερ ήλιος έλαμψας, και μαρτυρικώς, θεοφόρε, προς θεόν εξεδήμησας, βαρβάρων υποστάς επιδρομάς, Εφραίμ Μεγαλομάρτυς του Χριστού, δια τούτο αναβλύζεις χάριν αεί, τοις ευλαβώς βοώσι σοι, δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου, πάσιν ιάματα.
πηγη .agioritikovima.gr
Άγιος Βασίλειος ο Μέγας: Εορτάζει στις 1 Ιανουαρίου εκάστου έτους.
Η Κάρα του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Μεγ. Λαύρας Αγίου Όρους.
Η δεξιά βρίσκεται στον Ιερό Ναό Κοιμ. Θεοτόκου Ν. Φιλαδελφείας Αττικής.
Μέρος της δεξιάς βρίσκεται στη Μονή Ιβήρων Αγίου Όρους.
Μέρη χειρός βρίσκονται στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και στη Μονή Παναχράντου Άνδρου.
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στις Μονές Ιβήρων, Διονυσίου (δύο), Παντοκράτορος (τρία) και Αγ. Παύλου Αγίου Όρους, Αγ. Θεοδοσίου Άργους, Κύκκου Κύπρου, στη Λαύρα Αγ. Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως και στο Ναό του Αγ. Γεωργίου των Ελλήνων Βενετίας.
Η ζωή του Βασίλειου της Καισαρείας
Γεννήθηκε από Άγιους γονείς το 330 μ.χ. στη Καισάρεια (Καππαδοκία). Ο πατέρας του Άγιος Βασίλειος ασκούσε το επάγγελμα του καθηγητή ρητορικής στη Καισάρεια της Καππαδοκίας και η μητέρα του Αγία Εμμέλεια ήταν απόγονος οικογένειας Ρωμαίων αξιωματούχων (ο πατέρας της είχε πεθάνει ως Χριστιανός μάρτυρας). Στην οικογένεια εκτός από το Βασίλειο υπήρχαν άλλα οκτώ ή εννέα παιδιά. Μεταξύ αυτών, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο Ναυκράτιος που έγινε ασκητής και θαυματουργός Άγιος, η Μακρίνα (Οσία Μακρίνα) και ο Πέτρος, Επίσκοπος Σεβαστείας, ενώ κάποιο φαίνεται να πέθανε σε βρεφική ηλικία.
Ο Βασίλειος μεταφέρθηκε από τη γιαγιά του Μακρίνα στο κτήμα των Αννήσων κοντά στον ποταμό Ίρι της Μικράς Ασίας, όπου ανατράφηκε από αυτήν μέχρι το θάνατό της και μετέπειτα από την πρωτότοκη αδερφή του Μακρίνα η οποία επηρέασε καθοριστικά τον μικρό Βασίλειο να στραφεί στην Χριστιανική πίστη. Την εγκύκλια παιδεία έλαβε από τον πατέρα του ενώ μετά την εκδημία του (γύρω στα 345) μετέβη στην Καισάρεια. Κατόπιν η ανάγκη του για περαιτέρω μόρφωση τον έφερε στην Κωνσταντινούπολη, όπου φοίτησε κοντά στο γνωστό δάσκαλο της εποχής Λιβάνιο και επακόλουθα στην Αθήνα (352).
Στην Αθήνα γνωρίστηκε με το Γρηγόριο από την Καππαδοκία, αναπτύσσοντας μία μεγάλη φιλία, εγγράφηκε στη σχολή του Χριστιανού φιλοσόφου Προαιρεσίου και παρακολούθησε τη διδασκαλία του καθώς και τη διδασκαλία άλλων φιλοσόφων όπως ο Ιμέριος.
Επέστρεψε στην πατρίδα του το καλοκαίρι του 356, εγκαταστάθηκε στην Καισάρεια και, συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358, επηρεασμένος από το θάνατο του αδερφού του μοναχού Ναυκρατίου, βαπτίζεται Χριστιανός, πιθανόν από τον επίσκοπο Διάνιο, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ξεκινά ένα οδοιπορικό σε γνωστά κέντρα ασκητισμού της Ανατολής, επιθυμώντας την ανεύρεση κατάλληλου τόπου διαμονής. Επέστρεψε το 359 στον Πόντο και για μικρό χρονικό διάστημα διέμεινε στην Αριανζό, κοντά στο φίλο του Γρηγόριο.
Τον Ιανουάριο του 360 φαίνεται να συμμετείχε, ως παρατηρητής εντεταλμένος από τον επίσκοπο Διάνιο, στην αρειανική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, για την έριδα μεταξύ Ομοουσιανών και Ομοιανών. Μετά την υπογραφή, από μέρους του Διανίου, του συμβόλου των Ομοιανών, ο Βασίλειος απογοητευμένος αποσύρθηκε στο ησυχαστήριο της αδερφής του εγκαινιάζοντας τη μνημειώδη αλληλογραφία του με το Γρηγόριο.
