Το πιναύλι και οι πιναυλαδόροι της Κω.

Το «πιναύλι» είναι ένα πνευστό μουσικό όργανο (χειροποίητος ποιμενικός αυλός) φτιαγμένο από καλάμι και πικροδάφνη στην οπή. Συνήθως ο πιστικός το έμπηγε στο πόδημα του ή στην βρακοζώνη το κρατούσε συντροφιά στην μοναξιά του (Γιωργαλλής, Καταγραφές).
Κατά τον Αναστάση Καραναστάση(Ποιμενικά), πη(ν)ιαύλι από το πηνίον+αυλός , κατά τον Κώστα Μηνά από ανομοίωση λ-λ>ν-λ της λ. πλαγίαυλος>πλαγιαύλι>πιλαγιαύλι>πιναγιαύλι>πινιγααύλι>πινιααύλι>πιν(ι)αύλι.
Άλλες εκδοχές: α) αυλός και Πάνας, πάναυλος – πιναύλι ή β) ποιμήν και αυλός, ποίναυλος, πιναύλι. Είναι διαδομένο σε όλο τον Ελλαδικό χώρο ως αυλός, φλογέρα, σουραύλι, θιαμπόλι, πιναύλι.
Στην περιοχή της Κω βρίσκεται δυστυχώς υπό εξαφάνιση γιατί δεν υπάρχει πλέον κανένας νέος σήμερα στο νησί που να παίζει ή να μαθαίνει. Το πιναύλι το έπαιζαν σχεδόν αποκλειστικά οι πιστικοί (βοσκοί) οι οποίοι είχαν άφθονο χρόνο τις ώρες της βοσκής αλλά και εύκολη πρόσβαση στις πρώτες ύλες που χρειάζονταν για να το κατασκευάσουν. Στην Κω και στην Νίσυρο φαίνεται να υπερισχύει το πιναύλι έναντι της τσαμπούνας που κυριαρχεί σχεδόν σε όλα τα άλλα νησιά στον χώρο των βοσκών.
Πολλοί ήταν οι καλοί πιναυλαδόροι του προηγούμενου αιώνα που μαζεύονταν για ποσπερίδες στις γειτονικές μάντρες και γλεντούσαν με το πιναύλι τους τις παρέες τους, κυρίως τις νύχτες του χειμώνα σύμφωνα με περιγραφές που έχουμε. Τις καλοκαιρινές βραδιές πάλι, έπαιζαν κατά την διάρκεια της βοσκής και δεν έχαναν ευκαιρία οι νεαροί πιστικοί να σμίξουν σε παρέες και να εξασκηθούν τόσο στο παίξιμο όσο και στον χορό. Ωστόσο παρά τον κίνδυνο εξαφάνισης του οργάνου είναι ακόμα αρκετοί οι εν ζωή πιναυλαδόροι της Κω. Θα σας αναφέρουμε όσους καταφέραμε να εντοπίσουμε και να καταγράψουμε, στα πλαίσια μιας ευρύτερης έρευνας που κάνουμε γύρω από την μουσική μας παράδοση. Στέλιος Κώστογλου, Γιάννης Μάμμης, Παναγιώτης Μαντούκος, Γιάννης Φώτης, Γιάννης Νικολένδρης, Πέτρος Φώτης, Στεφανής Χανδακάρος, Σάββας Στούππος, Νικήτας Παππούλης. Στα βίντεο που ακολουθούν παίζουν οι Γιάννης Μάμμης από το Ασφενδιού, Νικήτας Παππούλης από την Αντιμάχεια και Στέλιος Κώστογλου από την Κω.
Μπροβάλετε μπροβάλετε ΄΄Δράσεις΄΄
Γιάννης Μαστόρος-Κυριάκος Παππούλης
Μια μέρα στην μάντρα
Μια πολύ δύσκολη και κοπιαστική η δουλειά του πιστικού (βοσκού). Ίσως το πιο δύσκολο απ’ όλα τα παραδοσιακά επαγγέλματα. Καθημερινά πρέπει να φροντίσεις, να βοσκήσεις, να ποτίσεις, να αρμέξεις, να τυροκομήσεις. Μετά ανάλογα με την εποχή έχεις τα γεννητούρια, το προβύζασμα, το σφάξιμο, την κουρά και το λούσιμο. Δεν έχει ρεπό και αργίες γιατί τα ζωντανά καθημερινά έχουν όλες αυτές τις ανάγκες.
Εμείς προσπαθήσαμε να καταγράψουμε με την κάμερά μας μόνο ένα μικρό μέρος αυτής της τόσο δύσκολης δουλειάς που μάλλον σιγά σιγά οδεύει προς εξαφάνιση τουλάχιστον με αυτό τον πατροπαράδοτο και παραδοσιακό τρόπο.
Η προσπάθειά μας ξεκίνησε τον Μάιο του 2017 και ολοκληρώνεται τώρα μετά από πολλές επισκέψεις στην μάντρα της κυρά Ευαγγελίας. Ευχαριστούμε πάρα πολύ την ίδια όπως και τον σύζυγό της κύριο Βησσαρίων αλλά και τον γιο της Δημήτρη που τόσο πρόθυμα μας δέχτηκαν και μας αποκάλυψαν τα μυστικά της δουλειάς τους.
Φωτογραφία του χρήστη Μπροβάλετε - Μπροβάλετε "Δράσεις".
Μπροβάλετε μπροβάλετε ΄΄Δράσεις΄΄
Γιάννης Μαστόρος-Κυριάκος Παππούλης