Το καλοκαίρι του 364 ο Ευσέβιος Καισαρείας τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Η μεγάλη δραστηριότητα και η μόρφωση του Βασιλείου προκάλεσαν τα ζηλόφθονα αισθήματα του Ευσεβίου γεγονός που οδήγησε τον πρώτο, για ακόμα μία φορά, να επιστρέψει στην πατρίδα του. Η μεσολάβηση, όμως, του Γρηγορίου επιφέρει εξομάλυνση των σχέσεων και την επιστροφή του Βασιλείου στην Καισάρεια. Μετά το θάνατο του Ευσεβίου, με τη συνδρομή του Ευσεβίου επισκόπου Σαμοσάτων και του Γρηγορίου επισκόπου Ναζιανζού, εκλέγεται διάδοχός του στην επισκοπική έδρα της Καισάρειας και αναλαμβάνει συν τω χρόνω, λόγω του κύρους της προσωπικότητάς του, την εξαρχία της Αρχιεπισκοπής του Πόντου.
Στον εκκλησιαστικό τομέα, ως επίσκοπος πλέον, ο Βασίλειος αντιμετώπισε την προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ουάλη να επιβάλει τον Ομοιανισμό (ρεύμα του Αρειανισμού), όντας σε επιστολική επικοινωνία με το Μέγα Αθανάσιο, Πατριάρχη Αλεξανδρείας και τον Πάπα Ρώμης Δάμασο. Στην περιφέρεια της ποιμαντικής του ευθύνης είχε να αντιμετωπίσει την έντονη παρουσία του αρειανικού στοιχείου και άλλων χριστιανικών, μη ορθόδοξων, ομολογιών. Σε αυτό τον τομέα έδρασε και ως επίσκοπος, δηλαδή οργανωτικά, αλλά και με την αντιρρητική του γραμματεία. Μέσα από τις επιστολές του φαίνονται οι προσπάθειες που κατέβαλε για την ανάδειξη άξιων κληρικών στο ιερατείο, την καταπολέμηση της σιμωνίας των επισκόπων, την πιστή εφαρμογή των ιερών κανόνων από τους πιστούς καθώς και η ποιμαντική μέριμνα, που επέδειξε έναντι των αποκομμένων και περιθωριοποιημένων μελών της Εκκλησίας. Η όλη του δραστηριότητα επιφέρει τη βαθμιαία αναγνώρισή του ως κοινού έξαρχου ολόκληρου του ασιατικού θέματος της Αυτοκρατορίας.
Στην οικουμενική Εκκλησία ο Βασίλειος αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία από το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος βαθμιαία αποσύρεται από την ενεργό δράση λόγω γήρατος. Εργάζεται για την επικράτηση των ορθόδοξων χριστιανικών αρχών και υπερασπίζεται το δογματικό προσανατολισμό της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας. Προσπαθεί να βρίσκεται σε αλληλενέργεια με τα ορθόδοξα πατριαρχεία και ουσιαστικά υποκαθιστά και αντικαθιστά την αρειανίζουσα ιεραρχία του πολιτικού κέντρου της Αυτοκρατορίας. Σε αυτή την προσπάθεια συναντά την αδιάφορη ή προκατειλημμένη στάση των άλλων πατριαρχείων, γεγονός, που παρά την απογοήτευση που του επιφέρει δεν τον καταβάλει στη συνέχιση του αγώνα του.
Έργο ζωής και σημαντικό σταθμό στην πορεία του, αποτελεί η ίδρυση και λειτουργία ενός κοινωνικού φιλανθρωπικού συστήματος, του Πτωχοκομείου ή Βασιλειάδας. Εκεί διοχετεύει όλη την ποιμαντική του ευαισθησία, καθιστώντας την πρότυπο κέντρου περίθαλψης και φροντίδας των ασθενέστερων κοινωνικά ατόμων. Ουσιαστικά η Βασιλειάδα υπήρξε ένας πρότυπος οίκος για τη φροντίδα των ξένων, την ιατρική περίθαλψη των φτωχών άρρωστων και την επαγγελματική κατάρτιση των ανειδίκευτων. Καθίσταται η μήτρα ομοειδών οργανισμών που δημιουργήθηκαν σε άλλες επισκοπές και στάθηκε η σταθερή υπενθύμιση στους πλουσίους του προνομίου τους να διαθέτουν τον πλούτο τους με έναν αληθινά χριστιανικό τρόπο.
Καταπονημένος από την ευρεία δράση που ανέπτυξε σε πολλούς τομείς της χριστιανικής μαρτυρίας καθώς και την ασκητική ζωή, την οποία ακολουθούσε, ο Βασίλειος πεθαίνει την 1 Ιανουαρίου του 379 σε ηλικία 50 ετών. Ο θάνατός του βυθίζει στο πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο το χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Στην κηδεία του συμμετέχουν Ιουδαίοι, πιστοί της εθνικής θρησκείας και ένα πλήθος ανομοιογενούς θρησκευτικής και εθνικής απόχρωσης. Η παρακαταθήκη του υπήρξε το τεράστιο σε μέγεθος και σημασία θεολογικό – δογματικό του έργο μαζί με τη συμβολή του στη λειτουργική και την πρωτότυπη ανθρωπιστική του δράση.
Σήμερα, 27 Δεκεμβρίου είναι η εορτή του πρωτομάρτυρος και αρχιδιακόνου Στεφάνου (†34) Μάρτυρος Μαυρικίου και των συν αυτώ 70 μαρτύρων Οσίων Θεοδώρου του Γραπτού (†840), Θεοδώρου Α` αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Λουκά του Τριγληνού.
Ο πρωτομάρτυρας Στέφανος
Υπήρξε ένας από τους επτά διακόνους τους οποίους εξέλεξαν οι πρώτοι χριστιανοί και χειροτόνησαν οι Άγιοι Απόστολοι, με σκοπό να επιβλέπουν τη διαχείριση των τροφίμων και των χρημάτων των χριστιανικών κοινοτήτων. Ο Στέφανος είχε αφιερώσει τη ζωή του στο κήρυγμα του ευαγγελικού λόγου και στη φιλανθρωπική δράση. Για τη προσφορά και τις αρετές του τιμήθηκε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Με το χάρισμα αυτό θεράπευε ασθενείς και αποδείκνυε τη δύναμη του Χριστού. Με τη βαθιά θεολογική του κατάρτιση ανέτρεπε εύκολα τις κακοδοξίες των μη Χριστιανών για το έργο του Χριστού, προκαλώντας την οργή και το φθόνο τους. Κάποιοι μάλιστα από τους φανατικούς τον συκοφάντησαν και τον οδήγησαν σε απολογία μπροστά στους αρχιερείς. Όταν ο Στέφανος απολογήθηκε κατατρόπωσε το συνέδριο και τους αρχιερείς προκαλώντας την οργή τους. Έπειτα από την απολογία του, οι Ιουδαίοι τον έσυραν έξω από το δικαστήριο και τον θανάτωσαν δια λιθοβολισμού.
Ο Άγιος Μαυρίκιος
Ο άγιος Μαυρίκιος και οι άγιοι 70 μάρτυρες μαρτύρησαν στα χρόνια του βασιλιά Μαξιμιανού. Ήταν στρατιώτες που διέμεναν στην Απάμεια της Βιθυνίας του Πόντου. Όταν τους κάλεσε ο βασιλιάς, οι άγιοι ομολόγησαν ενώπιόν του, ότι ήταν Χριστιανοί. Αμέσως τους αφαίρεσαν τις στρατιωτικές ζώνες και τους έριξαν στη φυλακή. Ο Μαξιμιανός για να κάνει να υποφέρει ο Μαυρίκιος περισσότερο, αποκεφάλισε μπροστά του τον υιό του. Στη συνέχεια έδεσε τους μάρτυρες σε πασσάλους και τους άφησε δίπλα σε βαλτόνερα. Μετά από δέκα μαρτυρικές ημέρες παρέδωσαν το πνεύμα τους στον Κύριο.
newsbomb.grΗ Αγία Ευγενία η Οσιοπαρθενομάρτυς έζησε στο δεύτερο μισό του 3ου αιώνα μ.Χ. Καταγόταν από τη Ρώμη και οι γονείς της ονομάζονταν Φίλιππος και Κλαυδία.
Επίσης, είχε και δύο άλλα αδέλφια, τον Αβίτα και το Σέργιο.
Ο πατέρας της διορίστηκε έπαρχος στην Αλεξάνδρεια και πήγε εκεί με όλη του την οικογένεια. Εκεί η Ευγενία σπούδασε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο και έμαθε άριστα την ελληνική και ρωμαϊκή φιλολογία. Όταν τελείωσε τις σπουδές της, ψάχνοντας για περισσότερη γνώση πήρε στα χέρια της από μια χριστιανή κόρη τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Όταν τις διάβασε, εντυπωσιάσθηκε πολύ.
Εκείνη την περίοδο, οι γονείς της ήθελαν να τη δώσουν σύζυγο σε κάποιο Ρωμαίο αξιωματούχο, τον Ακυλίνα. Τότε η Ευγενία, αρνούμενη να δεχθεί αυτή την πρόταση των γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ανδρικά και έφυγε σε άλλη πόλη. Εκεί κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανή και έλαβε συγχρόνως το μοναχικό σχήμα.
Μετά από χρόνια, επέστρεψε στο σπίτι της και η αναγνώριση από τους γονείς της έγινε μέσα σε δάκρυα. Δεν πέρασε πολύς καιρός και όλοι στο σπίτι της Ευγενίας δέχθηκαν το χριστιανισμό. Από μίσος οι ειδωλολάτρες τραυμάτισαν θανάσιμα τον πατέρα της. Και όταν η Ευγενία επέστρεψε στη Ρώμη, την αποκεφάλισαν.