Ο Νίκος Χουζούρης από τον Κόρωνο της Νάξου, είναι ένας από τους τελευταίους γανωτές των Κυκλάδων. Κρατάει στα χέρια του μία τέχνη την οποία ξεκίνησε ο παππούς του και συνέχισε ο πατέρας του.

Με τον παραδοσιακό τρόπο γανώνει τα χάλκινα σκεύη. Δηλαδή εσωτερικά δημιουργεί με κασσίτερο μια στρώση μετάλλου, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο μαγείρεμα αλλά και στην απόσταξη του τσίπουρου.

Όπως λέει στο στο iefimerida, από παιδί παρακολουθούσε πολύ προσεκτικά τον παππού του να παλεύει με τη φωτιά και να λιώνει τον κασσίτερο. Με αυτό τον τρόπο έκανε τα παλιά σκουριασμένα σκεύη σαν καινούργια. «Με μάγευε ο τρόπος που έλιωνε το μέταλλο. Οταν ο παππούς μου έβαζε τη φωτιά καθόμουν και τον παρακολουθούσα με τις ώρες. Στη συνέχεια άρχισε να ασχολείται με το γάνωμα και ο πατέρας μου. Οπως ήταν φυσικό και εγώ ακολούθησα τα βήματά τους. Σήμερα στη Νάξο έχω μείνει ο μόνος γανωτής. Δυστυχώς αυτή η τέχνη θα χαθεί γιατί έχω τέσσερα κορίτσια τα οποία φυσικά δεν γνωρίζουν από γάνωμα».

Η διαδικασία διαρκεί πολλές ώρες καθώς πρέπει αρχικά με οξύ να καθαρίσουμε τα χάλκινα σκεύη από τις σκουριές και τα υπολείμματα και στη συνέχεια με πολύ προσεκτικό τρόπο να περάσουμε όλη την εσωτερική πλευρά των καζανιών με κασσίτερο ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο μαγείρεμα. Σήμερα μπορεί να μοιάζει σαν μία τέχνη που ανήκει στο παρελθόν όμως τις προηγούμενες δεκαετίες το γάνωμα ήταν απαραίτητο.

«Να σκεφτείτε ότι οι υπεύθυνοι της σχολής των ουρσουλινών που λειτουργούσε στο νησί, δύο φορές το χρόνο έφερναν στον παππού μου και στον πατέρα μου τα σκεύη τους για γάνωμα. Ελπίζω να βρεθούν και άλλοι άνθρωποι στο νησί νέοι για να τους μάθω την τέχνη», συμπληρώνει.  

Τις προηγούμενες δύο εβδομάδες ο Νίκος Χουζούρης γάνωσε 19 χάλκινα σκεύη τα οποία θα χρησιμοποιηθούν από την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Νάξου σε μία προσπάθεια οι παραγωγοί να καταρρίψουν το ρεκόρ Γκίνες τηγανιτής πατάτας με περισσότερα από 550 κιλά σερβιρισμένης πατάτας.

Η Λαμπρή Παρασκευή είναι η καλύτερη μέρα του Πάσχα, γιατί γυρνάμε με τη δικιά μας εικόνα, την Παναγία τη Σπηλιανή.
Ξεκινούν από τις 7 το πρωί μια συνοδεία  πάμε στον Εμπορειό, όπου γίνεται η λειτουργία και μετά ο παπάς γυρνάει όλα τα σπίτια του χωριού για να τα ευλογήσει. Φεύγοντας απο εκεί πάνε στα Νικια, γυρνούν τα σπίτια και κάθονται για φαγητό.
Μετά θα πάρουν το δρόμο για να επιστρέψουν πίσω στο δικό τους χωριό, μια πομπή τεράστια, σφυρίγματα, κόρνες, ένας χαμός. Όταν φτάσει η εικόνα στο χωριό, ξεκινάει ένα τρελό πανηγύρι.
Όλες οι καμπάνες του χωριού χτυπούν, όλοι βγαίνουν έξω να κεράσουν τους ανθρώπους που συνοδεύουν την εικόνα.
Η εικόνα της Παναγιάς Σπηλιανής επιστρέφει στην εκκλησία μετά απο ολοήμερη περιφορά στα χωριά της Νισύρου.
18110225 1142278205880496 244064048 o
18111050 1142278139213836 1120185237 o
18042718 1142278119213838 1417457135 o
18083732 1142277995880517 1771132791 o
Οι Μαρμαρίτες είναι ένα από τα τοπικά μας έθιμα του Δωδεκαημέρου. Όπως μαρτυρεί και το όνοµά τους, ψήνονται πάνω σε ένα κοµµάτι µάρµαρο, που ζεσταίνεται στη φωτιά.
Λίγα λόγια για τους μαρμαρίτες από πληροφορίες που συλλέξαμε στο διαδίκτυο.
Ο Χυλός απλώνεται επάνω στο μάρμαρο και σχηματίζονται οι λεγόμενες τηγανόπιτες. Την επόμενη μέρα, τις τηγανίζουν µε λίγο κρόκο αβγού και προσθέτουν κανέλα, πετιµέζι ή µέλι. Το έθιμο αναβιώνεται το πρωί της προπαραμονής των Θεοφανείων, δηλαδή 4 Ιανουαρίου, όπου οι νοικοκυρές έφτιαχναν το χυλό, ενώ το απόγευμα, έβαζαν το μάρμαρο στο τζάκι, το έτριβαν με μελισσοκέρι για να μην κολλάει και όταν οι ζύμες ήταν έτοιμες, άρχιζαν να φτιάχνουν.
Όταν γίνονταν μικρές τρυπίτσες πάνω στην πίτα, οι μαρμαρίτες ήταν έτοιμοι. Τους τοποθετούσαν πάνω σε καθαρό σεντόνι. Την παραμονή, επειδή νηστεύουν έτρωγαν τους μαρμαρίτες με μέλι ή πετιμέζι. Τα Θεοφάνεια τους τηγανίζουν με αυγά και τους έτρωγαν σαν γλυκό.
Οι γυναίκες των γεωργών στο τέλος έφτιαχναν σε σχήμα σταυρού για τα ζώα τους. Καθώς οι άνθρωποι πίστευαν οτι την παραμονή των Θεοφανείων η θάλασσα γίνεται λάδι, οι ουρανοί ανοίγουν και τα ζώα μιλούν. Έτσι ταïζαν τα ζώα τους με μαρμαρίτες για να μαρτυρήσουν οτι τα αφεντικά τους ήταν καλά.

Οι πίτες αυτές συμβολίζουν τα σπάργανα που τύλιξε η Παναγία το Χριστό.
Για όσους επιθυμούν να φτιάξουν μαρμαρίτες ιδού τα υλικά 
Υλικά
1/2 κιλό αλεύρι
2 ποτήρια χλιαρό νερό
λίγο αλάτι
μαστίχα κοπανισμένη
μοσχοκάρυδο ή κανέλα
προζύμι
Ρεπορτάζ από ΔΗΡΑΣ

ferriesingreece2

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot